Στις αρχές Μάρτη, ο ανώτατος δικαστής Έντσον Φατσίν ακύρωσε τις καταδικαστικές αποφάσεις για διαφθορά εις βάρος του Λούλα, επικαλούμενος την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου που τον είχε καταδικάσει.
Ο Λούλα δεν αθωώθηκε και οι υποθέσεις του θα επαναδικαστούν σε άλλο, ομοσπονδιακό δικαστήριο. Ωστόσο ανακτά τα πολιτικά του δικαιώματα και θα μπορούσε να είναι υποψήφιος στις εκλογές του 2022 (δεν αναμένεται να έχει εκδοθεί νέα καταδικαστική απόφαση μέχρι τότε).
Ενδοκρατική σύγκρουση
Η απόφαση, που αιφνιδίασε τους πάντες, προέκυψε στα πλαίσια διάφορων συγκρούσεων στο εσωτερικό του βραζιλιάνικου κράτους. Ο Σέρχιο Μόρο, ο δικαστής που καθοδήγησε την επιχείρηση Lava Jato (έρευνες για διαφθορά στο πολιτικό σύστημα) και έπειτα έγινε υπουργός Δικαιοσύνης του Μπολσονάρο, ήρθε σε ρήξη με τον Βραζιλιάνο Πρόεδρο τον Απρίλη του 2020. Με τον (διορισμένο από τον Μπολσονάρο) Γενικό Εισαγγελέα να στρέφεται πλέον ενάντια στους χειρισμούς του «Lava Jato», ο δικαστής Φατσίν επιχείρησε έναν ελιγμό. Ακυρώνοντας τις αποφάσεις του δικαστηρίου, κατέστη άκυρο και το αίτημα δικηγόρων του Λούλα να ερευνηθούν τα κίνητρα της δίωξης. Για την υστεροφημία του Lava Jato και του Μόρο προσωπικά, είναι καλύτερη μια ακύρωση «λόγω αναρμοδιότητας» παρά μια ακύρωση «λόγω δόλου». Αυτή η σύγκρουση δεν έληξε, καθώς άλλα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου διέταξαν να αρχίσει εκ νέου έρευνα για το ρόλο του Μόρο, με κάποιους από αυτούς να περιγράφουν το Lava Jato ως «το μεγαλύτερο δικαστικό σκάνδαλο στην ιστορία της χώρας». Αλλά η μεταξύ τους σύγκρουση είχε ήδη ένα παράπλευρο αποτέλεσμα: την επιστροφή του Λούλα.
Πολιτική κατεύθυνση
Ήταν μια πολύ θετική εξέλιξη από τη σκοπιά της δικαιοσύνης και των δημοκρατικών δικαιωμάτων, αλλά οι πολιτικές της συνέπειες είναι μια άλλη συζήτηση. Ο Λούλα στην θριαμβευτική επανεμφάνισή του έκανε μια «ηγετική» ομιλία. Κατακεραύνωσε τον Μπολσονάρο, αλλά παρουσίασε μια μετριοπαθή γραμμή. Ανέφερε τα αυτονόητα που πρέπει να γίνουν για την πανδημία (ο Μπολσονάρο κινούταν στα όρια της γραμμής των «αρνητών»), κατέκρινε την «πλήρη υποταγή στην αγορά» τονίζοντας όμως ότι η «αγορά» δεν έχει λόγο να τον φοβάται, κατέκρινε την προώθηση της οπλοκατοχής από τον Μπολσονάρο, τονίζοντας όμως ότι απάντηση είναι ο καλύτερος εξοπλισμός της αστυνομίας. Έμεινε σιωπηλός σε κρίσιμα ζητήματα όπου και οι κυβερνήσεις PT έχουν μεγάλες ευθύνες (περιβαλλοντική καταστροφή, ρατσισμός, κρατική καταστολή). Συνολικά αναπαρήγαγε το αφήγημα «ταξικής συνεργασίας» που χαρακτήρισε τη διαδρομή του, αρκούμενος στην αντιπαραβολή μιας τέτοιας στρατηγικής με το ζόφο του Μπολσοναρισμού.
Η γραμμή ταξικής συνεργασίας αποτυπώνεται και στη μέθοδο ανατροπής του Μπολσονάρο. Ο Λούλα υπονόησε «υπομονή» ως τις εκλογές του 2022, αποφεύγοντας να συνδεθεί με το αίτημα «Fuera Bolsonaro!» που ζητά «να φύγει» τώρα ο ακροδεξιός πρόεδρος. Το έκανε μάλιστα σε μια συγκυρία που η πιθανότατη άρση των μέτρων οικονομικής στήριξης που διέσωσαν τον Μπολσονάρο από την προηγούμενη βαθιά κρίση του μπορεί να προκαλέσει σκηνικό συγκρούσεων το 2021.
Όσον αφορά την αντικαπιταλιστική Αριστερά, καλείται να κινηθεί σε νέο έδαφος. Παραθέτουμε απόσπασμα άρθρου του Ζοάο Μασάδο και της Τάρζια Μεδέιρος.
«Ένα μέτωπο γύρω από την υποψηφιότητα Λούλα δεν θα είναι μέτωπο της Αριστεράς»
Όλα δείχνουν ότι η τάση των τελευταίων χρόνων -η υποχώρηση του PT (αν και παρέμενε σε γενικές γραμμές το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς) και η σχετική ενίσχυση του PSOL- θα αντιστραφεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Το PT ανέκτησε νέα ζωτική δύναμη. Επιπλέον, το PSOL δέχεται πίεση να ενταχθεί σε κοινό μέτωπο με το PT από τον πρώτο γύρο των εκλογών του 2022. Αν και δεν έχει ανοίξει τέτοια συζήτηση στο PSOL, είναι βέβαιο ότι υπάρχουν υποστηρικτές της υποψηφιότητας Λούλα (και με σχετική αρθρογραφία) στις γραμμές του.
Ένα μέτωπο γύρω από την υποψηφιότητα Λούλα δεν θα είναι “μέτωπο της Αριστεράς” ούτε μέτωπο της εργατικής τάξης με τα καταπιεσμένα στρώματα της κοινωνίας: O Λούλα επιδιώκει εμφανώς την υποστήριξη των αστικών κομμάτων που δεν συνδέονται ιδιαίτερα με τον Μπολσονάρο.
Γι’ αυτό και θα ήταν πολύ μεγάλο λάθος να υιοθετήσει το PSOL αυτή τη στρατηγική. Θα είχε ως συνέπεια την απώλεια του κεκτημένου αυτού του κόμματος να λειτουργεί ως μια αριστερή δύναμη επικριτική απέναντι στην ταξική συνεργασία, μια στάση την οποία έχει κατοχυρώσει -παρά τις δυσκολίες- από την ίδρυσή του.
Ασφαλώς η ήττα του Μπολσονάρο είναι ένας κορυφαίος στόχος στις επόμενες εκλογές (αν δεν καταστεί εφικτό να βάλουμε τέλος στη διακυβέρνησή του πριν από αυτές, που είναι ένας αγώνας που δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί). Παρά τα πολύ γνωστά προβλήματα, μια νέα κυβέρνηση Λούλα, αν και δεν θα αποτελέσει συνεκτική απάντηση στη δεξιά επέλαση και τις επιθέσεις που δέχτηκαν τα λαϊκά στρώματα, θα είναι μια μεγάλη ανακούφιση μετά την τρομακτική περίοδο Μπολσονάρο. Αλλά οι εκλογές γίνονται σε δύο γύρους. Συνεπώς, είναι σημαντικό και αποφασιστικής σημασίας για το PSOL, ως κομματικό σχέδιο της σοσιαλιστικής Αριστεράς, να παρουσιάσει την δική του υποψηφιότητα στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2022 και αφού δεν περάσει στο δεύτερο γύρο να συζητήσει για την πιθανή υποστήριξή του σε κάποιον υποψήφιο απέναντι στον Μπολσονάρο. Αυτό θα μπορούσε να έχει σημασία και για την διασφάλιση της επιβίωσης του θεσμικού «διακριτού χώρου» του PSOL στο βραζιλιάνικο κοινοβούλιο.
Η κατάσταση στη Βραζιλία έχει αλλάξει πολύ με την ακύρωση της καταδίκης του Λούλα. Η Δεξιά αποδυναμώθηκε, ενώ το PT ενισχύεται. Το δικαστικό πραξικόπημα που ήταν κρίσιμο για την εκλογή του Μπολσονάρο ηττάται. Προφανώς, αυτό είναι καλοδεχούμενο για τη σοσιαλιστική Αριστερά. Από την άλλη, αυτή η Αριστερά βρίσκεται υπό αυξημένη πίεση: Θα χρειαστεί ακόμα περισσότερη πολιτική συνοχή για να διατηρήσει το σοσιαλιστικό της σχέδιο.