Αντιδημοκρατικό, αντικοινωνικό και αναποτελεσματικό το μέτρο της κυβέρνησης
Το μέτρο της επίταξης γιατρών είναι αντιδημοκρατικό και αντικοινωνικό, υποκρύπτει άλλου είδους στοχεύσεις για μελλοντική χρήση και το κυριότερο είναι αναποτελεσματικό ως προς την αντιμετώπιση της πανδημίας. Είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πιο αποτελεσματικά μέτρα από αυτό.
Οι επιστρατευμένοι γιατροί (όπως και οι υπόλοιπες κατηγορίες υγειονομικών) αναλαμβάνουν ένα μη αποδεκτό ρίσκο για το επάγγελμά τους με ελλειπή Μέσα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) και ελλειπή οργάνωση, με στόχο να περιοριστεί η διασπορά του Covid-19. Ίσως αρκεί ένα επεισόδιο σαν αυτό της διώρυγας του Σουέζ και μερικά άλλα για να δείξουν πως 12 μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας στην Ελλάδα υστερεί η παραγωγή και διακίνηση ΜΑΠ, ενώ ταυτόχρονα άλλα μέσα συλλογικής προστασίας -όπως για παράδειγμα η χρήση καθαρισμού αέρα με υπεριώδη ακτινοβολία- δεν συζητούνται καν.
Οι επιστρατευμένοι για λίγους μήνες γιατροί υποχρεώνονται να εργαστούν στο νοσοκομείο και ταυτόχρονα να διατηρήσουν το ιδιωτικό τους ιατρείο, το οποίο βέβαια δεν γίνεται να βάλει λουκέτο. Υποχρεώνονται δηλαδή σε υπερεργασία ήλιο με ήλιο ενώ οι λογαριασμοί τους τρέχουν. Η ασφάλειά τους έναντι ευθυνών επίσης πάσχει, όπως και των μονίμων γιατρών του ΕΣΥ. Τέλος, ας σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος των γιατρών αυτών διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο επειδή ακριβώς τα τελευταία είκοσι τουλάχιστον χρόνια ο διορισμός στο ΕΣΥ ήταν εξαιρετικά δύσκολος.
Το μέτρο αυτό κατά δεύτερο λόγο, με τη συνδρομή της δύναμης της συνήθειας και των πιεστικών οικονομικών αναγκών αποκρύπτει τη συνέχιση, σε απροσδιόριστο χρονικό μέλλον, μορφών εργασίας στο δημόσιο νοσοκομείο κατ’ αποκοπή και για λίγες μέρες (μία ή δύο) ή και μόνο για μια εφημερία. Δηλαδή, εφημερεύει κάποιος ιδιώτης στην Λαμία το Σαββατοκύριακο και κατόπιν επιστρέφει στο σπίτι του στην Αθήνα. Κάτι τέτοιο υπάρχει ήδη στην Αγγλία, το κράτος γλυτώνει από ασφάλιστρα και λοιπές δεσμεύσεις αλλά και από έναν δημόσιο υπάλληλο και βουλώνει τρύπες στο σύστημα της εφημέρευσης.
Το να βουλώνουν τρύπες, το Υπουργείο Υγείας, οι Υγειονομικές Περιφέρειες και οι διοικήσεις των νοσοκομείων, αποτελεί εδώ και δεκαετίες πάγια τακτική. Γίνεται με μετακινήσεις προσωπικού εκεί που ο κόμπος φτάνει στο χτένι, με παραβιάσεις ωραρίου, ρεπό, αδειών κ.λπ. καθώς και με την παραδοσιακή πια υπερεργασία των ειδικευόμενων γιατρών. Το ίδιο το σύστημα της εφημέρευσης των νοσοκομείων της Αττικής (με την παρέμβαση του τότε υπουργού Κακλαμάνη) στόχευε στην απόκρυψη των ράντζων από τη κοινή θέα.
Αποκορύφωμα αυτής της προσπάθεια ήταν το να αφήνουν χηρεύουσες θέσεις γιατρών και άλλου προσωπικού -ιδίως του νοσηλευτικού- κενές και στην επόμενη δημιουργία του νέου οργανογράμματος να μειώνουν τις θέσεις στελέχωσης. Όλα αυτά προκειμένου να μην διοριστεί μόνιμο προσωπικό.
Τέλος υπάρχουν αυτή τη στιγμή στον ιατρικό κλάδο χιλιάδες αιτήσεις για μια μόνιμη θέση στο ΕΣΥ. Μόνο στο νοσοκομείο “Σωτηρία” για παράδειγμα υπάρχουν 80 αιτήσεις για πρόσληψη πνευμονολόγων. Υπάρχουν χηρεύουσες θέσεις λόγω συνταξιοδοτήσεων (που εντάθηκαν την τελευταία πενταετία λόγω της 35ετίας στο ΕΣΥ) που δεν προκηρύχθηκαν. Υπάρχουν ακόμη αιτήσεις που δεν έχουν κριθεί και δεν έχουν γίνει διορισμοί, επικουρικοί που δεν θα διοριστούν ποτέ κατά την βούληση του υπουργείου, συμβασιούχοι καθώς και αυτοί που πρόσφατα απέκτησαν ειδικότητα με πρόσφατη και πλούσια κλινική εμπειρία και οι οποίοι στον ένα χρόνο από τα χρόνια της ειδικότητάς τους έχουν εμπειρία στη νοσοκομειακή αντιμετώπιση του Covid-19. Το ίδιο ισχύει και για όλους εκείνους τους μετανάστες γιατρούς που θα ανταποκρίνονταν σε τυχόν κάλεσμα να επιστρέψουν στη χώρα καταλαμβάνοντας μια μόνιμη θέση στο ΕΣΥ.
Αντί αυτών η κυβέρνηση παίρνει το μέτρο της επίταξης το οποίο θα είναι και αναποτελεσματικό. Σε κάθε εργασία η πρώτη περίοδος είναι περίοδος προσαρμογής και οι ιδιώτες γιατροί καλούνται να κάνουν μια διπλή προσαρμογή σε μηδενικό χρόνο: εκείνην της εργασίας σε νοσοκομειακό περιβάλλον του οποίου η γκάμα οπωσδήποτε διαφέρει από τη γκάμα του ιδιωτικού ιατρείου και εκείνη της προσαρμογής σε συνθήκες πανδημίας (όπως και οι υπόλοιπες κατηγορίες υγειονομικών δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα συνεχίζουν εδώ και 1 χρόνο).
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, φανατική οπαδός του νεοφιλελευθερισμού, όχι μόνο χρηματοδοτεί μεγάλες επιχειρήσεις και στρατιωτικούς εξοπλισμούς, όχι μόνο διορίζει μόνιμους μόνο στα σώματα ασφαλείας αλλά και οραματίζεται σε 2 ή 3 κινήσεις παρακάτω στην σκακιέρα την πλήρη διάλυση της όποιας έννοιας του ΕΣΥ. Θεμέλιο της διάλυσης του ΕΣΥ είναι οι επισφαλείς και ευέλικτοι εργαζόμενοι και ο πολλαπλασιασμός των κατηγοριών τους σε όλο το φάσμα κλάδων, χώρων και επιπέδων. Αντι , όπως θα έπρεπε για να αντιμετωπισθεί ο φόρτος της πανδημίας , να επιτάξει τους χώρους και τον εξοπλισμό των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων χωρίς αποζημίωση για τους ιδιοκτήτες , για να εξυπηρετούνται covid και μη covid περιστατικά, με ανάληψη της μισθοδοσίας των εργαζομένων απο το κράτος. Πάει δηλαδή όπως λέει η λαϊκή έκφραση «να βγάλει από τη μύγα ξύγκι». Στο όραμα της διάλυσης του ΕΣΥ ρισκάρει την καταστροφική πορεία του ήδη τέταρτου κύματος της πανδημίας του Covid-19 και ίσως και την δική της καταστροφή.