Με τα συνδικάτα και τους αγώνες μας για την πραγματική «προστασία της Εργασίας»
Το ακραία αντεργατικό νομοσχέδιο Χατζηδάκη, με τον παραπλανητικό τίτλο «Για την Προστασία της Εργασίας» δεν φαίνεται να πείθει κανέναν και καμία.
Οι εφιαλτικές διατάξεις για 10ωρη, μέχρι και 13 ώρες εργασία ακόμα και τις Κυριακές, με ατομικές συμβάσεις και «συνεννοήσεις» εργοδότη-εργαζόμενου, με εξευτελιστικό κόστος εργασίας, με απόλυτη ευελιξία και τηλε-εργασία ακόμα και αντικαθιστώντας γονεϊκές άδειες, με την ουσιαστική κατάργηση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, με κρατική παρέμβαση στα εσωτερικά των συνδικάτων, με δραστικό περιορισμό στη δυνατότητα απεργίας και οποιασδήποτε μορφής αντίσταση, σε συνδυασμό με άλλες νομοθετικές προσπάθειες της κυβέρνησης για την τηλε-εργασία στο Δημόσιο, τα μπόνους Βορίδη στους αρεστούς Δ.Υ., την ιδιωτικοποίηση του κλάδου της επικούρησης του ΕΦΚΑ, τις ΣΔΙΤ στα μεγάλα νοσοκομεία της χώρας, την «αξιολόγηση» στους εκπαιδευτικούς και μαζί με την υποστελέχωση, υποχρηματοδότηση και την κατάρρευση των δημοσίων, υποστηρικτικών, κοινωνικών δομών, έχουν φέρει την κοινωνία αντιμέτωπη με την κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, πατώντας στην πολιτική και τις θεσμοθετημένες διατάξεις της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, κλιμακώνει τον αντεργατικό «πόλεμο» και έτσι το αντιλαμβάνονται όλες κι όλοι.
Έχει χρησιμοποιήσει «τυράκια», όπως την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 190 για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον χώρο της εργασίας και η άδεια πατρότητας, έχει χρησιμοποιήσει τσαχπινιές στα γενέθλια Χατζηδάκη, με την τούρτα-σούπερμαν (των ιδιωτικοποιήσεων), έχει βάλει όλα τα κανάλια να στέκονται ουδέτερα στο ν/σ, έχει αμολήσει τα στελέχη της ΝΔ να «εξηγούν» την προστασία που προσφέρει το τερατούργημα στους εργαζόμενους, αλλά έχουν ξυπνήσει ακόμα και τον Παναγόπουλο της ΓΣΕΕ που αναγκάζεται να συνεδριάσει, μετά το παρατεταμένο Πάσχα που προσέφερε μαζί με την κυβέρνηση, αντί για αγωνιστική Πρωτομαγιά.
Η ΑΔΕΔΥ και πολλά σωματεία και ομοσπονδίες έχουν ήδη κηρύξει την πρώτη απεργιακή απάντηση, στις 3 Ιούνη και το πρώτο συλλαλητήριο, στις 26 Μάη.
Μετά από πολλά χρόνια και επανειλημμένες προσπάθειες της αριστεράς στα σωματεία και συνδικάτα, οι απεργιακές κινητοποιήσεις δεν συνδέονται με την ψήφιση ενός νόμου, πολύμορφες και πολλές δράσεις προγραμματίζονται από συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες που δεν το συνήθιζαν, ενώ εμφανίζονται άρθρα, αναλύσεις, γίνονται συσκέψεις, συζητήσεις κ.ά. από δικτυώσεις και φορείς, συλλογικότητες που δεν είναι συνδικαλιστικές ή εργατικές.
Η κοινωνία δείχνει να καταλαβαίνει τι συμβαίνει, από ποιους και γιατί.
Η τυπική και «κουρασμένη» αντίδραση φαίνεται να έχει πιθανότητες να αντικατασταθεί από αληθινούς και πιο μαζικούς αγώνες, όχι «για την τιμή των όπλων», όχι συμβολικά, όχι με την «πεπατημένη».
Για άλλη μια φορά, λοιπόν, έχουμε να επιλέξουμε τρόπο για να βγούμε στο δρόμο, για να μεγαλώσουμε και να εκφράσουμε τις αντιστάσεις και τις διεκδικήσεις, για να συγκεντρώσουμε δυνάμεις, για να επιχειρήσουμε να αποσυρθεί το ν/σ, να μείνει στα χαρτιά, να το πληρώσει ακριβά η κυβέρνηση, να «συμμαζευτεί» λίγο η μεγάλη εργοδοσία και το κεφάλαιο. Να ακουστεί μαζικά κι αποφασιστικά το «Ως εδώ»!
Το πλήθος και η σύνθεση του κόσμου που καλείται να βγει στο δρόμο των αγώνων είναι «στοίχημα» που μπορεί να κερδηθεί.
Η Πρωτομαγιά, αλλά και το πρόσφατο ΓΣ της ΑΔΕΔΥ, έδειξαν ότι υπό τη συσσωρευμένη οργή του κόσμου και την ακραία πολιτική της κυβέρνησης και του κεφαλαίου, δημιουργούνται στις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες πιέσεις ικανές να δώσουν ευκαιρίες για να σπάσει η χλιαρή και τετριμμένη αντίδραση των τελευταίων χρόνων.
Ο ρόλος των συνδικάτων
Οι ηγεσίες των συνδικάτων ποτέ δεν ήταν επαναστατικές ή ριζοσπαστικές στην πλειονότητα του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος. Συνήθως ήταν ρεφορμιστικές, σοσιαλδημοκρατικές και με ροπή στις διαπραγματεύσεις με την εργοδοσία ή το κράτος κι όχι στην προώθηση μαζικών αγώνων, που να συμβάλλουν στην ενεργοποίηση της συμμετοχής των μελών τους στις συλλογικές διαδικασίες. Αυτό είναι ένα γενικό πρόβλημα. Όπως και το ότι το σύστημα, ακόμα κι όταν υπάρχουν πιο μαχητικές και ριζοσπαστικές συνδικαλιστικές ηγεσίες, προσπαθεί να τους προσφέρει προνόμια κι όχι διευκολύνσεις δράσης και να τις «εξαγοράσει», έστω σε κάποιο βαθμό, αποκόπτοντας τες από τα μέλη που εκπροσωπούν και αδυνατίζοντας την ισχύ και την αξιοπιστία των συνδικάτων ολόκληρων. Αυτά δεν είναι καινούρια, τα έχει γράψει η Ρόζα Λούξεμπουργκ, στο «Μαζική Απεργία-Κόμμα-Συνδικάτα».
Τα τελευταία χρόνια οι ηγεσίες έδειξαν τείχος αναισθησίας κι ανεπηρέαστες από την πληθώρα αντεργατικών διατάξεων και πρακτικών. Ο κόσμος της δουλειάς τα απαξίωσε, μη νιώθοντάς τα ως συλλογικό αποκούμπι για τα όλο και αυξανόμενα προβλήματά του. Έμεινε μόνος ο καθένας με τα ζόρια του και απέναντι στους εργοδότες.
Ωστόσο, δεν δημιουργήθηκαν κάποια άλλα μαζικά, συλλογικά εργαλεία του εργατικού κινήματος και αυτήν τη στιγμή, που φαίνεται να επιδρούν περισσότερο οι πιέσεις στα υπάρχοντα συνδικάτα, αυτά είναι που μπορούν να συγκεντρώσουν και να καλύψουν τα μέλη τους. Εντός των συνδικάτων μπορούν και πρέπει να λειτουργούν οργανωμένα σχήματα, ώστε να παλεύουν για τη λήψη αγωνιστικών και συλλογικών δράσεων και να προωθούν τη συμμετοχή όλων, όσο πιο ενεργά, στα σωματεία, απευθυνόμενα στο σύνολο των εργαζομένων που εκπροσωπούνται.
Η εκνευριστική και παγερή αδράνεια των συνδικαλιστικών γραφειοκρατικών πλειοψηφιών για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα έχει οδηγήσει την Αριστερά και την Αυτονομία σε αναζητήσεις πέρα κι έξω από τα θεσμικά όργανα των εργαζομένων, τα «επίσημα» συνδικάτα. Όταν δεν υπάρχουν κινητοποιήσεις, είναι θεμιτό να γίνονται προσπάθειες κάλυψης του κενού τους.
Όμως, είναι απαραίτητο να προσέξουμε ως αριστερές και ταξικές δυνάμεις, να μην υποπέσουμε σε τακτικές ή και θεωρίες υποκατάστασης ή/και αντιπαράθεσης με τα συνδικάτα. Το ΠΑΜΕ, με πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, δεν κατάφερε να λειτουργήσει με αυτόν τον τρόπο. Το ΠΑΜΕ, επιπλέον, μπορεί και πρέπει να προσφέρει τις πολύτιμες δυνάμεις του, στο μαζικό κίνημα, μαζί με την υπόλοιπη αριστερά, αν θέλει στ’ αλήθεια να ξεφύγουμε από τη στασιμότητα και τον έλεγχο των δράσεων από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Όλοι θα κριθούμε από τη συνεισφορά μας στην αποτροπή της ακραία αντεργατικής πολιτικής που νομοθετείται σταδιακά και από όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων.
Αυτό που μπορεί να φέρει ανατροπές και πραγματική αλλαγή των συσχετισμών στα συνδικάτα και άρα, μεγαλύτερων δυνατοτήτων κινητοποίησης των μελών τους, είναι η ένωση των δυνάμεων της Αριστεράς, τόσο σε κινηματικό, όσο και σε εκλογικό επίπεδο. Η πολυδιάσπαση κι ο κατακερματισμός έχουν αφήσει το περιθώριο να βγαίνει πια μέχρι και η Δεξιά πλειοψηφούσα ακόμα και στην ΑΔΕΔΥ, αλλά και σε σημαντικές και μεγάλες ομοσπονδίες και σωματεία.
Μαζική, ενωτική δράση
Οι μάχες που έρχονται, έχουν πιθανότητα να ξεφύγουν από το συμβολισμό και την κινητοποίηση αγωνιστικών μειοψηφιών και άρα, να κερδίσουν εν μέρει ή περισσότερο, μόνο αν συμμετέχουν εργαζόμενες κι εργαζόμενοι ευρύτερης πολιτικής και συνδικαλιστικής τοποθέτησης. Κι αυτός δεν μπορεί παρά να είναι σημαντικός μας στόχος!
Εξάλλου, η επίθεση που γίνεται στα συνδικάτα, ιδιαίτερα σε αυτό το ν/σ, απαιτεί συσπειρωμένη και δυναμική απάντηση, υποστηρίζοντας την ανάγκη ύπαρξής τους και την ανεξάρτητη λειτουργία τους από τον κρατικό μηχανισμό και τους εργοδότες. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, όσο γραφειοκρατικές κι αν είναι, αναγκάζονται να δικαιολογήσουν το ρόλο τους κι αυτός είναι ακόμα ένας λόγος μεγαλύτερης ενεργοποίησής τους. Αυτό μπορούμε και πρέπει να το εντείνουμε, όσες κι όσοι προσπαθούμε τόσα χρόνια να ενισχύσουμε την κινηματική συμμετοχή των συναδελφισσών και συναδέλφων μας.
Οι γενικές συνελεύσεις, που λόγω covid (λογικά ως ένα βαθμό, αλλά κι επίτηδες, για όσους έψαχναν τρόπο να τις ξεφορτωθούν) έχουν «ξεχαστεί» στους χώρους δουλειάς, οι ενημερώσεις, εξορμήσεις και περιοδείες, αλλά και η «εξαγωγή» των προβλημάτων που φέρνει το ν/σ σε όλους τους κοινωνικούς χώρους (γυναικείες-φεμινιστικές συλλογικότητες, δημοτικές κινήσεις, γειτονιές κ.ά.), είναι επείγοντα βήματα που μπορούν να ενισχύσουν τη συμμετοχή της βάσης της κοινωνίας στο αγωνιστικό μέτωπο, δεσμεύοντας με πολύ πιο πιεστικό κι αποτελεσματικό τρόπο, ακόμα και τις πιο συμβιβασμένες ηγεσίες, ενώ ταυτόχρονα, μπορούν να συγκεντρώνουν πραγματικές και σταθερές δυνάμεις σε ταξικό επίπεδο, χρήσιμες κι απαραίτητες για το κινηματικό μέλλον και τις ανατροπές που χρειαζόμαστε.
Οι μαζικοί κι ενωτικοί αγώνες, η σύμπραξη της αριστεράς και των ταξικών δυνάμεων μέσα στα συνδικάτα, μπορούν να δημιουργήσουν νέες κινητοποιήσεις και δράσεις, όχι μόνο τη μέρα της ψήφισης του τερατουργήματος, να απλώσουν τις αντιδράσεις, να δώσουν νικηφόρες μάχες κι αυτό αξίζει να το παλέψουμε με πολύ συγκεκριμένη προσήλωση, για να μετρήσουμε αποτελέσματα υπέρ της τάξης μας, είτε άμεσα, είτε σε κοντινό μέλλον.