Μ ε αυτά τα λόγια έκλεινε το κάλεσμα των «Αγανακτισμένων», δέκα χρόνια πριν, όταν και δόθηκε η εμβληματική μάχη της 48ωρης απεργίας (28 και 29 Ιουνίου 2011), με στόχο την περικύκλωση της βουλής. Σκοπός της περικύκλωσης, να μην καταφέρουν οι βουλευτές να φτάσουν στο κοινοβούλιο και να ψηφίσουν το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Μια «επέκταση» του μνημονίου που εμπεριείχε περικοπές δημοσίων δαπανών και περαιτέρω μέτρα λιτότητας, με την υπογραφή της κυβέρνησης Παπανδρέου και των δανειστών.
Ήταν η κορύφωση μια καθημερινής κινητοποίησης που ξεκίνησε στις 25 Μάη, όταν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, ανταποκρινόμενοι στην «παρότρυνση» των Ισπανών «Indignados» γέμισαν τις πλατείες όλης της χώρας, για να συζητήσουν, να διατυπώσουν αιτήματα και να οργανώσουν δράσεις. Μια μεγαλειώδης κινητοποίηση, όπου το κίνημα της πλατείας, συναντήθηκε με τα συνδικάτα και την οργανωμένη Αριστερά στο δρόμο, αντιμετωπίζοντας την ωμή κρατική βία. Μια δυναμική διεργασία που μετατόπισε συνειδήσεις, επιτάχυνε την πολιτική κρίση της εποχής και ουσιαστικά αποτέλεσε την αρχή του τέλους, της πρώτης μνημονιακής κυβέρνησης.
Προετοιμασία
Κατά τη διάρκεια της άνοιξης του 2010 πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα αρκετές γενικές απεργίες, ως απάντηση στα σκληρά οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης ΓΑΠ. Μέτρα που από το καθεστώς εμφανίζονταν ως το «φάρμακο» για την υπέρβαση της καπιταλιστικής κρίσης, η οποία στην Ευρώπη εκδηλωνόταν με τη μορφή της αδυναμίας εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους. Η βίαιη περικοπή μισθών και συντάξεων, η πρωτοφανής φοροεπιδρομή στα λαϊκά στρώματα, η κατάργηση σειράς εργασιακών δικαιωμάτων, η προκλητική κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας (με «όχημα» την διαβόητη τρόικα), γέννησε μαζικές κοινωνικές αντιδράσεις, με αποκορύφωμα τη συγκλονιστική απεργία της 5ης Μάη 2010. Το έγκλημα της Μαρφίν και η ανεπάρκεια των συνδικάτων και της Αριστεράς, στάθηκαν εμπόδιο στην εκδήλωση της αγωνιστικής διάθεσης του κόσμου, αμέσως μετά.
Παρόλα αυτά, ο συσσωρευμένος θυμός έβρισκε τρόπους έκφρασης και το επόμενο χρονικό διάστημα. Στη Γενική Απεργία στις 23 Φλεβάρη 2011, στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων της ΔΕΗ, των συμβασιούχων, των συγκοινωνιών, των γιατρών, αλλά και στη μεγάλη αποδοχή που είχαν κινήματα ανυπακοής όπως το «Δεν Πληρώνω», ενάντια στις αυξήσεις στα εισιτήρια των ΜΜΜ. Είναι προφανές ότι η δράση της Αριστεράς και των συνδικάτων, αλλά και οι επιτροπές-πρωτοβουλίες αγώνα στις γειτονιές, προετοίμασαν το έδαφος για το κίνημα των «Αγανακτισμένων».
Η έμπνευση τελικά βρέθηκε στο ξέσπασμα του κινήματος των πλατειών διεθνώς. Από την αραβική άνοιξη, την Ταχρίρ στο Κάϊρο, την Τυνησία και την Υεμένη, στην Πουέρτα ντελ Σολ στη Μαδρίτη και από εκεί στο Σύνταγμα και τo Occupy στη Νέα Υόρκη, εκατομμύρια κόσμου, εκείνη τη χρονιά, καταλαμβάνει το δημόσιο χώρο, απαιτώντας δικαιοσύνη! Το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο της «ταξικής συνεργασίας», είχε διαρραγεί.
Σύνταγμα
Από τις 25 Μάη του 2011 το Σύνταγμα πλημμυρίζει καθημερινά από κόσμο. Ένα «εργαστήρι πολιτικοποίησης» ανθρώπων κάθε ηλικίας, αρχίζει να λειτουργεί. Συγκροτούνται ομάδες εργασίας και επικοινωνίας, ιατρείο και κουζίνα, διοργανώνονται εκδηλώσεις, ομιλίες και συναυλίες. Το βασικό τόνο δίνει η Λαϊκή Συνέλευση του Συντάγματος, κάθε βράδυ στις 9μμ. Εκεί αποφασίζονται και τα ψηφίσματα, που αποτυπώνουν τα αιτήματα προς τους «από πάνω» και το πρόγραμμα δράσης. Έννοιες όπως συλλογικότητα, αντίσταση και αλληλεγγύη, βρίσκουν περιεχόμενο.
Όπως σε όλα τα πολυσυλλεκτικά κινήματα, οι αντιφάσεις είναι φυσικά παρούσες. Σε μια περίοδο που η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης βαθαίνει συνεχώς, οι κλασσικές μορφές πάλης και οι οργανώσεις του εργατικού κινήματος αντιμετωπίζονται, στην καλύτερη περίπτωση, με καχυποψία. Στη χειρότερη, ως μέρος του προβλήματος που αντιπροσωπεύει το αστικό-παλαιοκομματικό σύστημα. Η τυπική οργάνωση των απεργιακών συγκεντρώσεων και η πολυετής τάση αναζήτησης «συμβιβασμών» από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, είχε απαξιώσει τα συνδικάτα στα μάτια των εργαζομένων. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αδυναμία του συνδικαλιστικού κινήματος να καλύψει μεγάλο μέρος εργαζομένων και κυρίως τον κόσμο της επισφάλειας και της ανεργίας, οδήγησε σε μια νέα και πιο εύκολη «μέθοδο» διαμαρτυρίας και διεκδίκησης, όπως ήταν οι απογευματινές συγκεντρώσεις στις πλατείες.
Αρχικά, τα σωματεία της ΔΕΗ και τα σύμβολα αριστερών οργανώσεων, θα αντιμετωπιστούν με εχθρότητα από το συγκεντρωμένο πλήθος. Το «έξω τα κόμματα», τα απολίτικα και σεξιστικά συνθήματα, οι κρεμάλες και οι ελληνικές σημαίες, για λίγες μέρες, δείχνουν να επικρατούν στην λεγόμενη «πάνω πλατεία». Όπως ακριβώς ήθελε ο ΣΚΑΪ, που προωθούσε το αρχικό κάλεσμα μέσω Facebook. Κίνημα ακομμάτιστο και αχρωμάτιστο, για να ενισχυθεί η ΝΔ του Σαμαρά, που τότε εμφανιζόταν με το μανδύα του «αντιμνημονίου».
Χρυσή Αυγή
Ακόμα και σήμερα, η τότε παρουσία κάποιων ακροδεξιών στοιχείων, χρησιμοποιείται από την αντίδραση για την αναπαραγωγή της θεωρίας των «δύο άκρων» και τη -δήθεν- παρουσία της Χρυσής Αυγής, που βρήκε «πολιτική νομιμοποίηση» στο Σύνταγμα. Πέρα από το γεγονός ότι η ίδια η ναζιστική συμμορία (που ελάχιστες μέρες πριν οργάνωνε με την κρατική ανοχή, τα ρατσιστικά πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας, μετά τη δολοφονία του Μανόλη Καντάρη), είχε καταδικάσει δημόσια το κίνημα των πλατειών, η επίμονη παρέμβαση της Αριστεράς και (ορισμένων) ομάδων του αντιεξουσιαστικού χώρου, έδωσε «αριστερόστροφο» και διεθνιστικό στίγμα στην πλατεία, όπου σε όλη τη διάρκεια της πολυήμερης κινητοποίησης ήταν εχθρικό έδαφος για τους φασίστες. Άλλωστε η εξέλιξη των γεγονότων απέδειξε το ρόλο της Χρυσής Αυγής ως συστημικής εφεδρείας και συμπληρωματικής δύναμη κρούσης, κατά του κινήματος.
Μια μάχη «ηγεμονίας» καθόλου αυτονόητη. Πέρα από τις εθνικιστικές κορώνες διαφόρων (ΕΠΑΜ, «Σπίθα» του Μ. Θεοδωράκη, άλλα τμήματα του «πατριωτικού» χώρου που αργότερα βρήκαν στέγη στους ΑΝΕΛ κλπ.), υπήρχαν και οι μεταμοντέρνες «αναλύσεις», που υποστήριζαν ότι η παρουσία της γαλανόλευκης αποδεικνύει το πέρασμα σε μια μετα-αριστερή εποχή, όπου ο λαός –τάχα– σφυρηλατεί από τα κάτω μια «νέα εθνική-λαϊκή ενότητα» ενάντια στο μνημόνιο, την τρόικα και τους δανειστές. Άποψη που οδηγούσε στην υποτίμηση της σύγκρουσης με ένα συγκεκριμένο τμήμα του «ελληνικού έθνους»: τους ντόπιους βιομήχανους, τραπεζίτες, εφοπλιστές, ξενοδόχους.
Αριστερά
Για να μονιμοποιηθούν οι κόκκινες σημαίες, χρειάστηκε η επίμονη δουλειά της Αριστεράς, ενωτικά «εργαλεία» παρέμβασης (όπως το «Δεν χρωστάμε-Δεν πουλάμε-Δεν πληρώνουμε»), τα δίκτυα συνδικαλιστών και αριστερών παρατάξεων στους χώρους, που κατάφεραν, σε μεγάλο βαθμό, να καθορίσουν και να δώσουν στο κίνημα πολιτικά χαρακτηριστικά και ταξικό προσανατολισμό. Τα πράγματα δυσκόλευε ακόμα περισσότερο η στάση του ΚΚΕ (που δημοσκοπικά εκείνη την περίοδο προπορευόταν του ΣΥΡΙΖΑ). Ο Περισσός, πίσω από και την αντικαπιταλιστική φρασεολογία και τα «καθαρά» κινήματα, αρνούνταν πεισματικά (παρά τις αντίθετες διαθέσεις του κόσμου) την αναγκαιότητα ενωτικής δράσης. Ανάλογα εμπόδια έβαζαν και οι απόψεις που υποκλίνονταν ολοκληρωτικά στο «αυθόρμητο» του κινήματος ή υπερπαναστατικά αιτήματα, που δεν αντιστοιχούσαν με τις διαθέσεις όσων συμμετείχαν στις λαϊκές συνελεύσεις.
Γενική Απεργία
Σε κάθε ιστορική μάχη υπάρχουν οι στιγμές της κλιμάκωσης. Τέτοιες ήταν οι πανεργατικές απεργίες στις 15 Ιούνη και στις 28-29 Ιούνη, τις ημέρες έναρξης της συζήτησης και ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος στη βουλή. Εκεί έγινε πράξη η συνάντηση του οργανωμένου εργατικού κινήματος με το κίνημα των πλατειών. Δεκάδες χιλιάδες άτομα πλημμυρίζουν το Σύνταγμα. Άνθρωποι που μέχρι χθες δεν είχαν ξανακατέβει ποτέ στο δρόμο, μαζί με την αφύπνισή τους βιώνουν υπέρμετρη αστυνομική βία και κρατική καταστολή. Ομοσπονδίες, σωματεία και το δυναμικό της Αριστεράς συνυπήρξε με την αλληλεγγύη και την αυτό-οργάνωση χιλιάδων ανθρώπων, περιφρουρώντας τη συγκέντρωση και την ίδια την πλατεία, παρά τον χημικό πόλεμο της ΕΛ.ΑΣ.
Οι συνελεύσεις συνεχίζονται κανονικά τις επόμενες μέρες. Το κίνημα έχει διαχυθεί με λαϊκές συνελεύσεις σε δεκάδες γειτονιές στην Αττική, στη Θεσσαλονίκη, σε επαρχιακές πόλεις. Επόμενος μεγάλος στόχος η αποτροπή ψήφισης της συμφωνίας, που προέβλεπε άγρια λιτότητα 28 δισ. ευρώ για το διάστημα 2011-2015.
Την πρώτη ημέρα της πανελλαδικής απεργίας και κινητοποιήσεων των συνδικάτων, πλήθος εργαζόμενου κόσμου κατέφθασε στην Αθήνα με λεωφορεία προκειμένου να συμμετάσχει στις κινητοποιήσεις, ενώ ογκώδεις διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε όλη τη χώρα. Η πνιγηρή ατμόσφαιρα που προκάλεσε η εκτεταμένη χρήση χημικών από τα ΜΑΤ, δεν πτοεί χιλιάδες ανθρώπους που το απόγευμα συγκεντρώνονται και πάλι στο Σύνταγμα, ενώ η προγραμματισμένη συναυλία γνωστών καλλιτεχνών, το ίδιο βράδυ, ολοκληρώνεται μετ’εμποδίων, ανάμεσα σε ρίψεις δακρυγόνων και χειροβομβίδων κρότου - λάμψης.
Την επόμενη μέρα, η κρατική καταστολή «χτύπησε κόκκινο». Από νωρίς το πρωί, αφηνιασμένα ΜΑΤ χτυπούν αδιάκοπα κόσμο, με σκοπό τον τερματισμό του αποκλεισμού της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας (στο ύψος της Ερατοσθένους και του Ευαγγελισμού) από διαδηλωτές που επιχειρούν να αποκλείσουν την πρόσβαση βουλευτών στο κοινοβούλιο. Ακόμα και έτσι όμως, χιλιάδες διαδηλωτές φτάνουν μπροστά στη βουλή. Λίγο πριν την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου, τίθεται σε εφαρμογή το σχέδιο εκκένωσης της πλατείας. Συνεχείς και εξαιρετικά βίαιες επιθέσεις των ΜΑΤ, χιλιάδες χημικά, ακόμη και μέσα στο γεμάτο κόσμο σταθμό του μετρό, δεκάδες τραυματίες και πολύωρες συγκρούσεις στους γύρω δρόμους, προσπαθούν να κρύψουν τον πανικό της κυβέρνησης και ολόκληρου του αστικού στρατοπέδου. Η μαζική αντίσταση στην αστυνομική βαρβαρότητα σε όλο το κέντρο της Αθήνας (σε αντιδιαστολή με ορισμένες τυχοδιωκτικές πρακτικές του αναρχικού χώρου), η διάλυση των μπλοκ και οι ηρωικές απόπειρες επαναπροσέγγισης της πλατείας, έχουν μείνει βαθιά χαραγμένες στη συλλογική-κινηματική μνήμη.
Η ψήφιση του μεσοπρόθεσμου ήταν απλώς μια προσωρινή ανάσα για τον ΓΑΠ και όχι νίκη. Λίγο καιρό αργότερα η κυβέρνηση του κατέρρευσε, μέσα από το απεργιακό κύμα του φθινοπώρου. Διαδηλώσεις και καταλήψεις από διαφορετικούς κλάδους μεταφέρουν το μήνυμα του Συντάγματος, στους χώρους δουλειάς. Είναι χαρακτηριστικό πως, στο διάστημα από 1 Σεπτεμβρίου έως 20 Οκτωβρίου (με τη μεγαλειώδη απεργιακή συγκέντρωση στο Σύνταγμα, που σημαδεύτηκε από τον θάνατο ενός 53χρονου διαδηλωτή Δ. Κοτζαρίδη, μέλους του ΠΑΜΕ), μόνο τρεις μέρες δεν σημειώθηκε κάποια απεργιακή κινητοποίηση. Μεγάλης έκτασης διαμαρτυρίες σημειώθηκαν και κατά την διάρκεια των παρελάσεων για την 28η Οκτωβρίου.
Αντί επιλόγου
Το κίνημα των πλατειών δεν κατάφερε τελικά να μπλοκάρει την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου. Θα χρειαστεί η συγκυβέρνηση του τραπεζίτη Παπαδήμου με το μνημόνιο 2 και η συνθηκολόγηση Τσίπρα το καλοκαίρι του 2015, με την υπογραφή του μνημονίου 3, για να υλοποιηθούν πολλά από τα μέτρα που υπήρχαν στο νομοθετικό τερατούργημα. Για το δικό μας στρατόπεδο, για τους εργαζόμενους και τη νεολαία, ήταν και είναι μια περήφανη ιστορική στιγμή.
Είναι σίγουρο ότι η βίαιη φτωχοποίηση εκατομμυρίων ανθρώπων, αφύπνισε και έβγαλε στο δρόμο πολλούς/ες από αυτούς. Η πολύτιμη αυτή εμπειρία άνοιξε τη στρατηγική συζήτηση για το «πώς μπορούμε να ζήσουμε αλλιώς», για τη σχέση αυθόρμητου και συνειδητού, εθνικού και ταξικού, το ρόλο των συνδικάτων, τις συλλογικές μορφές οργάνωσης σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, τη μετωπική πολιτική. Το αίτημα της δημοκρατίας τέθηκε είτε με τη μορφή της πλήρους απόρριψης πλευρών του πολιτικού συστήματος, είτε ως πρόταγμα μιας «Άμεσης Δημοκρατίας» το περιεχόμενο της οποίας παρέμεινε γενικόλογο και αδιευκρίνιστο.
Σε κάθε περίπτωση, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι εκπαιδεύτηκαν πολιτικά, βρήκαν χώρο δράσης και λόγο και απέκτησαν μοναδικές εμπειρίες που τα επόμενα χρόνια, μεταλαμπαδεύτηκαν σε δεκάδες εγχειρήματα αντίστασης και αλληλεγγύης. Σε νέες απόπειρες συγκρότησης σωματείων και ριζοσπαστικών παρατάξεων σε εργασιακούς χώρους, σχολές και γειτονιές. Το ανοιχτό ταξικό ρήγμα, η διαρκής κοινωνική πόλωση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κόσμους, τροφοδότησε κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα στα χρόνια της μνημονιακής λεηλασίας, όπως και την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβέρνηση, ως πολιτική έκφραση αυτής της πολύμορφης κοινωνικής κίνησης, παρά την άδοξη κατάληξη. Ακόμα και το περήφανο «Όχι» στο δημοψήφισμα του 2015, ήταν καρπός (και) του καλοκαιριού του 2011.
Για αυτό ακόμα και σήμερα, ο Μητσοτάκης και τα «παπαγαλάκια» του στα ΜΜΕ, παρουσιάζουν τις πλατείες ως «θερμοκήπιο του λαϊκισμού», μη μπορώντας να κρύψουν το μίσος τους για τη μαζική εργατική-λαϊκή αντίσταση απέναντι στο νεοφιλελεύθερο μονόδρομο. Το σύστημα γνωρίζει καλά, ειδικά μπροστά στις αναμετρήσεις που έρχονται, ότι το πραγματικό αντίπαλο δέος της κυβέρνησης, της εργοδοσίας και των ιμπεριαλιστών, δεν είναι καμία «υπεύθυνη» αντιπολίτευση, με «ρεαλιστικές» προτάσεις. Αντίπαλος είναι ο κόσμος που ζει από τη δουλειά του, η νεολαία που δε βλέπει καμία προοπτική στην καπιταλιστική «ανάπτυξη» και τις ψευδαισθήσεις ευημερίας που τη συνοδεύουν, συνθήκη που εγκυμονεί κοινωνικές εκρήξεις. Αντίπαλος είναι οι κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις του κινήματος και της Αριστεράς, που μπορούν να συγκροτήσουν ένα πραγματικά απειλητικό ρεύμα αντικαπιταλιστικής ανατροπής.