Μεταξύ των περιφερειακών εκλογών και των προεδρικών του 2022
Αν και απέχουμε ένα χρόνο από τις προεδρικές εκλογές, η Γαλλία έχει αρχίσει να κινείται σε «προεκλογικούς» ρυθμούς. Είναι σε εξέλιξη η περίοδος των κομματικών εκλογικών συνεδρίων, των ανακοινώσεων κομματικών υποψηφίων ή των κατ’ αρχήν προθέσεων διάφορων στελεχών να διεκδικήσουν το χρίσμα του κόμματός τους.
Καθώς συνέβησαν σε αυτό το φόντο, οι εκλογές στις γαλλικές περιφέρειες προκάλεσαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από το συνηθισμένο. Αυτό το ενδιαφέρον εντάθηκε ακόμα περισσότερο όταν τα τελικά αποτελέσματα αποκάλυψαν ένα πολιτικό-εκλογικό τοπίο πολύ πιο σύνθετο και ρευστό από την επιφάνεια των δημοσκοπήσεων για τις προεδρικές εκλογές.
Αυτές εξακολουθούν να παρουσιάζουν το 2022 ως μάχη μεταξύ Μακρόν και Λεπέν, ένα σενάριο που υποστηρίζεται και από το προηγούμενο του 2017. Τα αποτελέσματα των περιφερειακών προκάλεσαν αιφνιδιασμό γιατί ανέδειξαν μια διαφορετική εικόνα. [...]
Το βασικό στοιχείο της κάλπης υπήρξε η ανθεκτικότητα των παραδοσιακών κομμάτων. Τόσο η Δεξιά («Ρεπουμπλικανοί») όσο και το Σοσιαλιστικό Κόμμα διατήρησαν τον έλεγχο των περιφερειών που διοικούσαν από το 2015. [...]
Οι αδυναμίες των φαβορί
Η άλλη όψη της ανθεκτικότητας των παραδοσιακών κομμάτων είναι οι πολιτικές-οργανωτικές αδυναμίες των «φαβορί».
Το κόμμα του Μακρόν δεν κέρδισε καμία περιφέρεια, ενώ η συγκεντρωτική του ψήφος υπολογίζεται γύρω στο 10-11%. Σε συνέχεια της αντίστοιχης ήττας στις δημοτικές εκλογές, αναδεικνύεται η αδυναμία του συνονθυλεύματος που δημιούργησε ως «κόμμα» (;) ο «μετα-πολιτικός» γιάπης. Αυτή η αδυναμία ίσχυε ακόμα κι όταν φαινόταν να βρίσκεται στο απόγειο της δόξας του. Σήμερα συνδέεται με τα πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει και τη φθορά που έχει υποστεί ο ίδιος μετά από μεγάλες συγκρούσεις (Κίτρινα Γιλέκα και άγρια καταστολή τους, μεγάλες απεργίες ενάντια στη μετωπική επίθεση στο ασφαλιστικό κλπ). Στους δεύτερους γύρους, το «κόμμα» Μακρόν συνάντησε επίσης τείχη άρνησης και στα κεντροαριστερά και στα κεντροδεξιά του και κατέστη «παρίας» στις περιφερειακές εκλογές.
Αντίστοιχα προβλήματα αντιμετωπίζει το ακροδεξιό RN. Το κόμμα της Λεπέν, παρά την εκλογική άνοδό του, παραμένει αδύναμο οργανωτικό και η διαδικασία ανάπτυξης τοπικών «ριζών» προχωρά βασανιστικά αργά. Ασφαλώς προχωρά -με αποτέλεσμα φέτος η Μαρίν Λεπέν να βάζει στόχο να κερδίσει το κόμμα της για πρώτη φορά περιφέρειες. Αλλά αποδείχθηκε ότι ακόμα απέχει. Το RN δεν κέρδισε καμία από τις περιφέρειες που είχε «σημαδέψει», ακόμα και εκεί όπου λαμπερές τοπικές μεταγραφές από την «κυριλέ» Δεξιά το έκαναν να εμφανίζεται ως φαβορί. Στις περισσότερες περιφέρειες, η εικόνα μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου (σχετική στασιμότητα σε ψήφους) έδειξε ότι η «υγειονομική ζώνη» έχει φθαρεί σημαντικά, αλλά δεν έχει καταρρεύσει. Στη συνολική εκλογική επίδοση, το RN κέρδισε περίπου 19% στους πρώτους γύρους, αρκετά κάτω από το 27% που είχε κερδίσει η γαλλική ακροδεξιά στις προηγούμενες περιφερειακές εκλογές το 2015.
Όπως είπαμε, οι προεδρικές εκλογές είναι μια πολύ διαφορετική υπόθεση. Αλλά αυτά τα αποτελέσματα ανοίγουν τη συζήτηση για το αν το τοπίο «Μακρόν εναντίον Λεπέν» είναι τόσο παγιωμένο όσο θέλουν να το παρουσιάζουν οι δυο τους. Κυρίως γιατί και ο Μακρόν και η Λεπέν επιχείρησαν ενεργά και να μετατρέψουν αυτές τις εκλογές σε «βατήρα» για τις προεδρικές. Ο Μακρόν έβαλε υπουργούς του να κατέβουν ως υποψήφιοι περιφερειάρχες και ανέλαβε ο ίδιος προσωπικά μια μακρά περιοδεία σε όλη τη Γαλλία για το «κόμμα» του. Η Λεπέν έβαλε πολύ μεγάλους στόχους, τους οποίους διαφήμισε συστηματικά ως απολύτως εφικτούς και «τεκμήριο» της δυνατότητας της στρατηγικής της να οδηγήσει το RN σε νίκες.
Κούρσα για τρεις;
Ο σπόρος της αμφιβολίας ίσως διαβρώσει τις προοπτικές και των δύο, μιας και «τρέφονταν» εκλογικά από τη βεβαιότητα ότι αποτελούν τις βασικές επιλογές («μαυρίσματος» του Μακρόν ή μπλοκαρίσματος του δρόμου στη Λεπέν). Ωφελημένη από αυτό το τοπίο δείχνει να βγαίνει η παραδοσιακή Δεξιά, που μετά τα αποτελέσματά της και σε συνάρτηση με κάποιες πρώτες δημοσκοπήσεις, καλλιεργεί ήδη την εικόνα «τρίτου αλόγου στην κούρσα». Κάποιοι δυνητικοί υποψήφιοι ήδη επικαλούνται την ικανότητά τους να νικήσουν καθαρά επί της Λεπέν στις προεδρικές -διεκδικώντας να «απαλλοτριώσουν» το μοναδικό εκλογικό «χαρτί» του Μακρόν, ενώ ταυτόχρονα δείχνουν να επωφελούνται πιο καθαρά από τη δεξιά μετατόπιση της κεντρικής πολιτικής σκηνής με πρωτοβουλία του ίδιου του Μακρόν (πόλεμος στην «ισλαμο-αριστερά» κλπ).
Στα αριστερά του κέντρου, το τοπίο είναι πολύ πιο δύσκολο και θολό. Οι Σοσιαλιστές παραμένουν αδύναμοι. Ένα σκίτσο σε γαλλική εφημερίδα αποτύπωσε πρόσφατα έναν υποθετικό διάλογο μεταξύ στελεχών της κυβέρνησης Ολάντ: «-Ξέρεις, πιστεύω ότι ο κόσμος δε μας ξέχασε. -Και ίσως αυτό είναι το πρόβλημα». Το ΣΚ απέχει ακόμα πολύ από το να πείθει ότι θα διεκδικήσει να βρεθεί στο δεύτερο γύρο. [...]
Οι Πράσινοι δεν έχουν κατασταλαγμένη πολιτική συμμαχιών. Στις πρόσφατες εκλογές, κατέβηκαν είτε μόνοι τους είτε σε συμμαχία με την Ανυπότακτη Γαλλία. Αλλά σε πολλούς δεύτερους γύρους, συμμάχησαν με τους Σοσιαλιστές. Καθώς βρίσκονται σε σχετική άνοδο, έχοντας εντυπωσιάσει κυρίως στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές κερδίζοντας μια σειρά πόλεις και με δεδομένη την ταπεινωτική ήττα του ΣΚ το 2017, οι Πράσινοι ισχυρίζονται ότι αυτοί δικαιούνται να ηγηθούν ενός πιθανού συνασπισμού.
Αριστερά
Στα αριστερά, η Ανυπότακτη Γαλλία, όπου κατέβηκε μόνη (υπήρξαν κάποιες τοπικές συμμαχίες είτε με το NPA, είτε με τους Πράσινους), συγκέντρωσε από 5% ως 10%. Ισχύει και για αυτόν το «χώρο» ενδεχομένως, η αναντιστοιχία τοπικών και προεδρικών εκλογών. Ωστόσο και δημοσκοπικά, ο Μελανσόν απέχει από το εντυπωσιακό 20% του 2017, κινούμενος γύρω στο 10-11%. Το ζήτημα είναι ευρύτερο των δημοσκοπήσεων (που συχνά πέφτουν έξω). Η πιθανή ανασύνταξη των Σοσιαλιστών και η παρουσία των Πρασίνων (είτε καταλήξουν αυτές οι δύο δυνάμεις σε μια κοινή υποψηφιότητα με φιλοδοξία να περάσει στο δεύτερο γύρο, είτε απλά παρουσιάσουν δύο επιπλέον επιλογές), όπως και η επιλογή του ΚΚ Γαλλίας να παρουσιάσει δική του υποψηφιότητα το 2022 (σε αντίθεση με το 2017 που στήριξε τον Μελανσόν) δημιουργεί δυσκολίες για μια επανάληψη της επιτυχίας του 2017.
Όπως έχει η κατάσταση, δείχνει δύσκολο να βρεθεί στο δεύτερο γύρο οποιαδήποτε εκδοχή Αριστεράς (με την πλατιά, γαλλική έννοια του όρου), μετριοπαθούς ή αγωνιστικής. Αλλά η μεγάλη πολιτική ρευστότητα δεν επιτρέπει ασφαλείς προβλέψεις.
Ιδιαίτερα μετά το «πάγωμα» των κινητοποιήσεων λόγω πανδημίας (ο Μακρόν υπήρξε αρκετά ευφυής ώστε να σεβαστεί μια κάποια «κοινωνική ειρήνη» όσον αφορά νέες νομοθετικές επιθέσεις), εξελίσσεται αυτό που αρκετοί αποκαλούν «δεξιοποίηση» της πολιτικής σκηνής (περιγράφοντας την αυταρχική-αντιδραστική πολιτική Μακρόν, την γενικότερη «κανονικοποίηση» του ακροδεξιού λόγου στα ΜΜΕ και τη δημόσια συζήτηση, την ενεργοποίηση της «κοινωνικής» αντίδρασης με επιστολές απόστρατων, κινητοποιήσεις αστυνομικών κλπ, την επακόλουθη ενίσχυση της Λεπέν). [...]
Αντιστάσεις
Το ευχάριστο είναι ότι έχει υπάρξει «συναγερμός» απέναντι σε όλο αυτό το πλέγμα, με ένα ευρύ συνασπισμό κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς, συνδικάτων κ.ά. συλλογικοτήτων να οργανώνει κινητοποιήσεις «ενάντια στις ιδέες της ακροδεξιάς», με τελευταία τη μεγάλη συγκέντρωση στο Περπινιάν, όπου έκανε το συνέδριο του το κόμμα της Λεπέν.
Ενώ ένα προηγούμενο διάστημα, τα Κίτρινα Γιλέκα και το μεγάλο απεργιακό κίνημα διαρκείας ενάντια στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση έδειξαν την ύπαρξη μιας δυναμικής κι ενός δυναμικού που μπορεί να στηρίξει εξελίξεις προς την αντίρροπη κατεύθυνση. Μάλιστα το απεργιακό κίνημα φαίνεται ότι πέτυχε μια ετεροχρονισμένη νίκη, που ως τέτοια δεν προκάλεσε «θόρυβο», αλλά υπενθυμίζει τη δύναμη των αγώνων.
Η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, αφού μπήκε στο ράφι «λόγω πανδημίας», παρέμεινε καταχωνιασμένη εκεί για 1μιση χρόνο. O Μακρόν πρόσφατα δήλωσε ότι θα επανεκκινήσει έναν «κοινωνικό διάλογο» από το Σεπτέμβρη (υπενθυμίζουμε ότι αυτός υποτίθεται πως είχε λήξει το χειμώνα του 2020 και το νομοσχέδιο είχε πάρει το δρόμο της ψήφισης). [...]
Στην πάλη ενάντια στις ακροδεξιές ιδέες και πρακτικές, στην αναθέρμανση τέτοιων κοινωνικών αγώνων βρίσκεται η προοπτική. Καθώς σε αρκετά κομματικά επιτελεία αρχίζουν πυρετώδεις διεργασίες με το βλέμμα στην κάλπη του 2022, έχει αξία η σημείωση του NPA σε ανακοίνωσή του: «Απεργίες, διαδηλώσεις και μετά εκλογές -με αυτή τη σειρά».