Όπως το είπε πολύ σωστά η Γκρέτα Θάνμπεργκ, «η κλιματική και οικολογική κρίση απλώς δεν μπορεί πλέον να λυθεί στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών και οικονομικών συστημάτων. Δεν είναι γνώμη αυτό. Είναι ζήτημα απλών μαθηματικών». Καθώς η COP26 μένει «μέσα στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών και οικονομικών συστημάτων», η πρόγνωση δεν είναι δύσκολη: όπως δεν το κατάφεραν οι προηγούμενες, έτσι και η συνάντηση της Γλασκόβης δεν θα σταματήσει την καταστροφή.
Αύξηση των ανανεώσιμων... και των εκπομπών
Σε αυτή τη ριζοσπαστική άποψη, προσάπτεται συχνά ότι η προώθηση των ανανεώσιμων θα μπορούσε να προσφέρει μια διέξοδο στην κρίση. Στα τελευταία είκοσι χρόνια, το μερίδιο των ανανεώσιμων στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα αυξήθηκε κατά 13,2% ετησίως. [..] Σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Ενέργειας (International Energy Agency -IEA), κατά την επόμενη δεκαετία, πάνω από το 80% των επενδύσεων στον ηλεκτρικό τομέα θα γίνονται στα ανανεώσιμα. Αλλά αυτό καθόλου δεν σημαίνει πως «έχει ήδη ξεκινήσει η παγκόσμια διαδικασία εγκατάλειψης των ορυκτών καυσίμων», όπως το έγραφε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ανακοίνωση αυτή αποτελεί μάλιστα πολύ χονδροειδές ψέμα. Σε δέκα χρόνια, το μερίδιο των ορυκτών στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα δεν κατέγραψε παρά μια αμυδρή υποχώρηση -πέρασε από το 80,3% το 2009 στο 80,3% το 2019. Σε είκοσι χρόνια, μόνο το μερίδιο του άνθρακα υποχώρησε και αυτό πολύ ελαφρά (κατά μέσον όρο -0,3% ετησίως). Το μερίδιο του φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 2,6% και του πετρελαίου κατά 1,5% (από το 2014 ώς το 2019). Δεν υπάρχει ούτε η σκιά μιας αρχής ξεκινήματος μιας «διαδικασία εγκατάλειψης των ορυκτών καυσίμων»! Νά γιατί οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 συνεχίζουν να αυξάνουν ακάθεκτα.
Πώς γίνεται και υπάρχουν ταυτόχρονα και ανανεώσιμες και αύξηση των εκπομπών από τα ορυκτά; Ο λόγος είναι πως οι ανανεώσιμες δεν αντικαθιστούν τα ορυκτά: απλώς καλύπτουν ένα αυξανόμενο τμήμα της παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης. Η τελευταία συνεχίζει να διογκώνεται στους ρυθμούς της συσσώρευσης του κεφαλαίου (η αυξανόμενη ψηφιοποίηση και η συνθετοποίηση των διεθνών αλυσίδων αξίας είναι, ιδιαίτερα, δύο πολύ ενεργοβόρες δυναμικές). Η αστική κλιματική πολιτική είναι επομένως διπρόσωπη, όπως ο Ιανός. Από τη μια μεριά, οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις συναγωνίζονται στις ωραίες διακηρύξεις για την «ενεργειακή μετάβαση» και την «ουδετερότητα άνθρακα με επιστημονική επίβλεψη». Από την άλλη, όμως, οι δεσμεύσεις τους έχουν ως στόχο να ευνοήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις να ορμήσουν στην αγορά πράσινων τεχνολογιών για να σωθεί το κλίμα. Αυτός είναι και ο λόγος που οι ίδιες αυτές κυβερνήσεις πατάνε φρένο στη «μετάβαση» κάθε φορά που η διατήρηση της αύξησης του ΑΕΠ το απαιτεί. Ο νόμος του κέρδους περνάει πάνω από τους νόμους της «καλύτερης επιστήμης», της φυσικής. Αυτό είναι που έδειξαν και όλες οι εντάσεις για την ενεργειακή τροφοδοσία της Κίνας.
.... καίγονται ορυκτά στο όνομα της «οικολογικής μετάβασης»!
Οι εντάσεις στην αγορά ενέργειας δείχνουν με σαφήνεια τις άλυτες αντιφάσεις της «ενεργειακής μετάβασης» με καπιταλιστική σάλτσα. Η Κίνα είναι ο κύριος παραγωγός στον κόσμο φωτοβολταϊκών πανό (που κατά μεγάλο τμήμα παράγονται στο Ξινζιάνγκ, με εξαναγκαστική εργασία). Επίσης είναι ο κύριος παραγωγός αυτών των «σπάνιων γαιών» που η εκμετάλλευση και η μεταποίησή τους απαιτούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας και που είναι τόσο απαραίτητες για πολλές πράσινες τεχνολογίες... Τη στιγμή που η ανθρωπότητα βρίσκεται στο χείλος του κλιματικού γκρεμού, η καπιταλιστική λογική του κέρδους καταλήγει, έτσι, στην εξής προφανή παράνοια: πρέπει να κάψουμε κάρβουνο, αυξάνοντας έτσι τις εκπομπές CO2…, για να κρατήσουμε τα κέρδη... από τα οποία εξαρτάται η μετάβαση προς τις ανανεώσιμες!
Ήδη από τώρα, μια έκθεση του ΟΗΕ υπογραμμίζει πως δεκαπέντε χώρες (μεταξύ τους και οι ΗΠΑ, η Νορβηγία και η Ρωσία) σχεδιάζουν για μετά το 2030 παραγωγή ορυκτών καυσίμων υπερδιπλάσια του επιπέδου που θα ήταν συμβατό με τη συμφωνία του Παρισιού! Συνολικά, το 2030, το όριο αυτό θα ξεπερνιόταν κατά 240% στο κάρβουνο, κατά 57% στο πετρέλαιο και κατά 71% στο αέριο!
Η διαρθρωτική πρόκληση είναι η εξής: Δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια για ελιγμούς, οι εκπομπές πρέπει να μειωθούν αμέσως, και ριζοσπαστικά. Κατά συνέπεια, δεν αρκεί να λέγεται αφηρημένα ότι οι ανανεώσιμες θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα ορυκτά. Πρέπει να ειπωθεί συγκεκριμένα πώς θα αντισταθμιστεί η αύξηση εκπομπών που πηγάζει από το ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν ορυκτά καύσιμα για να κατασκευαστούν οι μετατροπείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Τεχνικά, η πρόκληση αυτή δεν μπορεί να απαντηθεί παρά μόνο με τη μείωση της παραγωγής και των μεταφορών παγκοσμίως. Κοινωνικά, η τεχνική αυτή λύση, με τη σειρά της, δεν μπορεί γίνει παρά μόνο με το μοιραστεί μαζικά η αναγκαία εργασία, ο χρόνος και ο πλούτος.
Η ελπίδα είναι στους αγώνες
Οι στρατηγικές αυτές επιπτώσεις δεν σημαίνουν ότι μπορούμε να αρκεστούμε να φωνάζουμε «μια μόνο λύση: επανάσταση». Σημαίνουν, όμως, ότι δεν έχουμε τίποτα να περιμένουμε από φιλελεύθερες κυβερνήσεις, από τις COP τους, από το σύστημά τους και από τους «νόμους» τους. Πάνε πάνω από τριάντα χρόνια που οι αρμόδιοι διατείνονται ότι έχουν καταλάβει την οικολογική απειλή, και όμως δεν έχουν κάνει σχεδόν τίποτα. Ή μάλλον ναι, έχουν κάνει πολλά: η πολιτική τους της λιτότητας, των ιδιωτικοποιήσεων, της απορρύθμισης, της βοήθειας στη μεγιστοποίηση των κερδών των πολυεθνικών και της στήριξης του agrobusiness έχουν φθείρει συνειδήσεις, έχουν υποσκάψει την αλληλεγγύη, έχουν οδηγήσει σε κατάρρευση της βιοποικιλότητας και σε παραμόρφωση των οικοσυστημάτων, ενώ ταυτόχρονα μας σπρώχνουν και στο χείλος της κλιματικής αβύσσου. Όλοι αυτοί οι πολιτικοί δεν είναι τίποτε άλλο από διαχειριστές στην υπηρεσία της θανατερής λογικής του κεφαλαίου. Είναι μάταιο να ελπίζουμε να τους πείσουμε για άλλη πολιτική: το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν, στην καλύτερη περίπτωση, είναι να υποχωρήσουν απέναντι σε συσχετισμό δύναμης. Ας οικοδομήσουμε αυτό το συσχετισμό δυνάμεων!
*To κείμενο γράφτηκε για τον ιστότοπο της 4ης Διεθνούς και μεταφράστηκε από το περιοδικό «Τέσσερα» (tpt4.org). Ολόκληρο έχει αναδημοσιευτεί και στο Rproject.gr