Προϋπολογισμός – Πολιτική Μητσοτάκη
Η κυρίαρχη τάξη γνωρίζει ότι βαδίζει με ταχύτητα προς μια νέα μεγάλη «περιπέτεια» κρίσης: από το 2023, θα επανέλθει σε ισχύ –με όποιες «τροποποιήσεις»– το Σύμφωνο Σταθερότητας και θα επανέλθουν οι υποχρεώσεις πληρωμών του χρέους. Με δεδομένες τις επιπτώσεις της πανδημίας μέχρι σήμερα και με ανοιχτή την πιθανότητα μιας νέας επιδείνωσής της μέσα στους επόμενους μήνες, αυτή η συγκυρία πιθανότατα θα πυροδοτήσει μια νέα βάρβαρη επίθεση λιτότητας συγκρίσιμη με τις χειρότερες ημέρες επιβολής των μνημονιακών πολιτικών.
Η συνειδητοποίηση αυτής της επικινδυνότητας αντανακλάται στα καθεστωτικά ΜΜΕ που «μπαίνουν στο ψητό», συζητώντας το πολιτικό παιχνίδι. Άλλοι συμβουλεύουν τον Μητσοτάκη να προετοιμαστεί γρήγορα για εκλογές για να προλάβει να συγκροτήσει νέα κυβέρνηση πριν την επερχόμενη θύελλα. Άλλοι, ενθυμούμενοι την πείρα των χρόνων 2010-13, προειδοποιούν ότι οι επερχόμενοι κίνδυνοι θα απαιτήσουν «ευρύτερες συναινέσεις» και ρίχνουν το βάρος στην ανάγκη προετοιμασίας προς αυτή την κατεύθυνση. Η επανενεργοποίηση του Γ.Α. Παπανδρέου μόνο άσχετη δεν είναι με αυτές τις εκτιμήσεις…
Έτσι, το κλίμα που έχει να διαχειρίζεται ο Μητσοτάκης για το υπόλοιπο της θητείας του, δεν περιγράφεται με ακρίβεια από τη διαπίστωση των «ευνοϊκότερων οικονομικών συνθηκών». Ο καθένας οφείλει να συνυπολογίζει τη συσσώρευση αρνητικών και ανησυχητικών παραγόντων στη διεθνή και ντόπια οικονομία. Και η κυβέρνηση της ΝΔ ανταποκρίνεται με το μόνο τρόπο που γνωρίζει: την οργάνωση μιας σκληρής πολιτικής αντίστροφης αναδιανομής, υπέρ του κεφαλαίου και σε βάρος των εργαζόμενων και λαϊκών μαζών.
Η καλύτερη απόδειξη –πέρα από την καθημερινή εμπειρία όσων χρειάζεται να δουλεύουν για να ζουν– είναι το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2022 που ο Σταϊκούρας κατάθεσε ήδη στη Βουλή.
Ο προϋπολογισμός εκτιμά ότι το 2021 θα κλείσει με ανάπτυξη +6,1% και ότι το 2022 θα καταγράψει ανάπτυξη +4,5%, αντισταθμίζοντας έτσι την απώλεια του -8,2% συρρίκνωσης μέσα στο 2020. Βεβαίως η ίδια συνοδευτική έκθεση φροντίζει να περιορίσει αυτή την αριθμητική αισιοδοξία, υπογραμμίζοντας ότι αυτά θα συμβούν εάν και εφόσον δεν υπάρξει συνέχεια της πανδημίας, εάν και εφόσον δεν αποδειχθούν παρατεταμένες και επίμονες οι πληθωριστικές και αποσταθεροποιητικές πιέσεις διεθνώς, εάν δεν υπάρξουν πρόσθετες «γεωπολιτικές» αναταραχές κ.ο.κ.
Όμως οι πραγματικές κατευθύνσεις της πολιτικής, όπως διαφαίνονται στον προϋπολογισμό, αποδεικνύουν πόσο παραπλανητικές είναι αυτές οι γενικές εκτιμήσεις περί προοπτικών «ανάπτυξης». Αποδεικνύουν ότι η «ανάπτυξη» μπορεί να είναι κυριολεκτικά αιματηρή.
Ο προϋπολογισμός επιβεβαιώνει τη γενναιοδωρία του Μητσοτάκη προς το κεφάλαιο: Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, θα αποφέρει στις επιχειρήσεις «εξοικονόμηση» 900 εκατομμυρίων ευρώ. Η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών και η επιδότηση 200 ευρώ ανά πρόσληψη (μακροχρόνια ανέργων), με πρόγραμμα 150.000 θέσεων εργασίας, θα διανείμει στις εταιρείες 200 εκατ. ευρώ. Η μείωση της φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών από το 24% στο 22% (από 1/1/22) θα προσθέσει στα κέρδη 200 εκατ. ευρώ. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η μείωση κατά 50% στους φόρους συγχωνεύσεων-εξαγορών κλπ (ενθαρρύνοντας τη συγκέντρωση κεφαλαίου), οι αυξημένες εκπτώσεις στις δαπάνες επενδύσεων στην «πράσινη» οικονομία, στη ψηφιοποίηση και πολλά άλλα «κίνητρα». Μεγάλο μέρος του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ: 7,5 δισ. ευρώ) προορίζεται για την ενίσχυση των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης (περίπου 4 δισ. ευρώ) θα κατευθυνθεί προς την άμεση ενίσχυση των μεγάλων επιχειρήσεων, και μάλιστα με «ρήτρα» να συμβαδίζει η εκταμίευση με την πρόοδο των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων (εγκαθιστώντας έτσι μια τάση «επαγρύπνισης» του κεφαλαίου για να μην επιτραπεί χαλάρωση των αντεργατικών μέτρων). Ιδιαίτερα διογκωμένα είναι τα κονδύλια για τις πολεμικές δαπάνες (όπου με τέχνη διατηρείται η αδιαφάνεια). Ο τομέας αυτός έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ντόπιους καπιταλιστές, μιας και είναι πολλές πλέον οι επιχειρήσεις που δρουν γύρω από την εμπορία, την παραγωγή ή τη συντήρηση των σύνθετων οπλικών συστημάτων.
Ακόμα, δεν θα πρέπει να υποτιμάται η ευνοϊκή αντιμετώπιση του συσσωρευμένου πλούτου: Η κατάργηση του φόρου στις γονικές μεταβιβάσεις μεγάλων περιουσιών (ως 800.000 ευρώ ανά τέκνο!) είναι μια φωτογραφική ευκαιρία προς τους υπερπλούσιους για να κλείσουν εύκολα εκκρεμείς υποθέσεις τους.
Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτή η επισήμως διακηρυγμένη «φιλικότητα» στη φορολογική αντιμετώπιση του κεφαλαίου θα οδηγήσει στην πραγματική ζωή τις επιχειρήσεις προς νέα ρεκόρ φοροδιαφυγής και φοροκλοπής. Έτσι η κυβέρνηση τοποθετείται στα δεξιά ακόμα και της διεθνούς μεγαλοαστικής ηγεσίας. Οι G20 στην πρόσφατη σύνοδό τους στη Ρώμη αποφάσισαν να θεσπίσουν ένα ελάχιστο ποσοστό φορολόγησης των κερδών των κολοσσών της διεθνούς οικονομίας (στο ταπεινό 15%), αλλά κυρίως να επιχειρήσουν να περιορίσουν τη φοροδιαφυγή των πολυεθνικών, θεσπίζοντας υποχρέωση καταβολής φόρου στη χώρα δράσης και όχι στη χώρα-έδρα της επιχείρησης (που συνήθως είναι κάποιος «φορολογικός παράδεισος»).
Ο Μητσοτάκης ισχυρίζεται ότι η πολιτική των φοροελαφρύνσεων είναι τάχα γενικευμένη. Ο προϋπολογισμός τον διαψεύδει παταγωδώς, οργανώνοντας μια φοροεπιδρομή σε βάρος του λαϊκού εισοδήματος.
Το συνολικό ποσό φόρων (την ώρα που μειώνονται οι φόροι στο κεφάλαιο) θα αυξηθεί κατά 9%. Αλλιώς, κατά 4,1 δισ. ευρώ, σκαρφαλώνοντας στα 49,5 δισ. ευρώ, από τα 45,4 δισ. του 2021.
Η φοροληστεία γίνεται πιο καθαρή, γιατί αυξάνουν ιδιαίτερα οι πιο άδικοι και αντικοινωνικοί φόροι, οι έμμεσοι φόροι. Οι εισπράξεις από τον ΦΠΑ θα αυξηθούν κατά 1,5 δισ. ευρώ και οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης θα αυξηθούν κατά 550 δισ. ευρώ.
Στο τέλος αυτού του λογαριασμού, αποδεικνύεται ότι το σύνολο του κάθε είδους φόρου πάνω σε όλες τις δραστηριότητες του κεφαλαίου και των επιχειρήσεων, θα περιοριστεί μόλις στο 7,5% του συνολικού ποσού των προσδοκόμενων πόρων! Είναι μια εικόνα ακραίας μεροληψίας, αδικίας και αντικοινωνικής πολιτικής.
Ανάλογη είναι η εικόνα σχετικά με τους μισθούς. Ο προϋπολογισμός ισχυρίζεται ότι η μέση κατά κεφαλήν αύξηση αμοιβής της μισθωτής εργασίας θα φτάσει στο 1,1%. Και ο Σταϊκούρας δηλώνει ότι αυτή η αθλιότητα θα αποτελεί «ενίσχυση», αφού υπολογίζει ότι ο πληθωρισμός στο τέλος του 2022 θα είναι στο 0,8%. Έτσι, λογιστικά, προκύπτει μια «ενίσχυση» της τάξης του… 0,3%. Μόνο που φέτος τον Οκτώβρη ο πληθωρισμός έτρεχε με 3% και όλα δείχνουν ότι θα ενισχυθεί στους μήνες που έρχονται. Και βέβαια, το κριτήριο του γενικού πληθωρισμού είναι παραπλανητικό: γιατί οι απλοί άνθρωποι δεν καταναλώνουν όλα τα προϊόντα που συγκροτούν το «καλάθι» του πληθωρισμού, καταναλώνουν κυρίως τρόφιμα και ενέργεια, όπου οι ανατιμήσεις μπορεί να τρέχουν από 30% ως 150%! Η ακρίβεια είναι πλέον μια πραγματικότητα που διαβρώνει καίρια τον εργατικό μισθό και το λαϊκό εισόδημα.
Αυτές οι κατευθύνσεις του προϋπολογισμού προειδοποιούν για μια σημαντική επίθεση λιτότητας. Δεν θα πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτή η επίθεση θα περιοριστεί στα κομβικά ζητήματα του φόρου, του μισθού και της σύνταξης. Αναγκαστικά θα επεκταθεί στο «θεσμικό» πεδίο, στις ρυθμίσεις για τις εργασιακές σχέσεις, για τις απολύσεις, για την πρόνοια, για τα δικαιώματα των ανέργων κ.ο.κ. Και μια τέτοια πολιτική για να στηριχθεί θα καταφύγει σε ένταση της καταστολής, του ρατσισμού, του σεξισμού.
Αυτά θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Και είναι αναγκαίο να το κάνουμε εδώ και τώρα, μέσα από μια επείγουσα κλιμάκωση των αγώνων μας. Όποιος επιλέγει και προτείνει την εκλογική αναμονή, προσφέρει ευκαιρίες και υπηρεσίες στον Μητσοτάκη.