Εξέγερση στο Ιράν

Φωτογραφία

Αναδημοσιεύουμε δύο κείμενα της Μπέλα Μπεϊράγκι για το Ιράν. 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Μπέλα Μπεϊράγκι

Ως Ιρανή σοσιαλίστρια πρόσφυγας, διαθέτει επαφές και πρόσβαση σε πρωτογενείς πηγές που της επιτρέπουν να αναδείξει έναν πλούτο πληροφοριών για όσα συμβαίνουν στη χώρα, ιδιαίτερα από την σκοπιά της κατάστασης του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Το πρώτο κείμενο αναδεικνύει τις ελπιδοφόρες εικόνες από τους δρόμους του Ιράν, ενώ το δεύτερο, γραμμένο λίγες εβδομάδες πριν ξεσπάσει η εξέγερση, παρουσιάσει το υπόβαθρο το οποίο «ερμηνεύει» εν πολλοίς και τη δυναμική του σημερινού ξεσπάσματος. Τα άρθρα δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Red Flag στην Αυστραλία και μεταφράστηκαν από τον Πάνο Πέτρου και την Κορίνα Σχισμένου. Μικρά τμήματα έχουν περικοπεί για να αποφευχθούν «επαναλήψεις», ολόκληρα υπάρχουν στο Rproject.gr, όπου μπορείτε να βρείτε σχετικό φάκελο-αφιέρωμα στην εξέγερση. 

«Είμαστε όλοι η Μαχσά»: Εξέγερση συγκλονίζει το Ιράν

Διαδηλώσεις και βίαια επεισόδια έχουν εξαπλωθεί σε όλο το Ιράν μετά τη δολοφονία μιας 22χρονης Κούρδισσας, της Μαχσά Αμινί, από την αστυνομία ηθών. Η Αμινί βρισκόταν σε επίσκεψη στην πρωτεύουσα, την Τεχεράνη, στις 13 Σεπτεμβρίου, όταν συνελήφθη για φερόμενη παραβίαση της νομοθεσίας περί υποχρεωτικής κάλυψης της κεφαλής. Η αστυνομία την ξυλοκόπησε, η Αμινί έπεσε σε κώμα και πέθανε τρεις μέρες αργότερα. Κηδεύτηκε στη γενέτειρά της, το Σακέζ.
Αυτό που ξεκίνησε ως κηδεία μετατράπηκε γρήγορα σε διαδήλωση. Εκατοντάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους φωνάζοντας συνθήματα κατά του καθεστώτος και οι γυναίκες αντιμετώπισαν τις δυνάμεις ασφαλείας κρατώντας τις μαντίλες τους στα χέρια. Έκτοτε, οι διαδηλώσεις έχουν εξαπλωθεί σε 100 πόλεις και 30 επαρχίες. Από την Τεχεράνη μέχρι το μικρό νησί Κις, εργαζόμενοι, φοιτήτριες, νεολαία και ηλικιωμένοι διαδηλώνουν κατά χιλιάδες. Παντού, οι άνθρωποι φωνάζουν «Είμαστε όλοι η Μαχσά!» και «Θάνατος στην Ισλαμική Δημοκρατία!».
[…]
Στο Ιράν, οι γυναίκες είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Από γυναίκες αποτελείται το φτωχότερο 10% της κοινωνίας, ενώ υφίστανται βία από την «αστυνομία των ηθών», η οποία δημιουργήθηκε το 2005 για να επιβάλει τους υποχρεωτικούς νόμους για το χιτζάμπ και τη δημόσια σεμνότητα. Κάθε χρόνο, η αστυνομία των ηθών διώκει περισσότερες από 16.000 γυναίκες και συχνά τις κακοποιεί λεκτικά, σωματικά και σεξουαλικά.
Ως συντηρητικός σκληροπυρηνικός, ο Ραϊζί ήρθε στην εξουσία υποσχόμενος σταθερότητα για την καπιταλιστική τάξη. Κλιμάκωσε την προϋπάρχουσα ιδεολογική επίθεση κατά των γυναικών και των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων. Το καθεστώς απαγόρευσε την πρόσβαση σε βασικά μέσα αντισύλληψης, ενώ ένας νέος νόμος για το χιτζάμπ και την αγνότητα έδωσε στα αφεντικά το δικαίωμα να απολύουν εργαζόμενες επειδή ντύθηκαν «ακατάλληλα». Το κράτος αύξησε επίσης τη δημόσια επιτήρηση των γυναικών, χρησιμοποιώντας τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου για να εντοπίζει και να διώκει όσες παραβαίνουν τους νόμους της σεμνότητας.
Οι διαδηλώσεις για τη δολοφονία της Αμινί ξεκίνησαν στην κουρδική επαρχία. Η κουρδική εθνική μειονότητα διώκεται στο Ιράν και οι Κούρδισες γυναίκες αντιμετωπίζουν φρικτή σεξουαλική κακοποίηση στα χέρια των στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων. Ως αποτέλεσμα, αυτή η επαρχία υπήρξε παραδοσιακά εστία αντίστασης στο κράτος.
Όταν η αστυνομία όρμησε πάνω στους διαδηλωτές στην κηδεία της Αμινί, χρησιμοποιώντας δακρυγόνα και πραγματικά πυρά, γυναίκες και άνδρες άρχισαν να αντεπιτίθενται. Καταστάλθηκαν βίαια, αλλά συνέχισαν να διαδηλώνουν όταν μια ομάδα κουρδικών κομμάτων της αντιπολίτευσης κήρυξε απεργία στο εμπόριο που έκλεισε επιχειρήσεις σε όλη την επαρχία τη Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου.
Οι σκηνές θαρραλέας ανυπακοής στο Σακέζ πυροδότησαν διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Στην Τεχεράνη, χιλιάδες φοιτήτριες-ες βγήκαν στους δρόμους φωνάζοντας «Γυναίκες, ζωή, ελευθερία!», απηχώντας το δημοφιλές σύνθημα από τις διαδηλώσεις του 2018: «Ψωμί, δουλειές, ελευθερία!». Το καθεστώς κινητοποίησε τους Μπασιτζί  -την παραστρατιωτική εθελοντική μονάδα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης- για να συντρίψει τις φοιτητικές διαδηλώσεις, αλλά αυτό τελικά  φούντωσε κι άλλο την οργή. Οι φωνές «Θάνατος στους Μπασιτζί!» κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων της Δευτέρας, μετατράπηκαν σε κάψιμο της εθνικής σημαίας την Τρίτη και πυρπόληση αστυνομικών οχημάτων την Τετάρτη.
Χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη χώρα διαδηλώνουν μέρα και νύχτα. Στο Χαμεντάν και στο Μασάντ, διαδηλώτριες/ες πυρπόλησαν αστυνομικά κτίρια, κατέλαβαν διασταυρώσεις κεντρικών δρόμων και έχτισαν οδοφράγματα. Οι γυναίκες σε πολλές πόλεις έκαψαν τα χιτζάμπ τους μπροστά σε πλήθη χιλιάδων, τραγουδώντας: «Αν δεν σταθούμε ενωμένοι, θα πεθάνουμε η καθεμιά χωριστά!».
Η κυβέρνηση κινητοποίησε τις δυνάμεις καταστολής και τον στρατό για να συντρίψει τις διαδηλώσεις. Σύμφωνα με αναφορές, υπολογίζεται ότι έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής περισσότεροι από 30 άνθρωποι.
Το κίνημα έχει δημιουργήσει τη μαζικότερη κινητοποίηση μετά από την πανεθνική εξέγερση του 2019. Καθώς εξαπλώνονται σε όλες σχεδόν τις επαρχίες της χώρας, οι διαδηλώσεις είναι μεγαλύτερες και από εκείνες του κινήματος «Κορίτσια της Λεωφόρου Επανάστασης» το 2018 και από το κίνημα #MeToo το 2020. Επίσης σε αυτόν τον αγώνα συμμετέχουν νέοι άνδρες φοιτητές σε κλίμακα που δεν είχαμε ξαναδεί. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει viral οι σκηνές όπου εκατοντάδες άνδρες σχηματίζουν ανθρώπινες αλυσίδες για να υπερασπιστούν τις γυναίκες που καίνε τα χιτζάμπ τους.
Οι φοιτήτριες/ες έχουν αναδειχθεί ως ηγετικό στρώμα στο κίνημα, με 14 φοιτητικές οργανώσεις να διατυπώνουν από κοινού μια λίστα αιτημάτων προς την κυβέρνηση. Αυτά περιλαμβάνουν τη διάλυση της αστυνομίας ηθών, νομοθεσία για το δικαίωμα στην άμβλωση, νομοθέτηση της ίσης αμοιβής για τις γυναίκες και την κατάργηση των σεξιστικών οικογενειακών νόμων που αλυσοδένουν τις γυναίκες στο σπίτι. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι φοιτητές/τριες κάλεσαν τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν στο κίνημα, υποστηρίζοντας ότι η καταπίεση των γυναικών πρέπει να καταπολεμηθεί από «τους χώρους εργασίας... [μέχρι] τα νοσοκομεία και τα πανεπιστήμια... ως τις κουζίνες των σπιτιών μας».
Τμήματα του εργατικού κινήματος καλωσόρισαν την έκκληση των φοιτητών για δράση. Το συνδικάτο των μαχητικών εργαζομένων στο ζαχαροκάλαμο, Haft Tappeh, όπως και εκπαιδευτικοί και συνταξιούχοι στο Κουζεκστάν στα νοτιοδυτικά, έχουν οργανώσει διαδηλώσεις σε όλη την επαρχία. Τα μέλη του συνδικάτου Haft Tappeh σημείωσαν σε μια δήλωση αλληλεγγύης: «Οι Μπασιτζί είναι αυτοί που τσακίζουν  και τις απεργίες μας... Φοιτητές και εργάτες πρέπει να αντιδράσουμε με δύναμη... η νίκη είναι δική μας γιατί είμαστε ενωμένοι».
Οι εργαζόμενοι/ες του ζαχαροκάλαμου υποστηρίζουν ότι το κίνημα πρέπει να ξεπεράσει τη στρατηγική «διαίρει και βασίλευε» που εφαρμόζει η άρχουσα τάξη και να ενωθεί στον αγώνα ενάντια στον ιρανικό καπιταλισμό. Για να αρχίσει το κίνημα να προκαλεί στα σοβαρά το κράτος, η εργατική τάξη πρέπει να καθοδηγήσει συντονισμένη απεργιακή δράση.
Η δολοφονία της Μαχσά Αμινί πυροδότησε άλλη μια πανεθνική εξέγερση ενάντια στο δεσποτικό ιρανικό καθεστώς. Μένει να φανεί αν οι διαδηλώσεις θα επιβιώσουν από την τρέχουσα μετωπική επίθεση της κρατικής καταστολής. Αλλά η δυνατότητα του αγώνα να μετασχηματίζει τους ανθρώπους είναι ξεκάθαρη. Όπως παρατήρησε μια φοιτήτρια, «Παρά τα ρόπαλα, τις σφαίρες και τις συλλήψεις, οι δρόμοι έχουν γίνει πιο χαρούμενοι».

Κρίση και ταξική πάλη

Ένα ακόμα κύμα απεργιών και διαδηλώσεων σαρώνει το Ιράν από τις αρχές του 2022 μέχρι σήμερα. Διαδηλώσεις για την έλλειψη νερού και την τιμή του ψωμιού, όπως και πανεθνικές απεργίες των εκπαιδευτικών, έχουν συγκλονίσει τη χώρα. Από την μικρή επαρχία του Χορασάν ως την πρωτεύουσα Τεχεράνη, οι άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόμους με δύο συνθήματα: «Θάνατος στο δικτάτορα» και «Νίκη στους εργάτες».
Η ιρανική οικονομία βρίσκεται σε μια σοβαρή κρίση. Το νόμισμα βρέθηκε στο ιστορικά χαμηλότερο επίπεδο της αξίας του τον Ιούνη, ενώ ο ετήσιος πληθωρισμός βρίσκεται στο 41,5% και σκαρφαλώνει, σύμφωνα με το Στατιστικό Κέντρο του Ιράν. Η τιμή των αναγκαίων ειδών διατροφής έχει αυξηθεί κατά 90,2% και τα έξοδα των νοικοκυριών έχουν τριπλασιαστεί, ενώ οι πραγματικοί μισθοί συνεχίζουν να πέφτουν. Η κυβέρνηση έχει απαντήσει εντείνοντας τα μέτρα λιτότητας. Πιο πρόσφατα, το κράτος πετσόκοψε τις επιδοτήσεις στα σιτηρά -οδηγώντας σε 13πλασιασμό της τιμής του ψωμιού- και κατάργησε τις επιδοτήσεις στα φάρμακα.  
Από το 2018 και μετά, η ιρανική εργατική τάξη έχει φορτωθεί το βάρος των συντριπτικών αμερικανικών κυρώσεων. Στη συνέχεια, το 2020, ο COVID19 ρήμαξε τη χώρα, με 7,5 εκατομμύρια (καταγεγραμμένα) κρούσματα και πάνω από 143.000 νεκρούς -αν και ο πραγματικός αριθμός τους είναι μάλλον πολύ μεγαλύτερος. Κυκλοφόρησαν στο ίντερνετ βίντεο με νοσοκομεία πλημμυρισμένα από άρρωστους ανθρώπους και έδειχναν άτομα να παρακαλούν για φάρμακα και πτώματα στοιβαγμένα έξω από τις μονάδες εντατικής.
Το σημερινό καθεστώς είναι απίστευτα αντιδημοφιλές. Πριν ένα χρόνο, ο σκληροπυρηνικός συντηρητικός Ιμπραήμ Ραϊζί κέρδισε τις προεδρικές εκλογές με το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής εδώ και 40 χρόνια. Ο Ραϊζί είναι διαβόητος για το ρόλο του στην καθοδήγηση διάφορων «κυνηγιών μαγισσών» ενάντια σε πολιτικούς αντιπάλους. Το 1988, ηγούταν της «επιτροπής θανάτου», που επέβλεψε την εκτέλεση χιλιάδων πολιτικών κρατουμένων. Η άνοδος του Ραϊζί στην εξουσία είναι σημάδι ότι το κράτος υιοθετεί μια όλο και πιο κατασταλτική προσέγγιση στην αντιμετώπιση της εσωτερικής κρίσης και αμφισβήτησης, αλλά και ένδειξη των αυξανόμενων ιμπεριαλιστικών φιλοδοξιών της άρχουσας τάξης στην περιοχή. 
Οι εξεγέρσεις του ψωμιού ξέσπασαν για πρώτη φορά στη νότια επαρχία του Χουζεστάν στις αρχές Μάη, όταν η κυβέρνηση πετσόκοψε τις επιδοτήσεις στα σιτηρά. Ως τόπος όπου βρίσκεται η μεγάλη αραβική μειονότητα και το μαχητικό εργατικό δυναμικό του συνδικάτου Haft Tappeh στα ζαχαροκάλαμα, αυτή η επαρχία αποτελεί επίκεντρο αγώνων. Τα βίαια επεισόδια και οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν σε 40 πόλεις και χωριά, με τους ανθρώπους να καταλαμβάνουν κυβερνητικά κτίρια, να εισβάλουν σε τράπεζες και να λεηλατούν αποθήκες αλευριού. Το πλήθος στο Γιουνκάν επιχείρησε ακόμα και να πυρπολήσει τη βάση μιας παρακρατικής πολιτοφυλακής. 
Αυτές οι πρώτες βίαιες αναταραχές συντρίφτηκαν από το στρατό, αλλά σύντομα η οργή επανεμφανίστηκε στην πόλη Αμπαντάν. Η κατάρρευση δύο ουρανοξυστών ιδιοκτησίας Χοσεϊν Αμπντόλ-Μπάγκι, ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους στην Αμπαντάν, σκότωσε πάνω από 40 ανθρώπους. Οι διαδηλωτές σύντομα πλημμύρισαν τους δρόμους απαιτώντας το θάνατο του Αμπντόλ-Μπάγκι και δικαιοσύνη για τα θύματα. Η οργή έφτασε σε τέτοια ύψη που ο Αμπντόλ-Μπάγκι υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την πόλη υπό την προστασία των δυνάμεων ασφαλείας. Όταν η κυβέρνηση επιχείρησε να ηρεμήσει τους διαδηλωτές στέλνοντας έναν εκπρόσωπό της στην πόλη, αποδοκιμάστηκε σε ζωντανή σύνδεση καθώς οι διαδηλωτές φώναζαν «Θάνατος στο δικτάτορα».
Αυτοί οι αγώνες στις πόλεις ήρθαν σε συνέχεια ενός κύματος κυλιόμενων απεργιακών δράσεων που ξεκίνησε στις αρχές του 2022 ως αντίσταση στην κρίση υψηλού κόστους ζωής. Οι εκπαιδευτικοί βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή αυτής της μάχης. Οργανωμένο στο Συντονιστικό Συμβούλιο των Συνδικάτων Εκπαιδευτικών, αυτό το τμήμα της εργατικής τάξης έχει καθοδηγήσει μια σειρά από πανεθνικές απεργίες, συγκεντρώσεις και καταλήψεις, όπως και τεράστιες διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα την περασμένη Πρωτομαγιά. Καθώς ξεδιπλώνεται η αγωνιστική τους δράση, οι εκπαιδευτικοί προωθούν και πολιτικά αιτήματα, όπως το δικαίωμα συγκρότησης ανεξάρτητων συνδικάτων, τη δωρεάν παιδεία, το δικαίωμα στη μόρφωση για τις εθνικές μειονότητες, την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων και την απελευθέρωση των διδασκόντων από τον στενό κρατικό έλεγχο. 
Η ριζοσπαστικοποίηση των εκπαιδευτικών άρχισε το 2017, όταν ένα απεργιακό κύμα οδήγησε στη δημιουργία ανεξάρτητων συνδικάτων και αναδύθηκε το Συντονιστικό των Συνδικάτων Εκπαιδευτικών ως πανεθνικό σώμα εκπροσώπησής τους. Αλλά η επέλαση του COVID19 στις αρχές του 2020 αποτέλεσε το σημείο καμπής για τους εκπαιδευτικούς: Καθώς τα μαθήματα γίνονταν διαδικτυακά, οι εκπαιδευτικοί άρχισαν να συγκροτούν δίκτυα επικοινωνίας που μπορούσαν να φτάσουν σε χιλιάδες εργαζόμενες-ους σε όλη τη χώρα.
Ένα Συντονιστικό Σούρα [ή Σόρα/Συμβούλιο] -εκλεγμένο πανεθνικό σώμα που εκπροσωπεί όλα τα σωματεία εκπαιδευτικών της χώρας- δημιουργήθηκε διαδικτυακά προκειμένου να συντονίζει τη συλλογική λήψη αποφάσεων για τα πολιτικά αιτήματα, τη στρατηγική και τις τακτικές του κινήματος. Αλλά καθώς το Συντονιστικό Σόρα έμπαινε σε κίνηση, προσέλκυσε γύρω του κι άλλα στρώματα της κοινωνίας, όπως φοιτήτριες-μαθητές και συνταξιούχους. Ακόμα πιο σημαντικό, το Συντονιστικό Σούρα άρχισε να οργανώνει συλλογικά την εργατική τάξη, σε διάφορους κλάδους, για διαδηλώσεις και απεργίες. Με αυτό τον τρόπο, έχει μεγαλύτερη εμβέλεια από το Συντονιστικό Συμβούλιο των Συνδικάτων Εκπαιδευτικών.
Αφού οι εκπαιδευτικοί ηγήθηκαν της παράνομης πανεθνικής κινητοποίησης την Πρωτομαγιά, η κυβέρνηση συνέλαβε εκατοντάδες ηγετικά συνδικαλιστικά στελέχη και τα έριξε στη φυλακή. Ξεκίνησε άμεσα μια καμπάνια από το Συντονιστικό Σούρα που απαιτούσε την απελευθέρωσή τους. Άλλα μαχητικά σωματεία, όπως το Haft Tappeh, το Συνδικάτο Εργαζομένων στα Λεωφορεία Τεχεράνης Vahed, και η Ένωση Συνταξιούχων, ξεκίνησαν καμπάνιες αλληλεγγύης με τους φυλακισμένους εκπαιδευτικούς και οργάνωσαν διαδηλώσεις και απεργίες που απαιτούσαν την άνευ όρων απελευθέρωσή τους. 
Ίσως η πιο σημαντική πρόσφατη εξέλιξη στο ιρανικό εργατικό κίνημα είναι η επανεμφάνιση και η διάδοση της μαρξιστικής πολιτικής και οργάνωσης ανάμεσα σε τμήματα των εργαζομένων. Η «Επιτροπή Οργανωμένης Εργατικής Δράσης» (LOAC) είναι μια από τις πολλές επαναστατικές σοσιαλιστικές οργανώσεις που αυτή τη στιγμή χτίζει τις δυνάμεις της στις γραμμές των εκπαιδευτικών, των μελών του Haft Tappeh και των εργαζομένων στα πετρέλαια. […] Οι αγωνίστριες/ες που συμμετέχουν σε αυτές τις οργανώσεις κινδυνεύουν με απαγωγές, βασανιστήρια και ακόμα και θάνατο, οπότε λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό «παράνομα»/υπόγεια.
Η αύξηση της επιρροής των σοσιαλιστικών πολιτικών ανάμεσα σε κάποια πρωτοπόρα τμήματα εργαζομένων, παρά την καθεστωτική καταστολή, είναι συνέπεια της ανόδου των αγώνων στο Ιράν. Οι σπόροι επαναστατικών σοσιαλιστικών οργανώσεων αρχίζουν να φυτεύονται σε συγκεκριμένα τμήματα της ιρανικής εργατικής τάξης -εκπαιδευτικοί, οδηγοί λεωφορείων, εργαζόμενοι-ες σε εργοστάσια και στα πετρέλαια. Είναι μια υποσχόμενη εξέλιξη που, αν αναπτυχθεί περισσότερο τα επόμενα χρόνια, έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σε μια σοβαρή αμφισβήτηση του ιρανικού καπιταλισμού.

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία