Σε μια χρονιά πολεμικών συγκρούσεων, όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και μόνιμης έντασης στις δύο πλευρές του Αιγαίου, αναπόφευκτα ακολουθεί και η κατακόρυφη αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών. Γεγονός που δημιουργεί μια συνθήκη διαρκούς απειλής για την ειρήνη.
Στο φόντο της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης στην Ουκρανία μεταξύ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και Ρωσίας αναμένονται γεωπολιτικές ανακατατάξεις, στους συσχετισμούς δύναμης των ισχυρών καπιταλισμών. Προφανώς όχι μόνο μέσω «συμφωνιών» και «διπλωματίας», αλλά και με ένοπλα, στρατιωτικά μέσα.
Ο πολιτικός προϋπολογισμός του NATO το 2023 θα αυξηθεί κατά σχεδόν 28%, στα 370,8 εκατομμύρια ευρώ, ενώ ο στρατιωτικός προϋπολογισμός ορίστηκε πως θα αυξηθεί κατά σχεδόν 26% για να φθάσει τα 1,96 δισεκ. ευρώ. Για το 2022, η Ελλάδα δαπάνησε το 3,76% του ΑΕΠ της για στρατιωτικές δαπάνες, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ, με δεύτερη τις ΗΠΑ στο 3,47%. Η Τουρκία δαπάνησε την ίδια περίοδο το 1,22% του ΑΕΠ της.
Πωλήσεις όπλων
Παρά τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες που επέτεινε η πανδημία, οι πωλήσεις όπλων συνέχισαν να αυξάνονται σε παγκόσμια κλίμακα. Οι εκατό μεγαλύτερες εταιρείες όπλων πούλησαν βαριά όπλα και υπηρεσίες αξίας 592 δισεκατομμυρίων δολαρίων (562 δισεκ. ευρώ) το 2021, σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI). Σε αυτό το πλαίσιο, το SIPRI διαπιστώνει ότι ο κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης βρίσκεται σήμερα στο υψηλότερο επίπεδο από οποιαδήποτε άλλη περίοδο εδώ και 35 χρόνια, μετά τον «ψυχρό πόλεμο».
Οι πολεμικές συγκρούσεις και ο στρατός είναι από τους μεγαλύτερους ρυπαντές στον κόσμο. Περίπου το 60% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα προέρχεται από δέκα μόλις χώρες: Κίνα, ΗΠΑ, Ινδία, Ινδονησία, Ρωσία, Βραζιλία, Ιαπωνία, Ιράν, Καναδάς και Σαουδική Αραβία και όλες τους – εκτός από την Ινδονησία – είναι μεταξύ των 20 χωρών με τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες.
Οι συνολικές στρατιωτικές δαπάνες για το 2023 στις ΗΠΑ θα φτάσουν το αστρονομικό ποσό των 858 δισ. δολαρίων, σημειώνοντας αύξηση 10% σε σχέση με πέρυσι, οπότε είχαν διατεθεί 778 δισ. δολάρια. Πέρα από τα στρατιωτικά κονδύλια για την στήριξη της Ουκρανίας και την «αποτροπή» της Ρωσίας, μεγάλο μέρους του πολεμικού προϋπολογισμού θα κατευθυνθεί στην αντιπαράθεση με την Κίνα στο «καυτό» μέτωπο του Ειρηνικού (σημαντική ενίσχυση ναυτικών δυνάμεων, χρηματοδότηση Ταϊβάν για την αγορά όπλων κλπ.). Η Ιαπωνία, η οποία απαρνήθηκε το δικαίωμά της να διεξάγει πολέμους μετά την ήττα της στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σχεδιάζει να διπλασιάσει τις στρατιωτικές δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ της μέσα σε διάστημα πέντε ετών, με το βλέμμα στραμμένο στην Κίνα και τη Β. Κορέα.
Για πρώτη φορά, οι «αμυντικές» δαπάνες στην Ευρώπη ξεπέρασαν το 2021 (πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία) τα 214 δισ. ευρώ, όπως ανακοίνωσε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (EDA). Η Φινλανδία, η Ελλάδα και η Σλοβενία είναι οι τρεις χώρες που αύξησαν περισσότερο τις στρατιωτικές τους δαπάνες, κατά 42%, 33% και 27% αντίστοιχα. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Ζοζέπ Μπορέλ, τα κράτη-μέλη της ΕΕ σχεδιάζουν να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες κατά 70 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2025.
Ελληνικό πρόγραμμα
Με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε πριν από μερικές μέρες στη Βουλή ο αρμόδιος υπουργός «Άμυνας» Ν. Παναγιωτόπουλος, η κυβέρνηση προχώρησε σε αύξηση του Προϋπολογισμού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας από τα 3,35 δισ. συνολικά το 2020, στα 5,44 δισ. για το 2021, στα 6,39 δισ. το 2022 λόγω κυρίως των εμπροσθοβαρών ως προς την πληρωμή συμβάσεων απόκτησης των τριών φρεγατών «Belh@rra» αλλά και των 24 αεροσκαφών «Rafale».
Ποσά αδιανόητα την ώρα που γίνονται περικοπές σε υγεία, παιδεία, κοινωνικές παροχές και η κυβέρνηση εμφανίζεται «δημοσιονομικά πειθαρχημένη» στα αιτήματα για αυξήσεις μισθών, συντάξεων και αρνείται τη λήψη ουσιαστικών μέτρων κατά της ακρίβειας. Μόνο για την υλοποίηση συνεκπαιδεύσεων στο πλαίσιο των αντιδραστικών συμμαχιών του ελληνικού κράτους (με ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, Σ. Αραβία, Αίγυπτο και λοιπά διεθνή καθάρματα), προβλέπονται 20 εκατ. ευρώ.
Το σύμφωνο πολεμικής συνδρομής που συνυπέγραψε ο Μητσοτάκης με τον Μακρόν, η αναβάθμιση της «στρατηγικής συμφωνίας» (MDCA) με τις ΗΠΑ, που μετατρέπει την Ελλάδα σε επιθετικό προγεφύρωμα του ΝΑΤΟ στη ΝΑ Ευρώπη, είναι προφανές ότι υπηρετούν και την αναβάθμιση του ελληνικού καπιταλισμού στον ανταγωνισμό του με τον αντίστοιχο τουρκικό. Η Ελλάδα μόνο τα τελευταία 3 χρόνια προχώρησε σε εξοπλιστικά προγράμματα πάνω από 10 δισ. ευρώ.
Οι αποκαλύψεις που ανέφεραν ότι το σύστημα παρακολουθήσεων είχε στοχοποιήσει και τον γενικό διευθυντή εξοπλισμών, αντιναύαρχο ε.α. Άρη Αλεξόπουλο, είναι μια καλή υπενθύμιση ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα είναι ένα πεδίο διαμάχης (με θηριώδεις μίζες) μεταξύ πολυεθνικών εταιρειών της πολεμικής βιομηχανίας και τεχνολογιών αιχμής, τοπικών μεσαζόντων, ομάδων αξιωματικών και στελεχών της πολιτικής ηγεσίας. Τόσο που μπορεί να οδηγήσει στην ενίσχυση φιλομιλιταριστικών δικτύων μέσα και έξω από το στρατό, προοπτική που μόνο αρνητικές συνέπειες μπορεί να έχει για τις δημοκρατικές ελευθερίες.
Συνέπειες
Το βάρος των δισεκατομμυρίων των εξοπλιστικών δαπανών στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, τα οποία κλιμακώνονται με τη ρητορική της «εθνικής ασφάλειας», θα πέσουν στις πλάτες των εργαζόμενων. Διαχρονικά, η εθνικιστική προπαγάνδα χρησιμοποιείται ως το τέλειο προκάλυμμα για την υποκίνηση του μιλιταρισμού και του πολέμου. Το μεγάλο μέγεθος των εξοπλισμών «φωτίζει» την ελληνική εμπλοκή στις ιμπεριαλιστικές περιπέτειες στην περιοχή και την αύξηση της πιθανότητας ενός «θερμού» επεισοδίου με την Τουρκία.
Το εξοπλιστικό πρόγραμμα-μαμούθ του Μητσοτάκη, αφορά πρώτα και κύρια στη λεία και τη μοιρασιά αγωγών και ΑΟΖ. Κέρδη που θα μοιραστούν ανάμεσα σε εγχώριες και πολυεθνικές εταιρίες, ενώ ο κόσμος μας θα υποστεί το κόστος. Και μακάρι αυτό να «περιοριστεί» στα χρήματα και στην «αιμορραγία» του προϋπολογισμού. Γιατί μπορεί να επεκταθεί και σε ζωές. Οι πολεμικοί εξοπλισμοί στα χέρια δυο αντιδραστικών αστικών τάξεων είναι η τέλεια συνταγή για αιματοκύλισμα. Η στρατιωτικοποίηση των συνόρων και οι δολοφονίες των προσφύγων στον Έβρο και το Αιγαίο άλλωστε, είναι ένας διαρκές έγκλημα για την Αθήνα, την Άγκυρα και την ΕΕ.
Η ανεξάρτητη παρέμβαση του κινήματος και της Αριστεράς, χρειάζεται να ξεκινά από την κάθετη εναντίωση στους εξοπλισμούς, κόντρα στη λογική της «εθνικής ενότητας», τον αντιτουρκισμό και το μιλιταρισμό. Προωθώντας, απέναντι στην υπεράσπιση των «κυριαρχικών δικαιωμάτων», τον διεθνισμό και την αλληλεγγύη των λαών. Τη ρήξη με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Μια πολιτική δηλαδή που θα συμβάλει καθοριστικά στο να υπερασπιστούμε τελικά την ειρήνη, αλλά και τα εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα και το περιβάλλον.