Μέτωπο αγώνα για τη σωτηρία της Δημόσιας Υγείας
Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 3 χρόνια από την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων Covid στην Κίνα το Γενάρη του 2020. Η πανδημία που σάρωσε τον πλανήτη έχει αφήσει πίσω της την αρνητική εικόνα με τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς. Έχει αποδείξει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι η προσαρμογή της υγείας στις προσταγές της νεοφιλελεύθερης αγοράς για τα κέρδη είτε των φαρμακοβιομηχάνων, είτε των μεγάλων ιδιωτικών νοσοκομείων καθιστά τα συστήματα υγείας ανίκανα να μας σώσουν από τέτοιες κρίσεις.
Αντίθετα απέδειξε ότι υπάρχει ένα προσωπικό επιστημονικό (ιατρικό, νοσηλευτικό κ.λπ.) και όχι μόνο που μπορεί να προσφέρει τα μέγιστα για την υγεία του λαού και κάνει ότι περνάει από το χέρι του κι ακόμη παραπάνω για να σώσει ανθρώπινες ζωές. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι σε πολλές από τις λεγόμενες αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, η Ιταλία κ.α. επέλεξαν να ενισχύσουν το προσωπικό που εργάζεται στα νοσοκομεία. Είτε με λανθασμένο τρόπο όπως η επαναφορά συνταξιούχων, είτε με τον σωστό τρόπο, προσλαμβάνοντας δηλαδή κι άλλο μόνιμο προσωπικό.
Στην Ελλάδα οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι του Μητσοτάκη είδαν την πανδημία ως μια ευκαιρία για να αποτελειώσουν ότι έχει μείνει όρθιο από τις συνεχόμενες επιθέσεις από τα μνημόνια. Ότι έχει μείνει όρθιο από την συνεχώς μειούμενη κρατική χρηματοδότηση των προϋπολογισμών στην οποία έχουν προβεί όλες οι κυβερνήσεις τα τελευταία τουλάχιστον 15 χρόνια.
Έτσι εξακολουθούν την παράλογη λογική που για να προστατεύσει τα κέρδη των φαρμακευτικών εταιρειών και των δικαιωμάτων τους στο «εμπόρευμα» φάρμακο αποκλείει τα φτωχά λαϊκά στρώματα από την πρόσβαση σε βασικά φάρμακα όπως βλέπουμε τις τελευταίες μέρες με τις «ελλείψεις» στα αντιπυρετικά. Αντί να επενδύσουν στο να φτιαχτεί κρατική φαρμακοβιομηχανία και να ελέγξουν πραγματικά τις τιμές και το κόστος των φαρμάκων, προτιμούν να ψάχνουν υπεύθυνους σε γιατρούς και ασθενείς. Εμφανίζεται εδώ και πολλά χρόνια ως φυσιολογική η κερδοσκοπία των φαρμακοβιομηχάνων και όχι η χωρίς όρους προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Εξάντληση ασθενών
και προσωπικού
Είναι τόσο ξεδιάντροποι που παρουσιάζουν ως φυσιολογική ακόμη και τη διάλυση στα νοσοκομεία παίδων. Είναι χαρακτηριστικό το τι έγινε και συνεχίζει να γίνεται με την έξαρση των ιώσεων από τα μέσα Δεκέμβρη και μετά (που θεωρείται ότι δεν θα είναι μεγαλύτερη από αντίστοιχες που είχαμε στα χρόνια προ Covid). Όλο τον τελευταίο μήνα ακόμη και στο δελτίο ειδήσεων του πιο φιλοκυβερνητικού τηλεοπτικού σταθμού, του ΣΚΑΪ, είδαμε και ακούσαμε τα ρεπορτάζ που περιγράφουν τη διάλυση. 300 παιδιά στην ουρά με σοβαρά περιστατικά γρίπης και λοιμώξεων. Παιδιά και γονείς που ακόμη και στις πιο σοβαρές διαγνώσεις μετά από την πρώτη παροχή αντιπυρετικών στέλνονταν στο σπίτι γιατί και σε κρεβάτια υπήρχαν ελλείψεις κυρίως όμως γιατί δεν υπήρχε προσωπικό. Όχι μόνο στα παιδιατρικά νοσοκομεία αλλά και στις παιδιατρικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων.
Στο Θριάσιο Νοσοκομείο, που καλύπτει όλη τη Δυτική Αττική και κάνει εφημερίες για τη Δεύτερη Υγειονομική Περιφέρεια, η παιδιατρική κλινική δουλεύει με μία νοσηλεύτρια σε κάθε βάρδια. Οι 3.720 προσλήψεις νοσηλευτριών-ων (που είναι σταγόνα στον ωκεανό των αναγκών) βρισκόνται σε διαδικασία κατάθεσης των δικαιολογητικών, που σημαίνει ότι στο σύστημα θα μπουν (αρκετοί από αυτούς και χωρίς εμπειρία) το νωρίτερο από τα μέσα Μάρτη και μετά για να κοκορεύεται η κυβέρνηση προεκλογικά ότι έκανε προσλήψεις. Η πανδημία έχει αφήσει πίσω της ένα προσωπικό εξουθενωμένο και στα όριά του και η θεραπεία που προτείνουν οι νεοφιλελεύθεροι του Μητσοτάκη είναι καραμελίτσες. Για το μόνο που βιάζονται είναι το πότε θα προχωρήσουν οι διαδικασίες ιδιωτικοποίησης των νοσοκομείων και πότε θα λειτουργήσουν τα απογευματινά (επί πληρωμή!) χειρουργεία.
Την κόλαση που ζουν οι γιατροί και οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία της επαρχίας περιγράφει με γλαφυρό τρόπο σε ανάρτησή της στην οποία αναγγέλλει και την παραίτησή της η διευθύντρια της παθολογικής κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου Ελένη Ιωαννίδου στις 4/1. 170 μέρες ήταν η οφειλόμενη κανονική άδεια στη γιατρό, ενώ και σε πολλά νοσοκομεία ακόμη υπάρχουν γιατροί και νοσηλεύτριες με πλήθος οφειλόμενων ημερών κανονικής άδειας και ρεπό. Οι κυβερνήσεις επέλεξαν να αλέθουν το προσωπικό για να βγει όπως όπως η δουλειά αντί να φροντίζουν να εργάζεται με ανθρώπινες συνθήκες. Άνθρωποι που δίνουν όλο τους το είναι για τη δημόσια υγεία εξαναγκάζονται σε παραίτηση γιατί όπως έγραψε η κ. Ιωαννίδου «δεν υπάρχει καμία προοπτική βελτίωσης αυτής της κατάστασης, το οποίο μου έγινε σαφές μετά από τη συνάντηση με τον διοικητή της ΥΠΕ παρουσία του διοικητή του νοσοκομείου, οι οποίοι με ενημέρωσαν ότι δεν υπάρχει κανένα σχέδιο σταθερής μετακίνησης γιατρού στην κλινική μας, κανένα σχέδιο κινήτρων, καμία προκήρυξη θέσης ή οποιασδήποτε μόνιμης λύσης, αλλά θα συνεχίσει το καθεστώς των αποσπασματικών μετακινήσεων της τελευταίας στιγμής κάθε μήνα για εφημερίες».
Πολιτικές ευθύνες
και προοπτική
Εκείνο που λείπει είναι η προοπτική βελτίωσης. Δεν περιμέναμε να δίνει τέτοια προοπτική η κυβέρνηση. Επίσης δεν έχουμε τις αυταπάτες ότι θα είναι διαφορετική η κατάσταση αν απλά υπάρξει εναλλαγή στην κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ πριν το 2015 θα είχε κάνει σημαία τη μάχη για τη σωτηρία της δημόσιας υγείας. Θα τόνιζε τη θέση για τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων και τις μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού. Τώρα όμως δεν δεσμεύεται σε τέτοια ζητήματα. Όταν κυβέρνησε δεν αύξησε τις κρατικές δαπάνες για την υγεία, δεν κάλυψε τα κενά που υπήρχαν στο προσωπικό. Ακολούθησε τη γνωστή τακτική κουκουλώματος των προβλημάτων μέσα από την πρόσληψη επικουρικού προσωπικού.
Και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση της ΝΔ σήμερα προτιμούν τις επενδύσεις σε όπλα και οπλικά συστήματα αγνοώντας το σύνθημα «1 Rafalle=1.300 Μονάδες Εντατικής Θεραπείας» που ανέδειξε εν μέσω πανδημίας η ριζοσπαστική αριστερά. Σε αντίστοιχες κατευθύνσεις κινείται και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που άλλωστε ασπάστηκε το νεοφιλελευθερισμό πολύ νωρίτερα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς νωθρές είναι και οι κινήσεις των δυνάμεων της Αριστεράς.
Η δωρεάν υγεία είναι ένα παλλαϊκό δικαίωμα και το να προσπαθήσεις να ενώσεις τους υγειονομικούς που αντιστέκονται με όλη την κοινωνία είναι ένα έργο στο οποίο τόσο το ΚΚΕ όσο και το ΜΕΡΑ 25 μπορούσαν να έχουν κάνει πολλά περισσότερα. Όταν τον περασμένο Δεκέμβρη ο Γ. Βαρουφάκης τόνιζε από το νοσοκομείο της Κοζάνης πολύ σωστά ότι «Τα νοσοκομεία για μας είναι το ταξικό μέτωπο, το μέτωπο της ρήξης, όπου η Μητσοτάκης Α.Ε. επικεντρώνει τις επιθέσεις των ολιγαρχικών συμφερόντων που εξυπηρετεί» αυτό έχει άμεσες απαιτήσεις στο να οργανώσεις όσο περνάει από το χέρι σου αυτό το ταξικό μέτωπο. Πολύ περισσότερο για το ΚΚΕ που έχει και υπαρκτές δυνάμεις σε πολλούς κοινωνικούς χώρους.
Ακόμη και η Ριζοσπαστική Αριστερά αν δεν αντιμετωπίσει το ζήτημα στη λογική που αναφέραμε και παραπάνω, της αύξησης της κρατικής χρηματοδότησης μέσα από το σταμάτημα των εξοπλισμών, τις μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, την απαίτηση για μείωση και έλεγχο στις τιμές των φαρμάκων, την απαίτηση για χρηματοδότηση της έρευνας θα μείνει πίσω από τις ευκαιρίες που μπορεί να δώσει μία προεκλογική περίοδο. Είναι ευκαιρία αυτά τα αιτήματα να γίνουν δράση μέσα στα συνδικάτα και στις γειτονιές ώστε να δημιουργηθούν τουλάχιστον οι προϋποθέσεις να υπάρξει ένα πραγματικό κίνημα αντίστασης στη διάλυση της δημόσιας υγείας. Ένα κίνημα που θα απαιτεί δημόσια και πραγματικά δωρεάν υγεία για όλους.