Μετά από ένα χρόνο πολέμου στην Ουκρανία

Φωτογραφία

Ανακοίνωση των Anticapitalistas (Ισπανικό Κράτος) - ολόκληρη στο Rproject.gr
 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
.

Μετά από ένα χρόνο πολέμου είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπάρξει αποκλειστικά στρατιωτική λύση στη σύγκρουση για μια σειρά λόγους:
α. Η στρατιωτική κατοχή της Ουκρανίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία είναι ανέφικτη για προφανείς πολιτικούς και στρατιωτικούς λόγους: Η πλειοψηφία των Ουκρανών πολιτών απορρίπτει την εισβολή και είναι αποφασισμένη να αντισταθεί. Είναι μια σταθερά που ισχύει από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, ότι ενώ ένας υποδεέστερος εχθρικός στρατός μπορεί να καταστραφεί, ένας λαός αποφασισμένος να μην βρεθεί υπό κατοχή δεν μπορεί να συντριβεί επ’ αόριστον.   
β. Εξαιρώντας την περίπτωση εξαφάνισης του Πούτιν από το προσκήνιο (είτε λόγω υγείας είτε μέσω ενός, προς το παρόν απίθανου, πραξικοπήματος), μια ολοκληρωτική ήττα της Ρωσίας είναι μάλλον αδιανόητη με δεδομένο το μέγεθος της χώρας και το αναμφισβήτητο γεγονός ότι το καθεστώς έχει συνδέσει τη μοίρα του με την έκβαση του πολέμου. Την ίδια στιγμή, η ουκρανική κυβέρνηση δεν μπορεί να επικρατήσει ολοκληρωτικά επί της Ρωσίας (ειδικά αν σχεδιάζει να ανακαταλάβει και την Κριμαία) χωρίς τον πολύ υψηλό κίνδυνο να σύρει το ΝΑΤΟ σε μια μετωπική σύγκρουση με τη Ρωσία, κάτι που επιδιώκουν από την αρχή της εισβολής όχι μόνο ο Ζελένσκι, αλλά και οι ακροδεξιές κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Λιθουανίας.
γ. Η απόπειρα να ανατραπεί αυτή η αδιέξοδη ισορροπία μέσω της αποστολής από το ΝΑΤΟ βαριών όπλων (τανκς), και ίσως αύριο και μαχητικών αεροσκαφών και πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στην Ουκρανία, πυροδοτεί την κλιμάκωση της σύγκρουσης, τα αντίποινα του Πούτιν ενάντια στον άμαχο πληθυσμό και την καταστροφή των βασικών υποδομών της χώρας, όπως και τον κίνδυνο –που αυξάνεται όσο περνάνε οι μήνες– να οδηγηθούμε σε έναν πλήρως ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο.
δ. Όπως δηλώνουν ρητά αρκετοί από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής του, ο πόλεμος «δια αντιπροσώπου» του ΝΑΤΟ ενάντια στη Ρωσία (ο μοναδικός στόχος στον οποίο ανάγεται όλο το τάχα ενδιαφέρον του για τη «δημοκρατία» και την «ελευθερία»), εκμεταλλεύεται εργαλειακά τη δίκαιη απόρριψη της ρωσικής εισβολής από τον ουκρανικό λαό. Όπως το ΝΑΤΟ, και κυρίως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι έτοιμοι να εκμεταλλευτούν αυτόν τον πόλεμο για να αποδυναμώσουν τη Ρωσία, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι η Κίνα, ο βασικός παγκόσμιος αντίπαλος των ΗΠΑ, θα αποφασίσει να πράξει το ίδιο, εξοπλίζοντας τη Ρωσία με τη συμμετρική λογική να μην αφήσει το σύμμαχό της να ηττηθεί, κάτι που, αν συμβεί, θα μας φέρει αποφασιστικά πιο κοντά σε έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.
Όχι μόνο θα πρέπει να πάρουμε πολύ σοβαρά τις βαριές απειλές του Πούτιν για καταφυγή σε πυρηνικά όπλα, αλλά αξίζει επίσης να θυμόμαστε ότι παρόμοιες απειλές έχουν γίνει από τον Μπάιντεν ακόμα και πριν την εισβολή και ότι –όπως ο Μακρόν πρόσφατα– δεν είναι λίγοι οι ηγέτες κρατών-μελών του ΝΑΤΟ που ευτελίζουν τον τεράστιο κίνδυνο μιας καταφυγής σε τέτοια όπλα (ειδικά όσον αφορά τα «τακτικά» πυρηνικά όπλα).
Σε αυτούς τους καιρούς είναι ανάγκη να υπενθυμίζουμε στους εαυτούς μας κάποιες κοινότοπες αλήθειες όπως η εξής: Κανένας ιμπεριαλισμός (ούτε η Ρωσία, ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Κίνα, ούτε η ΕΕ) δεν σέβεται το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση. Τους ενδιαφέρουν τα «ανθρώπινα δικαιώματα» μόνο όταν αυτά καταπατώνται από τους εχθρούς τους. Ζητάνε να δικαστούν τα εγκλήματα πολέμου μόνο των αντιπάλων τους. Ο ιμπεριαλισμός ποτέ δεν υπερασπίζεται «αξίες», υπερασπίζεται συμφέροντα. Με τα λόγια ενός πρωθυπουργού της Βρετανικής Αυτοκρατορίας της Βικτωριανής εποχής, του Λόρδου Πάλμερστον: «Δεν έχουμε αιώνιους συμμάχους, ούτε μόνιμους εχθρούς. Τα συμφέροντά μας είναι αιώνια και μόνιμα, και καθήκον μας είναι να τα διαφυλάττουμε».
Για όλους αυτούς τους λόγους πιστεύουμε ότι η αντικαπιταλιστική και διεθνιστική Αριστερά δεν μπορεί να υποκύψει στον πειρασμό να επιλέξει ανάμεσα στα ανταγωνιζόμενα μπλοκ και οφείλει να διατηρήσει μια ανεξάρτητη αντι-ιμπεριαλιστική θέση, επικεντρώνοντας στην απόρριψη του πολέμου, την αλληλεγγύη στον ουκρανικό λαό που υποφέρει από την πόλεμο, την υποστήριξη στην αντιπολεμική αντιπολίτευση στη Ρωσία και την πάλη ενάντια στο μιλιταρισμό και τις καπιταλιστικές κυβερνήσεις. Αυτό μας υποχρεώνει να παλέψουμε ενάντια στις πολιτικές των δικών μας κυβερνήσεων σε αυτή την κρίση: ενάντια στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα των αρχουσών τάξεων των χωρών μας, ενάντια στην αύξηση των πολεμικών δαπανών τους και τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, ενάντια στον πληθωρισμό, το υψηλό κόστος ζωής και τις πολιτικές λιτότητας, και ενάντια στην τροφοδότηση της βιομηχανίας του θανάτου μέσω της αξιοποίησης του σοκ και της αναστάτωσης που προκαλεί ο πόλεμος.
Ο πόλεμος «δι’ αντιπροσώπου» του ΝΑΤΟ, με τον οποίο η Ουάσινγκτον ενθάρρυνε και εργαλειοποίησε τον σε εξέλιξη πόλεμο, συνδυάζεται με «οικονομικές κυρώσεις» κατά της Ρωσίας –οι οποίες αποδείχθηκαν εντελώς ανίκανες να σταματήσουν τη σύγκρουση, οι οποίες θίγουν τις συνθήκες διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων στη Ρωσία και στον υπόλοιπο πλανήτη (και ιδιαίτερα των λαών του Νότου)– και με έναν οικονομικό πόλεμο κατά της ΕΕ (και ιδιαίτερα κατά της Γερμανίας) με τον οποίο στοχεύει να καταστεί η αμερικανική οικονομία και πάλι ανταγωνιστική και να ενθαρρύνει μετεγκαταστάσεις (ως προς αυτό το θέμα ήδη επικρατεί πανικός σε Παρίσι και Βερολίνο), προκειμένου όχι μόνο να σπάσει αμετάκλητα η οικονομική συνεργασία μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας («αν υπάρξει εισβολή, δεν θα υπάρξει Nord Stream», όπως το έθεσε ο Μπάιντεν στον Σολτζ), αλλά και να ενισχυθεί η πολιτική υποταγή της ΕΕ στα συμφέροντα της Ουάσινγκτον. Τα ιμπεριαλιστικά μπλοκ συγκροτούνται και προετοιμάζονται για μια περίοδο συγκρούσεων σε διάφορα επίπεδα…
Έτσι λοιπόν, ζούμε σε ένα διεθνές πλαίσιο παρόμοιο με εκείνο των «χρόνων της ασφάλειας» που προηγήθηκαν του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το εργατικό κίνημα σκεφτόταν το πώς θα εμποδίσει έναν μεγάλο πόλεμο με κάθε μέσο. Χθες, όπως και σήμερα, ο κίνδυνος είναι να δούμε το δέντρο και όχι το δάσος, και η Αριστερά να προσαρμοστεί στο να καταγγέλει τις θηριωδίες των αντίπαλων δυνάμεων, χωρίς να αγωνίζεται ενάντια σε αυτές των «δικών της», ξεχνώντας, εν ολίγοις, μια από τις προφητικές φράσεις του Γερμανού επαναστάτη ηγέτη Καρλ Λίμπκνεχτ: «ο εχθρός βρίσκεται στη χώρα μας».
Εάν ο σημερινός πόλεμος δεν σταματήσει σύντομα, είναι πολύ πιθανό ότι αυτό που θα τον ακολουθήσει θα είναι ένα απείρως μεγαλύτερο και ακόμα πιο ανεπίστρεπτο άλμα προς τη βαρβαρότητα. Αυτός είναι ο λόγος που ο πόλεμος πρέπει να σταματήσει πριν είναι πολύ αργά, αλλά αυτό δεν είναι εφικτό χωρίς τη συνειδητοποίηση και το προχώρημα της ανεξάρτητης πολιτικής δράσης από τις εργατικές τάξεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τους σοβαρούς κινδύνους που αντιμετωπίζουμε, όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και στη Ρωσία, την Ευρώπη και όλο τον κόσμο.
-Για την άμεση αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία.
-Για την αυτοδιάθεση του ουκρανικού λαού, με υπεράσπιση της ουδετερότητάς του και της ανεξαρτησίας του από όλους τους ιμπεριαλισμούς.
-Για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση στο Ντονμπάς, υπό την εποπτεία χωρών που δεν έχουν διαλέξει πλευρά στη σύγκρουση.
-Για τη διαγραφή του εξωτερικού χρέους της Ουκρανίας και τον τερματισμό των κυρώσεων σε παγκόσμια κλίμακα.
-Για την κατάπαυση του πυρός. Για αποστρατιωτικοποίηση και αποπυρηνικοποίηση των συνόρων. Τέλος στις αποστολές όπλων εκ μέρους ιμπεριαλιστικών χωρών.
-Πόλεμος κατά του πολέμου: Για τον διεθνισμό και την αλληλεγγύη ανάμεσα στις εργατικές τάξεις του πλανήτη.

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία