Χρειαζόμαστε περισσότερο Λένιν, λιγότερο «λενινισμούς»

Φωτογραφία

Εκατό χρόνια από τον θάνατο του Λένιν (ολόκληρο στο Rproject.gr)
 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Αντώνης Νταβανέλος

Στην επέτειο των 100 χρόνων από το θάνατο του Λένιν γράψαμε για την καθοριστική συμβολή του στην ανάπτυξη του επαναστατικού μαρξισμού στον 20ό αιώνα. 
Σημειώσαμε επίσης ότι η σκέψη και η πραγματική επαναστατική δράση του Λένιν κακοποιήθηκαν από μια βάναυση «τυποποίηση» που διαστρέβλωνε τις ιδέες και την πρακτική παράδοση του Λένιν μέσα στο κλειστό και άγονο σύστημα ιδεών που ονομάστηκε «λενινισμός», αν και κατασκευάστηκε από τους σταλινικούς επιγόνους, μετά τον θάνατο του Λένιν. 
Βασικά γνωρίσματα αυτής της κακοποίησης παρουσιάστηκαν και σε κάποια αφιερώματα για τα 100 χρόνια από τον θάνατο του Λένιν στα έντυπα του ΚΚΕ αλλά και κάποιων οργανώσεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. 
Η διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ επιλέγει να μας θυμίσει ότι «όπως έλεγε ο Στάλιν, ο Λένιν πολλές φορές έπρεπε να σταθεί μόνος εναντίον όλων, για να υπερασπιστεί τις επαναστατικές αρχές». Η νοοτροπία που αναδεικνύει αυτή η αναφορά αντιστοιχεί στον Στάλιν (που δεν δίστασε, πράγματι, να σταθεί με αιματηρό τρόπο “εναντίον όλων” για να υπερασπιστεί την εξουσία και τα προνόμια της γραφειοκρατίας που αναρριχήθηκε στην εξουσία στην ΕΣΣΔ…) αλλά όχι στον Λένιν. Που έδινε πάντα τη μάχη των ιδεών και της πολιτικής («για να υπερασπιστεί τις επαναστατικές αρχές»), αλλά με στόχο να ενώνει το κόμμα του, να διεκδικεί τη συσπείρωση της εργατικής πρωτοπορίας, να οδηγεί την τάξη προς τα υψηλότερα εφικτά, σε κάθε περίοδο, επίπεδα επαναστατικής δράσης. Και γι’ αυτό στο σύνολο της δράσης του Λένιν παρουσιάζεται ένα υψηλότατο επίπεδο «ανεξιθρησκείας», ανεκτικότητας και επιδίωξης διεύρυνσης του στελεχικού δυναμικού του μπολσεβικισμού. Όταν με τις «Θέσεις του Απρίλη» έκλεισε η στρατηγική διαφωνία με τον Τρότσκι, ο Λένιν τον καλωσόρισε στην ηγεσία του μπολσεβικισμού και δεν δίστασε να του αναθέσει κρισιμότατα καθήκοντα. Μετά το βαρύ «σφάλμα» των Ζινόβιεφ και Κάμενεφ στην ιστορική δοκιμασία της εξέγερσης του Οκτώβρη, ο Λένιν υποστήριξε σταθερά την παραμονή τους μέσα στο ηγετικό κύκλο του κόμματος που, στη συνέχεια, τους αξιοποίησε σε κρισιμότατες θέσεις. 
Δεν πρόκειται για «ανθρώπινη», αλλά για πολιτική διάσταση: η ανατροπή της υπάρχουσας κατάστασης πραγμάτων, η επανάσταση, είναι έργο που μπορεί να εκπληρωθεί από τους απλούς-υπαρκτούς ανθρώπους, δεν έχει ως προϋπόθεση «υπερ-ανθρώπους», ακόμα και στο επίπεδο των κορυφαίων στελεχών που, φυσιολογικά, πέρα από τις μεγάλες δυνατότητες έχουν και όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες και αστάθειες. Η απάντηση του Λένιν σε αυτό το ζήτημα είναι η έμφαση στη συλλογικότητα, η έμφαση στο «κόμμα» και όχι στην αναζήτηση «μεγάλων» ανθρώπων με υπερφυσικές ικανότητες. 
Οι «θέσεις του Απρίλη»
Ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι μέχρι το 1917 συμμερίζονταν την «κλασσική» για την εποχή άποψη που είχαν επεξεργαστεί οι Ένγκελς και Κάουτσκι, ότι η ανατροπή του Τσάρου στη Ρωσία θα ήταν υπόθεση μιας αστικής-δημοκρατικής επανάστασης. Η βασική διαφορά με τους Μενσεβίκους ήταν ότι οι τελευταίοι «επέκτειναν» αυτή τα θεωρητική διάγνωση στο «φυσιολογικό» συμπέρασμα ότι ήταν αναγκαία μια πολιτική συμμαχιών με τη φιλελεύθερη «δημοκρατική» αστική τάξη. Οι Μπολσεβίκοι, μέσα στη θύελλα πολλών χρόνων, δεν επέτρεψαν στον εαυτό τους αυτό το θεμελιακό λάθος. Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πόσο κούφιες είναι οι μεγάλες κουβέντες όπως ότι «γνώρισμα της σκέψης του Λένιν» είναι η υποταγή «του επιμέρους, στο όλον». Επί πολλά χρόνια, όταν το «όλον», δηλαδή η επαναστατική στρατηγική (της «δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς») ερχόταν σε αντίφαση με το «επί μέρους» (δηλαδή της διατήρησης τη ταξικής αυτονομίας του κόμματος), ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι κράτησαν σταθερά σε προτεραιότητα την ταξική ανεξαρτησία τους. 
Το 1917 ο Λένιν επιστρέφοντας στη Ρωσία, επέλεξε να ανατρέψει αμέσως και δημόσια την παλιά στρατηγική του κόμματός του, απαιτώντας να προσανατολιστούν οι Μπολσεβίκοι προς το «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ!», δηλαδή στην πάλη για τη μετατροπή της επανάστασης σε εργατική-σοσιαλιστική επανάσταση. Οι «θέσεις του Απρίλη» ήταν ένα σοκ. Το πώς οι Μπολσεβίκοι δεν οδηγήθηκαν σε εσωκομματική-διασπαστική κρίση, παραμένει άλυτος γρίφος για τους οπαδούς των «σιδερένιων ηγεσιών» και της «προετοιμασίας της επανάστασης» δια της θεωρητικής επάρκειας. Πέρα από την προηγούμενη διατήρηση της ταξικής ανεξαρτησίας των Μπολσεβίκων μέσα στη στρατηγική της «δημοκρατικής επανάστασης», οι σύγχρονοι μαρξιστές ιστορικοί δείχνουν το ρόλο των «Μπολσεβίκων εσωτερικού», των μελών και στελεχών του κόμματος που το είχαν κρατήσει ζωντανό μέσα στις δοκιμασίες του πολέμου στη Ρωσία. Ήταν ένα «σώμα» αγωνιστών, οργανωμένο συλλογικά, που είχε μάθει να «ακούει» την τάση των μαζών, να μπορεί να αλλάζει τον εαυτό του, προκειμένου να συνεχίζει να «οδηγεί» την τάξη στο κορυφαίο επίπεδο επαναστατικής δράσης. Σε αυτό το ιστορικό γνώρισμα του μπολσεβικισμού (που παραμένει πάντα επίκαιρο…) η συμβολή του Λένιν στις «στροφές» του 1903, του 1905, του 1912 κ.ο.κ. ήταν ανεκτίμητης αξίας. 
Οι «θέσεις του Απρίλη» ήταν τομή στη μαρξιστική πολιτική. Ο Λένιν, πιάνοντας ξανά το νήμα κάποιων εργασιών του Μαρξ και του Ένγκελς μετά την Παρισινή Κομμούνα, υποστηρίζει το «άλμα» της μετατροπής της δημοκρατικής σε εργατική-σοσιαλιστική επανάσταση. Και οι Μπολσεβίκοι απέδειξαν με την τακτική δράση τους προς τον Οκτώβρη ότι μπορούσαν να οργανώσουν αυτήν την τάση των εργατών, των στρατιωτών και των φτωχών αγροτών, σε μια νικηφόρα εξέγερση που άλλαξε το δρόμο της Ιστορίας. Σε αυτή τη βάση ο Τρότσκι που είχε νωρίτερα βγάλει αυτά τα συμπεράσματα μέσα από την πείρα του 1905, και τη διατύπωση της θεωρίας της Διαρκούς Επανάστασης, προσχώρησε ενθουσιωδώς στους Μπολσεβίκους. 
Η διακήρυξη του ΚΚΕ (για να δικαιολογήσει, κυρίως, τις μετέπειτα στροφές του σταλινισμού προς τη στρατηγική των αστικοδημοκρατικών «σταδίων») καταφεύγει σε μια ιστορική λαθροχειρία. Ο Φλεβάρης του 1917, λέει, είχε ολοκληρώσει την αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία και έτσι «αντικειμενικά» το ιστορικό καθήκον που τίθονταν ήταν η σοσιαλιστική επανάσταση. Λες και μέσα σε δύο μόλις μήνες (!), και μέσα σε συνθήκες δυαδικής εξουσίας με τα Σοβιέτ σαν μια παρούσα απειλητική δύναμη, είχε προλάβει να «ολοκληρωθεί» το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της αστικής τάξης, είχε προλάβει να «αναπτυχθεί» ο καπιταλισμός στη Ρωσία, που ένας δογματικός μαρξισμός θεωρούσε ως απαράβατη προϋπόθεση για τη σοσιαλιστική επανάσταση, και γι’ αυτό και μόνο ο Λένιν είχε δίκιο τον Απρίλη του 1917. Σε αυτό το σχήμα καταργείται κάθε σοβαρότητα. 
Ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι πέρασαν το κρισιμότερο τεστ στην Ιστορία, οργανώνοντας τη νίκη του Οκτώβρη. 
Ήταν κάθε άλλο παρά απλοϊκοί. Ήξεραν καλά ότι τα προβλήματα της καθυστέρησης του καπιταλισμού στη Ρωσία θα τα βρουν μπροστά τους. Η απάντησή τους σε αυτήν την απειλή ήταν ο διεθνισμός της επανάστασης. Ουσιαστικά, βάσισαν τις προοπτικές τους στην πρόβλεψη ότι μέσα στην κόλαση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου η επανάσταση θα επεκταθεί στη Δύση και ότι η βοήθεια στους Ρώσους εργάτες «θα έρθει απ’ έξω». Η επανάσταση στη Γερμανία, στην Ουγγαρία, στην Ιταλία και αλλού αποδεικνύουν ότι αυτή η πρόβλεψη ήταν απολύτως θεμιτή. 
Η Κομιντέρν
Σε αυτήν την περίοδο, ο Λένιν κατ’ επανάληψη δηλώνει ότι «χωρίς την επανάσταση στη Γερμανία, θα χαθούμε». Οι Μπολσεβίκοι, μέσα σε συνθήκες απίστευτων πιέσεων, διέθεσαν σημαντικές δυνάμεις για να οργανώσουν την Τρίτη Διεθνή. 
Η Κομιντέρν στην εποχή του Λένιν, στα 4 πρώτα συνέδριά της, παρέδωσε μια ανεκτίμητη στρατηγική και πολιτική εργασία με στόχο τη  νίκη της επανάστασης στη Δύση. Η εργασία αυτή ακολουθεί τα μοτίβα της εμπειρίας του Μπολσεβικισμού: αφενός, την ανάγκη ανεξάρτητης συγκρότησης των μαρξιστικών-επαναστατικών πρωτοποριών, με την ίδρυση των ΚΚ και τη συζήτηση για τα αναγκαία χαρακτηριστικά τους, στο 1ο και 2ο συνέδριο. Αφετέρου, τη διεκδίκηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης στη στρατηγική της εργατικής εξουσίας, με τις αποφάσεις για το Ενιαίο Μέτωπο, το μεταβατικό πρόγραμμα και τη μεταβατική πολιτική, στο 3ο και στο 4ο συνέδριο. 
Το 1943, μέσα στη φωτιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η σταλινική πλέον ηγεσία της Κομιντέρν αποφάσισε την αυτοδιάλυσή της. Ήταν μια ντροπιαστική πράξη που αποδείκνυε πόσο είχαν αλλάξει τα πράγματα μέσα στον «κόσμο» των ΚΚ. Η σχετική διακήρυξη του ΚΚΕ για τα 100 χρόνια της Κομιντέρν σημειώνει τις δικαιολογίες του ίδιου του Στάλιν σχετικά με την ανάγκη να απαντηθούν «οι ψευτιές των χιτλερικών» και οι ανησυχίες ότι η Κομιντέρν «επεμβαίνει στη ζωή άλλων κρατών και σκοπεύει να τα μπολσεβικοποιήσει». Στην πράξη, η διάλυση της Κομιντέρν ήταν ένα μήνυμα προς τους «δημοκράτες» συμμάχους, που έλεγε με σαφήνεια ότι στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ΕΣΣΔ και το «διεθνές κέντρο» των ΚΚ σκόπευε να κρατήσει ακριβώς την αντίστροφη πολιτική από εκείνη του Λένιν και των Μπολσεβίκων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. 
Η τελευταία μάχη
Στις αρχές της δεκαετίας του ’20, η επανάσταση στη Δύση ηττήθηκε. Οι Μπολσεβίκοι στην ΕΣΣΔ, παρά τη θέληση και την πολιτική τους, έμειναν απομονωμένοι. Υποχρεώθηκαν σε διαρκείς υποχωρήσεις όπως του «πολεμικού κομμουνισμού», της ΝΕΠ, της υποχρεωτικής ανοχής απέναντι στη γραφειοκρατία κ.ο.κ. προκειμένου να παραμείνουν ζωντανοί σε συνθήκες όχι της δικής τους επιλογής. Το αντίτιμο ήταν βαρύ: το επαναστατικό εργατικό κράτος του 1917 εκφυλίστηκε στο αδύναμο καθεστώς όπου ο όποιος επαναστατικός χαρακτήρας του ταυτιζόταν με τις αντοχές του κόμματος που βρισκόταν στη διακυβέρνησή του. 
Σε αυτές τις συνθήκες εκδηλώθηκε η «τελευταία μάχη του Λένιν». Ο ετοιμοθάνατος και απομονωμένος ηγέτης του μπολσεβικισμού πάλευε πλέον για την υπεράσπιση του έργου της ζωής του. Με αιχμή την καταγγελία του «μεγαλορωσικού σωβινισμού» (μέσα στο κόμμα και στα όργανα της σοβιετικής εξουσίας!) και την απαίτηση για την καθαίρεση του Στάλιν από τη θέση του Γραμματέα, προσπαθούσε να βάλει φραγμό στο ρεύμα που σηκωνόταν απειλητικό. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές οι εργασίες του Λένιν παρέμειναν κρυφές τόσο από το ΚΚΣΕ, όσο και από τα ΚΚ μέχρι το 1956. Το «τι θα είχε συμβεί, αν» ο Λένιν είχε παραμείνει ενεργός στην κρίσιμη δεκαετία του ’20 έμεινε αναπάντητο. 
Οι δολοφονίες όλων των στελεχών του μπολσεβικισμού στον καιρό του Λένιν (του Τρότσκι, του Μπουχάριν, του Ζινόβιεφ, του Κάμενεφ, και χιλιάδων άλλων) επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό του Τρότσκι ότι μεταξύ της εποχής του Λένιν και εκείνης των επιγόνων του υπάρχει η διαχωριστική γραμμή «ποταμού αίματος». 
Η ήττα αυτών των επαναστατών, της εποχής που σημάδεψε ανεξίτηλα ο Βλαδίμηρος Ουλιάνοφ, δεν αρκεί για να κρύψει ή για να μειώσει τη σημασία του «άλματος» που επιχείρησαν. Και με αυτή την έννοια, σε μια εποχή που έχει αλλάξει ριζικά, ο Λένιν παραμένει πάντα επίκαιρος για όσους/όσες παλεύουν για τη νίκη των εργατών και των φτωχών σε κάθε γωνιά του πλανήτη. 

Φύλλο Εφημερίδας