Στα τέλη Γενάρη, μια «Συνδιάσκεψη για την Αναγγελία της Νίκης της Συριακής Επανάστασης» ανακοίνωσε την ανάληψη της προεδρίας της χώρας από τον Αχμέντ Αλ Σάρα (γνωστός με το πολεμικό του όνομα «Αλ Τζολάνι»), τη διάλυση του κόμματος Μπάαθ, του κοινοβουλίου, του στρατού και των μυστικών του υπηρεσιών, την αναστολή του υπάρχοντος συντάγματος, όπως και τη διάλυση των ένοπλων παρατάξεων (συμπεριλαμβανομένης της Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ) που θα ενσωματωθούν σε έναν νέο εθνικό στρατό.
Επρόκειτο -κυρίως- για την επίσημη ανακοίνωση ήδη τετελεσμένων γεγονότων. Οι κρατικοί-κατασταλτικοί-κομματικοί μηχανισμοί του παλιού καθεστώτος είχαν ήδη διαλυθεί. Ο Αλ Σάρα ήταν ήδη ο ντε φάκτο ηγέτης της Συρίας. Η αυτοδιάλυση κι ενοποίηση των ένοπλων ομάδων αφορούσε όσες είχαν συμφωνήσει σε αυτήν την προοπτική από τον Δεκέμβρη.
Οδικός χάρτης
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει ο «οδικός χάρτης» που έχει περιγράψει ο νέος πρόεδρος της Συρίας για τη συνέχεια. Θα οριστεί μια νέα μεταβατική κυβέρνηση, που θα αντικαταστήσει την τρέχουσα (στελεχωμένη από ανθρώπους του Αλ Σάρα) και θα είναι (;) πιο «αντιπροσωπευτική» και «συμπεριληπτική». Ο ίδιος θα εκδώσει μια Συνταγματική Διακήρυξη που θα λειτουργεί ως πλαίσιο στη μεταβατική περίοδο και θα ορίσει ένα προσωρινό Νομοθετικό Συμβούλιο. Αυτά τα βήματα θα προχωρήσουν άμεσα. Αν υλοποιηθούν τελικά παλιότερες εξαγγελίες και δηλώσεις του Αλ Σάρα, θα ακολουθήσει η οργάνωση ενός «Πανεθνικού Διαλόγου», έπειτα η συγγραφή ενός νέου συντάγματος («που μπορεί να χρειαστεί 3 χρόνια») και στο τέλος η διεξαγωγή εκλογών («που θα μπορέσουν να γίνουν σε 4 χρόνια»).
Η κατεύθυνση των πρώτων/άμεσων αποφάσεων θα αποσαφηνιστεί από το περιεχόμενο της Συνταγματικής Διακήρυξης, τη σύνθεση της μεταβατικής κυβέρνησης και τις ισορροπίες μεταξύ των τριών κέντρων εξουσίας (πρόεδρος, κυβέρνηση, νομοθετικό σώμα). Αντίστοιχα, κανείς δεν ξέρει ακόμα ποιοι και πώς θα ορίσουν την σύνθεση των αντιπροσωπειών του «Εθνικού Διαλόγου». Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι ο Αλ Σάρα θα επιχειρήσει να εδραιώσει και να σταθεροποιήσει την εξουσία του στη διάρκεια αυτής της «μεταβατικής» (;) περιόδου. Είναι επίσης προφανές ότι η προσπάθειά του δεν θα είναι καθόλου εύκολη.
Μονοπώλιο των όπλων;
Κατά την ανακοίνωση της αυτοδιάλυσης των ένοπλων ομάδων, απουσίαζαν οι εκπρόσωποι των SDF, δηλαδή των κουρδικών πολιτοφυλακών και των συμμάχων τους που ελέγχουν τη βορειοανατολική Συρία. Απουσίαζαν επίσης εκπρόσωποι από τις νότιες επαρχίες Νταράα και Σουεΐντα, των οποίων οι ένοπλες οργανώσεις συντονίστηκαν με την επίθεση της Ταχρίρ Αλ Σαμ κατά του Άσαντ αλλά έχουν διατηρούν διευρυμένη αυτονομία.
Οι διαπραγματεύσεις με όλους αυτούς τους «παίχτες» συνεχίζονταν αδιάκοπα ως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές. Οι ένοπλες ομάδες διατηρούν στάση φιλικής ανοχής απέναντι στη Δαμασκό, αλλά διστάζουν να παραδώσουν τον οπλισμό τους χωρίς εγγυήσεις για το μέλλον της Συρίας και των περιοχών τους, το νέο καθεστώς επιδιώκει να αποκαταστήσει το κρατικό μονοπώλιο στα όπλα, αλλά όλες οι πλευρές συνυπολογίζουν την ανάγκη να αποφευχθεί ένας νέος εμφύλιος πόλεμος μετά από 14 χρόνια καταστροφής. Το πρώτο μεγάλο ερώτημα είναι το πώς θα επιλυθεί αυτή η εύθραστη ισορροπία.
Η Νταράα και η Σουέιντα έχουν μακρύ παρελθόν αντικαθεστωτικής οργάνωσης και δράσης, δεν βρέθηκαν υπό τον έλεγχο της Ταχρίρ Αλ Σαμ και γι’ αυτό αποτελούν «σκληρά καρύδια» για τη Δαμασκό.
Το κουρδικό ζήτημα είναι το πιο ακανθώδες, τόσο ως αυτόνομη ιστορική εκκρεμότητα, αλλά και γιατί αποτελεί πεδίο παρέμβασης και ξένων δυνάμεων. Η τουρκική απαίτηση «οι τρομοκράτες να αφήσουν τα όπλα τους ή θα θαφτούν με αυτά», η συμμαχική σχέση των SDF με το Πεντάγωνο, τα ρητορικά «ανοίγματα» του Ισραήλ προς τους κουρδικούς πληθυσμούς διαμορφώνουν ένα δυνητικά εκρηκτικό μίγμα.
Ένα άλλο ζήτημα αφορά την αλεβιτική μειονότητα τις οποίες μέλη είχαν στελεχώσει το παλιό καθεστώς. Ήδη περιορισμένες (σε σχέση με τις πιο σκοτεινές προβλέψεις) πράξεις αντεκδίκησης αξιοποιούνται από υπολείμματα του ασαντισμού για να καλέσουν σε ένοπλη αντίσταση στο νέο καθεστώς. Προς το παρόν αυτά τα δίκτυα είναι αποδιοργανωμένα και απομονωμένα. Όμως αν η νέα συριακή ηγεσία επιτεθεί «κατά δικαίων και αδίκων» κατά το κυνήγι των παλιών καθεστωτικών, αυτά τα καλέσματα μπορούν να βρουν λαϊκό έρεισμα στο εσωτερικό και να αποκτήσουν στήριξη από το εξωτερικό (πχ Ιράν)…
Ο Αλ Σάρα επιδιώκει μια ομαλή ένταξη της Συρίας στο διεθνές και περιφερειακό καπιταλιστικό σύστημα, δηλώνοντας ρητά ότι «δεν θέλω να εξάγω ούτε τζιχάντ, ούτε επανάσταση», ταξιδεύοντας στη Σαουδική Αραβία για συνάντηση με τον Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν και συλλαμβάνοντας μέλος της Ταχρίρ Αλ Σαμ επειδή κάλεσε δημόσια τους Αιγύπτιους να ξεσηκωθούν κατά του δικτάτορα Σίσι. Κι εδώ υπάρχουν προκλήσεις. Το Ισραήλ συνεχίζει να κατέχει συριακά εδάφη και εδραιώνει στρατιωτικά τις θέσεις που κατέλαβε το Δεκέμβρη. Η ΕΕ περιέγραψε έναν «οδικό χάρτη» προς την άρση των κυρώσεων, που κινείται αργά, σταδιακά και με την απειλή άμεσης επαναφοράς τους. Οι ΗΠΑ ακόμα τηρούν σιωπή πάνω στο αίτημα να αρθούν. Είναι προφανές ότι οι κυρώσεις χρησιμοποιούνται εκβιαστικά από τις δυτικές δυνάμεις στην προσπάθειά τους να ελέγξουν το μέλλον της Συρίας. Η τύχη του στρατιωτικού λιμανιού και του στρατιωτικού αεροδρομίου της Ρωσίας παραμένει υπό διαπραγμάτευση. Η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διατηρούν ακόμα στάση καχυποψίας απέναντι στη νίκη μιας δύναμης του πολιτικού Ισλάμ.
Στο εσωτερικό, ο Αλ Σάρα ζει το «μήνα του μέλιτος» με τη συριακή κοινωνία. Διαθέτει το μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο που του έδωσε η νίκη επί του Άσαντ, ενώ πιστώνεται τις άμεσες βελτιώσεις που έφερε η ανατροπή του: Το τέλος της τρομοκρατίας που είχε επιβάλει ο Άσαντ και την εξαφάνιση των πολλαπλών «σημείων ελέγχου» (checkpoints) που -με την απειλή αυθαίρετης σύλληψης- καταλήστευαν τον πληθυσμό σε καθημερινή βάση και οδηγούσαν τις τιμές των αγροτικών προϊόντων στα ύψη.
Αυτή η συνθήκη δεν θα κρατήσει για πάντα και τότε θα έρθει η ώρα της αλήθειας.
Στον δυτικό Τύπο, όλη η έμφαση δίνεται στην στους τύπους της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και οι «ανησυχίες» αφορούν πχ την παραπομπή των εκλογών σε βάθος 4ετίας. Όμως ακόμα και επικριτές της νέας ηγεσίας αναγνωρίζουν ότι αν στήνονταν σύντομα κάλπες, εν τη απουσία προηγούμενης πολιτικής ζωής και δράσης, ο Αλ Σάρα θα σάρωνε χωρίς αντίπαλο. Στο πεδίο των δημοκρατικών δικαιωμάτων, η πραγματική μάχη που οφείλει να μας ενδιαφέρει θα δοθεί αλλού. Όπως λέει μια επιστολή δεκάδων Σύριων συγγραφέων, καλλιτεχνών και ακαδημαϊκών, το ζήτημα είναι «η αποκατάσταση των θεμελιωδών δημόσιων ελευθεριών, με σημαντικότερες τις ελευθερίες συνάθροισης, διαμαρτυρίας, έκφρασης και πίστης» και το δικαίωμα στο σχηματισμό πολιτικών κομμάτων.
Οικονομία
Το άλλο κρίσιμο μέτωπο, που επίσης απουσιάζει εμφατικά από τις «ανησυχίες» των δυτικών φιλελεύθερων είναι η οικονομική πολιτική της ηγεσίας Αλ Σάρα. Το καπιταλιστικό οικονομικό μοντέλο που θέλει να ακολουθήσει δεν θα βελτιώσει την κατάσταση του συριακού λαού, του οποίου το 90% ζει σε συνθήκες φτώχειας. Κάποιοι πρώτοι εργατικοί αγώνες δείχνουν τη σημασία και τη δυνατότητα αυτής της μάχης. Όλες οι ανταποκρίσεις από τη Συρία αποτυπώνουν μια ένταση στα αισθήματα της κοινωνικής πλειοψηφίας: Ανάμεσα στο «παραμένουμε φτωχοί, αλλά τουλάχιστον είμαστε ελεύθεροι» και το «αποκτήσαμε ελευθερία, αλλά παραμένουμε φτωχοί». Το πρώτο δίνει περίοδο χάριτος στον Αλ Σάρα, αλλά είναι θέμα χρόνου να κληθεί να αντιμετωπίσει το δεύτερο.
Από τις εξελίξεις σε όλα αυτά τα ανοιχτά μέτωπα θα κριθεί η επιβίωση του νέου καθεστώτος, η σταθεροποίηση του και ο χαρακτήρας που αυτό θα πάρει -εφόσον μπορέσει να αντέξει τις δοκιμασίες. Όλα τα σενάρια παραμένουν ανοιχτά. Η συριακή Αριστερά είναι μικρή κι αδύναμη, ενώ η «κοινωνική αντιπολίτευση» βγαίνει από δεκαετίες αδίστακτης καταπίεσης που κορυφώθηκε κατά τις σφαγές που εξαπέλυσε το καθεστώς μετά το 2011. Όμως -προς το παρόν- έχουν για πρώτη φορά την δυνατότητα να οργανωθούν «στο φως της ημέρας» και να επιχειρήσουν να παρέμβουν στη μάχη για το μέλλον της Συρίας.
*Διαβάστε στο Rproject.gr την σειρά «Ανταποκρίσεις από τη Συρία μετά τον Άσαντ»