Η ουκρανική κρίση στο φως των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών

Φωτογραφία

ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στα χωράφια της Ρωσίας

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πέτρος Τσάγκαρης

Τ ο ΝΑΤΟ, δηλ. η Βορειοατλαντική Συμμαχία, ιδρύθηκε το 1949 από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και 10 χώρες της Ευρώπης, ενώ μέχρι το 1955 είχαν προσχωρήσει επιπλέον η Ελλάδα, η Τουρκία και η Δ. Γερμανία. Ο στόχος της συμμαχίας ήταν απόλυτα σαφής σε όλους: να περιορίσει και τελικά να κατανικήσει την ΕΣΣΔ και τους συμμάχους της. Τότε, λόγω πολιτικών συνθηκών (οι ηγέτες της ΕΣΣΔ ισχυρίζονταν ότι το καθεστώς τους ήταν ο συνεχιστής της ρωσικής επανάστασης του 1917), ο αντικομμουνισμός προσφερόταν ως πρόσχημα για τη συγκρότηση της συμμαχίας. 
Από τις αρχές τις δεκαετίας του 1990, ωστόσο, δεν υπήρχε κανείς από όλους αυτούς τους «εχθρούς» για τους οποίους υποτίθεται ότι φτιάχτηκε το ΝΑΤΟ: ούτε Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ούτε ΕΣΣΔ, ούτε κομμουνισμός. Η διάλυση της συμμαχίας θα ήταν η προφανής λογική απόρροια των όρων συγκρότησής της. Ωστόσο αυτό δεν συνέβη, με πρόσχημα πλέον την «παγκόσμια τρομοκρατία». Μάλιστα, 12 πρώην ανατολικές χώρες έγιναν μέλη του ΝΑΤΟ, περικυκλώνοντας ασφυκτικά τη Ρωσία (έγιναν επίσης απόπειρες να ενταχθούν στη συμμαχία η Ουκρανία και η Γεωργία). 
Οι διπλωμάτες και άλλοι κορυφαίοι παράγοντες των ΗΠΑ έχουν εδώ και καιρό και επανειλημμένα διατυπώσει την ανάγκη για μια στρατηγική περιορισμού της Ρωσίας (και της Κίνας) ώστε αυτές να μην αποτελέσουν ποτέ απειλή για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού –αλλά και να μη συμπήξουν πολιτικοοικονομικές συμμαχίες με συμμάχους των ΗΠΑ, όπως η Γερμανία. Η θεωρία για τον «Άξονα στην Ασία» συμπυκνώνει όλη αυτή τη στρατηγική πολιτικο-οικονομικο-στρατιωτικού στραγγαλισμού της Ρωσίας όσο και στρατιωτικής περικύκλωσης της Κίνας. 
Η κρίση στην Ουκρανία
Η σημερινή κρίση στην Ουκρανία προέκυψε ως αποτέλεσμα αυτής της αντιπαράθεσης. Ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2013, όταν ένας από τους πιο πλούσιους ολιγάρχες της χώρας, ο Β. Πίντσουκ, διοργάνωσε στη Γιάλτα ένα συνέδριο στρατηγικής σχετικά με το μέλλον της Ουκρανίας. Το συνέδριο έγινε στο ίδιο ακριβώς κτίριο όπου ο Ρούζβελτ, ο Στάλιν και ο Τσόρτσιλ μοίρασαν την Ευρώπη το 1945. Ο «Εκόνομιστ» περιέγραψε τη συνάντηση ως εξής: «Το μέλλον της Ουκρανίας, μιας χώρας 48 εκατ. κατοίκων, και της Ευρώπης αποφασιζόταν σε πραγματικό χρόνο». Και είχε δίκιο κρίνοντας από τους συμμετέχοντες: Ο Μπιλ και η Χίλαρι Κλίντον, ο πρώην επικεφαλής της CIA, στρατηγός Ντ. Πετρέους, ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Λ. Σάμερς, ο πρώην επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας Ρ. Ζέλικ, ο Σίμον Πέρες, ο Τόνι Μπλερ, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο Ντομινίκ Στρος-Καν, ο Μάριο Μόντι, οι υπουργοί Εξωτερικών της Σουηδίας και της Πολωνίας, Κ. Μπιλτ και Ρ. Σικόρσκι, καθώς και η πρόεδρος της –προεδρεύουσας τότε στην ΕΕ– Λιθουανίας, Ντ. Γκριμπαουσκάιτε, ήταν όλοι εκεί. 
Επίκεντρο της συζήτησης ήταν η κυοφορούμενη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου (DCFTA) μεταξύ της Ουκρανίας και της ΕΕ, καθώς και η προοπτική ενσωμάτωσης της Ουκρανίας στη Δύση. Το περιοδικό «Forbes» έγραψε τότε ότι την πιο κοντινή στην πραγματικότητα άποψη, την είχε η ρωσική πλευρά (συμμετείχε ένας σύμβουλος του Πούτιν) και όχι τα ωραία λόγια των Δυτικών: Οι Ρώσοι υποστήριζαν ότι το άνοιγμα των συνόρων της Ουκρανίας στις δυτικές αγορές θα κατέστρεφε τη βιομηχανία της και θα εκτόξευε το χρέος της. 
Η συνέχεια είναι γνωστή: Ο πρόεδρος Β. Γιανουκόβιτς αφού αμφιταλαντεύτηκε για ένα διάστημα, τελικά θεώρησε ότι οι Ρώσοι είχαν δίκιο. Αλλά το συνέδριο είχε «αποφασίσει» το αντίθετο, κι έτσι τελικά ο Γιανουκόβιτς ανατράπηκε. Την υλοποίηση των «αποφάσεων» του συνεδρίου ανέλαβε η Βικτόρια Νούλαντ, πρώην σύμβουλος του «γερακιού» Ντ. Τσένι, πρεσβευτής β’ των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, εκπρόσωπος Τύπου της Χ. Κλίντον και σύζυγος του θεωρητικού των νεοσυντηρητικών Ρ. Κάγκαν. Η ίδια διατυμπάνιζε ότι υπό τις οδηγίες της οι ΗΠΑ «επένδυσαν» τα τελευταία χρόνια πάνω από 5 δισ. δολ. στην Ουκρανία, επειδή γεωπολιτικά η χώρα αυτή αποτελούσε την αχίλλειο πτέρνα της Ρωσίας, την περιοχή με τη μεγαλύτερη δυνατότητα για να προκαλέσει κανείς σοβαρά προβλήματα στη Μόσχα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο άνθρωπος που βρέθηκε επικεφαλής της Ουκρανίας αμέσως μετά την ανατροπή Γιανουκόβιτς ήταν ο εκλεκτός της Νούλαντ, ο «Γιατς» όπως τον λέει η ίδια, δηλ. ο Αρσένι Γιάτσενιουκ. 
Ενέργεια
Όμως στο συνέδριο αυτό συζητήθηκε και κάτι άλλο το οποίο βρίσκεται στο παρασκήνιο της αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Ρωσίας. Ο πρώην υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, Μπιλ Ρίτσαρντσον (ναι, βρέθηκε και αυτός στη Γιάλτα) μίλησε για την «επανάσταση» της εξόρυξης αερίου από σχιστόλιθο. Η μέθοδος αυτή, που είναι γνωστή ως fracking και που ήδη εφαρμόζεται στις ΗΠΑ, ενέχει τεράστιους κινδύνους για το περιβάλλον, κυρίως για τους υδάτινους πόρους, γι’ αυτό και έχει απαγορευτεί σε μια σειρά χώρες της ΕΕ. Ωστόσο αν εφαρμοζόταν τόσο στην Ουκρανία όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα έπαυε η εξάρτησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Το σχήμα που θέλει να «πουλήσει» η Ουάσιγκτον (και το οποίο πλάσαρε στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ευρώπη ο Ομπάμα) είναι το εξής: Στους μεν λαούς της Α. Ευρώπης πλασάρεται το σενάριο «ξαναέρχονται οι Ρώσοι, γι’ αυτό θέλετε προστασία, δηλ. δική μας στρατιωτική παρουσία και πυραύλους». Στη Δ. Ευρώπη πλασάρεται το σενάριο «θέλετε ανεξαρτησία από το ρωσικό φυσικό αέριο, γι’ αυτό πρέπει να προχωρήσετε στη χρησιμοποίηση του fracking ή στην αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ». Στη μεν Α. Ευρώπη το σενάριο αυτό φαίνεται να δουλεύει (βλ. Ουκρανία, αλλά και Βαλτικές, Πολωνία κ.λπ.), γι’ αυτό και εγκαθίστανται αμερικανικά στρατεύματα και καταπλέουν αμερικανικά πολεμικά πλοία. Ωστόσο στη Δ. Ευρώπη και τα δύο σενάρια υποκατάστασης του ρωσικού φυσικού αερίου είναι μακροπρόθεσμα και η περίπτωση του LNG οδηγεί σε εξάρτηση από τις ΗΠΑ. 
Βεβαίως, η ΕΕ προτιμά να παίζει και στα δύο ταμπλό: αν μεν επέλθει λύση στην Ουκρανία, η ροή ρωσικών υδρογονανθράκων θα συνεχίσει απρόσκοπτα. Αν όχι, θα ακολουθηθεί το αμερικανικό σενάριο, γι’ αυτό και στις αρχές Ιούνη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε την καταστροφική για την οικονομία της Βουλγαρίας απόφαση να «παγώσει» η κατασκευή του South Stream, του αγωγού δηλ. που μέσω της Μαύρης Θάλασσας και του εδάφους της Βουλγαρίας και της Σερβίας θα τροφοδοτούσε τη Δ. Ευρώπη με ρωσικό αέριο από εναλλακτική (της Ουκρανίας) διαδρομή. 
Από την πλευρά του ο Πούτιν προσπάθησε για άλλη μια φορά (στους εορτασμούς για την απόβαση στη Νορμανδία) να πείσει τους Δυτικοευρωπαίους ότι ασφαλώς δεν προτίθεται να επιτεθεί σε καμία χώρα, καθώς και ότι πράγματι είναι πολύ μακροπρόθεσμη και ασύμφορη η αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου. Ταυτόχρονα, διά στόματος του Σεργκέι Ιβανόφ, του επικεφαλής του πολιτικού γραφείου του Ρώσου προέδρου, κάλεσε  τις ΗΠΑ να αποστρέψουν τα όπλα από τη Μόσχα:  «Υπάρχουν μερικά προβλήματα ασφάλειας που ανησυχούν το ίδιο τόσο τη Ρωσία όσο και τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ. Όμως αυτά τα προβλήματα υπάρχουν έξω από την ευρωπαϊκή ήπειρο και δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Γι’ αυτό, η εξάπλωση των υποδομών του ΝΑΤΟ προς την ανατολή έχει, κατά την άποψή μου, έναν ανοικτά αποσταθεροποιητικό χαρακτήρα, ενώ δεν έχει καμία σχέση με τα πραγματικά προβλήματα ασφαλείας της Ευρώπης».
Ρωσικό Plan B
Όμως, εκτός από τις φραστικές διαμαρτυρίες και την ενίσχυση των αυτονομιστών της Ουκρανίας, η Ρωσία έχει Plan B σε περίπτωση που οι Δυτικοί ακολουθήσουν τελικά τη γραμμή των «γερακιών» της Ουάσιγκτον:  Η πρόσφατη συμφωνία για πώληση φυσικού αερίου στην Κίνα, εκτός από τεράστια σε μέγεθος συμφωνία, είναι και μια στρατηγική επιλογή που επιτρέπει στη Μόσχα (μακροπρόθεσμα βέβαια αφού η ροή του αερίου ξεκινά το 2018) να απειλήσει τους Ευρωπαίους ότι θα κατευθύνει το φυσικό της αέριο προς την Κίνα η οποία είναι μια αγορά αχόρταγη για ενέργεια. Ταυτόχρονα η Μόσχα αποκτά πρόσβαση στις πλούσιες και πρόθυμες να δανείσουν κινεζικές τράπεζες, ως εναλλακτική πηγή απέναντι στην εξάρτηση από το αμερικανικό και ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα –ένα σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας Μόσχας-Πεκίνου είναι ότι αυτή έγινε στα εθνικά νομίσματα των δύο χωρών, σε ρούβλια και σε γουάν, και όχι σε δολάρια. Τέλος, η συμφωνία δίνει τη δυνατότητα στη Ρωσία να αντεπεξέλθει (μακροχρόνια πάντα) σε μερικές από τις συνέπειες των δυτικών κυρώσεων και της γεωπολιτικής απομόνωσης που εξυφαίνει η Ουάσιγκτον. 
Δεν είναι μόνον αυτή η συμφωνία. Η Ρωσία και η Κίνα προσπαθούν επίσης να ενώσουν τα άλλα νέα κέντρα καπιταλιστικής συσσώρευσης κάτω από τις φτερούγες τους. Π.χ. στην πρόσφατη συνδιάσκεψη των BRICS στη Ν. Αφρική προώθησαν έντονα την ανάγκη για δημιουργία ενός τραπεζικού συστήματος των BRICS που θα είναι αντίβαρο στο ΔΝΤ. Στην προσπάθεια να προωθήσουν τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα η Ρωσία και η Κίνα εγκαθίδρυσαν επίσης τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης που δημιουργεί οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας.
Είναι σαφές ότι ο καπιταλιστικός κόσμος έχει γίνει πολυπολικός. Οι ΗΠΑ, ωστόσο, δεν φαίνονται συμβιβασμένες με την ιδέα –και γι’ αυτό παραμένουν επικίνδυνες για την παγκόσμια ειρήνη. Η Ουκρανία αποδεικνύει ότι η διαρκής πίεσή τους ενάντια στους ανταγωνιστές τους θα πληρώνεται με αίμα τρίτων λαών, όπως γινόταν πάντα με τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.

 

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία