Ιμπεριαλισμός, εθνικισμός, πόλεμος και Αριστερά: Τότε και τώρα

Φωτογραφία

Εκατό χρόνια από το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πάνος Πέτρου

Η συμπλήρωση των 100 χρόνων από το μεγάλο σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για μια σοβαρή συζήτηση για τα ζητήματα του ιμπεριαλισμού, του εθνικισμού και του πολέμου στην Αριστερά. Όχι μόνο γιατί αποτέλεσε μια κορυφαία ιστορική δοκιμασία σε αυτά τα ζητήματα, αλλά και γιατί ο τρόπος του τερματισμού του (σε μεγάλο βαθμό έργο των επαναστάσεων στη Ρωσία και τη Γερμανία) έδωσε κορυφαίες απαντήσεις.
Αντί αυτού, τον τόνο στους εορτασμούς έδωσαν οι αστικές ηγεσίες. Η λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξε πάντοτε βολική για να σταλεί ένα μήνυμα αστικής «συναδέλφωσης». Είναι ένας πόλεμος που τα σχολικά βιβλία ιστορίας και οι επίσημες κρατικές προπαγάνδες αδυνατούν να προσαρμόσουν σε μια «πατριωτική» αφήγηση «καλού πολέμου» (σε αντίθεση με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου αξιοποιείται «η ήττα του ναζισμού»). Οπότε τα αστικά επιτελεία αξιοποιούν τη λήξη του ως κορυφαίο γεγονός για να αναδείξουν μια δική τους εκδοχή της ιστορίας. Να ισχυριστούν ότι ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένας «παραλογισμός» που ανήκει σε ένα σκοτεινό ευρωπαϊκό παρελθόν, από το οποίο έχουμε πλέον ξεφύγει οριστικά, χάρη στο «αόρατο χέρι της αγοράς», τους διακρατικούς θεσμούς τύπου Ενωμένης Ευρώπης και τους φωτισμένους σύγχρονους αστούς δημοκράτες πολιτικούς.
Αυτό το σύγχρονο καπιταλιστικό πλαίσιο, μας λένε, εγγυάται την ειρήνη. Όμως τα ίδια περίπου λέγονταν και γράφονταν τα χρόνια πριν το… 1914, όταν και τότε ένας «Μεγάλος Πόλεμος» παρουσιαζόταν ως «παραλογισμός», με δεδομένη «τη διεθνοποίηση του εμπορίου και της παραγωγής, την «οικονομική αλληλεξάρτηση των εθνών» κ.ο.κ. Ίσχυαν όλα αυτά τότε. Αλλά δεν απέτρεψαν το άνοιγμα των πυλών του τρελοκομείου, όταν οι εθνικοί ανταγωνισμοί έφτασαν σε οριακό σημείο. Ισχύουν πολύ περισσότερο σήμερα, θα επισημάνει κάποιος. Και θα έχει δίκιο. Αυτή η όψη της παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας είναι αλήθεια ότι δημιουργεί δεύτερες και τρίτες σκέψεις στα επιτελεία π.χ. στην Ουάσινγκτον ή το Πεκίνο για το πόσο εύκολα αξίζει να μετατρέψουν τον «ψυχρό» ανταγωνισμό τους σε «θερμό». Αλλά μήπως δεν ζούμε σήμερα σε μια εποχή που οι εθνικοί ανταγωνισμοί αυξάνονται στο βαθμό που τίθεται υπό –καπιταλιστική– αμφισβήτηση το «παγκοσμιοποιημένο» πλαίσιο από όσους αισθάνονται πλέον να ασφυκτιούν σε αυτό; 
Η φετινή επέτειος σημαδεύτηκε από την ένταση μεταξύ Μακρόν και Τραμπ. Όχι άδικα, και αυτό φωτίζει τη διεθνή κατάσταση. Ακόμα και ως συμβολισμός είναι αποκαλυπτικός: Για πρώτη ίσως φορά, οι εορτασμοί δεν κατάφεραν να στείλουν το παραδοσιακό υποκριτικό μήνυμα «αστικής συναδέλφωσης» για το οποίο γίνονται. Η επέτειος της λήξης του Μεγάλου Πολέμου μετατράπηκε σε αφορμή να διασταυρώσουν δημόσια τα ξίφη τους δύο ηγέτες μεγάλων δυνάμεων πάνω σε ζητήματα πατριωτισμού και εθνικισμού, φτάνοντας ακόμα και σε μπηχτές για τους προηγούμενους Παγκόσμιους Πολέμους και τον ρόλο ή το αξιόμαχο του καθενός! Λοιπόν δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα…
Σύγκρουση αντιλήψεων
Πέρα από τον συμβολισμό, υπήρξε και πολιτική ουσία που αφορά τη συζήτηση για τον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, τον εθνικισμό και τον πόλεμο, τότε και τώρα. 
Ο Εμανουέλ Μακρόν επιχειρεί να χτίσει την πολιτική του καριέρα ως υπερασπιστής του –μέχρι χθες– κυρίαρχου αστικού αφηγήματος. Ευρωπαϊστής, φωτισμένος δημοκράτης, άνθρωπος των αγορών που θέλει να πείσει ότι ο νεοφιλελεύθερος παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, που πρεσβεύει, είναι η απάντηση στην άνοδο του εθνικισμού, η εγγύηση της ειρήνης. Εξαπολύει «αντιφασιστικούς» μύδρους ενάντια στην «εθνικιστική γάγγραινα», για να πείσει ότι το παλιό στάτους κβο, που τρίζει, είναι αυτό πίσω από το οποίο πρέπει να οχυρωθούμε, για να αποτραπούν τα χειρότερα. Μια πολύ δημοφιλής άποψη στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κυρίως μετά τη λήξη του, σε εκείνη τη μερίδα της τότε Αριστεράς που οικοδόμησε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Η συνέχεια γνωστή…
Ο Ντόναλντ Τραμπ χτίζει την πολιτική του καριέρα ως εκφραστής του νέου αστικού ρεύματος. Εθνικιστής, «αιρετικός» οικονομικά, πρόθυμος να πάει κόντρα στις «συνήθεις πρακτικές» πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά, επιχειρεί να πείσει ότι το μέλλον και η ευημερία ανήκουν σ’ εκείνα τα έθνη που θα βάλουν τον εαυτό τους «Πρώτο». Εξαπολύει μύδρους ενάντια στον κοσμοπολιτισμό που διαβρώνει τις «παραδοσιακές αξίες» και το παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο, που «εξαναγκάζει» τις ΗΠΑ να συνδιαλέγονται και να παίρνουν υπόψη τις ανησυχίες «εχθρών», «αχάριστων συμμάχων», και «ασήμαντων εθνών». Πίσω από το ισχυρό έθνος-κράτος θα πρέπει να οχυρωθούμε, για να σταματήσει ο κατήφορος της κρίσης. Μια άποψη πιο μειοψηφική στον αστικό κόσμο, που είναι ακόμα υπό διαμόρφωση, αλλά δεν είναι καθόλου απομονωμένη, όπως αποτυπώνεται από τη διεθνή άνοδο της ακροδεξιάς, που και τότε αγκαλιάστηκε από τους «ανικανοποίητους» από τη μεταπολεμική διευθέτηση, που και τότε υποτίθεται ότι έβαζε τέλος στους πολέμους…
Μια πολύ μικρότερη είδηση, αλλά με ισχυρή συμβολική αξία για την εποχή που ζούμε είναι ότι στο κλίμα της φετινής επετείου λήξης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην Ιταλία του Σαλβίνι, η φασιστική Κάζα Πάουντ επέλεξε να οργανώσει πανεθνική κινητοποίηση στο Τριέστε: την ιστορικά πολυεθνική πόλη που παραχωρήθηκε από τους νικητές του πολέμου στην Ιταλία και «ιταλοποιήθηκε» βίαια (με τους μελανοχίτωνες να παίζουν σημαντικό ρόλο σ’ αυτό). Ευτυχώς, η υπερμεγέθης αντιφασιστική διαδήλωση που αντιπαρατέθηκε στους φασίστες, θύμισε μια άλλη ιστορική εμπειρία: Κινητοποιήθηκαν από κοινού αντιφασίστες από την Ιταλία, τη Σλοβενία και την Κροατία, θυμίζοντας τον συντονισμό Ιταλών και Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων, που απελευθέρωσαν την πόλη το 1945. 
Σε αυτό το τοπίο, και στις αναλογίες του με το παρελθόν, οφείλει να σταθεί πολιτικά η Αριστερά, αντλώντας πείρα από το παρελθόν. Μια σειρά σύγχρονες θεωρίες για τον ιμπεριαλισμό, που μιλούν είτε για την «Αυτοκρατορία» (Νέγκρι, Χαρντ) όπου έχει εξαλειφθεί ο ρόλος των εθνών-κρατών και οι εθνικοί ανταγωνισμοί, είτε για τον «αμερικάνικο υπερ-ιμπεριαλισμό» (Πάνιτς) όπου δεν υπάρχουν πλέον άλλα κέντρα καπιταλιστικής εξουσίας που να ανταγωνίζονται για επιρροή και το αμερικανικό έθνος-κράτος ελέγχει τα πάντα, δυσκολεύονται να εξηγήσουν όσα ζούμε: τους εμπορικούς πολέμους, την κρίση συνοχής της ΕΕ, τις περιφερειακές απειθαρχίες, την άνοδο της Κίνας και της Ρωσίας κ.ο.κ. Επίσης δεν είναι τόσο σύγχρονες, καθώς θυμίζουν παραλλαγές του «υπερ-ιμπεριαλισμού» του Καρλ Κάουτσκι. Για τον οποίο ο Λένιν δεν είχε ένσταση στο «να συζητηθεί αφηρημένα» ως δυνατότητα, αλλά είχε σοβαρή ένσταση στο ότι κατέληγε να αφοπλίζει τα άμεσα πολιτικά καθήκοντα. Στο σύγχρονο κόσμο, όπου μετά το σύντομο διάλλειμα της Pax Americana αναδύεται μια «ασύμμετρη πολυπολικότητα», μπορεί να μας αφοπλίσει πολιτικά είτε μια τάση «επανάπαυσης» στη δυνατότητα αστικής ειρήνης, είτε μια τάση που συγχέει τον αντιιμπεριαλισμό με τον αντιαμερικανισμό.
Αντιεθνικισμός
Η επιμονή στον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του σύγχρονου καπιταλισμού, δηλαδή η επιμονή στον αντικαπιταλισμό ως μοναδική πολιτική ειρήνης και συναδέλφωσης, παραμένει πολύτιμη απέναντι στα ιδεολογήματα του Μακρόν. Αναντικατάστατη είναι επίσης η επιμονή στον αντι-εθνικισμό και τον αντιμιλιταρισμό στο πεδίο στο οποίο περιγράψαμε, με την άνοδο της ακροδεξιάς και την ένταση των εθνικών ανταγωνισμών. Και εκεί η ιστορική εμπειρία είναι χρήσιμη. Ο Καρλ Ε. Σόρσκε στην εξαιρετική ιστορία του για το SPD («1905-1917: Η εξέλιξη του μεγάλου σχίσματος») γράφει πώς τον Αύγουστο του 1914 επιλύθηκε με δραματικό τρόπο η αντίφαση που κουβαλούσε το κόμμα, στο οποίο ανταγωνίζονταν δύο συνθήματα. Το ιδρυτικό σύνθημα που έλεγε «γι’ αυτό το σύστημα, ούτε ένας άντρας, ούτε μια πένα» αντικαταστάθηκε οριστικά από εκείνο που το συνόδευε μετά το 1907 (όταν ένα «εθνικό θέμα» πίεσε για πρώτη φορά το SPD) κι έλεγε «Την ώρα του κινδύνου, δεν θα αφήσουμε την πατρίδα σε δυσκολίες». 
Όσοι δεν είχαν εκπαιδευτεί στην αδιάλλακτη μάχη ενάντια στον εθνικισμό (όπως ο Λίμπκνεχτ με το πλούσιο παρελθόν αντιμιλιταριστικής παρέμβασης στη νεολαία), παρασύρθηκαν την κρίσιμη στιγμή από τη γενικευμένη πατριωτική ευφορία και την ασφυκτική πίεση του κράτους, βρίσκοντας πειστικούς λόγους να δικαιολογηθούν στους εαυτούς τους («ενάντια στον δεσποτισμό του Τσάρου» οι μεν, «ενάντια στον μιλιταρισμό του Κάιζερ» οι δε).
Στο σύγχρονο κόσμο, στον Μακρόν αναλαμβάνει να απαντήσει ο ακροδεξιός Πατ Μπιουκάναν, γράφοντας διθυραμβικά: «Ένας εθνικισμός, που οι λαοί τους τον θεωρούν βαθύτατα πατριωτικό, έχει θριαμβεύσει στην Πολωνία και στην Ουγγαρία και κερδίζει έδαφος ακόμη και στη Γερμανία. Οι ηγέτες των τριών μεγαλύτερων στρατιωτικών δυνάμεων –Τραμπ στις ΗΠΑ, Ξι Ζινπίνγκ στην Κίνα και Πούτιν στη Ρωσία– είναι όλοι εθνικιστές. Στη Γαλλία, μια δημοσκόπηση την περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι το κόμμα της Μαρίν Λε Πεν, Εθνικός Συναγερμός (όπως μετονομάστηκε), έχει ξεπεράσει το κόμμα του Μακρόν σε προτίμηση για τις Ευρωεκλογές».
Σε αυτόν τον κόσμο, δεν χωράει το παραμικρό περιθώριο για αλληθώρισμα σε έναν κάποιο δεξιό-λαϊκιστικό «αντιγκλομπαλισμό», που αποτελεί τάχα δευτερεύοντα(;) αντίπαλο(;;) σε σχέση με την «παγκοσμιοποίηση» ή την «ευρωγραφειοκρατία». Ούτε σε επίπεδο σχέσεων, ούτε σε επίπεδο «υιοθέτησης» κι αναπαραγωγής της ρητορικής του. Η σύγχυση του Λίνκε απέναντι στην άνοδο της AfD στη Γερμανία, η καταθλιπτική συζήτηση για το Brexit στη Βρετανία, η προσχώρηση διάφορων «αντιγκλομπαλιστών» στο στρατόπεδο της Λεπέν στη Γαλλία, η κατάληξη διάφορων «αριστερόστροφων» Πεντάστερων σε σιωπηλούς βαστάζους του Σαλβίνι στην Ιταλία φτάνουν και περισσεύουν ως προειδοποιήσεις…
Ο αντιιμπεριαλισμός, ο αντιεθνικισμός και ο αντιμιλιταρισμός είναι αδιάρρηκτα ενωμένα στοιχεία της αναγκαίας σήμερα αντικαπιταλιστικής στρατηγικής, ως μοναδικής διεξόδου ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, όπως έδειξαν εκείνοι κι εκείνες που μπόρεσαν να τερματίσουν το σφαγείο του πολέμου και να ανοίξουν δρόμους σοσιαλιστικής απελευθέρωσης…

ΥΓ: Με αυτή την έννοια, το άρθρο του Μπιουκάναν δεν είναι «αμφιλεγόμενο», με το οποίο μια αριστερή ιστοσελίδα όπως η Iskra «δεν συμφωνεί σε όλα», αλλά μπορεί να το αναδημοσιεύει, γιατί «μαστιγώνει τον Μακρόν!». Υπάρχουν πολλοί άξιοι σύντροφοι διεθνώς που έχουν εντοπίσει «τις νέες διαιρέσεις, τις νέες αντιλήψεις και τις αβυσσαλέες συγκρούσεις που σημειώνονται στην άλλοτε “ενιαία Δύση”». Δεν περιμένει τις ακροδεξιές παπαρολογίες του Μπιουκάναν για την ένδοξη παράδοση του αμερικανικού εθνικισμού-πατριωτισμού ο κόσμος μας για να ενημερωθεί…

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία