Οι ριζοσπαστικές πολιτικές είναι, απλώς, αναπόφευκτες

Φωτογραφία

Η σκληρή στάση των αγορών και των δανειστών απέναντι στον Σαμαρά αποτελεί έμμεσο, αλλά σαφές, μήνυμά τους προς τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Σοφία Δερμετζόγλου

Η βαθιά και διαρκής πολιτική λιτότητας είναι επιλογή των κυρίαρχων τάξεων σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.
Ένα τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι υπάρχει ειρηνικός και σταδιακός δρόμος διεξόδου από αυτή τη δαγκάνα. Η κοινοβουλευτική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει, λέει, τη δυνατότητα να εφαρμοστούν οι «δεσμεύσεις στη ΔΕΘ», που συγκροτούν ένα νέο διακριτό «στάδιο» –αυτό της ανακούφισης, ή της «αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης»– που η ολοκλήρωσή του θα δημιουργεί ένα νέο πεδίο, όπου οι «συναινέσεις» θα είναι εφικτές: Στο εσωτερικό της χώρας, όπου μια κυβέρνηση «εθνικής και κοινωνικής σωτηρίας» θα μπορεί να διαπραγματευτεί με την κυρίαρχη τάξη, πάνω σε ιδέες όπως «η επανεκκίνηση της οικονομίας» και η διαβόητη πλέον «παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας». Αλλά και διεθνώς, όπου, κάπως, θα γίνει εφικτή μια «επαναδιαπραγμάτευση» των συμφωνιών εξυπηρέτησης του χρέους, χωρίς πάντως να περιλαμβάνει τις συκοφαντημένες «μονομερείς ενέργειες»…
Πρόκειται για σχέδια επί χάρτου, που δεν θα έχουν ούτε τον πολιτικό χρόνο, ούτε τις πιθανότητες να δοκιμαστούν. 
Μια κυβέρνηση της Αριστεράς έχει το δικαίωμα να ελπίζει στην υποστήριξη των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων, ακόμα και στη διεθνή αλληλεγγύη μεγάλων τμημάτων των κοινωνιών στις χώρες του «κέντρου» του συστήματος, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι θα επιχειρεί μια πολιτική ειλικρινούς αντι-λιτότητας. Και αυτό σημαίνει πραγματικές λύσεις σε θηριώδη ζητήματα, όπως η μαζική ανεργία ή η κατάρρευση των ασφαλιστικών Ταμείων, μέσα από την καταλήστευση των αποθεματικών τους. 
Σε αυτά τα ζητήματα δεν υπάρχουν ούτε συναινετικές, ούτε εύκολες λύσεις. Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα υποχρεωθεί να κάνει «αντι-μνημόνιο» –δηλαδή να μεταφέρει μαζικά πόρους από το «πάνω» τμήμα της κοινωνίας προς το «κάτω» ή να καταρρεύσει. Όπως εύστοχα έθετε το ερώτημα μια πρόσφατη εκδήλωση στα Τρίκαλα: Μπορείς κανείς να βελτιώσει τη θέση των φτωχών, χωρίς να θίξει τους πλούσιους;
Σε αυτά τα διλλήματα οφείλει να λογοδοτεί και η πολιτική των συμμαχιών. Με το βάθεμα της κρίσης και τη συσσώρευση της κοινωνικής δυστυχίας, υπάρχουν πλέον πολλοί που μιλούν για την ανάγκη βελτίωσης της θέσης των φτωχών. Ανάμεσά τους υπάρχουν και πολλοί που απέδειξαν, σε θέσεις ευθύνης, ότι δεν θέλησαν να θίξουν τους πλούσιους, ή δεν τόλμησαν να αντισταθούν σε αυτούς στα κρίσιμα χρόνια 2009-2013. Η μετάνοια είναι συμπαθητική –όταν είναι ειλικρινής…– αλλά από αυτή μέχρι την ανάθεση, ξανά, κρίσιμου πολιτικού ρόλου, θα έπρεπε να υπάρχει μια απόσταση. Η Αριστερά στην πιο κρίσιμη στιγμή της δεν είναι υποχρεωμένη και δεν πρέπει να στηριχθεί στη σαθρότητα που επέδειξε ένα κυβερνητικό στελεχικό δυναμικό της σοσιαλδημοκρατίας. 
Κανείς στον ΣΥΡΙΖΑ δεν δικαιούται να ξεχνά την παταγώδη αποτυχία των κυβερνήσεων «πληθυντικής Αριστεράς» στην Ευρώπη κατά την τελευταία 20ετία. Που δεν κατέρρευσαν μόνο ως κυβερνήσεις, αλλά παρέσυραν στη διάλυση και ισχυρά αριστερά κόμματα και ρεύματα, όπως στη Γαλλία ή στην Ιταλία…
Οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουμε θα φέρουν, σχεδόν άμεσα, στο προσκήνιο κάποιες συνεδριακές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που ορισμένοι προσπαθούν να απωθήσουν στη λήθη: διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, επανακρατικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων ΔΕΚΟ («υπό δημόσιο, δημοκρατικό, εργατικό έλεγχο…»), καμιά θυσία για το ευρώ κ.ο.κ.
Σε αυτή την πορεία η συλλογική, δημοκρατική και αποφασιστική λειτουργία του «κόμματος»-ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να θεωρείται προαιρετική πολυτέλεια. Οι πάντες, από την ΠΓ, την ΚΕ, μέχρι τις ΟΜ και τις κλαδικές, πρέπει να έχουν την ευθύνη για τη λήψη, αλλά και την υλοποίηση των αποφάσεων. 
Είναι ο μόνος δρόμος για να διαψεύσουμε τα σενάρια μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ, που προαναγγέλλουν τα editorial των ΜΜΕ…

 

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία