Ο Ομπάμα, η Συρία και τα χημικά

Φωτογραφία

Αυτό στο οποίο συμφωνούν «περιστέρια» και «γεράκια» είναι πως ακόμα και ένα συμβολικό χτύπημα μπορεί να οδηγήσει σε μια πολύ πιο εκτεταμένη εμπλοκή στη Συρία. Ένα τέτοιο σενάριο μπορεί να ανοίξει τις πύλες της κολάσεως στη Μέση Ανατολή, εμπλέκοντας τη Χεζμπολά, το Ισραήλ, το Ιράν και άλλες δυνάμεις σε ένα πραγματικό ολοκαύτωμα.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πάνος Πέτρου

Είναι πλέον επιβεβαιωμένο και κοινά αποδεκτό ότι προάστιο της Δαμασκού, ελεγχόμενο από τους αντικαθεστωτικούς, δέχτηκε επίθεση με τεράστια ποσότητα χημικών αερίων, με αποτέλεσμα εκατοντάδες νεκρούς.

Για μια μερίδα σχολιαστών πρόκειται για «προβοκάτσια», με στόχο να δικαιολογηθεί μια δυτική επέμβαση στη Συρία. Όσοι ισχυρίζονται πως πρόκειται για προβοκάτσια, στηρίζονται κυρίως σε ένα επιχείρημα: «Γιατί να το κάνει ο Άσαντ, όταν κερδίζει τον πόλεμο και έχει επόπτες του ΟΗΕ στη Δαμασκό;».

Την αλήθεια πιθανό να μην τη μάθουμε ποτέ, αλλά χρειάζεται τεράστια προσοχή στο τι λέγεται και γράφεται από την Αριστερά. Για να εναντιωθεί κανείς στα σχέδια του ιμπεριαλισμού, δεν χρειάζεται να επαναλάβει «σκοτεινές κηλίδες», όπως η άρνηση μεγάλη μερίδας της Αριστεράς να παραδεχτεί τη σφαγή στη Σρεμπένιτσα, όταν ξεκίνησαν οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί στο Κόσσοβο.

Γιατί λοιπόν το έκανε ο Άσαντ; Ο ακτιβιστής-μπλόγκερ «Sarab», απαριθμώντας μια σειρά ενδείξεις για την ενοχή του καθεστώτος, καταλήγει: «Γιατί οι τελευταίοι 29 μήνες το δίδαξαν ότι μπορεί να το κάνει».

Η αλήθεια είναι πως το μπααθικό καθεστώς έχει κάνει αρκετές φορές (γύρω στις 15) περιορισμένη χρήση χημικών τους τελευταίους μήνες. Ανταποκριτές της «Le Monde» περιέγραφαν από το Μάη του 2013 ακόμα τις επιθέσεις με χημικά που δέχονταν οι αντάρτες στα προάστια της Δαμασκού, αλλά και νωρίτερα.

Δυόμιση χρόνια τώρα ο Άσαντ κλιμακώνει τη βία ενάντια στον πληθυσμό, «δοκιμάζοντας» τα όρια της «διεθνούς κοινότητας». Ξεκίνησε με ελεύθερους σκοπευτές σε ταράτσες, πέρασε σε επιθέσεις του στρατού, ακολούθησαν οι βομβαρδισμοί με το πυροβολικό, έπειτα η χρήση πυραύλων Σκουντ και βομβαρδιστικών αεροπλάνων, στο τέλος η περιορισμένη χρήση χημικών. Τίποτα δεν αποκλείει η επίθεση στο προάστιο της Δαμασκού να είναι μια νέα κλιμάκωση τέτοιου τύπου.

Όπως και να έχει, η χημική επίθεση άνοιξε πιο σοβαρά από ποτέ τη συζήτηση για μια ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Συρία. Καταρχήν η υποκρισία των δυτικών κυβερνήσεων βγάζει μάτι. Με «συμβατικά» και «νόμιμα» όπλα, οι νεκροί στη Συρία έχουν ξεπεράσει τους 100.000, χωρίς να συγκινείται κανείς από όσους σήμερα υψώνουν τα λάβαρα της «τιμωρίας για το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» στη Δαμασκό.

Η ιστορία είναι επίσης χρήσιμη. Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν βόμβες φωσφόρου στο Ιράκ, βοήθησαν τον Σαντάμ Χουσεΐν να χρησιμοποιήσει χημικά στον πόλεμο με το Ιράν, γνώριζαν για τη χρήση χημικών από τον Σαντάμ ενάντια στους Κούρδους από το 1988 και χρειάστηκαν 14 χρόνια για να «αντιδράσουν».

Είναι προφανές ότι το ζήτημα που τους απασχολεί δεν είναι οι ανθρώπινες ζωές που χάνονται στη Συρία. Οι απειλές πολέμου έχουν να κάνουν περισσότερο με το παιχνίδι δύναμης στο οποίο επιδίδονται οι δυτικοί και οι Ρώσοι με «γήπεδο» τη Συρία. Και οι δύο πλευρές φιλοδοξούν να καταλήξουν σε μια «πολιτική λύση», ωστόσο επιχειρούν να καταλάβουν τις καλύτερες δυνατές θέσεις στο διαπραγματευτικό τραπέζι.

Έτσι εξηγείται η «δοκιμασία» που κάνει ο Άσαντ στις ανοχές των μεγάλων δυνάμεων, η στήριξη που απολαμβάνει από τη Ρωσία και οι σημερινές αντιδράσεις των δυτικών, που θέλουν με τους πυραύλους ή με την απειλή των πυραύλων να «σπρώξουν» τον Άσαντ και τη Ρωσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με περιορισμένες απαιτήσεις.

Όπως γράφει στο μπλογκ του ο αριστερός σχολιαστής Louis Proyect: «Όταν οι ΗΠΑ αποφασίσουν μια καθεστωτική αλλαγή, θα το καταλάβετε. Όλοι οι κορυφαίοι αξιωματούχοι του Ομπάμα, από την Σαμάνθα Πάουερς ως τον Τζον Κέρι, θα γυρνάνε όλη μέρα στο CNN και το MSNBC να μιλάνε για την ανάγκη να προστατευτούν οι αθώοι άμαχοι και όλα τα σχετικά. Ο στρατηγός Ντέμπσεϊ θα εκφωνεί λόγους για την ανάγκη να εξουδετερωθούν τα όπλα μαζικής καταστροφής στη Συρία».  

Αυτά δεν συμβαίνουν. Το αμερικανικό κατεστημένο εμφανίζεται βαθιά διχασμένο. Η αλήθεια είναι πως πλέον η Ουάσινγκτον επεξεργάζεται και κοστολογεί όλα τα σενάρια, από την εισβολή και κατάληψη των χημικών εγκαταστάσεων, ως τη «ζώνη απαγόρευσης πτήσεων» και τα περιορισμένα «χειρουργικά» χτυπήματα σε συγκεκριμένες εγκαταστάσεις. Αλλά η τελική επιλογή παραμένει αντικείμενο διαμάχης.

Ένα πρόβλημα είναι οι ανησυχίες των ΗΠΑ για το «ποιόν» της αντιπολίτευσης, όπως τις εξέφρασε ο στρατηγός Ντέμπσεϊ, επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων. Στις 19 Αυγούστου, ελάχιστες μέρες πριν αρχίσουν να χτυπάνε τα τύμπανα του πολέμου, απαντώντας με επιστολή του σε ερώτημα γερουσιαστή για το ενδεχόμενο αμερικανικής στρατιωτικής δράσης στη Συρία, έγραφε: «Στη Συρία σήμερα δεν πρόκειται για επιλογή ανάμεσα σε δύο πλευρές, αλλά για επιλογή μίας από πάρα πολλές πλευρές. Πιστεύω πως η πλευρά που θα διαλέξουμε πρέπει να είναι έτοιμη να προωθήσει τα δικά της και δικά μας συμφέροντα, όταν η ζυγαριά κλίνει προς το μέρος της. Σήμερα, καμιά πλευρά δεν είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο».

Ένα δεύτερο ζήτημα είναι η κόπωση, αλλά και οι αποτυχίες σε Ιράκ, Αφγανιστάν, Λιβύη, όπως και ο φόβος επανάληψης του Αφγανιστάν, όταν οι ΗΠΑ στήριξαν τους μουτζαχεντίν ενάντια στη σοβιετική κατοχή για να «θερίσουν» στη συνέχεια την άνοδο των Ταλιμπάν και της Αλ-Κάιντα.

 

Τελευταίο, αλλά όχι αμελητέο με δεδομένη την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας, είναι το κόστος. Ο στρατηγός Ντέμπσεϊ δήλωσε στο Κογκρέσο τον Ιούλη πως η προσπάθεια «να αποτραπεί το καθεστώς από τη χρήση της αεροπορίας του» θα κοστίσει «500 εκατομμύρια αρχικά και έπειτα ένα δισ. δολάρια το μήνα».

Αν υπάρχουν τόσα προβλήματα, γιατί οι προετοιμασίες, τα στρατιωτικά σχέδια, οι επικοινωνίες μεταξύ ηγετών, η ακύρωση του σχεδιασμένου ραντεβού αμερικανών-ρώσων διπλωματών στη Χάγη για τη Συρία; Γιατί, απέναντι σε όλους τους φόβους που εκφράζουν τα «περιστέρια», τα «γεράκια» έχουν ένα βασικό επιχείρημα: Ο Ομπάμα οφείλει να απαντήσει στην «μπλόφα» του Άσαντ, για να μην αποκαθηλωθεί πλήρως στο διεθνές στερέωμα.

Η ανοιχτή παραβίαση της δηλωμένης «κόκκινης γραμμής» του Λευκού Οίκου δεν μπορεί να περάσει χωρίς απάντηση. Αν οι ΗΠΑ και οι δυτικές δυνάμεις δεν απαντήσουν στη σημερινή πρόκληση, οι «φίλοι» δεν θα ξαναπάρουν στα σοβαρά τις υποσχέσεις και οι «εχθροί» δεν θα ξαναπάρουν στα σοβαρά τις απειλές. Όπως επεσήμανε αξιωματούχος που υποστηρίζει την επέμβαση: «Ο αποδέκτης του μηνύματος δεν θα είναι μόνο η συριακή κυβέρνηση, υπάρχουν και άλλοι».

Ζυγίζοντας αυτά τα δεδομένα, αλλά και τη ρευστότητα σε όλη τη Μέση Ανατολή, ο Μπάρακ Ομπάμα δείχνει να προκρίνει (όπως διαρρέεται στον αμερικανικό Τύπο) κάποια «συμβολικά» χτυπήματα από μακρινή απόσταση. Δεν θα ρισκάρουν τίποτα (η αεράμυνα της Συρίας είναι υπολογίσιμος αντίπαλος και η αμερικανική κοινή γνώμη είναι ενάντια σε έναν νέο πόλεμο), θα κοστίσουν ελάχιστα και θα λειτουργήσουν όπως οι βομβαρδισμοί του Κλίντον στο Σουδάν: Δεν θα είναι το πρελούδιο ενός ολοκληρωτικού πολέμου, αλλά θα στέλνουν το μήνυμα για το ποιος είναι το αφεντικό.

Είναι μια μορφή πολέμου που έχει υιοθετήσει (σε χαμηλότερη ένταση) ο Ομπάμα, με τα «χειρουργικά» (τα εισαγωγικά, επειδή έχουν σκοτωθεί εκατοντάδες άμαχοι) χτυπήματα μη-επανδρωμένων αεροσκαφών.
Όμως δεν επιτρέπεται καμία επανάπαυση. Το παραμικρό χτύπημα των ιμπεριαλιστών στη Συρία μπορεί να ανατρέψει τα πάντα. Όπως έγραψε ο νεοσυντηρητικός Elliot Cohen στην «Washington Post»:

«Οι σκακιστές που σκέφτονται μια κίνηση μπροστά, συνήθως χάνουν. Το ίδιο συμβαίνει και με προέδρους που νομίζουν ότι μπορούν να εκτοξεύουν πυραύλους για μια-δυο μέρες και μετά να αποχωρήσουν νικητές. Η άλλη πλευρά, και όχι εμείς, αποφασίζει πότε τελειώνει η παρτίδα».

Αυτό στο οποίο συμφωνούν «περιστέρια» και «γεράκια» είναι πως ακόμα και ένα συμβολικό χτύπημα μπορεί να οδηγήσει σε μια πολύ πιο εκτεταμένη εμπλοκή στη Συρία. Ένα τέτοιο σενάριο μπορεί να ανοίξει τις πύλες της κολάσεως στη Μέση Ανατολή, εμπλέκοντας τη Χεζμπολά, το Ισραήλ, το Ιράν και άλλες δυνάμεις σε ένα πραγματικό ολοκαύτωμα.

Στην ίδια τη Συρία, όπου το λαϊκό κίνημα συνεχίζει τον ηρωικό του αγώνα κόντρα στις δυσκολίες του πολέμου και έκανε τη μαζική επανεμφάνισή του μετά τη χημική επίθεση, η ιμπεριαλιστική επέμβαση θα αποτελέσει μία ακόμα, πολύ σκληρή, «μαχαιριά» στον αγώνα των Σύριων.

Η παραμονή του Άσαντ στην εξουσία δεν είναι κάποιο «μικρότερο κακό», όπως αρχίζει να υπονοείται από μερίδα της Αριστεράς, μέσα στο χάος των εξελίξεων. Προϋποθέτει την πλήρη (φυσική και πολιτική) εξόντωση όλων όσων ξεσηκώθηκαν εναντίον του και θα βάλει ταφόπλακα σε όποια προοπτική άνοιξε η συριακή εξέγερση το 2011. Η ανατροπή του παραμένει κρίσιμος στόχος για τη συνολική πορεία της αραβικής επανάστασης. Αλλά χρειάζεται προσοχή.

Έτσι κι αλλιώς, η καταστροφή της χώρας, η αναζωπύρωση των θρησκευτικών διενέξεων και η εμπλοκή του ξένου παράγοντα έχει κάνει το μονοπάτι «Συρία μετά τον Άσαντ» πάρα πολύ δύσκολο για όσους αγωνίζονται για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Η άμεση εμπλοκή των ιμπεριαλιστών και ένας πόλεμος θα κάνει αυτό το μονοπάτι πολύ πιο δύσκολο.

Όπως καταλήγει η ανακοίνωση της Συριακής Επαναστατικής Αριστεράς για τη σφαγή: «Η επανάστασή μας δεν έχει κανέναν ειλικρινή σύμμαχο πέρα από τις επαναστάσεις των λαών της περιοχής και του κόσμου, και τους αγωνιστές που παλεύουν για να απελευθερώσουν τους εαυτούς τους από καταπιεστικά και εκμεταλλευτικά καθεστώτα».

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία