Το «σχέδιο Α», το «σχέδιο Β» και το «σχέδιο Κυβέρνηση της Αριστεράς»

Φωτογραφία

Η κυπριακή υπόθεση, η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με ανοιχτό το ενδεχόμενο της αποχώρησης της χώρας από το ευρώ, είναι η πιο απροκάλυπτη απόδειξη πως η βαθιά καπιταλιστική κρίση απαιτεί όχι μόνο την υποτίμηση της εργασίας, αλλά και την καταστροφή τμημάτων –των πιο αδύναμων– του κεφαλαίου.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Γιώργος Σαπουνάς

Επανέφερε ορμητικά το δίλημμα «μέσα ή έξω απ’ το ευρώ», όχι μόνο μεταξύ της κοινής γνώμης και ορισμένων αριστερών αφηγήσεων, αλλά ως ενδεχόμενο ρεαλιστικό και άμεσο για μερίδες της άρχουσας τάξης και πολιτικές της εκπροσωπήσεις στην Ελλάδα, στον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά και συνολικά στις χώρες της Ευρωζώνης.

Η συζήτηση για το «σχέδιο Β» (δραχμή) σε αντιπαράθεση με το «σχέδιο Α» (πάση θυσία ευρώ) αναδεικνύεται ως πτυχή ενός αστικού «σχεδίου  Α-Β», μιας ενδεχόμενης επιλογής των αστικών κέντρων.  

Ασφαλώς εξακολουθεί να παραμένει κυρίαρχη η ευρωπαϊκή στρατηγική και ο Σαμαράς να απολαμβάνει ισχυρότατης (αν όχι καθολικής) στήριξης από τα ντόπια αστικά κέντρα. Ωστόσο οι διεργασίες για τη διερεύνηση εναλλακτικών σχεδίων διεξόδου για τον ελληνικό καπιταλισμό είναι σε πλήρη εξέλιξη, καθώς η ΟΝΕ μέσα στην κρίση αποδεικνύεται όχι μόνο φυλακή των λαών, αλλά και των πιο αδύναμων καπιταλιστών.

Αν απ’ την πλευρά της κυρίαρχης, ευρωπαϊστικής αντίληψης και της μνημονιακής κυβερνητικής στρατηγικής γίνεται προσπάθεια να αναδειχθεί ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική», από την πλευρά της αμφισβήτησης του δρόμου των μνημονίων και κυρίως απ’ την πλευρά της Αριστεράς και των κοινωνικών της ακροατηρίων μπαίνει πιο έντονα από ποτέ η ανάγκη της ουσιαστικής και δημόσια προπαγανδισμένης κατάρριψης του «ταμπού ευρώ».

Καθόλου τυχαία πρόσφατη μέτρηση έδειξε πως η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ αντιτίθενται σ’ αυτό τον εκβιασμό. Αντίστοιχα και απολύτως φυσιολογικά η συζήτηση αυτή έχει ξανανοίξει με νέους όρους μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που φαίνεται κι από δηλώσεις προβεβλημένων στελεχών της ηγετικής ομάδας, όπως ο υπεύθυνος Τύπου που δηλώνει, ίσως για πρώτη φορά τόσο καθαρά, πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δέχεται την παραμονή στο ευρώ πάση θυσία!

Οι εξελίξεις αυτές δικαιώνουν σε σημαντικό βαθμό την επιμονή της Αριστερής Πλατφόρμας στη θέση «καμία θυσία για το ευρώ» και στο ουσιαστικό της περιεχόμενο που αφορά στη διαθέσιμη επιλογή της αποχώρησης από την ΟΝΕ, καθώς αποδεικνύεται και από την εμπειρία της κυπριακής τραγωδίας πως μπορεί να αποτελέσει «αναγκαία συνθήκη» για μια πραγματική και ως το τέλος σύγκρουση με την τρόικα και την ανατροπή των μνημονίων. Αποτελεί όμως ταυτόχρονα και την «ικανή συνθήκη»;

Το υπόδειγμα των δεξιών και των κεντροαριστερών κυβερνήσεων που εναλλάσσονται στη θέση της αστικής διαχείρισης ή όπως σήμερα βιώνουμε στις συνθήκες της κρίσης, την αναλαμβάνουν από κοινού, μόνο σ’ ένα μικρό βαθμό σχετίζεται με την προεκλογική ρητορεία. Στην πραγματικότητα σχετίζεται κυρίως στην οικοδόμηση σχέσεων με την κυρίαρχη τάξη, σχέσεων με βιομήχανους, τραπεζίτες, εφοπλιστές, μεγαλοεκδότες, τεχνοκράτες της αγοράς, στελέχη του κρατικού μηχανισμού, όλους αυτούς που αποτελούν το δίκτυο της πραγματικής εξουσίας, την ψυχή και την καθοδήγηση του αστικού κράτους. Οι προεκλογικές ρητορείες με κανέναν τρόπο δεν αποτελούν δεσμεύσεις απέναντι στον λαό.

Ο στόχος της Κυβέρνησης της Αριστεράς δεν μπορεί ωστόσο να εξυπηρετηθεί με τον ίδιο τρόπο και μεθοδολογία. Το κριτήριο των σχέσεων και των δεσμεύσεων ισχύει, αλλά για την Αριστερά σημαίνει τον ταξικό και κοινωνικό συσχετισμό απέναντι στο αστικό στρατόπεδο. Σχέσεις δηλαδή με την εργατική τάξη και το λαό γενικότερα και δεσμεύσεις απέναντί του.

Οι προγραμματικές αιχμές της Αριστεράς στο δρόμο για την κατάκτηση της κυβέρνησης αποτελούν μέσο πολιτικού και ιδεολογικού διαλόγου και καθοδήγησης, αποτελούν στοιχείο ταυτότητας και φυσιογνωμίας, αποτελούν απόδειξη πως η Αριστερά ούτε θέλει, αλλά ούτε και μπορεί να διαχειριστεί μετεκλογικά το εκλογικό ποσοστό κατά την κρίση της μετακινούμενη από τις δεσμεύσεις και τους στόχους της, διαμορφώνοντας έτσι όχι μόνο ισχυρούς δεσμούς με τους εργαζόμενους και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, αλλά τις προϋποθέσεις για μια μεγάλη ιστορική ανατροπή με ανοιχτό σοσιαλιστικό ορίζοντα.

Συγκεκριμένα λοιπόν, για τον ΣΥΡΙΖΑ, οι αιχμές που συνέγειραν εκατοντάδες χιλιάδες και του έδωσαν τη δυνατότητα να διεκδικεί με αξιώσεις την κυβέρνηση αφορούν στην άμεση ανατροπή και αναστροφή της λιτότητας μέσα από μια ισχυρή Κυβέρνηση της Αριστεράς, που δεν θα υποχωρήσει στις πιέσεις και τους εκβιασμούς.

Μιας ανατροπής που ξεκινά με τη μονομερή κατάργηση των μνημονίων χωρίς τη λογική της αντικατάστασής του από «ισοδύναμα» μέτρα, καθώς κάτι τέτοιο, ακόμη κι αν ήταν εφικτό, δεν θα σήμαινε καμιά ανατροπή της λιτότητας παρά μόνο τη «μετονομασία» της και την κατ’ ουσία αποδοχή των ίδιων όρων που την επέβαλαν, δηλαδή της πληρωμής του χρέους και της αποδοχής των όρων των δανειστών και των απαιτήσεων ντόπιων και ξένων αστικών κέντρων για τις προϋποθέσεις της όποιας «ανάπτυξης».

Αντίθετα καλεί το λαό στο δρόμο της απόρριψης του χρέους και της παύσης πληρωμών των τοκοχρεολυσίων ως αναγκαία προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση του σχεδίου της οικονομικής ανασυγκρότησης με όρους ανατροπής της λιτότητας, ταυτόχρονα με την επιβολή βαριάς φορολογίας στο κεφάλαιο, εθνικοποίησης των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, εξασφάλισης δημόσιας υγείας, παιδείας και ασφάλισης για όλους.
Μια τέτοια πορεία απαιτεί την ενεργή συμμετοχή του ίδιου του κόσμου μέσα από τη διεύρυνση της δημοκρατίας με θεσμούς κοινωνικού και εργατικού ελέγχου.

Όλα αυτά τα προγραμματικά σημεία είναι απολύτως αλληλένδετα και αλληλεξαρτούμενα και αποτελούν το ανελαστικό πλαίσιο της εξυπηρέτησης των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των σύμμαχων υποτελών τάξεων. Μ’ αυτή την έννοια η Κυβέρνηση της Αριστεράς δεν μπορεί να είναι κυβέρνηση συνεργασίας με πολιτικούς εκπροσώπους του αντίπαλου, μερίδων του ντόπιου και του ξένου κεφαλαίου. Μπορεί να προκύψει σαν συνεργασία όλων των δυνάμεων της Αριστεράς, είτε ως αποτέλεσμα της δυναμικής που αναπτύσσει μέσα στην κοινωνία το ανατρεπτικό της πρόγραμμα και το σοσιαλιστικό της όραμα.

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία