100 χρόνια από τη δολοφονία της Ρόζας Λούξεμπουργκ

Φωτογραφία

Μια μεγάλη μορφή του επαναστατικού μαρξισμού

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Χρήστος Σταυρακάκης
[Η] βιβλιογραφία της και η πλήρης συλλογή των έργων της... θα είναι ένα διδακτικότατο μάθημα, που θα διαπαιδαγωγεί πολλές γενιές κομουνιστών σε όλο τον κόσμο»
–Λένιν

Πριν από περίπου 100 χρόνια, η Ρόζα Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκε από τα παρακρατικά Frei Korps της κυβέρνησης των Σοσιαλδημοκρατών πρώην συντρόφων της, σκορπώντας την οργή και τη θλίψη στο διεθνές επαναστατικό μαρξιστό κίνημα. Αν και τη δολοφόνησαν, αν και συστηματικά προσπάθησαν διάφοροι επίγονοι να διαστρεβλώσουν τη σκέψη, τη δράση και της ιδέες της, η Κόκκινη Ρόζα, η φλογερή επαναστάτρια, καταφέρνει ακόμα να εμπνέει αγωνιστές και αγωνίστριες της κοινωνικής αντίστασης σε όλο τον κόσμο. 
Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, παραμένει μία από τις πιο παρεξηγημένες επαναστατικές «μορφές». Η πολιτική κληρονομιά της αξίζει να μελετηθεί, να διαβαστεί χωρίς στρεβλώσεις και πάντα ενταγμένη στο πνεύμα της εποχής όπου έδρασε: την εποχή της μεγάλης επαναστατικής αναταραχής στην Ευρώπη, της νικηφόρας σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία και την εποχή ενός ζωντανού οράματος απελευθέρωσης της ανθρωπότητας από τα καπιταλιστικά δεσμά. Οι συζητήσεις για τη ζωή, τη δράση και τη σκέψη της χρειάζεται να προσπαθούν να κατανοήσουν τον τρόπο και τη μεθοδολογία της, να διαμορφώσουν κριτήρια και όχι να περιορίζονται σε επαναστατικούς διθυράμβους μνήμης.
Στην υπεράσπιση της 
εργατικής επανάστασης

Η Ρόζα ανήκει σ’ εκείνη τη γενιά που αντιτάχθηκε αποφασιστικά στο σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εμπνεύστηκε από την επανάσταση στη Ρωσία και έμεινε πιστή, ως γενιά, στη δυνατότητα που έχει η εργατική τάξη με τη μαζική της επαναστατική δράση να γκρεμίσει την καπιταλιστική κυριαρχία και να οικοδομήσει μια άλλη, σοσιαλιστική κοινωνία. Είναι εκείνη η γενιά που έχτισε τα κομουνιστικά κόμματα στις αρχές του 20ού αιώνα και την Γ΄Διεθνή. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε μάλιστα ότι η Ρόζα αποτελεί τη θεωρητικό της σοσιαλιστικής επανάστασης στον ανεπτυγμένο Δυτικό Καπιταλισμό.
Η Ρόζα, Πολωνή και Εβραία στην καταγωγή, από πολύ μικρή ηλικία εντάχθηκε στο SPD (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας), το οποίο στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν το μαζικότερο εργατικό κόμμα στον κόσμο. Ήταν το καμάρι του διεθνούς σοσιαλιστικού κινήματος (και το κόμμα του Ένγκελς), με τεράστια πολιτική και εκλογική επιρροή. Το SPD δεν ήταν απλά ένα μαζικό εργατικό κόμμα, αλλά περισσότερο η εργατική τάξη συγκροτημένη σε πολιτικό κόμμα με περίπου ένα εκατομμύριο μέλη στις αρχές της δεκαετίας του 1900 και μία πολιτική επιρροή που κινητοποιούσε τέσσερα εκατομμύρια εργάτες. 
Στις ζωντανές αντιπαραθέσεις της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, που στην πραγματικότητα αντικατόπτριζαν τις συζητήσεις της τότε διεθνούς Σοσιαλδημοκρατίας, η Ρόζα από μικρή ηλικία άρχισε να επιχειρηματολογεί και να αντιπαρατίθεται με το ρεφορμιστικό ρεύμα του κοινοβουλευτισμού και του «αστικού πολιτικού ρεαλισμού». Στις κεντρικές της θέσεις ήταν αφενός η συστηματική υπεράσπιση της επαναστατικής προοπτικής και αφετέρου η εμπιστοσύνη της στη μαζική επαναστατική δραστηριότητα των εργατικών και λαϊκών μαζών.
Απέναντι σε ένα ρεύμα μεταρρυθμισμού και μετατροπής της υπόθεσης του σοσιαλισμού σε μία άνευρη κοινοβουλευτική-εκλογική διαδικασία, η Ρόζα επέμεινε στη σύνδεση της καθημερινής πάλης των μαζών με την προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτή η προοπτική μπορεί να δώσει νόημα και σκοπό στους συνδικαλιστικούς αγώνες, οι οποίοι οφείλουν να αποτελέσουν τμήμα της προετοιμασίας για την επαναστατική ρήξη. Αυτές οι ιδέες διατυπώθηκαν στο βιβλίο «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση», που γράφτηκε το 1899.
Στη συνέχεια αυτής της προβληματικής, μετά την εμπειρία της Ρώσικης επανάστασης του 1905, η Ρόζα «είδε» στη μαζική πολιτική απεργία (και στα σοβιέτ – εργατικά συμβούλια) την πιο προωθημένη μορφή μαζικής εργατικής επαναστατικής πάλης. Η μαζική πολιτική απεργία για τη Ρόζα δεν είναι μια περιορισμένη συνδικαλιστική κινητοποίηση με ημερομηνία λήξης, ένα «επεισόδιο» δοκιμής της εργατικής δύναμης που αποφασίζει μία κομματική/συνδικαλιστική ηγεσία. Είναι ένα ιστορικό φαινόμενο, μια ιστορική αναγκαιότητα (που κανένα κόμμα δεν μπορεί να προαποφασίσει) στο οποίο οι οικονομικές/συνδικαλιστικές διεκδικήσεις αλληλοδιαπλέκονται με τις πολιτικές διεκδικήσεις, δημιουργώντας μία μαζική επαναστατική δυναμική. Ένας από τους παράγοντες που «καθορίζουν» εν μέρει αυτή την πολύπλοκη κοινωνική και πολιτική διαδικασία είναι το Κόμμα, το οποίο δεν μπορεί να περιμένει μοιρολατρικά, ούτε μπορεί να «φαντασιώνεται» ότι «θα κάνει αυτό την επανάσταση», αλλά πρέπει να προετοιμάζεται και να λειτουργεί ως καταλύτης των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, ώστε την κρίσιμη στιγμή να μπορέσει να γίνει η ραχοκοκαλιά του αγώνα, έχοντας στις γραμμές του τα πιο πρωτοπόρα κομμάτια της εργατικής τάξης.
Αυτό που η ίδια υπερτίμησε ήταν η δυνατότητα που είχε η αυθόρμητη επαναστατική κίνηση των μαζών να αντιπολιτευτεί τη γραφειοκρατική-ρεφορμιστική κομματική ηγεσία (αλλά και τον κομματικό μηχανισμό των χιλιάδων επαγγελματικών στελεχών του SPD) και να «διορθώσει» την πολιτική γραμμή.
Το κόμμα και η δημοκρατία
Παρά τις διαφόρων ειδών παρερμηνείες ή λαθροχειρίες σε σχέση με την άποψη της Ρόζας για το αναγκαίο επαναστατικό κόμμα, αυτή υποστήριζε αταλάντευτα τον κεντρικό ρόλο του κόμματος, ως την οργάνωση των πιο πρωτοπόρων και μαχητικών στοιχείων ανάμεσα στους εργάτες και τις εργάτριες, οργάνωση που δεν μπορούσε παρά να βασίζεται στην επαναστατική αυτοπειθαρχία, ένα κόμμα των μαζών μέσα στις μάζες. Η κριτική της απέναντι στον Λένιν και τους μπολσεβίκους για υπερσυγκεντρωτισμό πρέπει να γίνει κατανοητή στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης στο SPD απέναντι σε μία ολοένα και πιο γραφειοκρατική ηγεσία, η οποία αξιοποιούσε τον κομματικό συγκεντρωτισμό για να περιορίσει τη δράση του κόμματος, σε αντίθεση με τους μπολσεβίκους για τους οποίους ο συγκεντρωτισμός ήταν όρος επιβίωσης στις εξαιρετικά αυταρχικές συνθήκες του τσαρικού καθεστώτος.
Η Ρόζα τάχθηκε από την πρώτη στιγμή στο πλευρό της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία, δηλώνοντας απερίφραστα ότι ο Λένιν και οι σύντροφοί/ισσές του έσωσαν την τιμή του παγκόσμιου σοσιαλισμού, επιρρίπτοντας ταυτόχρονα ευθύνες στην καθυστέρηση της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, για τη διαφαινόμενη απομόνωση της Ρώσικης Επανάστασης. Ωστόσο, την ίδια στιγμή διέβλεπε στα μέτρα των Μπολσεβίκων ένα σοβαρό κίνδυνο, παρά την κατανόηση της επείγουσας άμυνας απέναντι στην αντεπανάσταση, τον κίνδυνο μιας αυταρχικής εκτροπής. 
Η δημοκρατία για τη Ρόζα ήταν η δραστήρια, ενεργητική και δίχως εμπόδια πολιτική ζωή των πλατιών λαϊκών μαζών, η οποία είναι και μέσο και σκοπός για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Παρότι η ίδια άσκησε πολύ έντονη κριτική για την κατάργηση του κοινοβουλίου στη Ρωσία, όταν το κόμμα της, το Κομουνιστικό Κόμμα Γερμανίας-Σπάρτακος (KPD-Spartakusbund), το 1918 στην πρώτη Γερμανική Επανάσταση αντιμετώπισε το «ίδιο ζήτημα», η Ρόζα πήρε θέση υπέρ της εξουσίας των εργατικών συμβουλίων και υπέρ της κατάργησης του θεσμού του Κοινοβουλίου.
Αποφασιστικά ενάντια 
στον πόλεμο

Οι αναλύσεις της Ρόζας για τον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό και για τον χαρακτήρα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας (ακόμα και σήμερα) και ήταν ουσιαστικά η θεωρητική-πολιτική βάση της αντιπολεμικής πάλης της διεθνούς Σοσιαλδημοκρατίας πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τη φιλοϊμπεριαλιστική-πατριωτική στροφή του SPD, η ίδια έθεσε στον εαυτό της το καθήκον της αντίστασης στο τεράστιο σφαγείο των εργατικών μαζών, μέσα σε ένα καθεστώς πολύ σκληρής κομματικής και στρατιωτικής λογοκρισίας. Απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, υποστήριξε σθεναρά το αίτημα της ειρήνης, η οποία όμως για να επιτευχθεί και να ανταποκρίνεται στις εργατικές-λαϊκές ανάγκες χρειάζεται την όξυνση της ταξικής πάλης και την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο. Επικοινωνούσε έτσι με την άποψη του Λένιν για τη μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο και κοινωνική επανάσταση. H αποφασιστική της στάση απέναντι στον πόλεμο σηματοδότησε την αρχή μιας σύντομης, αλλά φρενήρους πολιτικής και κομματικής δραστηριότητας που έμελλε να είναι καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη του παγκόσμιου κομουνιστικού κινήματος.

Φύλλο Εφημερίδας