Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να επιβληθεί μόνο υπό την προϋπόθεση της κινητοποίησης, της δράσης και της οργάνωσης του ίδιου του κόσμου. Που εξακολουθεί να είναι η μοναδική δύναμη που μπορεί να παραλύει τις καθεστωτικές δυνάμεις και να τις αναγκάζει σε υποχωρήσεις.
Εκλογές 17 Ιούνη: Με τον ΣΥΡΙΖΑ, για να ολοκληρωθεί η ανατροπή της 6ης Μάη
Στις 17 Ιούνη μια μεγάλη ανατροπή είναι εφικτή. Τα μνημόνια και οι βάρβαρες πολιτικές λιτότητας, που επέβαλαν η ντόπια κυρίαρχη τάξη και οι διεθνείς σύμμαχοί της στην ΕΕ και στο ΔΝΤ, πρέπει και είναι δυνατόν να δεχτούν ένα καίριο πολιτικό χτύπημα. Τα κόμματα που υπηρέτησαν αυτή την αντεργατική και αντικοινωνική πολιτική –η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ– είναι εφικτό να εκδιωχθούν από την κυβερνητική εξουσία.
Αυτή η δυνατότητα άνοιξε με το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μάη, όταν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι ανέδειξαν νικητή τον ΣΥΡΙΖΑ, κάνοντας μια μαζική στροφή προς τη ριζοσπαστική, αριστερή, ενωτική πολιτική. Αυτή η δυνατότητα ενισχύθηκε από την αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ στις ντόπιες και διεθνείς πιέσεις για συγκρότηση κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας ή Εθνικής Σωτηρίας, που θα συνέχιζε τη μνημονιακή πολιτική παρά το λαϊκό μήνυμα της 6ης Μάη.
Κρίση
Μπροστά στην κάλπη της 17ης Ιούνη οι καθεστωτικές δυνάμεις είναι πανικόβλητες. Βλέπουν να ανοίγει κάτω από τα πόδια τους μια πρωτόγνωρη πολιτική κρίση, την ώρα της πιο επικίνδυνης διεθνούς οικονομικής κρίσης, που μπορεί να οδηγήσει το σύστημα συνολικά σε πρωτοφανή αστάθεια. Συσπειρώνονται γύρω από το κόμμα του Σαμαρά –παρά τις προφανείς ανεπάρκειές του– για να εμποδίσουν μια νέα νίκη της Αριστεράς. Επιφυλάσσουν στο Βενιζέλο –τον αρχηγό της άλλοτε κραταιάς σοσιαλδημοκρατίας– ένα δεύτερο ρόλο, εφεδρείας και ταυτόχρονα συμπληρωματικής δύναμης στη Δεξιά, με στόχο να διασφαλίσουν μια κάποια «κυβερνησιμότητα» για το σύστημα.
Η απαίτηση της Μέρκελ για δημοψήφισμα (υπέρ ή κατά του ευρώ) ταυτόχρονα με την κάλπη της 17ης Ιούνη, δείχνει την ανησυχία του «διεθνούς παράγοντα», αλλά και το εύρος των δυνάμεων που έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Αν οι δυνάμεις αυτές επικρατήσουν –έστω και οριακά– το αποτέλεσμα θα είναι πολύ επικίνδυνο για τους εργαζόμενους και τις λαϊκές τάξεις. Η πιθανότητα εφαρμογής στην πράξη του Μνημονίου 2 θα ενισχυθεί, με την απειλή να γυρίσουν τα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα πολλές δεκαετίες πίσω.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μια τέτοια πολιτική νίκη του συστήματος είναι κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένη. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πιθανό να αναδειχθεί ως πρώτο πολιτικό κόμμα, επιδιώκοντας μια κυβέρνηση της Αριστεράς που θα ανατρέψει τα μνημόνια. Αυτό από μόνο του είναι ένα πολιτικό θαύμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λίγους μόνο μήνες πριν, ήταν ένα πολιτικό μέτωπο με επιρροή γύρω στο 5%, αισθητά πίσω από τις συμπαγείς δυνάμεις του ΚΚΕ. Η εκτίναξή του οφείλεται στην παρέμβαση των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων, μέσα από τις εμπειρίες τους σε μια περίοδο σκληρών ταξικών αγώνων και όχι κοινοβουλευτικής «ομαλότητας».
Η εκτίναξή του ήταν, επίσης, προϊόν των πολιτικών επιλογών του, που επιβραβεύτηκαν από τον κόσμο: Της ριζοσπαστικής αντιπολίτευσης στα μνημόνια και στην τρόικα, της πρότασης για κυβέρνηση της Αριστεράς που θα πρέπει να επιχειρήσει την ανατροπή εδώ και τώρα (και όχι σε ένα αόριστο μέλλον, όταν και εφόσον έχουν «ωριμάσει» οι συνθήκες). Για κάθε εργαζόμενο, για κάθε νέο, η συσπείρωση γύρω από την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, γύρω από την προοπτική μιας μεγάλης πολιτικής νίκης της ριζοσπαστικής Αριστεράς, γίνεται ένας ορατός τρόπος για να υπερασπίσουμε την τάξη μας, για να αλλάξουμε τον κόσμο.
Μια τέτοια πολιτική νίκη της Αριστεράς θα είναι επίσης ένα αποφασιστικό βήμα για να φράξουμε το δρόμο στην ακροδεξιά και ιδιαίτερα στους νεοναζί της Χρυσής Αυγής.
Κυβέρνηση της Αριστεράς
«Μια εργατική κυβέρνηση που προκύπτει από μια κοινοβουλευτική συγκυρία, η οποία λοιπόν είναι καθαρά κοινοβουλευτικής προέλευσης, μπορεί να δώσει την ευκαιρία για μια αναζωπύρωση του επαναστατικού εργατικού κινήματος…»
(4ο Συνέδριο της 3ης Διεθνούς).
Δεν υποστηρίξαμε ποτέ και δεν πιστεύουμε ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα έχει ένα εύκολο έργο, ότι οι εξελίξεις, που θα ακολουθήσουν, θα είναι «ζάχαρη, ψιλή, τριμμένη».
Έχουμε καθαρό ότι η κυρίαρχη τάξη θα διατηρεί την πραγματική εξουσία στην οικονομία, στο κράτος, στους μηχανισμούς. Έχουμε ακούσει πολλές φορές στο παρελθόν τον υποκριτικό ισχυρισμό «παραλάβαμε καμένη γη» από νέους κυβερνήτες που ήθελαν από την πρώτη ημέρα να υποβαθμίσουν τις προεκλογικές υποσχέσεις τους. Όμως αυτή τη φορά δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι τα μνημονιακά κόμματα, που καταρρέουν, αφήνουν πίσω τους κυριολεκτικά καμένη γη. Ακόμα δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι ο διεθνής παράγοντας και ειδικότερα η ΕΕ θα κρατήσουν μια σκληρή στάση απέναντι σε μια πιθανή κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα, επιδιώκοντας κυρίως να περιορίσουν τη «μετάδοση» των αλλαγών σε όλη την Ευρώπη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί με σαφήνεια ότι η δημιουργία μιας κυβέρνησης της Αριστεράς θα σημαδευτεί από μια κορυφαία πολιτική πράξη: την ανατροπή των μνημονίων και την κατάργηση των εφαρμοστικών νόμων που προέκυψαν από αυτά. Αυτή η δέσμευση, αν υλοποιηθεί, έχει τεράστια σημασία: Ανακόπτει τον κατήφορο προς την κοινωνική έρημο και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανάκαμψη των εργατικών κατακτήσεων.
Δεν είναι τυχαίο ότι το σύνολο των καθεστωτικών δυνάμεων θεωρούν αυτή την προοπτική ως ακραία «ανευθυνότητα» και τη θέτουν εκτός κάθε πλαισίου διαλόγου ή συναινέσεων. Η κατάργηση των μνημονίων μπορεί να επιβληθεί μόνο ως μια μεγάλη πράξη πολιτικής ανατροπής. Και μόνο αυτή θα άξιζε την «περιπέτεια» μιας απόπειρας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Σύγκρουση
Από κει και πέρα είναι σίγουρο ότι θα ανοίξει μια παρατεταμένη περίοδος αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων. Πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουμε ότι αυτή θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από τη σκοπιά ενός «μεταβατικού προγράμματος» που θα λογοδοτεί στις ανάγκες του κόσμου μας. Ως βασικές συντεταγμένες αυτού του προγράμματος η ΔΕΑ έχει υποστηρίξει τη στάση πληρωμών προς τους ντόπιους και διεθνείς τοκογλύφους, την κρατικοποίηση των τραπεζών και των ιδιωτικοποιημένων μεγάλων ΔΕΚΟ, τη φορολόγηση του κεφαλαίου και την πολιτική «αναδιανομής» πλούτου (αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, στήριξη των δημόσιων σχολείων και νοσοκομείων κ.λπ).
Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να επιβληθεί μόνο υπό την προϋπόθεση της κινητοποίησης, της δράσης και της οργάνωσης του ίδιου του κόσμου. Που εξακολουθεί να είναι η μοναδική δύναμη που μπορεί να παραλύει τις καθεστωτικές δυνάμεις και να τις αναγκάζει σε υποχωρήσεις.
Τέλος, δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να επιβληθεί μόνο με το συντονισμό, την αλληλεγγύη, την κοινή δράση όλης της Αριστεράς. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναλαμβάνουν σοβαρές ευθύνες, όταν μένουν έξω από την πολιτική διεκδίκησης της κυβέρνησης της Αριστεράς και πολύ περισσότερο όταν την πετροβολούν, δίνοντας επιχειρήματα στο Σαμαρά και στο Βενιζέλο.
Καμιά θυσία για το ευρώ
Τελευταίο καταφύγιο των καθεστωτικών δυνάμεων είναι η προσπάθεια να κρύψουν όλα τα επίδικα της περιόδου πίσω από το δίλημμα: Ευρώ ή δραχμή; Επιχειρούν έτσι να πανικοβάλουν τον κόσμο, να τον απειλήσουν ότι μετά από τους μισθούς και τις συντάξεις θα χάσει και τις (λιγοστές, έστω) αποταμιεύσεις ή καταθέσεις του.
Επιχειρούν έτσι να κρύψουν τις εκτιμήσεις ότι ο ταχύτερος δρόμος επιστροφής σε «εθνικό νόμισμα» είναι η ολοκλήρωση της καταστροφικής πολιτικής των μνημονίων, ή τις πιθανότητες αποβολής της χώρας από το κλαμπ της ευρωζώνης, μέσα από μια πανικόβλητη απόφαση των ευρωηγεσιών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δηλώσει ότι δεν επιλέγει την έξοδο από το ευρώ ως δική του πρωτοβουλία. Ότι επιλέγει την πάλη για την ανατροπή της λιτότητας και την αλλαγή της Ευρώπης, σε συνεργασία με τις μεγάλες δυνάμεις του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.
Όμως την ίδια στιγμή είναι καθαρό ότι στον κόσμο ωριμάζει η διάθεση που απορρίπτει την «πάση θυσία» παραμονή στο ευρώ. Ενισχύεται η άποψη που λέει ότι μπροστά στο δίλημμα «ευρώ ή εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα» θα επιλέξουμε τη στήριξη των αναγκών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Σε αυτή τη διεργασία λογοδοτεί το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ «Καμιά θυσία για το ευρώ», που πρέπει να υπηρετηθεί με ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα.
Στην πάλη για την ανατροπή των μνημονίων και της λιτότητας μπορούν να αλλάξουν όλοι και όλα. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα οι Μέρκελ και Σόιμπλε αναγνωρίζουν ως αντίπαλο στην Ελλάδα ακόμα και τα τμήματα του ΣΥΝ που είχαν και έχουν «ευρωκεντρικές» αυταπάτες. Κατά συνέπεια η ανάδειξη του συνθήματος για «έξοδο από το ευρώ» ως διαχωριστικής γραμμής μέσα στην Αριστερά είναι αποπροσανατολιστική. Οδηγεί σε περιχαράκωση και παθητικότητα, σε ανακλαστικά κατώτερα των περιστάσεων.