Τις τελευταίες εβδομάδες οι εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, έχοντας φτάσει για άλλη μια φορά στο «παρά πέντε», έπιασαν τους «πυροσβεστήρες»: Ο Ντράγκι εξήγγειλε ότι η ΕΚΤ θα αγοράζει απεριόριστα χρέη χωρών που έχουν προβλήματα, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας είπε το «ναι» στον μόνιμο μηχανισμό «σταθερότητας», τον ESM, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Μπαρόζο ανήγγειλαν το σχέδιο για τραπεζική ένωση στην Ευρώπη. Μέσα στη γενική ευφορία ειπώθηκαν και «καλά λόγια» για την Ελλάδα και επαναβεβαιώθηκε ότι αυτή δεν θα εκδιωχθεί από την ευρωζώνη. Προς το παρόν φαίνεται να επανήλθε μπουνάτσα στα ευρωπαϊκά νερά. Το πιθανότερο είναι όμως ότι δεν θα κρατήσει για πολύ.
Κατ’ αρχάς απαραίτητη προϋπόθεση για να αγοράσει η ΕΚΤ τα χρέη των υπερχρεωμένων χωρών είναι αυτές να ενταχθούν σε μηχανισμούς μνημονίων, δηλ. να εξασφαλίσουν ότι, μέσω της ύφεσης στην οποία θα οδηγηθούν -όπως πολύ καλά ξέρουμε από την περίπτωση της Ελλάδας-, θα έχουν περισσότερα προβλήματα χρέους στο μέλλον! Η ΕΚΤ μπορεί, ακριβώς εξαιτίας της πολιτικής που θα επιβάλει, να ασκεί ένα σισύφειο έργο, χωρίς νόημα. Το «όπλο» του Ντράγκι («μπαζούκας» το αποκαλούν ήδη τα συστημικά μέσα) μπορεί να αποδειχθεί γρήγορα πιστολάκι για τα μαλλιά.
Διαφωνίες
Δεύτερον, η απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για τον ESM θα δημοσιευθεί επισήμως τον Δεκέμβριο και επειδή ο πολιτικός χρόνος είναι πάρα πολύ πυκνός στις μέρες μας, οι εξαιρέσεις και οι υποσημειώσεις που ίσως εμφανιστούν τότε, μπορεί στην ουσία να αναιρούν την απόφαση.
Τρίτον, όσον αφορά την τραπεζική ένωση (που είναι προάγγελος του αντικειμενικού σκοπού, δηλ. της δημοσιονομικής και τελικά της πολιτικής ένωσης των κρατών-μελών), κανείς δεν μπορεί να εξασφαλίσει ότι κάτι τέτοιο θα λειτουργήσει χωρίς σοβαρότατες αναταράξεις στο μέλλον. Οι «προβλέψεις» που έγιναν για το ευρώ πριν από δέκα χρόνια, αλλά και όλες οι πρόσφατες ενδιάμεσες αποφάσεις στις συνόδους κορυφής για τη διάσωση του νομίσματος, αποδείχθηκαν εξαιρετικά κοντόθωρες για να μην πούμε αυτοκτονικές. Σε κάθε περίπτωση η κυριαρχική αυτή λειτουργία της ΕΚΤ θα αργήσει να αρχίσει (οι εξουσίες της ξεκινούν την 1η Ιουλίου 2013, ωστόσο ουσιαστικά θα μπορεί να τις ασκήσει από τις αρχές του 2014) και μέχρι τότε πολλές αναποδιές μπορεί να έχουν επισυμβεί.
Εξάλλου οι διαφωνίες έχουν ήδη διατυπωθεί: Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε έχει ήδη εκφράσει τις αντιρρήσεις του Βερολίνου (από τη Λευκωσία όπου βρισκόταν για το ECOFIN δήλωσε ότι δεν αναμένει συμφωνία για το μηχανισμό κοινής τραπεζικής εποπτείας στην Ευρωζώνη εντός του 2012). Και δεν είναι μόνον οι γερμανικές αντιρρήσεις. Η τραπεζική ενοποίηση του Μπαρόζο θα σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα μπορεί να ελέγχει 6.000 τράπεζες στην ευρωζώνη και μάλιστα το σχετικό προσχέδιο προβλέπει ότι ο εποπτικός ρόλος της θα αφορά και τραπεζικά ιδρύματα εκτός ευρωζώνης. Αυτό το τελευταίο έχει ήδη επισύρει την έντονη αντίδραση της Βρετανίας, πολλοί βουλευτές της οποίας ζητούν έξοδο της χώρας συνολικά από την ΕΕ.
Οι ανησυχίες είναι μεγάλες ακόμη και σε άλλες χώρες. Η βελγική οικονομική εφημερίδα «L’ Echo» επισημαίνει ότι «το βασιλικό σκήπτρο προς την ΕΚΤ τρομάζει» και εκφράζονται ανησυχίες ως προς την υπερβολική συγκέντρωση εξουσιών από την Κεντρική Τράπεζα. Η εφημερίδα θέτει το ερώτημα πώς θα αποφασίζει η ΕΚΤ ταυτόχρονα για το μέλλον των τραπεζών και για το ύψος του επιτοκίου, στο οποίο θα δανείζει, αλλά και το πώς θα συνδυάσει το ρόλο του φύλακα του πληθωρισμού και του ελεγκτή του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι ανησυχίες γίνονται όλο και πιο «εκκωφαντικές» όσο οι νομισματικές ισορροπίες του ευρωσυστήματος μεγαλώνουν και η ΕΚΤ γίνεται αποδέκτης όλο και πιο έντονων πολιτικών επιρροών, υπογραμμίζει.
Το ΔΝΤ
Εξάλλου δεν είναι τυχαίο που ούτε το ΔΝΤ δεν πείθεται ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές είναι ικανές να διασώσουν το σύστημα. Υπάρχουν διάφορα δημοσιεύματα που θέλουν το ευαγές αυτό ίδρυμα να φέρεται αποφασισμένο να εγκαταλείψει την Ελλάδα, αν η Γερμανία δεν αποδεχθεί το σχέδιό του για περαιτέρω χρηματοδότηση της Αθήνας και για επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα που αγόρασε κοψοχρονιά. Η ελληνική περίπτωση είναι μόνον η αφορμή της διένεξης, καθώς πολλές μεγάλες χώρες-μέλη του ΔΝΤ (Ρωσία, Βραζιλία, Ινδία) δεν θέλουν να διακινδυνεύουν τα λεφτά που βάζουν στο Ταμείο σε τεράστιες επιχειρήσεις διάσωσης τις οποίες θα έπρεπε να κάνουν μόνοι τους οι Ευρωπαίοι, αφού αφορούν την αυλή τους.
Φυσικά η κύρια δύναμη αντίθεσης μέσα στο ΔΝΤ ενάντια στη Μέρκελ είναι οι ΗΠΑ οι οποίες έχουν μια διαφορετική πολιτική η οποία όμως δεν μπορεί να αποδώσει χωρίς τη συνεργασία του Βερολίνου. Η διένεξη αυτή αποτυπώθηκε και με την προειδοποίηση του ΔΝΤ προς την Πορτογαλία να μην υιοθετεί υπερβολικά μέτρα λιτότητας –ο πραγματικός αποδέκτης της προειδοποίησης ήταν βέβαια η ΕΕ που επιβάλλει αυτές τις πολιτικές. Αν γίνονται μόνον περικοπές στον προϋπολογισμό, «η οικονομία δεν θα επιβιώσει», δήλωσε ο Αμπέμπε Σελασιέ, επικεφαλής αντιπροσωπείας του ΔΝΤ που επισκέφθηκε πρόσφατα τη Λισαβόνα. «Η επίλυση του προβλήματος της ανταγωνιστικότητας μειώνοντας απλώς τους μισθούς δεν θα φέρει αποτελέσματα», συμπλήρωσε.
Σίγουρα οι εργαζόμενοι και τα άλλα φτωχά στρώματα της Ευρώπης δεν έχουν να ελπίζουν σε τίποτε ακόμη κι αν λειτουργήσουν τα σχέδια των γραφειοκρατών των ευρωπαϊκών καπιταλιστών: Τα μνημόνια του Ντράγκι πιθανόν να επεκταθούν και να «ελληνοποιήσουν» κι άλλους λαούς. Η «Καθημερινή» (16/9) γράφει πως οι αναλυτές προβλέπουν ότι «αν ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι θελήσει να αποφύγει το πικρό ποτήρι του μνημονίου, είναι ζήτημα χρόνου να δει εκ νέου τα επιτόκια των ισπανικών ομολόγων να εκτινάσσονται σε απαγορευτικά επίπεδα».