Η περίοδος, που ζούμε, καθορίζεται από την οικονομική κρίση του συστήματος (στη ντόπια και τη διεθνή διάστασή της), αλλά και από την οξύτατη πολιτική κρίση.
Η κυβέρνηση Σαμαρά, με ραγδαίους ρυθμούς, συνθλίβεται ανάμεσα στις αντίρροπες πιέσεις της τρόικας από τη μια και της οργής του λαού από την άλλη.
Η κυρίαρχη τάξη με κόπο κρύβει τη δυσφορία για τις «ανεπάρκειες» του πολιτικού προσωπικού της, που δεν έχει τις δυνατότητες να προχωρήσει αδίστακτα στην επιβολή του ακραία αντεργατικού-αντικοινωνικού προγράμματος που περιγράφει το Μνημόνιο 3 με τους δανειστές.
Σε αυτές τις συνθήκες οι πιθανότητες «εκτροπών» δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθούν: η αχαλίνωτη δράση των κατασταλτικών μηχανισμών και η σκανδαλώδης υποστήριξη (γιατί δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για ανοχή) στους νεοναζί της Χρυσής Αυγής είναι προειδοποιήσεις για το ενδεχόμενο πολιτικών πρωτοβουλιών πέρα από τις «κανονικότητες» του κοινοβουλευτισμού της περιόδου μετά τη μεταπολίτευση.
Παρ’ όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να είναι «κυβέρνηση εν αναμονή». Η οργή του κόσμου έχει τέτοιες διαστάσεις, που μπορεί να προκαλέσει την παράλυση των κυρίαρχων επιτελείων και η περίοδος να καταλήξει με την εκτόξευση στην κυβερνητική εξουσία του σχηματισμού της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Το πρώτο πρόβλημα με αυτό το σενάριο είναι ότι χρειάζεται αγώνας για να επιβεβαιωθεί. Χρειάζεται αγώνας από τα κάτω, για να τους εμποδίσουμε να πάρουν τα μέτρα και για να πέσει η κυβέρνηση Σαμαρά. Όσο πιο γρήγορα γίνει αυτό και όσο πιο παταγώδης είναι η κατάρρευση της τρικομματικής, τόσο πιο περιορισμένες θα είναι οι δυνατότητες των κυρίαρχων δυνάμεων να επεξεργαστούν εναλλακτικές λύσεις.
Αντιπολίτευση
Η πρώτη, λοιπόν, προγραμματική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είναι η εγκατάλειψη της αντιπολιτευτικής τακτικής του «ώριμου φρούτου», το κάλεσμα στο εργατικό κίνημα και στις λαϊκές δυνάμεις για ανατροπή των μέτρων και της κυβέρνησης που τα στηρίζει. Είναι ο συντομότερος –και ίσως ο μοναδικός– δρόμος για να φτάσουμε στην κυβέρνηση της Αριστεράς.
Το δεύτερο ζήτημα που προκύπτει, είναι το περιεχόμενο που θα δώσουμε στην κυβέρνηση της Αριστεράς, είναι το ζήτημα της υπόσχεσης που θα δώσουμε στις εργατικές-λαϊκές δυνάμεις, ζητώντας τους να παλέψουν για μια κυβέρνηση της Αριστεράς.
Τα εισηγητικά κείμενα κάνουν λόγο για τη σοσιαλιστική ανατροπή. Η κατεύθυνση αυτή είναι πολύτιμη γιατί –ακόμα και σε συνθήκες που δεν είναι άμεσα επαναστατικές ή προεπαναστατικές– προτρέπει στην ανεξαρτησία του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στις πιέσεις της κυρίαρχης τάξης, πιέσεις που σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα ενταθούν αφόρητα.
Πρόγραμμα
Το ελάχιστο, όμως, συγκεκριμένο επίπεδο δέσμευσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι πίσω από την υπόσχεση μιας νέας «εργατικής μεταπολίτευσης»: υπόσχεση για το σταμάτημα του νεοφιλελεύθερου κατήφορου, την αποκατάσταση των μισθών και των συντάξεων, την αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων, την εγγύηση των δημόσιων νοσοκομείων και σχολείων. Ένα τέτοιο «ελάχιστο πρόγραμμα» κοινωνικής σωτηρίας θα διεκδικεί με σαφήνεια «εντολή» από τον κόσμο, θα βάζει με πραγματικούς όρους τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Δυστυχώς στο πεδίο αυτό παρεισφρέουν πολλές «ευελιξίες» (π.χ. ο ορισμός της «δημιουργικής επιχειρηματικότητας» ως συμμάχου, ή της «κοινωνικά δίκαιης δημοσιονομικής εξισορρόπησης» ως στόχου) που δείχνουν ότι η επιλογή, που προαναφέραμε, θα είναι ζήτημα πολιτικής μάχης μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι καθαρό ότι η στάση απέναντι στο χρέος θα είναι καθοριστικό ζήτημα. Είναι επίσης γνωστό ότι στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη ριζοσπαστικότητα της απάντησης. Υπάρχει όμως και ένα κρίσιμο σημείο επιλογής: ο προϋπολογισμός του 2013 αποδεικνύει ότι 17 δισ. ευρώ ετησίως θα διατίθενται πλέον για την «εξυπηρέτηση του χρέους». Αν αυτός ο βραχνάς μείνει ανέπαφος, είναι σαφές ότι δεν είναι δυνατόν να δοθεί προτεραιότητα στις εργατικές-λαϊκές ανάγκες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, οφείλει να απαντήσει αν εξακολουθεί να δεσμεύεται από την προεκλογική του υπόσχεση ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα διακόψει αμέσως και μονομερώς τις πληρωμές τόκων και χρεολυσίων προς τους διεθνείς και ντόπιους τοκογλύφους, αφήνοντας –έστω– για το μέλλον την όποια συνολικότερη ρύθμιση (διαγραφή, διαγραφή μέρους, ρήτρα ανάπτυξης κλπ).
Ευρώπη
Ανάλογης σημασίας είναι και η στάση απέναντι στην υπαρκτή ΕΕ και όχι τη φαντασιακή «Ευρώπη». Όλες οι πλευρές των ευρωηγεσιών –είτε οι «σκληροί» νεοφιλελεύθεροι, είτε οι «χλωμά» νεοκεϊνσιανοί– σήμερα ομοφωνούν ότι κάθε σχέδιο διεξόδου της ευρωζώνης από την κρίση συνδυάζεται με την επιβολή των σκληρών προγραμμάτων λιτότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, οφείλει να δεσμευτεί ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα σταθεί –κατ’ ελάχιστο– στο πεδίο της σκληρής αντιπαράθεσης με αυτές τις απόψεις. Η απάλειψη από τα εισηγητικά κείμενα της θέσης «καμιά θυσία για το ευρώ», της θέσης που διασφάλισε την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ κατά την προεκλογική περίοδο, προειδοποιεί τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ ότι μια τέτοια προοπτική δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη.
Τα ζητήματα που προαναφέραμε, συμπυκνώνονται στην κρίσιμη επιλογή της μονομερούς κατάργησης των μνημονίων, των εφαρμοστικών νόμων και της καταγγελίας των δανειακών συμβάσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη δεσμευτεί σχετικά και έδωσε τη μάχη των εκλογών του Μάη-Ιούνη με καταγεγραμμένη αυτή τη δέσμευση. Οι σκέψεις για «αντικατάσταση» των μνημονίων από ένα «εθνικό σχέδιο οικονομικής και κοινωνικής ανόρθωσης, παραγωγικής ανασυγκρότησης και κοινωνικά δίκαιης δημοσιονομικής εξισορρόπησης» είναι νέες ιδέες που υποδεικνύουν ότι η αντιμνημονιακή συνέπεια θα είναι ζητούμενο προς εξασφάλιση.
Πέρα από αυτά τα κεντρικά ζητήματα υπάρχουν και άλλα, όπως το ζήτημα των μεταναστών, όπου, κυρίως από τους «ΠΑΣΟΚογενείς», ζητούνται προσαρμογές. Η θέση για «ορθολογικό εξανθρωπισμό» (ποσοστώσεις;), αντί του αιτήματος για νομιμοποίηση των μεταναστών, αν γίνει δεκτή, θα αποτελέσει μια απαράδεκτη υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Με τις παραπάνω προειδοποιήσεις δεν ισχυριζόμαστε ότι κάποια συντηρητική αναδίπλωση, κάποια πολιτική ανατροπή, έχει συντελεστεί στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ισχυριζόμαστε όμως ότι εντείνονται οι πιέσεις του κυρίαρχου σκηνικού πάνω στο στελεχικό δυναμικό του και ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και το περιεχόμενο της υπόσχεσης για την κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει περισσότερο από ποτέ να αποτελέσουν ζήτημα παρέμβασης των μελών του ΣΥΡΙΖΑ.
Οργάνωση
Το παραπάνω ζήτημα, το πολιτικό ζήτημα, πρέπει να αποτελέσει τον «οδηγό» για όλες τις επιλογές που θα γίνουν σε ζητήματα οργάνωσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Από όλους έχει συμφωνηθεί η πορεία προς τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο πολιτικό «φορέα». Έχει ακόμα συμφωνηθεί το καθεστώς «διπλής ένταξης» των μελών, αφού η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο φορέα δεν προϋποθέτει την αυτοδιάλυση των οργανώσεων-συνιστωσών του.
Μας προκαλεί εντύπωση η συνέχιση μιας κάποιας δημαγωγικής πίεσης με άξονα το ζήτημα αυτό. Για παράδειγμα, τα στελέχη της Ενωτικής Κίνησης (Κουρουμπλής, Μητρόπουλος κλπ) ζητούν με έμφαση την «αυτοδιάλυση των συνιστωσών» και μέτρα πειθάρχησης (κυρίως όταν πρόκειται για αριστερές φωνές), τη στιγμή που η Ενωτική Κίνηση παίρνει πρωτοβουλίες συγκρότησής της ως «συνιστώσα» και τα στελέχη της στα ΜΜΕ παραβιάζουν συχνά τα συμφωνηθέντα στο ΣΥΡΙΖΑ.
Πολύ πιο επικίνδυνη είναι μια τάση στελεχών του ΣΥΝ να αναπτύσσουν πίεση πάνω σε μέλη των αριστερών οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ για αυτολογοκρισία και κατάργηση της διακριτότητας στο όνομα, τάχα, της συμφωνίας για τη μετάβαση στον ενιαίο «φορέα».
Για εμάς η συμφωνία είναι δεδομένη και έχει το εξής περιεχόμενο: Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετατραπεί σε μαχόμενο, πολιτικό, δημοκρατικό φορέα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπου θα πρέπει να διασφαλιστεί ο ρόλος, τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις και –κυρίως– η δυνατότητα για πολιτικές πρωτοβουλίες των μελών στη βάση.
Έχουμε συμφωνήσει στη συγκρότηση των τοπικών οργανώσεων και ζητάμε αυτές να αποκτήσουν προγράμματα δράσης και ουσιαστικής παρέμβασης. Έχουμε συμφωνήσει στην καμπάνια αυτοπρόσωπης εγγραφής μελών και ζητάμε αυτά να αποκτήσουν τα δικαιώματα που περιγράφει η αρχή «ένα μέλος – μία ψήφος». Έχουμε συμφωνήσει και ζητάμε να συγκροτηθούν ενδιάμεσα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ σε τοπικό και κλαδικό επίπεδο. Τέλος έχουμε συμφωνήσει στην ανάδειξη κεντρικών πολιτικών οργάνων, έχουμε δεχθεί τη φόρμουλα διασφάλισης του πλουραλισμού που προτείνεται και ζητάμε να κατοχυρωθεί η δυνατότητα της βάσης να επηρεάζει και τις κεντρικές αποφάσεις μέσα από την οργάνωση της συστηματικής, δημοκρατικής και υπεύθυνης πολιτικής συζήτησης.
Στον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή προσέρχεται ένα κρίσιμο τμήμα της μαχόμενης κοινωνίας. Εξακολουθούμε να αισιοδοξούμε ότι ο κόσμος αυτός θα καθορίσει την πορεία του πολύτιμου ενωτικού εγχειρήματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς.