Η ελληνική τρικομματική μνημονιακή κυβέρνηση, με μια περίτεχνη διαδικασία κάλπης, κατάφερε να βγει σχετικά αλώβητη σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, διασώζωντας τον έναν από τους τρεις ηγέτες της, παρά την ευρύτατη λαϊκή κατακραυγή εναντίον του –ο χειρισμός της λίστας Λαγκάρντ είναι μόνο ένα από τα επεισόδια διαφθοράς με τα οποία ο Βενιζέλος βαρύνεται στη συνείδηση του λαού.
Ο καλπονοθευτικός τρόπος με τον οποίο λειτούργησαν οι μνημονιακοί στη Βουλή, κατέδειξε για μία ακόμη φορά ότι το αστικό κοινοβούλιο παρέχει τις δυνατότητες στους εκπροσώπους του συστήματος να αποκαθάρουν όσους πολιτικούς χρειάζονται προκειμένου να συνεχίσουν την επιβολή της πολιτικής τους. Απέδειξε δηλ. ότι τρέφουν αυταπάτες όσοι νομίζουν ότι μπορούν να επιβάλουν διαφάνεια στο σύστημα μέσα από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες μόνο. Η κάθαρση είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται ανάλογα με τις ανάγκες της άρχουσας τάξης, όπως θυμόμαστε από το 1989. Έτσι, σήμερα Νεοδημοκράτες και Δημαρίτες βουλευτές απέδειξαν ότι, προκειμένου να συνεχίσει το ξεζούμισμα της πλειονότητας του ελληνικού λαού, είναι διατεθειμένοι να χαριστούν στον μέχρι προχθές πολιτικό τους αντίπαλο παρ’ όλα τα στοιχεία που «φωνάζουν» εναντίον του. Αυτή τη φορά η κάθαρση μπορούσε να περιμένει –προείχε η λιτότητα.
Καταστολή
Θέλοντας να αποτραβήξει τα βλέμματα από τη λίστα Λαγκάρντ και την κοινοβουλευτική παράσταση κάθαρσης του Βενιζέλου, η κυβέρνηση αξιοποίησε τις τυφλές βόμβες και σφαίρες για να περάσει στην αντεπίθεση. Είτε ο Δένδιας προκάλεσε συνειδητά ένα μέρος της νεολαίας (με τις διαρκείς επιθέσεις στις καταλήψεις και τις σχολές) είτε επρόκειτο για ενστικτώδεις αντιδράσεις μπροστά στην αστική σαπίλα και την εργατική υποχώρηση, τα χτυπήματα λειτουργούν αποπροσανατολιστικά και ενισχύουν επικοινωνιακά τους μνημονιακούς. Ο στόχος των τελευταίων δεν είναι βέβαια ο αντεξουσιαστικός χώρος κυρίως. Δημοσίευμα των «Νιου Γιορκ Τάιμς», το οποίο αναπαρήγαγε το TVXS, αναφέρεται σε δηλώσεις αξιωματούχου της ελληνικής κυβέρνησης γράφοντας τα εξής: «Ο αξιωματούχος της κυβέρνησης, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, εμφανίζεται να παραδέχεται ότι οι επιδρομές στην Βίλα Αμαλία και Λέλας Καραγιάννη προκάλεσαν τη βίαια αντίδραση ριζοσπαστικών ομάδων και ότι τα σχέδια για επεμβάσεις (και σε άλλες καταλήψεις) μπορεί να ρίξουν κι άλλο λάδι στη φωτιά. Αλλά, σημειώνει ότι «είναι απαραίτητες για να δείξουν ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να συγκρουστεί και με άλλες ομάδες, μεταξύ των οποίων μαχητικά συνδικάτα που μπορούν να εμποδίσουν τα σχέδια της κυβέρνησης Σαμαρά για αντιδημοφιλείς οικονομικές μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις που ζητούν οι δανειστές της Ελλάδας». Τα σχόλια περιττεύουν.
Βέβαια, η σύγκρουση με την «ανομία» που θέλουν να πουλήσουν σε συντηρητικά ακροατήρια ο Δένδιας και ο Σαμαράς είναι κραυγαλέα υποκρισία. Την ίδια στιγμή που επιτίθενται στις καταλήψεις, αφήνουν ανέγγιχτη τη μεγάλη ανομία όσο καραμπινάτη κι αν είναι: κεραίες ιδιωτικής τηλεόρασης, οι ίδιοι οι μεγάλοι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί, αλλά και το «The Mall», το μεγαλύτερο αυθαίρετο της Ευρώπης, αποτελούν μνημεία παράνομης κατάληψης δημόσιων χώρων και συχνοτήτων, αλλά και πολεοδομικής αυθαιρεσίας. Και δεν είναι μόνον οι παράνομες καταλήψεις του κεφαλαίου. Είναι και η διαρκής φοροδιαφυγή του, την οποία προκλητικά και επιδεικτικά συνεχίζει να παραβλέπει η κυβέρνηση παρά τη διεθνή –πλέον– κατακραυγή, ακόμη και του ίδιου του ΔΝΤ, ενάντια σε αυτή την κατάσταση.
Εργατικό κίνημα
Σε κάθε περίπτωση, οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» έχουν δίκιο: ο στόχος της κυβέρνησης είναι το εργατικό κίνημα. Οι Σαμαράς-Βενιζέλος-Κουβέλης ξέρουν ότι μπροστά δεν υπάρχει καμία ανάπτυξη και ότι θα χρειαστεί να εφαρμόσουν τις μνημονιακές δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει, αλλά και να περάσουν και νέα μέτρα. Τα μηνύματα είναι σαφέστατα: Η κυβέρνηση μπορεί να φαντασιώνεται ανάκαμψη αλλά ο Πολ Τόμσεν είπε συγνώμη, το πρόγραμμα ήταν λάθος, δηλ. θα χρειαστούν νέα μέτρα. Το ΔΝΤ, χωρίς συγνώμη, λέει ότι μέσα στο 2013 θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα 4,6 δισ. ευρώ (μεταξύ των οποίων και η επέκταση του χαρατσιού –μέχρι το 2014), απολύσεις, αλλά και συνοπτικές ιδιωτικοποιήσεις χωρίς προηγούμενη έγκριση της Βουλής.
Ήξερε πολύ καλά, συνεπώς, τι έλεγε στην αμερικανική εφημερίδα ο κυβερνητικός αξιωματούχος όταν στοχοποιούσε τα μαχητικά συνδικάτα: ήδη οι εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες αντιδρούν στις περαιτέρω μειώσεις των μισθών τους (που ξεπερνούν το 60% σωρευτικά) αλλά και στην ουσιαστική διάλυση των δημόσιων συγκοινωνιών που επιχειρεί η κυβέρνηση.
Όμως το μισθολογικό μέτωπο δεν είναι το μόνο στο οποίο θα έρθει σε αντιπαράθεση το εργατικό κίνημα με την κυβέρνηση. Οι δεκάδες χιλιάδες απολύσεις οι οποίες αποτελούν μνημονιακή δέσμευση και τις οποίες το ΔΝΤ θέλει να πολλαπλασιάσει, είναι επίσης μια αντιπαράθεση για την οποία ο Σαμαράς θα χρειαστεί το «νόμο και την τάξη» του Δένδια.
Όμως «νόμος και τάξη» θα χρειαστεί και στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων. Η κυβέρνηση επείγεται να πιάσει κάποιο σοβαρό ποσοστό από τα 50 δισ. που είναι ο συνολικό στόχος των ιδιωτικοποιήσεων μέχρι το 2016 (μέχρι σήμερα έχουν μαζέψει μερικές εκατοντάδες εκατ. και αυτά δεν είναι σίγουρα). Για να υπάρξουν σοβαρά έσοδα, πρώτον, δεν αρκεί να χαρίσουν και, δεύτερον, πρέπει να επιτεθούν στα μεγάλα φιλέτα των ΔΕΚΟ –και κάτι τέτοιο είναι σίγουρο ότι θα πυροδοτήσει σοβαρές αντιστάσεις του εργατικού κινήματος. Η επίθεση στη Βίλα Αμαλία είναι η πρόβα τζενεράλε για την επίθεση στην καρδιά του δημόσιου πλούτου.
Πρωτοβουλίες
Είναι σαφές ότι το διάστημα μετά τον Οκτώβρη του 2012 το εργατικό κίνημα υποχώρησε. Μία σοβαρή αιτία είναι βέβαια η συσσώρευση ηττών: ούτε οι γενικές απεργίες, ούτε οι πλατείες, ούτε οι εκλογές δεν μπόρεσαν να σταματήσουν τα μνημόνια, τη λιτότητα και την κατάρρευση του εργατικού εισοδήματος. Οι διαρκείς ήττες δεν μπορούσαν να μη δώσουν συνδικαλιστικά, κοινωνικά, πολιτικά, αλλά και δημοσκοπικά αποτελέσματα: Διευκόλυνση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας να λέει ότι «ο κόσμος δεν τραβάει», κοινωνικός αυτοματισμός ενάντια σε κινήματα, ακόμη και ενάντια σε μεμονωμένους απεργούς, πολιτική ενίσχυση της κυβέρνησης και της ναζιστικής ακροδεξιάς εντός και εκτός κυβέρνησης, δημοσκοπική υποχώρηση της Αριστεράς. Ωστόσο αυτά είναι παροδικά. Το κίνημα θα πάρει τις απαραίτητες ανάσες του και θα συνεχίσει –οι εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες είναι μια πρώτη ένδειξη.
Σε κάθε περίπτωση, παρ’ όλα αυτά, τα κενά υπάρχουν και θα ξαναϋπάρξουν, γι’ αυτό και η Αριστερά οφείλει να παίρνει πρωτοβουλίες προκειμένου να καλύπτει αυτά τα μεσοδιαστήματα (που μπορεί να αποδειχτούν και μεγάλα) με πολιτικές πρωτοβουλίες, μη αφήνοντας έτσι την κυβέρνηση να πάρει αυτή τον πρώτο λόγο. Οι δολοφονικές ρατσιστικές επιθέσεις της Χρυσής Αυγής μπορούσαν, π.χ., να αποτελέσουν ένα μέτωπο στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θα έμπαινε μπροστά οργανώνοντας πορείες, συναυλίες, αλλά και μαζικές παρεμβάσεις στη Βουλή.
Κι αν το μεταναστευτικό θεωρείται «δύσκολο» θέμα, τότε το πετρέλαιο είναι πολύ πιο εύκολο για μαζική δουλειά. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να αναλάβει μια καμπάνια ενάντια στη φορολόγηση του πετρελαίου θέρμανσης, προκειμένου να σώσει, κυριολεκτικά, τον κόσμο από το κρύο και την αιθαλομίχλη. Επίμονες παρεμβάσεις μέσα στη Βουλή (παλιότερα ο Τσίπρας είχε φέρει μια μαύρη μετανάστρια στο προεδρικό Μέγαρο για να αναδείξει το ζήτημα τηςιθαγένειας –σήμερα θα μπορούσαμε να πάμε ολόκληρες οικογένειες που κρυώνουν). Μαζικές συγκεντρώσεις έξω από τη Βουλή. Πρωτοβουλίες στις γειτονιές. Συντονισμός ενεργειών και δράσεων με τους εργαζόμενους στο υπουργείου Οικονομικών και τους άλλους εφοριακούς. Συντονισμός (για όσους ενδιαφέρονται για εκλογική απεύθυνση στους μικρομεσαίους) με τις ενώσεις των πρατηριούχων. Ουσιαστική αξιοποίηση των δικτύων αλληλεγγύης (για όσους εστιάζουν σε τέτοιες δράσεις), για ανυπακοή στο φορολογικό νόμο και μαζική χορήγηση φθηνού πετρελαίου σε χιλιάδες φτωχούς ανθρώπους. Όλα αυτά ήταν μερικά μόνο από τα μέτρα μιας τέτοιας καμπάνιας που θα μπορούσε να είχε μαζική λαϊκή απήχηση και δεν θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να κρατήσει την πρωτοβουλία.
Πολύ περισσότερο όταν ξεσπάει ένας εργατικός αγώνας, όπως στις Συγκοινωνίες, η Αριστερά οφείλει να σπεύσει να τον στηρίξει και –αν χρειαστεί εν τη απραξία της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ– να πάρει αυτή την πρωτοβουλία για καμπάνια συμπαράστασης.
Πρέπει να πιάσουμε το νήμα με τον Οκτώβρη του 2012 και τον Φλεβάρη του 2012. Η ανατροπή πρέπει να ξαναγίνει επειγόντως και πάλι επίκαιρη. Η Αριστερά δεν πρέπει να αφήσει να παγιοποιηθεί κουλτούρα απάθειας και μοιρολατρείας. Το φρούτο δεν θα ωριμάσει και δεν θα πέσει μόνο του. Χρειάζεται πότισμα του δέντρου.