Ο Δημήτρης Μπελαντής περιέγραψε στο άρθρο του «Ένα σφυροδρέπανο λιγότερο…» στο Διαδίκτυο, στο οποίο εκτιμά πως «Το ΓΚΚ δεν εγκατέλειψε σήμερα το σφυροδρέπανο. Η κόκκινη σημαία του είχε υποσταλεί πολλές δεκαετίες τώρα».
Φωτογραφία
Ημερ.Δημοσίευσης
Με φόντο τους σκληρούς εργατικούς αγώνες στα εργοστάσια της χώρας ενάντια στα κλεισίματα, τις απολύσεις και την καταστρατήγηση των εργατικών δικαιωμάτων, έγιναν τα συνέδρια του ΚΚ Γαλλίας και του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος.
Στο συνέδριο του ΚΚΓ κυριάρχησε η ευφορία για την πορεία εκλογικής και οργανωτικής ανάκαμψης του κόμματος, το οποίο ξεπερνά την κατάρρευση στην οποία το είχε οδηγήσει η επιμονή στην κεντροαριστερή πολιτική «πληθυντικής Αριστεράς». Το 75% του κόμματος στήριξε το κείμενο «Είναι πια καιρός να ξανανάψουμε τ’ άστρα», ενώ ο Πιέρ Λοράν επανεξελέγη στη θέση του γενικού γραμματέα. Το άλλο 25% μοιράστηκε σε τρία «αντιπολιτευτικά» κείμενα.
Η είδηση που προκάλεσε τη μεγαλύτερη αίσθηση ήταν το «αντίο» στο σφυροδρέπανο. Πρόκειται για τη λογική κατάληξη μιας μακράς πορείας μετάλλαξης, την οποία περιέγραψε ο Δημήτρης Μπελαντής στο άρθρο του «Ένα σφυροδρέπανο λιγότερο…» στο Διαδίκτυο, στο οποίο εκτιμά πως «Το ΓΚΚ δεν εγκατέλειψε σήμερα το σφυροδρέπανο. Η κόκκινη σημαία του είχε υποσταλεί πολλές δεκαετίες τώρα».
Αυτό το οποίο υπογραμμίζει τη «νέα πορεία» του ΚΚΓ είναι το «διάδοχο» σύμβολο: η σημαία του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, με την αντίστοιχη επιγραφή. Αν η ευρωπαϊκή αναφορά είναι θεμιτή σαν εναντίωση στην αναβίωση του γαλλικού προστατευτισμού στο χώρο της Δεξιάς και της ακροδεξιά, δυστυχώς οι θέσεις του ΚΕΑ και ιδίως ο συγκεκριμένος ευρωπαϊσμός του ΚΚΓ, όπως έχει εκφραστεί σε μια σειρά ζητήματα, «χρωματίζουν» την αναβάθμιση του ευρωπαϊκού χαρακτήρα του ΚΚΓ ως εμμονή στην ευλαβική στάση απέναντι στην ΕΕ. Η αναφορά του Πιερ Λοράν στην «Ευρώπη των εγωισμών»(!) είναι χαρακτηριστική.
Το πιο κρίσιμο ζήτημα στο διάλογο στη γαλλική Αριστερά παραμένει αυτό που την ταλανίζει δεκαετίες τώρα: η σχέση με το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Η αυτοδυναμία του ΣΚ και οι πιέσεις από τον Μελανσόν και τις άλλες δυνάμεις στο συμμαχικό Αριστερό Μέτωπο απομάκρυναν τον κίνδυνο αναβίωσης της «πληθυντικής Αριστεράς» στις γραμμές του ΚΚΓ. Η προσήλωση του Ολάντ στη λιτότητα και στις απαιτήσεις των βιομηχάνων λειτουργεί αντικειμενικά σε βάρος κάθε σκέψης αναβίωσης αυτής της πολιτικής. Αλλά η ρήξη με αυτή δεν έχει γίνει συνειδητή πολιτική επιλογή. Το ΚΚΓ δηλώνει μεν αντιπολιτευόμενο στην «ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική» (όχι στην κυβέρνηση), ενώ παράλληλα τοποθετεί τον εαυτό του μέσα σε κάποια «πλειοψηφία στη Βουλή».
Αυτή η αμφισημία χαρακτηρίζει όλες τις τοποθετήσεις του Λοράν σε κρίσιμα ζητήματα (ποια στάση στις τοπικές εκλογές, τι ιεραρχείται πιο ψηλά: η αμφισβήτηση της λιτότητας ή η «ενότητα ενάντια στη Δεξιά»), όπου αναπτύσσει μια τακτική που θέλει να συνδυάσει την ενίσχυση της Αριστεράς με μια αναμονή «αλλαγής πολιτικής από το Σοσιαλιστικό Κόμμα».
Τη διατήρηση των δεσμών με το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν την βλέπουν μόνο κάποιοι «καχύποπτοι» στην άκρα Αριστερά. Την αναγνωρίζουν οι ίδιοι οι Σοσιαλιστές, οι οποίοι εγκαλούν το ΚΚΓ, επειδή συνεχίζει να συνεργάζεται με το Αριστερό Κόμμα του Μελανσόν, ο οποίος κατηγορείται ότι… «κάνει συστηματική αντιπολίτευση». Πράγματι αρκετοί σύμμαχοι του ΚΚΓ στο Μέτωπο της Αριστεράς βάζουν ως πολιτικό στόχο μια ισχυρή Αριστερά που θα διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία σε ανταγωνισμό και όχι σε συνεργασία με το ΣΚ. Η διαπάλη στο Μέτωπο της Αριστεράς για τον προσανατολισμό του παραμένει ανοιχτή.
Τις απόψεις των «αντικυβερνητικών» του Μετώπου της Αριστεράς ενισχύει η ίδια η πολιτική Ολάντ, η οποία εξαφανίζει κάθε προοπτική για «σύγκλιση» και διαλύει αυταπάτες για μια καλή εκδοχή «πληθυντικής Αριστεράς». Αυτό, μαζί με την ύπαρξη μιας αντικαπιταλιστικής πτέρυγας μέσα στο Μέτωπο, υπογράμμισε η Αντικαπιταλιστική Αριστερά (συνιστώσα του Μετώπου, προερχόμενη από μέλη του NPA) στον χαιρετισμό της στο συνέδριο του NPA, καλώντας το να συνδράμει στην προσπάθεια.
Σε αυτό το τοπίο, η απόφαση του NPA να απευθυνθεί στην «αντικυβερνητική Αριστερά» για την οικοδόμηση μιας εναλλακτικής πολιτικής πρότασης στην «αριστερή λιτότητα» των Σοσιαλιστών, ίσως αποδειχθεί ένα σημαντικό πρώτο βήμα.