Το 1989 ο Συνασπισμός είχε δεχθεί να παραδοθούν οι τηλεσυχνότητες στους μεγαλοεκδότες, όπως απαιτούσαν οι τελευταίοι από την κυβέρνηση στην οποία συμμετείχαν.
Δεν επρόκειτο για πρωτοβουλία των «δεξιών», «αναθεωρητών» κ.λπ. του ΣΥΝ, αλλά για κίνηση που είχε την ένθερμη υποστήριξη του ΚΚΕ που τότε βρισκόταν μέσα στον ενιαίο Συνασπισμό. Ο ίδιος ο ιστορικός ηγέτης του κόμματος Χαρίλαος Φλωράκης είχε δηλώσει στη Βουλή: «Εμείς δεν εναντιωνόμαστε στην ιδιωτική τηλεόραση, με την προϋπόθεση φυσικά, ότι θα συνοδευτεί αυτή η άδεια σε ιδιώτες μ’ ένα πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την αντικειμενική ενημέρωση, τη μη μονοπώληση και γενικά δεν θα είναι σε βάρος της πλουραλιστικής ενημέρωσης του λαού». Μόνο κάποιος πολιτικά αφελής μπορούσε να πιστεύει ότι η Ελλάδα θα ήταν η εξαίρεση, μια όαση μιντιακής δημοκρατίας στην παγκόσμια καπιταλιστική ιδιωτική κόλαση. Σε κάθε περίπτωση 24 χρόνια μετά ξέρουμε ότι καμία από τις ευχές του Φλωράκη δεν εξασφαλίστηκε –ίσα ίσα η καπιταλιστική διαπλοκή, η μονόπλευρη νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα και η αηδιαστικά φτηνή ψυχαγωγία έγιναν ο κανόνας. Όμως το ΚΚΕ είχε ένα σημαντικό κέρδος από αυτή τη μεγάλη παραχώρηση, τον 902.
«Φρούριο»
Τα επόμενα δύσκολα χρόνια, δηλ. από την κατάρρευση της Α. Ευρώπης μέχρι σήμερα, το ΚΚΕ επιβίωσε πολιτικά χάρη σε ένα προφίλ που δημιούργησε: Από τη μια, εχθρότητα και σεχταρισμός απέναντι σε κάθε κίνημα που δεν έλεγχε απόλυτα το ίδιο, βαθιά περιχαράκωση απέναντι στην υπόλοιπη Αριστερά, έλεγχος κάποιων συνδικάτων και ομοσπονδιών (οι οποίες δεν μπόρεσαν να επιδείξουν κάποιες παραπάνω κατακτήσεις από άλλες ομοσπονδίες). Από την άλλη ωστόσο πρόβαλλε τη σταθερότητα στις ιδέες του, την εσωτερική συνοχή του και την επαγγελματική περιφρούρηση των κινητοποιήσεων που οργάνωνε. Αυτά τα στοιχεία βέβαια ποτέ δεν αποτέλεσαν κίνδυνο για το σύστημα, γι’ αυτό το ΚΚΕ έχει πολλάκις δεχθεί τις φιλοφρονήσεις των πιο ακραίων εκπροσώπων της άρχουσας τάξης. Εν ολίγοις, την εποχή της σχετικής ύφεσης των κοινωνικών αγώνων και της καπιταλιστικής ευφορίας, το «κόμμα-φρούριο» ήταν μια καλή συνταγή επιβίωσης για ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ με την ισχυρή οργανωτικότητα αλλά και το πολύ καλό περιουσιολόγιο το οποίο περιλάμβανε και αρκετές κερδοφόρες επιχειρήσεις.
Σύμβολα
Το συγκρότημα στον Περισσό και ο 902 αποτελούσαν τα κύρια σύμβολα της αίγλης του κόμματος σε αυτή την περίοδο. Έτσι η απώλεια, αλλά και ο τρόπος διαχείρισης αυτής της απώλειας, του ενός από τα δύο σύμβολα, έχει μεγάλη πολιτική σημασία: Τη στιγμή που η αστική τάξη και οι εκπρόσωποί της δεν έχουν πλέον δυνατότητες εξαγοράς τμημάτων του πληθυσμού, η προπαγάνδα παίζει τον κύριο ρόλο. Και όμως σε αυτές τις συνθήκες η ηγεσία του ΚΚΕ επέλεξε να πουλήσει τον 902 γιατί… δεν έβγαινε. Επέστρεψε δηλ. στην άρχουσα τάξη αναίμακτα (αλλά πιθανόν με μια καλή τιμή) ένα πολύ ισχυρό όπλο το οποίο η τελευταία είχε αναγκαστεί να παραχωρήσει στο σύνολο της Αριστεράς σε μια συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία. Ο Περισσός αγνόησε επιδεικτικά της προτάσεις για ένα κανάλι όλης της Αριστεράς, θεωρώντας ως το μεγαλύτερο κίνδυνο για το παγκόσμιο κομουνιστικό κίνημα να πέσει ο σταθμός στα χέρια του ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με τα περισσότερα δημοσιεύματα, στην αγοραπωλησία υπάρχει όρος να μη μεταπωληθεί ο σταθμός σε πολιτικό κόμμα.
Προτιμότερο για τον Περισσό ήταν να πάει ο 902 σε κάθε λογής ακροδεξιούς επιχειρηματίες, σε off shore εταιρίες, σε μεγαλοκαναλάρχες και σε λαμόγια, παρά να αποκτήσει πανεθνική εμβέλεια η φωνή της Αριστεράς, του εργατικού κινήματος, των απεργών.
Δεν είναι μόνον ο 902 που δείχνει ότι η τακτική της ηγεσίας έχει αρχίσει να μη δουλεύει σε περίοδο βαθιάς οικονομικής κρίσης. Οι αντεργατικές και ψυχρά εργοδοτικές απολύσεις στον «Ριζοσπάστη» με κριτήρια όλο και περισσότερο τη διαφωνία με τις απόψεις της ηγεσίας, (με πιο πρόσφατες περιπτώσεις αυτές της Γ. Διαμαντάκη και του Ν. Τσακανίκα), η διαπόμπευση των απολυμένων, αλλά και η απεργοσπαστική στάση στο σχετικό δημοψήφισμα του κλάδου των δημοσιογράφων το 2012, οδήγησαν στην συντριβή της παράταξης του ΚΚΕ στους δημοσιογράφους στις εκλογές του 2013.
Είναι σαφές ότι η τακτική του «Κόμματος-Φρούριο-Επιχειρηματία» δεν έχει να προσφέρει τίποτε στο κίνημα –ούτε καν σε εκατοντάδες επαγγελματικά στελέχη του ίδιου του ΚΚΕ, πιστά μέχρι σήμερα σε αυτή τη γραμμή. Και όπως φαίνεται δεν έχει να προσφέρει τίποτε στους νέους αγώνες του εργατικού κινήματος που ανοίγονται μπροστά μας.