Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμα καθήκοντα μιας μεγάλης πολιτικής ανατροπής. Οι αντίπαλοί του –π.χ. η διαβόητη «μονταζιέρα» της ΝΔ– δεν διστάζουν να μεταχειριστούν ακόμα και τα πιο βρώμικα χτυπήματα προκειμένου –με τη βοήθεια των ΜΜΕ– να ανακόψουν το ρεύμα υπέρ της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Απ’ ό,τι φαίνεται μέχρι τώρα, ματαιοπονούν.
Σε αυτήν τους την προσπάθεια οι εχθροί του ΣΥΡΙΖΑ αξιοποιούν στο έπακρο τις αδυναμίες και τα λάθη όλων μας. Αδυναμίες και λάθη που, φυσιολογικά, υπάρχουν. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς: ένα μαζικό ρεύμα ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν προκύπτει πάνοπλο, σαν την Αθηνά από το κεφάλι του Δία, μέσα από την προηγούμενη οργανωτικοπολιτική συγκρότηση.
Ανοιχτή συζήτηση
Παρ’ όλα αυτά, ο φόβος για να μη δώσουμε «ευκαιρίες» στη μονταζιέρα δεν πρέπει να λειτουργήσει παραλυτικά, επιβάλλοντας ένα ιδιότυπο «σιωπητήριο» στις γραμμές μας.
Τα λάθη και οι αδυναμίες πρέπει να συζητούνται πλατιά –υπεύθυνα αλλά και ουσιαστικά– μέσα στις Οργανώσεις Μελών του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί το ενδεχόμενο της εκλογικής νίκης θα φέρει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και όλη την Αριστερά μπροστά σε νέα πολυσύνθετα καθήκοντα, μπροστά σε νέες πρωτοφανείς δυσκολίες. Δεν υπάρχει κανένα «επιτελείο», ακόμα και το πιο «φωτισμένο», που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αυτά τα καθήκοντα στηριγμένο στις επικοινωνιακές μεθόδους και στην αστική παράδοση της πολιτικής δράσης. Η έννοια «κόμμα» και η σχέση με τον κόσμο, με την κοινωνική βάση της Αριστεράς σε διαρκή κίνηση, είναι αναντικατάστατοι παράγοντες προκειμένου η εκλογική νίκη να μετατραπεί σε πραγματική πολιτική νίκη.
Στις επιλογές για τα περιφερειακά ψηφοδέλτια και το ευρωψηφοδέλτιο ήρθαμε αντιμέτωποι με ανάλογα προβλήματα. Είναι κατανοητή η επιλογή του Σαμαρά να αλλάξει την τελευταία στιγμή τους κανόνες του παιχνιδιού, μεταφέροντας το κέντρο βάρους στους «αναγνωρίσιμους» και σε όσους/ες έχουν τη δυνατότητα αξιοποίησης των ΜΜΕ: αυτό βόλευε και βολεύει τη ΝΔ. Δεν είχε, όμως, κανένα λόγο να προσαρμοστεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτούς τους κανόνες: μπροστά στις νέες προκλήσεις όφειλε και οφείλει να εμπιστευτεί μεγαλύτερο τμήμα των ανθρώπων του, να «απλώσει» τις επιλογές του, να κάνει διάταξη δυνάμεων με βάση τα πολιτικά-προγραμματικά κριτήρια. Ελπίζουμε η ευρωομάδα που θα αναδειχθεί να μην επιβεβαιώσει το πόσο λάθος ήταν οι επιλογές που έγιναν.
Συμμαχίες
Στη συγκέντρωση στο Ακροπόλ επισημοποιήθηκε η συμμαχική σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τις σοσιαλδημοκρατικής προέλευσης κινήσεις της Λ. Κατσέλη, του Οδ. Βουδούρη, του Ν. Κοτζιά, καθώς και με την κίνηση που διαφοροποιήθηκε από τη ΔΗΜΑΡ (Νεφελούδης, Μπαγιώργος κ.ά.). Σε ελάχιστες ημέρες, ο Ν. Κοτζιάς (πρώην διπλωματικός σύμβουλος του ΓΑΠ) βρέθηκε να εκπροσωπεί τον ΣΥΡΙΖΑ στο ταξίδι στη Ρωσία. Δύσκολα θα ισχυριστεί κανείς ότι αυτές οι «κινήσεις» αναδεικνύουν συγκροτημένη πολιτική συμμαχιών.
Που, με βάση τις συνεδριακές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ («από την άκρα Αριστερά ως την Αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας»...), είχε και έχει ως στόχο τη διεύρυνση της πραγματικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνική πλειοψηφία των εργαζομένων και των λαϊκών δυνάμεων. Εξ όσων γνωρίζουμε, ακόμα και οι «επαγγελματικές» δημοσκοπήσεις αναγνωρίζουν τη ρήξη των σχέσεων μεταξύ των θραυσμάτων της σοσιαλδημοκρατίας και της κοινωνικής βάσης που αυτή κάποτε εκπροσωπούσε, ενώ ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος χρησιμοποιούν συστηματικά ως όπλο το «επιχείρημα» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται πόλος έλξης στελεχών του «παλαιού ΠΑΣΟΚ».
«Εθνική αφήγηση»
Στις συνεδριακές και προγραμματικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ έχει προκύψει μια «συνισταμένη» για το κρίσιμο ζήτημα της σχέσης μεταξύ του λεγόμενου εθνικού και του ταξικού κριτηρίου. Η μετατόπιση από τις θέσεις αυτές δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο μέσα από τη «βάσανο» μιας ανάλογης πολιτικής συζήτησης και κομματικής διαδικασίας. Η διολίσθηση προς μια «εθνική αφήγηση» με προεκλογικά συνθήματα και τίτλους σε προεκλογικά υλικά δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποκαθιστά τις ειλημμένες –μέχρι τώρα– στον ΣΥΡΙΖΑ αποφάσεις.
Στην καθημερινή παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ, στην καθημερινή αντιπαράθεση της ηγεσίας του με τον Σαμαρά και τον Βενιζέλο, η χρήσιμη «επικοινωνιακή τακτική» δεν είναι θεμιτό να φτάνει στην υποκατάσταση της πολιτικής. Τα «τρικ» (όπως αυτό της Νέας Ελλάδας) δεν είναι θεμιτό να ξεπερνούν τα όρια, να παίρνουν τη θέση μόνιμων επιλογών (γιατί τι άλλο δηλώνει η «υπογραφή» σε προεκλογικό υλικό...), δημιουργώντας σύγχυση και αβεβαιότητα ακόμα και σε ένα τμήμα των στελεχών μας.
Τα προβλήματα «πολυγλωσσίας» είναι γνωστά από το παρελθόν. Εμείς στο Κόκκινο Δίκτυο, αλλά και η Αριστερή Πλατφόρμα (δηλαδή η κατά έναν υποψήφιο ευρωβουλευτή μας «λεγόμενη “αριστερή” πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ»), έχουμε δείξει την αναγκαία αυτοπειθαρχία και αυτοπροφύλαξη κατά την προεκλογική περίοδο και όχι μόνο. Όμως δεν έχει γίνει το ανάλογο από την πλευρά της «λεγόμενης “δεξιάς” πτέρυγας». Δηλώσεις για το χρέος, για τον κατώτατο μισθό, για κάποιες «ευθύνες» του Κορτζίδη (!), για τα κριτήρια απόρριψης της κ. Σαμπιχά κ.λπ., έκαναν σημαντική ζημιά, γιατί έριξαν «σκιές» πάνω στην πολιτικοπρογραμματική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ευρωεκλογές
Παρόλο που η ΚΕ εκτίμησε, σωστά, ότι από τις τρεις κάλπες του Μάη η κρίσιμη πολιτική καταμέτρηση θα γίνει στις ευρωεκλογές, αυτό δεν έχει αντανακλαστεί στην οργανωμένη κίνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Στη μεγάλη πλειοψηφία τους οι ΟΜ ασχολούνται κυρίως –ή και αποκλειστικά– με τις αυτοδιοικητικές ή περιφερειακές εκλογές. Η δυσκολία έχει αντικειμενική βάση, όμως αυτή δεν αρκεί για την ερμηνεία και πολύ περισσότερο για το ξεπέρασμα της αδυναμίας. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν βρήκε τρόπους να εμπνεύσει τις ΟΜ για μια συλλογική επίθεση στο μέτωπο των ευρωεκλογών. Αυτό δεν σημαίνει πρόβλεψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πάει καλά στην ευρωκάλπη, αντίθετα. Η οργή του κόσμου απέναντι στην πολιτική και στα έργα του Σαμαρά θα εκφραστεί. Όμως θα εκφραστεί με έναν τρόπο αυθόρμητο, μια επιλογή «αντίθεσης», μια σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ οργανωμένη σε περιορισμένο βαθμό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δύο βδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, το βασικό «μαζικό» υλικό δεν έχει ακόμα φτάσει από το τυπογραφείο στις ΟΜ. Τα δε κεντρικά συνθήματα που έχουν επιλέγει επαναλαμβάνουν την έκκληση για ψήφο, αποφεύγοντας τις πολιτικές αιχμές, αποφεύγοντας τις σαφείς δεσμεύσεις απέναντι στον κόσμο, τόσο για τα εσωτερικά όσο και για τα ευρωπαϊκά ζητήματα.
Στις εκλογές του 2012 η καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ είχε σαφές κέντρο: «Ανατροπή στην Ελλάδα – Μήνυμα στην Ευρώπη». Στις εκλογές του 2014 η έμφαση στη λέξη «ανατροπή» έχει υποβαθμιστεί σε σχέση με τις εσωτερικές εξελίξεις (δίνοντας προτεραιότητα στην «προγραμματική» γλώσσα, στις θετικές προτάσεις, στο ρεαλισμό κ.ο.κ.), ενώ σε σχέση με τα ευρωπαϊκά ζητήματα, η σύνδεση της καμπάνιας του ΣΥΡΙΖΑ με την καμπάνια του ΚΕΑ προκαλεί μετατοπίσεις προς έναν κάποιο «ευρωπαϊσμό».
Συμμετοχή
Στις παραμονές μιας τόσο κρίσιμης μάχης, η λειτουργία όλων των οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ (από την ΠΓ ως τις ΟΜ) θα έπρεπε να βρίσκεται στο ζενίθ. Η συμμετοχή των μελών ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή του κόσμου δεν διασφαλίζεται παρά μόνο με την έμπνευση και τον ενθουσιασμό. Που, με τη σειρά τους, διασφαλίζονται μόνο με τη συμμετοχή στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, με την εμπέδωση του ελέγχου του κόμματος από τα ίδια του τα μέλη. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως εχθρός των στρατηγικών «ανάθεσης» δεν μπορεί να επιτρέπει στο εσωτερικό του την ανάθεση κρίσιμων αποφάσεων και τακτικών σε αποσπασμένα σώματα «ειδικών», πέρα από τα εκλεγμένα, αρμόδια και υπεύθυνα απέναντι στα μέλη όργανα.
Πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες λένε ότι όλα αυτά θα τα δούμε «μετά τις εκλογές». Πράγματι, «μετά» θα έχουμε να δούμε μια νέα πολιτική γραμμή σε νέες συνθήκες. Και μαζί με αυτά και μια νέα οργανωτική λειτουργία που θα επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ των μελών να τα βγάλει πέρα.