Η οικονομική κρίση στην ευρωζώνη συνεχίζεται και ακόμα και η «ατμομηχανή» Γερμανία πέρασε σε ύφεση, ενώ η Γαλλία βυθίζεται σε πολιτική κρίση. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, οι αντιπαραθέσεις διαφόρων καπιταλιστικών κέντρων απογειώνονται και η διεθνής συγκυρία «μυρίζει» όλο και περισσότερο αίμα αθώων.
Από την Ουκρανία έως τη φλεγόμενη Μ. Ανατολή, οι πολεμικές συρράξεις και οι σκληροί ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί θυμίζουν δραματικά τις συνθήκες λίγο πριν από το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ακριβώς πριν από 100 χρόνια. Ο κίνδυνος ενός νέου σφαγείου για την ανθρωπότητα επισημάνθηκε πρόσφατα από αρκετά έντυπα σε όλη την υφήλιο, που κάνουν λόγο για ανεξέλεγκτες εξελίξεις.
Στο πλαίσιο αυτής της αμείλικτης πραγματικότητας, συνεχίζεται η ολομέτωπη επίθεση της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων και της νεολαίας, η όλο και πιο απροκάλυπτη στήριξη των συμφερόντων των οικονομικών ελίτ, η αντικατάσταση των «συναινέσεων» άλλων εποχών με στροφή στον αυταρχισμό και η συσπείρωση του μνημονιακού μπλοκ γύρω από τα ιδεολογήματα της μετεμφυλιακής ακροδεξιάς και ενός αχαλίνωτου νεοφιλελευθερισμού, που βαφτίζει «μεταρρύθμιση» την απλήρωτη εργασία και τη διάλυση του κοινωνικού κράτους. Αυτό -συνοπτικά- είναι το σχέδιο του αστικού κόσμου για την υπέρβαση της οικονομικής και πολιτικής του κρίσης.
Σχέδιο όμως που συναντάει σοβαρά εμπόδια στην υλοποίησή του. Παρά τη συνήθη θερινή «νηνεμία», σε όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού υπήρξαν εκδηλώσεις της εργατικής-λαϊκής αντίστασης ενάντια στην κυβερνητική πολιτική της ανεργίας, της φοροληστείας και του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας. Η μαζική συναυλία συμπαράστασης στον αγώνα των καθαριστριών στα τέλη Ιούλη, η γενικευμένη κοινωνική κατακραυγή για την κλοπή του ΕΝΦΙΑ, με αποκορύφωμα την διήμερη κατάληψη στην εφορία της Ζακύνθου από κατοίκους και φορείς του νησιού, οι δεκάδες δράσεις στις παραλίες όλης της χώρας ενάντια στην ιδιωτικοποίηση των ακτών και η συνέχιση της απεργίας-αποχής από κάθε διαδικασία αξιολόγησης στο Δημόσιο, θρυμματίζουν την εικόνα «σταθερότητας» που προσπαθεί να επιβάλει η κυβερνητική προπαγάνδα, μέσω των φιλικών της ΜΜΕ.
Για την Αριστερά τα καθήκοντα είναι πιο συγκεκριμένα από ποτέ. Η ενοποίηση όλων των επιμέρους κινητοποιήσεων και η δυναμική παρέμβαση σε όλα τα μέτωπα αντιπαράθεσης με την πολιτική της κοινωνικής ισοπέδωσης, είναι η μόνη επιλογή για να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση και την μαχητικότητα όσων αγωνίζονται για την ανατροπή αυτών που ευθύνονται για τη φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Και, ταυτόχρονα, είναι η μόνη ασφαλής διαδρομή για την ενίσχυση της επιρροής της, ώστε να έρθει η πολιτική ανατροπή και να αναδειχθεί μια αυθεντική κυβέρνηση της Αριστεράς.
Με ενωτικές πρωτοβουλίες, τόσο στο κοινωνικό, όσο και στο πολιτικό πεδίο, υπάρχουν οι ευκαιρίες για να προκληθούν ισχυρά πλήγματα στην κυβερνητική συνοχή. Η διαδήλωση στη ΔΕΘ, με τη συντονισμένη παρουσία συνδικάτων, κοινωνικών κινημάτων, οργανώσεων και κομμάτων της Αριστεράς, μπορεί να είναι η πρώτη δυναμική απάντηση στα παραμύθια του Σαμαρά για «φοροελαφρύνσεις» και «διώξιμο της τρόικας».
Οι εκδηλώσεις για τον αντιφασιστικό Σεπτέμβριο, ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα, είναι επίσης ευκαιρία για να συνδεθεί η μάχη κατά των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής, με τον αγώνα ανατροπής των ακροδεξιών επιτελείων του Μαξίμου, που ανέχθηκαν και πριμοδοτούν συστηματικά με το λόγο και την πολιτικής τους πρακτική, τη νεοναζιστική απειλή.
Σε αυτά τα μέτωπα θα μετρηθεί η χρησιμότητα τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και συνολικά της Αριστεράς, που καλείται να εκπληρώσει την ιστορική της αποστολή: την αταλάντευτη εκπροσώπηση των εργαζόμενων και των λαϊκών στρωμάτων. Η αποφασιστική συμβολή της πολιτικής Αριστεράς στην κλιμάκωση και τον συντονισμό των εργατικών-λαϊκών αγώνων θα είναι καθοριστικός παράγοντας για την επιτάχυνση των διεργασιών ανάδειξης μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Μιας κυβέρνησης που θα αποτελεί την πολιτική έκφραση αυτών των αγώνων, που θα συγκρουστεί με τις ευρωηγεσίες και θα επιφέρει ριζοσπαστικές αλλαγές, με πυξίδα τις ανάγκες των πολλών και πρόγραμμα τις διεκδικήσεις της κοινωνικής πλειοψηφίας. Μιας κυβέρνησης που θα αντιστρέψει ολοκληρωτικά τη μεταφορά πλούτου και θα τον κατευθύνει «από τα πάνω» προς τους εργαζόμενους και τους φτωχούς. Μιας κυβέρνησης που θα εμπνεύσει τον κόσμο, ώστε να αμφισβητήσει ανοιχτά την εξουσία του δυνάμεων του κεφαλαίου, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνολική κοινωνική απελευθέρωση, για το σοσιαλισμό.