Φέτος συμπληρώθηκαν 150 χρόνια από την ίδρυση της Α’ Διεθνούς, της πρώτης απόπειρας ένωσης και συντονισμού διαφόρων εργατικών οργανώσεων, ρευμάτων κ.λπ. Η Α’ Διεθνής δεν μπορεί να ιδωθεί ως «μαρξιστική», αλλά ως ένα πρώτο είδος ενιαίου μετώπου, μέσα στο οποίο η ανοιχτή διαπάλη ρευμάτων και ιδεών επέτρεψε στο εργατικό κίνημα να κάνει τα πρώτα του σημαντικά πολιτικά και θεωρητικά προχωρήματα. Αναδημοσιεύουμε σειρά σχετικών κειμένων από την εφημερίδα και το περιοδικό του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (Γαλλία). Την μετάφραση έκανε η Άννα Χριστοπούλου.
Η Α’ Διεθνής: Η μαμή του σύγχρονου εργατικού κινήματος
Η χρονική απόσταση μας επιτρέπει να δούμε την πρωτοτυπία της Διεθνούς Ένωσης Εργατών (ΔΕΕ ή 1η Διεθνής). Σε αντίθεση με την 3η ή την 4η Διεθνή, η ΔΕΕ είχε ασαφή όρια, δεν οικοδομήθηκε στη βάση ενός προγράμματος. Η 1η Διεθνής σίγουρα δεν ήταν «μαρξιστική».
Η ΔΕΕ θα πρέπει μάλλον να κατανοηθεί ως ένα πλαίσιο ενιαίου μετώπου που επέτρεπε σε κάθε εργατικό ρεύμα να συμμετέχει. Έδωσε, έτσι, τη δυνατότητα να ενωθούν οργανώσεις πολύ διαφορετικές μεταξύ τους: πολιτικές ομάδες, συνδικάτα, αδελφότητες…
Αυτή η μέθοδος οικοδόμησης, η απόρριψη των σεχταριστικών τελεσιγράφων και η υπεράσπιση των συμπερασμάτων του μαρξισμού, επέτρεψε στο εργατικό κίνημα να κάνει ένα άλμα προς τα εμπρός κατά τα έτη 1864-1871, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Στο πλαίσιο της ΔΕΕ −που καθοδηγήθηκε από τον Μαρξ− πολλά ζητήματα, που σήμερα θεωρούνται προφανή, αποσαφηνίστηκαν τότε: ο ρόλος των απεργιών, οι συνεταιρισμοί κ.λπ. Σε αυτό το κίνημα, ο Μαρξ και οι οπαδοί του κυριολεκτικά διέλυσαν τις σοσιαλιστικές σέχτες που είχαν σχηματιστεί στα μέσα του 19ου αιώνα, όπως ήταν οι οπαδοί του Προυτόν κ.λπ. «Η ιστορία της Διεθνούς ήταν ένας συνεχής αγώνας του Γενικού Συμβουλίου κατά των σεχτών και των ερασιτεχνικών ρευμάτων που πάντα προσπαθούσαν να αναπαραχθούν ενάντια στο πραγματικό κίνημα της εργατικής τάξης». (1)
Προφανώς αυτό το έργο παρέμεινε ελλιπές. Έτσι, η Διεθνής δεν μπόρεσε να παράσχει στο εργατικό κίνημα επαρκή τοποθέτηση σχετικά με θέματα όπως ο ρόλος των γυναικών ή το ζήτημα της δημόσιας εκπαίδευσης. Αλλά εξετάζοντας την εξέλιξη του εργατικού κινήματος συνειδητοποιεί κανείς ότι υπάρχει ένα «πριν» και ένα «μετά» την 1η Διεθνή. Η Ένωση ήταν κυριολεκτικά η μαμή του σύγχρονου εργατικού κινήματος.
Αλλά το έργο της Διεθνούς δεν ήταν μόνο θεωρητικό. Η ΔΕΕ ήταν επίσης ένα φυτώριο της διεθνούς εργατικής αλληλεγγύης, οργανώνοντας την υποστήριξη σε αμέτρητες απεργίες και αναπτύσσοντας αντίσταση στην υποταγή των προλεταρίων στο διεθνή ανταγωνισμό, ξεκινώντας από εθνική βάση. Στην εποχή της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, της υποταγής στο γενικευμένο ανταγωνισμό, οι κατακτήσεις αυτές δεν είναι καθόλου αμελητέες.
Πάνω απ’ όλα, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Ένγκελς, η Κομούνα του Παρισιού είναι χωρίς αμφιβολία αδύνατο να διαχωριστεί από την ύπαρξη της Διεθνούς, είναι η πνευματική της κόρη. Για πρώτη φορά η εργατική τάξη καταλάμβανε την πολιτική εξουσία. Με την κυβέρνηση αυτή, την πρώτη των εργαζομένων, ο στόχος του σοσιαλισμού γινόταν αξιόπιστος.
Το γεγονός παραμένει ότι η Ένωση ήταν εύθραυστη. Η ανομοιογένεια αυτής της «αφελούς συνένωσης όλων των φραξιών» (Ένγκελς) την καθιστούσε κατ’ ανάγκην μια προσωρινή οργάνωση. Το ότι δεν μπόρεσε να αντέξει ως οργάνωση τον αντίκτυπο της Κομούνας ήταν μια φυσιολογική εξέλιξη.
Το 1870, ο Μαρξ επισήμανε ότι η δυναμική της έτεινε να εξαντληθεί και ότι «μετέφερε από τη Γαλλία στη Γερμανία [όπου οι υποστηρικτές του μαρξισμού κυριαρχούσαν στο εργατικό κίνημα] το κέντρο βάρους του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη». (2)
Και αυτό ακριβώς συνέβη. Το ευρωπαϊκό προλεταριάτο, κάτω από την ώθηση των Γερμανών σοσιαλιστών ηγετών, ανταποκρίθηκε στην έκκληση της Διεθνούς για τη συγκρότηση σε ξεχωριστό πολιτικό κόμμα, σε «μια τάξη για τον εαυτό της». Μετά το ξεπέρασμα από το σοκ της ήττας του Παρισιού, ισχυρά εργατικά κόμματα αναπτύχθηκαν σε όλη την Ευρώπη, επιτρέποντας αναμφισβήτητα στο προλεταριάτο να βελτιώσει αναμφισβήτητα την κατάστασή του.
Όλα αυτά θα ήταν αδύνατα χωρίς τις προπαρασκευαστικές εργασίες της Διεθνούς Ένωσης Εργατών. Και αυτό το αναντικατάστατο έργο το διεκδικούμε ακόμα και σήμερα.
2. Μαρξ, επιστολή προς SAPD, 1η Σεπτεμβρίου 1870.
28 Σεπτεμβρίου 1864: «Να σωθούμε μέσα από την αλληλεγγύη!»
Η Πρώτη Διεθνής ιδρύθηκε στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο, σε αλληλεγγύη με τους εξεγερμένους εργάτες στην Πολωνία. Η συνάντηση εντασσόταν στο πλαίσιο μιας σειράς πρωτοβουλιών για την ενίσχυση των δεσμών ανάμεσα στους εργάτες όλων των χωρών. Οι Άγγλοι συνδικαλιστές, ιδίως, είχαν κατ’ επανάληψη έρθει αντιμέτωποι με τη χρησιμοποίηση εργαζομένων από την ηπειρωτική Ευρώπη, χρησιμοποίηση που είχε στόχο το σπάσιμο των απεργιών, και τους έφερνε σε αντιπαράθεση με τα αφεντικά στην Αγγλία. Εμπειρικά, είχαν αντιληφθεί την ανάγκη να αναπτυχθεί μια διεθνής εργατική ένωση για να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό σε διεθνή κλίμακα.
Στη συνάντηση συγκεντρώθηκαν Ιταλοί και Γάλλοι εργάτες, Άγγλοι συνδικαλιστές, Γερμανοί κομουνιστές (Μαρξ), Ιταλοί σοσιαλιστές κ.λπ. Ο Γάλλος μουτουαλιστής Τολέν υποστήριξε το σχέδιο για μια νέα οργάνωση που προτάθηκε από τους Άγγλους με κεντρικό σύνθημα: «Να σωθούμε μέσα από την αλληλεγγύη!». Το σχέδιο εγκρίθηκε διά βοής και συγκροτήθηκε ένα Γενικό Συμβούλιο αποτελούμενο από τους βασικούς εμπνευστές αυτής της προοπτικής.
Ασφαλώς υπήρχαν αντιθέσεις στις απόψεις των διάφορων αγωνιστών. Η κύρια διαίρεση ήταν ανάμεσα στους κολεκτιβιστές, υποστηρικτές της συλλογικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, και τους μουτουαλιστές, επηρεασμένους κυρίως από τον Προυντόν, υποστηρικτές ενός συνεταιριστικού συστήματος.
Σε κάθε περίπτωση, αυτά τα ρεύματα κατάφεραν να ξεπεράσουν τις διαφορές τους και να ιδρύσουν τη Διεθνή Ένωση των Εργατών (ΔΕΕ), που οριζόταν στο καταστατικό ως «ένα κεντρικό σημείο επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των εργαζομένων από διαφορετικές χώρες». Αποφασιστικό γεγονός ήταν η ιδρυτική εκδήλωση της Διεθνούς που δήλωνε το στόχο «της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας», «ως το πρώτο καθήκον της εργατικής τάξης», για να τελειώνουμε με την καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Ποιοι ήταν μέλη της Διεθνούς
Στο τρίτο τέταρτο του 19ου αιώνα οι καπιταλιστικές σχέσεις εξαπλώνονταν στην Ευρώπη, αλλά το προλεταριάτο, που κατά το ήμισυ αποτελούσαν από γυναίκες και παιδιά, παρέμενε πολύ ετερογενές: αγρότες που εργάζονταν ανάλογα με τις εποχές, ή τις ανάγκες ενός ορυχείου, στο εργοστάσιο ή στο σπίτι. Τεχνίτες που περνούσαν, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς, από την κατάσταση του εργοδότη σε εκείνη του μισθωτού. Κλωστοϋφαντουργοί ή μεταλλωρύχοι που μισθοδοτούσαν τους βοηθούς τους... Οι εργασιακές συνθήκες τους ήταν πολύ σκληρές και η επισφάλεια έκανε το φάσμα της φτώχειας να πλανιέται από πάνω τους.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1860, οι νόμοι που καθόριζαν τις οργανώσεις γίνονταν πιο ευέλικτοι. Το εργατικό κίνημα είχε αρχίσει να παίρνει μορφή. Παρά την καταστολή, οι παλιές συντεχνίες γέννησαν τον αγγλικό συνδικαλισμό και τον γαλλικό και βελγικό μουτουαλισμό. Στην αμοιβαία επιθυμία τους για χειραφέτηση, μαχητικοί εργαζόμενοι, σοσιαλιστές, διανοούμενοι συναντιούνται μεταξύ τους στην εξορία, στις Βρυξέλλες, στο Λονδίνο ή στη φυλακή.
Πρώτη εμπορική δύναμη, η Μεγάλη Βρετανία, το εργαστήριο του κόσμου, αστικοποιείται από τα μέσα του αιώνα. Τα συνδικάτα συνενώνονται, οργανώνουν τους ειδικευμένους εργάτες, ιδρύουν ταμεία αλληλοβοήθειας, διαπραγματεύονται με τα αφεντικά και χρησιμοποιούν το όπλο της απεργίας. Το 1860, ύστερα από μια μεγάλη απεργία των οικοδόμων, συγκροτείται το Συμβούλιο Εργατών στο Λονδίνο, το οποίο οργανώνει και προωθεί τη διεθνή αλληλεγγύη και το αίτημα για 9ωρη εργασία.
Στις περιοχές που θα συγκροτηθεί αργότερα η Γερμανία, το κόμμα που δημιουργήθηκε από τον Φερδινάνδο Λασάλ υπερασπίζεται έναν κορπορατισμό που στηρίζεται στο κράτος, αλλά και την ενοποίηση υπό την ηγεσία της Πρωσίας. Ο Αύγουστος Μπέμπελ, εργάτης που έγινε δημοσιογράφος, και ο Βίλχελμ Λίμπκνεχτ, βετεράνος της επανάστασης του 1848 και της Κομουνιστικής Λίγκας, ιδρύουν σε συνεργασία με το δίκτυο που έφτιαξε ο Γιόχαν Φίλιπ Μπέκερ (φυγάς στη Γενεύη μετά το 1848), την Ένωση των Γερμανικών Εργατικών Οργανώσεων, η οποία υιοθετεί τις θέσεις της ΔΕΕ το 1867.
Αποτελεσματική αλληλεγγύη
Η Γαλλία ήταν ακόμα σε μεγάλο βαθμό μια αγροτική χώρα. Η βιομηχανία συνδεόταν με την ύπαιθρο, τα εργοστάσια συχνά τροφοδοτούνται με εργατικά χέρια από εκεί. Μόνο μετά την Κομούνα του 1871 οι βιομηχανικοί εργάτες θα έρθουν σε ρήξη με την εργοδοτική και πατερναλιστική κηδεμονία.
Ο Βαρλέν κι άλλοι αγωνιστές, επηρεασμένοι από τα γραπτά του Προυντόν και του Σαρλ Φουριέ, υποστηρίζουν την οργάνωση ως αφετηρία της χειραφέτησης. Τα μέλη της Διεθνούς φτιάχνουν ένα τμήμα που, αν και δεν είναι νόμιμο, θα γίνει ανεκτό μέχρι το 1868. Εκτός από την αγκιτάτσια και την εκπαιδευτική συζήτηση, υπερασπίζονται την αλληλεγγύη και μάχονται στον Τύπο ενάντια στην απεργοσπασία και υπέρ της συλλογικότητας.
Οι εργάτες του ορείχαλκου στην πρωτεύουσα δημιούργησαν το δικό τους ταμείο πρόνοιας και αρωγής, που διασφάλιζε ένα επίδομα ανεργίας και είχε φτάσει από 3.000 μέλη το 1865 και στα 6.000 μέλη το 1867. Το γραφείο του αποτελούνταν εξ ολοκλήρου από μέλη της Διεθνούς. Το 1867, τα αφεντικά οργανώνουν λοκ άουτ, αρνούμενοι να επαναπροσλάβουν τα μέλη του σωματείου. Η απεργία αποφασίζεται και το γραφείο του Παρισιού οργανώνει την αλληλεγγύη, στέλνοντας ακόμη και αντιπροσωπεία στο Λονδίνο που επιστρέφει με μια δωρεά από τα συνδικάτα. Αυτή η νικηφόρα απεργία είναι η πρώτη σε μια σειρά που θα υποστηρίξει η ΔΕΕ.
Το 1868 στο Βέλγιο, ο στρατός ανοίγει πυρ εναντίον των απεργών στο Σαρλερουά. Η ΔΕΕ οργανώνει εράνους και στηρίζει τις οικογένειες εκείνων που σκοτώθηκαν, τους τραυματίες και τους φυλακισμένους, ενώ διαθέτει τα χρήματα για την υπεράσπισή τους. Οι αγωνιστές στις Βρυξέλλες οργανώνουν αρκετές συγκεντρώσεις, κάθε Κυριακή, και στηρίζουν τα σωματεία αντίστασης και αλληλεγγύης.
Τον ίδιο χρόνο στη Γενεύη, η απεργία των εργαζομένων στην οικοδομή με στόχο τη μείωση του χρόνου εργασίας κάμπτει τα αφεντικά. Και εδώ επίσης, η στήριξη των αγωνιστών της Διεθνούς υπήρξε καθοριστικής σημασίας.
Αυτή η αποτελεσματική αλληλεγγύη σε μια περίοδο ανόδου των αγώνων θα φέρει στη ΔΕΕ και στα τμήματά της την αναγνώριση και τη συσπείρωση πολλών οργανώσεων της εργατικής τάξης.
Μαρξ/Προυντόν: Οι κολεκτιβιστές απέναντι στους μουτουαλιστές
Αν λέμε σήμερα ότι οι συζητήσεις στη ΔΕΕ έφερναν σε αντίθεση τους μαρξιστές με τους αναρχικούς, εκείνη την εποχή δεν τις βίωναν έτσι. Ο Μαρξ ήταν λίγο γνωστός έξω από τη Γερμανία, ενώ το ρεύμα των αναρχικών θα αναπτυχθεί αργότερα. Η σύγκρουση στα πρώτα χρόνια ήταν μεταξύ των ρευμάτων, των οργανώσεων και των αγωνιστών που υπερασπίζονταν τις συλλογικές λύσεις, των κολεκτιβιστών, και εκείνων που υποστήριζαν την ανάπτυξη των συνεταιρισμών, των μουτουαλιστών.
Στην ιδρυτική έκκληση, που σε μεγάλο βαθμό γράφτηκε από τον Μαρξ, η θέση του συνεταιριστικού κινήματος, της μανουφακτούρας (σ.τ.μ. των μικρών επιχειρήσεων) που «δημιουργήθηκε από τις μεμονωμένες πρωτοβουλίες λίγων» συζητείται με αρκετά διεξοδικό τρόπο. «Η αξία αυτών των μεγάλων κοινωνικών πειραμάτων δεν μπορεί να υπερεκτιμάται. Έδειξαν στην πράξη, πέρα από τα επιχειρήματα, ότι η παραγωγή σε μεγάλη κλίμακα και στο επίπεδο των κατακτήσεων της σύγχρονης επιστήμης θα μπορούσε να ξεφύγει από την τάξη των αφεντικών, να περάσει στην τάξη των μισθωτών (...). Την ίδια στιγμή (...) όσο καλή κι αν ήταν κατ’ αρχήν, όσο χρήσιμη κι αν φάνηκε στην εφαρμογή της, η συνεργατική εργασία, στενά περιορισμένη σε τυχαίες και μεμονωμένες προσπάθειες των εργατών, ποτέ δεν θα κατορθώσει να σταματήσει τη γεωμετρική ανάπτυξη των μονοπωλίων ούτε θα μπορέσει να απελευθερώσει τις μάζες ή ακόμη να μειώσει έστω και λίγο το βάρος της δυστυχίας τους (...) Η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας είχε γίνει λοιπόν το πρώτιστο καθήκον της εργατικής τάξης».
Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια αντιπαραθέσεων ώστε αυτή η αντίληψη να γίνει πλειοψηφική απέναντι στους Γάλλους αγωνιστές που, επηρεασμένοι από τον Προυντόν, υπερασπίζονταν το συνεργατικό σχέδιο. Ο Προυντόν ποτέ δεν έγινε μέλος της Διεθνούς (πέθανε το 1865) αλλά και καμίας άλλης οργάνωσης συστηματικής συλλογικής δράσης. Γι’ αυτόν, η βελτίωση της κατάστασης των εργαζομένων δεν θα ερχόταν μέσα από την απεργία, την οικονομική πάλη, και ακόμα λιγότερο την πολιτική πάλη και την επαναστατική δράση, αλλά μέσα από τη μετατροπή των εργαζομένων σε ιδιοκτήτες, σε ανεξάρτητους παραγωγούς, συνδεδεμένους με ένα κοινωνικό συμβόλαιο, την «αμοιβαιότητα». Αυτά τα επιχειρήματα είχαν απήχηση στους ειδικευμένους εργάτες που έβλεπαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν μια αυτονομία στην πράξη, χωρίς να πουλάνε την εργατική τους δύναμη σε ένα αφεντικό, συνεργαζόμενοι αυτόνομα κατά επάγγελμα.
Κοινωνική χειραφέτηση, πολιτική χειραφέτηση...
Αλλά το βάρος των Άγγλων συνδικαλιστών και ο πολλαπλασιασμός των απεργιών στην Ευρώπη κατά τα έτη 1867-1868 , άλλαξαν την κατάσταση. Μετά το 1868 κυριαρχεί η κολεκτιβιστική άποψη, σύμφωνα με την οποία δεν είναι οι συνεταιρισμοί ο τρόπος για να αλλάξει η κοινωνία, αλλά η διεκδίκηση του σοσιαλισμού, η οποία υιοθετεί την αρχή της κολεκτιβοποίησης των ορυχείων, των σιδηροδρόμων, των πλωτών καναλιών, του τηλέγραφου, των δασών κ.ο.κ.
Παράλληλα διεξάγεται η συζήτηση σχετικά με τη σημασία της απεργίας, της διεθνούς αλληλοβοήθειας και του ρόλου των συνδικάτων. Οι προυντονικοί, όπως και ο ίδιος ο Προυντόν, τάχθηκαν εναντίον των απεργιών, καθώς θεωρούν ότι η μόνη σωτηρία είναι οι κοπερατίβες. Εντούτοις, το 1868 αναγνωρίστηκε η αναγκαιότητα της απεργίας, συμπεριλαμβάνοντας την ηθική νομιμότητα της περιφρούρησης και της συνακόλουθης βίας, όπως και η σημασία της οργάνωσης των συνδικάτων.
Η απόφαση απαντά τόσο στους προυντονικούς όσο και στους «στενούς» συνδικαλιστές: «Τα συνδικάτα ήταν και εξακολουθούν να είναι κέντρα οργάνωσης της εργατικής τάξης. Αν χρειάζονται μια φορά για τον ανταρτοπόλεμο μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, είναι ακόμα πιο σημαντικά ως παράγοντας οργάνωσης για την κατάργηση του ίδιου του συστήματος της μισθωτής εργασίας. Δυστυχώς τα συνδικάτα δεν έχουν ακόμη πλήρως αντιληφθεί αυτό το καθήκον. (...) Γι’ αυτό στάθηκαν και στέκονται σε απόσταση από τα γενικά και πολιτικά κινήματα».
Αυτές οι συζητήσεις συντονίζονται στην υιοθέτηση μιας απόφασης που διακηρύσσει ότι «η κοινωνική χειραφέτηση των εργαζομένων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική τους χειραφέτηση» και ότι «η θέσπιση των πολιτικών ελευθεριών είναι ένα πρώτο μέτρο απόλυτης ανάγκης».
Λουδοβίκος-Αύγουστος Μπλανκί: Επάγγελμα, «προλετάριος»
Ο Λουδοβίκος-Αύγουστος Μπλανκί κατάλαβε από το 1830 ότι οι ριζοσπάστες αστοί ηγούνται των επαναστάσεων μόνο και μόνο για να καταστείλουν τις λαϊκές προσδοκίες. Το 1848 έχει ηγετικό ρόλο σε οργανώσεις και κινητοποιήσεις και γίνεται άσπονδος εχθρός της αντίδρασης. Υπόγεια οργανώνει μυστικές εταιρείες -όπως η Κοινωνία των Εποχών- έτοιμες να στηρίξουν την εξέγερση και να εξασφαλίσουν τη λαϊκή ηγεσία, τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Τη δεκαετία του 1860 ασκεί επιρροή σε νέους ριζοσπάστες διανοούμενους, όπως οι Λαφάργκ, Βαγιάν και Κλεμανσό. Θα διαφωνήσουν για την ένταξή τους στη Διεθνή. Σε αντίθεση με τον Προυντόν, ο Μπλανκί δεν βλέπει σ’ αυτήν παρά μόνο «φλυαρίες με τους συναδέλφους και συντρόφους».
Φυλακίστηκε την παραμονή της Κομούνας, και ο Θιέρσος αρνήθηκε να τον ανταλλάξει με άλλους ομήρους. Τελικά, ο Μπλανκί πέρασε 35 χρόνια στη φυλακή...
Μαρξ/Μπακούνιν: Ο ρόλος του κράτους και του κόμματος…
Για όλους τους κολεκτιβιστές, ο πλούτος πρέπει να κολεκτιβοποιηθεί μέσω της συλλογικής δράσης, μέσω της οικονομικής και πολιτικής πάλης. Ποιος όμως θα διαχειριστεί τα κολεκτιβοποιημένα αγαθά; Η αντιπαράθεση θα γίνει γρήγορα έντονη μεταξύ των «αντικρατιστών» και των «μαρξιστών», αλλά θα επεκταθεί και στο ζήτημα των μορφών πολιτικής οργάνωσης.
Καθώς περιθωριοποιούνται οι προυντονικοί, εμφανίζονται δύο άλλα ρεύματα. Οργανωμένο στη βάση των μυστικών εταιρειών, το μπλανκιστικό ρεύμα εντάσσεται στη ΔΕΕ και υποστηρίζει μια προοπτική κεντρικά πολιτική. Για να επιτύχουμε τη χειραφέτηση των εργαζομένων, η αστική τάξη θα πρέπει να χάσει τα πολιτικά της προνόμια μέσω των οποίων διατηρεί και όλα τα άλλα προνόμια, ενώ το προλεταριάτο σε μια περίοδο επαναστατικής δικτατορίας θα χρησιμοποιήσει τα ίδια όπλα, σβήνοντας για πάντα αυτά τα προνόμια, πριν η προλεταριακή δικτατορία πάψει να υπάρχει, αφού δεν θα έχει λόγο ύπαρξης.
Το δεύτερο ρεύμα οργανώνεται από τον Μπακούνιν, αντιαυταρχικό αγωνιστή που εμπλέκεται σε όλους τους κοινωνικούς και πολιτικούς ευρωπαϊκούς αγώνες. Για να συμπαρασύρει «τις μεγάλες λαϊκές μάζες που υποφέρουν, που δουλεύουν, που έχουν άγνοια, που είναι παραιτημένες από συνήθεια και αναγκαιότητα», υποστήριξε τη δημιουργία μιας πολιτικής διεύθυνσης αποτελούμενης από μια «μικρή μειοψηφία αγωνιστών έξυπνων, ειλικρινών, αφοσιωμένων με πάθος στο ιδανικό της ανθρωπότητας, αφοσιωμένων στον αγώνα μέχρι θανάτου» (1). Η σύγκρουση μεταξύ αυτού του ρεύματος και του Μαρξ θα κυριαρχήσει στα τελευταία συνέδρια της Διεθνούς.
Πώς να κατακτήσουμε την πολιτική εξουσία;
Ο Μαρξ αντιμάχεται τις μεθόδους των υποστηρικτών του Μπακούνιν που «ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν το πιο προηγμένο, το πιο ακραίο ρεύμα». Για τον Μαρξ η έννοια του κόμματος συνδέεται με το πραγματικό κίνημα του προλεταριάτου και τον πολιτικό αγώνα, που απέχει πολύ από τον περιορισμό στο πολιτικό και κοινοβουλευτικό παιχνίδι, και είναι ο αγώνας για τα κοινωνικά δικαιώματα, όπως είναι η διεκδίκηση της 8ωρης εργασίας. Το προλεταριάτο δεν μπορεί να δράσει ως τάξη «παρά μόνο συγκροτώντας ένα διακριτό πολιτικό κόμμα, σε αντίθεση με όλα τα παλιά κόμματα που έχουν φτιαχτεί από τις ιδιοκτήτριες τάξεις», και αυτή η συγκρότηση είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ο θρίαμβος της επανάστασης, η κατάργηση των τάξεων.
Απέναντι στο ερώτημα της «δικτατορίας του προλεταριάτου» θα εμφανιστούν νέες αποκλίσεις. Ο Μαρξ έγραψε στο «Κομουνιστικό Μανιφέστο», το 1848, ότι το προλεταριάτο για να χειραφετηθεί έπρεπε να συγκροτηθεί σε «κυρίαρχη τάξη». Σε αυτή την προσέγγιση, το κράτος είναι ένα μέσο που οδηγεί στην εξαφάνιση των τάξεων. Η εμπειρία της Κομούνας τον οδήγησε στο να αποσαφηνίσει αυτό το σημείο. Επισήμανε ότι η Παρισινή Κομούνα του 1871 δεν αρκέστηκε στο να πάρει όπως ήταν την κρατική μηχανή και να τη χειριστεί για δικό της λογαριασμό, αλλά θέσπισε μια ειδική πολιτική μορφή του κράτους με βάση την οργάνωση των παραγωγών και τη μαζική δημοκρατία. Τότε ακριβώς εμφανίστηκε η έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Το ζήτημα της στρατηγικής για την κατάληψη της εξουσίας και το μέλλον του κράτους θα διχάσει τη ΔΕΕ. Αν και οι δύο θέσεις θέλουν την καταστροφή της αστικής κοινωνίας και την κοινωνική επανάσταση, διαφωνούν για το πώς θα επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Ο Μπακούνιν πρότεινε την καταστροφή του κράτους μέσα από την επαναστατική διαδικασία. Ο Μαρξ υπερασπίστηκε την εγκαθίδρυση της «επαναστατικής δικτατορίας του προλεταριάτου», «μιας πολιτικής μορφής που επιτέλους ανακαλύφθηκε με την οποία θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η οικονομική χειραφέτηση της εργασίας». Έτσι, η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας γίνεται το μεγάλο καθήκον του προλεταριάτου. Αυτή η ιδέα της «δικτατορίας του προλεταριάτου» προφανώς απέχει πολύ από εκείνη της σταλινικής καταστροφής της δικτατορίας των γραφειοκρατών… Ποια ήταν όμως η αντίληψη για το κόμμα και για τα μέσα της επανάστασης; Οι διαφορές ήταν τόσο σημαντικές ώστε η ΔΕΕ να εξαφανιστεί το 1872.
Ζήτω η Διεθνής!
«Η πρωτοτυπία της Διεθνούς είναι ότι δημιουργήθηκε από τους ίδιους τους εργάτες. Πριν από την ίδρυση της Διεθνούς, οι διάφορες οργανώσεις ήταν συλλογικότητες που ιδρύθηκαν για τις εργατικές τάξεις από κάποιους ριζοσπάστες προερχόμενους από τις κυρίαρχες τάξεις. Αντίθετα, η Διεθνής δημιουργήθηκε από τους ίδιους τους εργάτες» (Μαρξ).
Χωρίς οργάνωση, η εργατική τάξη είναι απλή πρώτη ύλη, η πρώτη ύλη της εκμετάλλευσης από τους καπιταλιστές–μια τάξη «καθεαυτή». Η οργάνωση είναι που της επιτρέπει να γίνει ενεργό υποκείμενο στην ταξική πάλη, μια τάξη «για τον εαυτό της». Με αυτή την έννοια, ο ρόλος της ΔΕΕ, που υπήρξε πραγματική μαμή για το σύγχρονο εργατικό κίνημα, ήταν καθοριστικός.
Αυτή η διαδικασία πραγματώθηκε μέσω ενός έργου υπομονετικής ιδεολογικής αποσαφήνισης και κατέληξε στην εξασφάλιση της υπεροχής μέσα στο κίνημα των κολεκτιβιστών, υποστηρικτών της συλλογικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Πριν από τη ΔΕΕ, ζητήματα που τώρα είναι προφανή, όπως ο ρόλος των απεργιών (που τις αντιμάχονταν ο Προυντόν και ο Όουεν), καθώς και η ανάγκη για ανεξάρτητη πολιτική δράση των εργαζομένων, δεν ήταν καθόλου αυτονόητα.
Αλλά δεν ήταν μόνο οι ιδέες. Το 1871 συνέβη το ανήκουστο γεγονός της κατάληψης της εξουσίας από τους εργάτες του Παρισιού. Αναμφισβήτητα η Κομούνα, η πρώτη εργατική κυβέρνηση στην ιστορία, ήταν η «πνευματική» κόρη της Διεθνούς, όπως έγραψε ο Ένγκελς. Αρκεί να δούμε τον αριθμό των μελών της Διεθνούς που συμμετείχαν στην ηγεσία της για να το καταλάβουμε.
Αναγκαστικά ετερογενής (η ΔΕΕ προφανώς δεν ήταν «μαρξιστική»), άρα εύθραυστη, η Διεθνής δεν επιβίωσε μετά την Κομούνα. Αλλά, από το 1871, απηύθυνε ένα μεγάλο κάλεσμα για να σχηματιστούν ανεξάρτητα εργατικά κόμματα. Αυτή η πρόσκληση δεν έμεινε κενό γράμμα. Σε όλο τον κόσμο σχηματίστηκαν εργατικά κόμματα, που επέτρεψαν στην υποτελή τάξη να υπάρξει στο πολιτικό πεδίο. Και η Δεύτερη (Σοσιαλιστική) Διεθνής, που ιδρύθηκε το 1889, άρχισε το έργο της από εκεί όπου είχε σταματήσει η ΔΕΕ.
Το να τιμούμε τη ΔΕΕ σημαίνει ότι τιμούμε ένα κίνημα, το οποίο εκείνη ξεκίνησε, και που επιβιώνει μέχρι σήμερα: το εργατικό κίνημα, αυτό της πρώτης αντίστασης των εργαζομένων στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, για την αταξική κοινωνία.
Η Κομούνα: Η Διεθνής και η έφοδος στον ουρανό
Ο ρόλος της Διεθνούς κατά τη «στιγμή» της Κομούνας είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Αν υπήρξε περισσότερο η πράξη των αγωνιστών της παρά η συντονισμένη δράση του κόμματος, είναι ερώτημα δύσκολο να απαντηθεί σήμερα. Γεγονός παραμένει ότι τα μέλη της Διεθνούς άφησαν το σημάδι τους σε αυτή την απόπειρα της πρώτης προλεταριακής εξουσίας, η οποία με τη σειρά της έχει σφραγίσει το σοσιαλιστικό κίνημα.
Βαθιά επηρεασμένη από τον πόλεμο, αποδιοργανωμένη από τις πολλαπλές δίκες που υπέστη την εποχή του Ναπολέοντα, η Διεθνής ήταν πολύ αδύναμη στις 4 Σεπτεμβρίου 1870 κατά την πτώση της αυτοκρατορίας.
Οι πιο σοβαρές εκτιμήσεις υποστηρίζουν ότι υπήρχαν μερικές χιλιάδες μέλη της Διεθνούς στο Παρίσι, πιθανώς γύρω στα 2000, αλλά όχι πολύ οργανωμένα. Η δύναμη της Διεθνούς προπολεμικά βασιζόταν στα σωματεία τα οποία επηρέαζε ή με τα οποία ήταν συνδεδεμένη. Όμως το σύνολο του εργατικού κινήματος, όπως και οι σοσιαλιστικοί κύκλοι, ήταν αποδιοργανωμένο στην έναρξη της εξέγερσης του Παρισιού. Ο Ένγκελς θεωρούσε από την πλευρά του ότι «η Κομούνα [...], πνευματικά, ήταν αναμφισβήτητα η κόρη της Διεθνούς, αν και η Διεθνής δεν είχε κουνήσει ούτε το μικρό της δαχτυλάκι για να τη δημιουργήσει». (2) Αυτό δεν είναι λάθος, διότι δεν υπάρχει καμία απόδειξη συντονισμένης πολιτικής δράσης της Διεθνούς κατά τη διάρκεια της Κομούνας, παρά μόνο ίσως μικρής σημασίας.
Τέλος, το γαλλικό τμήμα της Διεθνούς ήταν βαθιά διχασμένο ιδεολογικά μεταξύ των υποστηρικτών των θεωριών του Προυντόν, των κολεκτιβιστικών θεωριών, και από το 1870 των μπλανκιστών, πράγμα που υπονόμευε τη δυνατότητά της να ενεργεί συντονισμένα.
Οι ακτιβιστές της ΔΕΕ στην πρώτη γραμμή
Ωστόσο, οι υποστηρικτές της (και το κοινό των Παριζιάνων προλετάριων που αυτή επηρέαζε τα τελευταία χρόνια της αυτοκρατορίας) έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, ειδικά δεδομένου ότι πολλοί από αυτούς είναι «μορφές» του παρισινού προλεταριάτου ευρέως αναγνωρίσιμες και που είχαν την εκτίμηση των συναδέλφων τους για τον συνεχή αγώνα τους εναντίον της αυτοκρατορίας και των αφεντικών, όπως ο Ευγένιος Βαρλέν.
Στις εκλογές της 26ης Μαρτίου, στις 92 έδρες υπάρχουν 23 εκλεγμένα μέλη της Διεθνούς. Ο Βαρλέν, έχοντας ασχοληθεί με τα οικονομικά, διαχειριζόταν την τροφοδοσία. Ο Εντουάρντ Βαγιάν ήταν εκλεγμένος αντιπρόσωπος για την εκπαίδευση. Ο Αντριέ ήταν υπεύθυνος για τις δημόσιες υπηρεσίες. Ο Καμελινά ήταν διευθυντής του Νομισματοκοπείου. Ο Tεζ αναδιοργάνωσε τα ταχυδρομεία. Ο Ντερέρ και ο Σαμπί ήταν υπεύθυνοι της Επιτροπής Τροφίμων. Ο Ντεμπό, υπεύθυνος του Εθνικού Τυπογραφείου. Ο Ζολ Μπεσλέ –μαθητής του Προυντόν– ήταν στην Επιτροπή Οικονομικών (4).
Οι αγωνιστές της Διεθνούς, όπου και αν βρίσκονται, προσπαθούν να βάλουν τάξη στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας προκειμένου να τις κάνουν να λειτουργήσουν. Αυτοί εξακολουθούν να είναι οι ίδιοι άνθρωποι που εμπλέκονται στην Εθνοφρουρά για την άμυνα του Παρισιού. Τα μέλη της Διεθνούς αναλαμβάνουν όλα τα πιθανά αστικά και πολιτικά καθήκοντα: ελέγχουν τους σιδηροδρόμους και τους δρόμους, την είσπραξη των φόρων, γίνονται διοικητές και επιθεωρητές της αστυνομίας, αναλαμβάνουν τη διαχείριση των σωληνώσεων των αποχετεύσεων και των κηδειών στην πρωτεύουσα, και, τέλος, σε όλα τα δημαρχεία, εργάζονται ακούραστα.
Η Επιτροπή Εργασίας και Εμπορίου
Αλλά στο πλαίσιο της Επιτροπής Εργασίας και Εμπορίου, την οποία στελέχωσαν πλήρως, τα μέλη της Διεθνούς έπαιξαν τον πιο σημαντικό πολιτικό ρόλο. Το κοινωνικό έργο της Κομούνας είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου δικό τους. Ανάμεσα σε εκείνους που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο περιλαμβάνονται κυρίως οι Μπενουά Μαλού και Λεό Φράνκελ. Αρχικά, αυτή η επιτροπή θα αναλάμβανε να θέσει σε επαναλειτουργία το οδικό δίκτυο, τα γραφεία τελετών, θα μελετούσε το ενδεχόμενο ενός υπόγειου σιδηροδρόμου, θα κανόνιζε την πληρωμή της Εθνοφρουράς με επιταγές κ.λπ., αλλά γρήγορα προέκυψαν τα εργασιακά θέματα.
Από τον Απρίλιο, κάθε δήμος έπρεπε να έχει τοπικά κέντρα εργασίας για να μπορέσουν οι άνεργοι εργάτες να βρουν εργοδότη. Με αυτά καταργούνταν συνεπώς τα γραφεία ευρέσεως εργασίας, που ελέγχονταν από την αστυνομία, η οποία μοίραζε τους ανέργους σύμφωνα με τη ζήτηση εργασίας και, παρεμπιπτόντως, εισέπραττε προμήθεια. Η νυχτερινή εργασία των αρτοποιών απαγορεύτηκε. Απαγορεύτηκαν, επίσης, τα πρόστιμα και οι κρατήσεις από τους μισθούς. Με την παρακίνηση της Οκταβί Ταρντίφ και της Ελιζαμπέτ Ντμιτριέφ, δύο αγωνιστριών της ΔΕΕ, εξετάστηκε η δυνατότητα δημιουργίας συνεταιριστικών εργαστηρίων για να παρέχουν εργασία στις γυναίκες. Το ολοκληρωμένο σχέδιο ήταν έτοιμο λίγες ημέρες πριν από την Αιματηρή Εβδομάδα και ως εκ τούτου δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Τέλος, η Κομούνα υποστήριξε την ανάπτυξη των εργατικών συνεταιρισμών για να αντικαταστήσει τα αφεντικά που δραπέτευσαν έξω από το Παρίσι. Σύμφωνα με το πνεύμα της Διεθνούς, η εργοδοσία αντικαταστάθηκε από μια διαχείριση της παραγωγής από τους εργαζομένους, ιδέα που ήταν έντονα επηρεασμένη από τον προυντονισμό. Αλλά ο χρόνος ήταν ανεπαρκής. Τα σωματεία άρχισαν να εντοπίζουν τα εγκαταλελειμμένα εργαστήρια, αλλά μόνο ένα –το χυτήριο Brosse στο 15ο διαμέρισμα– κατασχέθηκε. Αυτό το μέτρο συνοδευόταν από αποζημίωση. Αρκεί να πούμε ότι απείχε πολύ από τα σοσιαλιστικά μέτρα απαλλοτρίωσης, αλλά στο μυαλό των κομουνάρων ήταν μέτρο έκτακτης ανάγκης για την ενίσχυση της παραγωγής.
Ελλείψει χρόνου, ελλείψει συνεκτικής πολιτικής σκέψης, ακόμα και στα μέλη της Διεθνούς, η Κομούνα συχνά πήρε επείγοντα μέτρα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν δειλά, αλλά με αυτό τον τρόπο –και αυτό είναι το νόημα– κινητοποίησε την εργατική τάξη, για πρώτη φορά στην ιστορία, που από παθητική τάξη έγινε κυρίαρχη του πεπρωμένου της. Ο Μαρξ τόνισε επανειλημμένα: «Η τωρινή εξέγερση στο Παρίσι, ακόμα κι αν υποκύψει στην επίθεση των λύκων, των χοίρων και των παλιόσκυλων, είναι το πιο ένδοξο κατόρθωμα του κόμματός μας από την εξέγερση του Ιούνη». «Το πραγματικό μυστικό είναι το εξής: ουσιαστικά ήταν κυβέρνηση της εργατικής τάξης, το αποτέλεσμα της πάλης των παραγωγικών τάξεων ενάντια στην ιδιοκτήτρια τάξη, η πολιτική μορφή που επιτέλους αποκαλύφθηκε και με την οποία θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η οικονομική χειραφέτηση της εργασίας».
Η Κομούνα, ο σοσιαλισμός και η ΔΕΕ
Αν και, όπως είδαμε, το πρόγραμμα που υλοποιήθηκε από την Κομούνα δεν ήταν καθαυτό σοσιαλιστικό, κανείς δεν ξεγελάστηκε. Ο Καρλ Μαρξ όπως και ο Μπακούνιν υπήρξαν οι θερμότεροι υπερασπιστές του, ενώ ολόκληρη η αντίδραση στην Ευρώπη ξερνούσε το μίσος της πάνω στο πτώμα της Κομούνας, χαρακτηρίζοντάς την ως πράξη «άθλιων θηρίων», «εγκληματιών» και «αχρείων», κατηγορώντας την για «κοσμοπολιτισμό» και ειδικότερα για το ρόλο που διαδραμάτισε σε αυτήν η Διεθνής, εμπνεόμενοι ακόμα και την ιδέα μιας αντι-Διεθνούς των καπιταλιστών, κυνηγώντας αδυσώπητα τους αγωνιστές μέλη της Διεθνούς σε όλη την Ευρώπη μέχρι το 1879.
Η θεμελιώδης διδασκαλία της Κομούνας –και η ουσιαστική πράξη της– είναι ότι υπήρξε «η πραγματική αντίθεση (...) στην κρατική εξουσία, στην κεντρική εκτελεστική εξουσία (...) Ως εκ τούτου, δεν ήταν μια επανάσταση ενάντια σε μια συγκεκριμένη μορφή κρατικής εξουσίας, μοναρχική, συνταγματική, δημοκρατική ή αυτοκρατορική. Ήταν επανάσταση ενάντια στο ίδιο το κράτος, αυτό το υπερφυσικό έκτρωμα της κοινωνίας. Ήταν η ανάληψη από τους ίδιους τους ανθρώπους της κοινωνικής ζωής τους. Δεν ήταν μια επανάσταση που έγινε για να μεταβιβάσει την εξουσία από ένα μέρος των κυρίαρχων τάξεων σε ένα άλλο, αλλά μια επανάσταση για να σπάσει τον ίδιο τον φρικτό μηχανισμό της ταξικής κυριαρχίας». Αλλού, στο «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», ο Μαρξ σημειώνει ότι «το σημαντικότερο μέτρο που πήρε η Κομούνα είναι η ίδια της η ύπαρξη».
Η ΔΕΕ ως οργάνωση έπαιξε περιορισμένο ρόλο στην Κομούνα. Αυτό λόγω των άμεσων συνεπειών του πολέμου πάνω στο εργατικό κίνημα. Επίσης, λόγω της απειρίας της ΔΕΕ, η οποία στη Γαλλία χρονολογείται από το 1865, καθώς και της ιδεολογικής της ετερογένειας. Τέλος, λόγω της αποτυχημένης έκβασης της Κομούνας, που διήρκεσε μόλις 72 ημέρες. Αυτή η πρώτη εμπειρία της εξουσίας των εργαζομένων σφράγισε, όμως, τα αναρχικά και κομουνιστικά κινήματα, που τη διεκδικούν το καθένα με τον δικό του τρόπο. Επίσης, αυτή η πολιτική εμπειρία είναι που θα επηρεάσει τις αποφάσεις της Διάσκεψης του Λονδίνου το 1871, και εκείνες στη Χάγη το 1872, που οδήγησαν στη διάσπαση μεταξύ των υποστηρικτών του Μπακούνιν και των υποστηρικτών του Μαρξ.