Βενιζέλος, τέλος - Ανασυγκρότηση του «ακραίου Κέντρου»
Μ έχρι πριν από μερικές δεκαετίες η σοσιαλδημοκρατία έλεγε ότι μπορούν να γίνουν φιλεργατικές αλλαγές εντός του καπιταλισμού –και με αυτό τον τρόπο βέβαια είχε αφήσει το όραμα του σοσιαλισμού μόνο στα εικονίσματα. Από τότε τα πράγματα έχουν αλλάξει, καθώς η βαθύτατη διαπλοκή της σοσιαλδημοκρατίας με το μεγάλο κεφάλαιο και το κράτος προχώρησε χέρι-χέρι με ακόμη δεξιότερη προσαρμογή της. Τώρα, μας λέει, δεν μπορούν καν να γίνουν φιλολαϊκές αλλαγές μέσα στον καπιταλισμό, χωρίς αυτός να κινδυνεύσει. Και επειδή αυτός «δεν πρέπει» να κινδυνεύσει, καλύτερα οι εργαζόμενοι και τα άλλα φτωχά στρώματα να αποδεχτούν τις θυσίες που τους ζητάει το σύστημα για να επιβιώσει. Έτσι σήμερα, μαζί και σε απόλυτη ταύτιση με τη Δεξιά, οι ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας κραυγάζουν ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από τη διατήρηση αλλά και την επέκταση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Κόστος
Όμως αυτή η μετάλλαξη σήμανε σε πολλές χώρες εκτεταμένο «αιματοκύλισμα» ευρύτατων εργατικών και λαϊκών μαζών μέσω της κατάρρευσης των μισθών και του κοινωνικού κράτους. Γι’ αυτό το λόγο η σοσιαλδημοκρατία πλήρωσε ήδη και συνεχίζει να πληρώνει το σχετικό κόστος (δεν είναι τυχαίος ο όρος «υπαρξιακή κρίση» τον οποίο χρησιμοποίησε η νέα πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Φ. Γεννηματά): οι συντηρητικές λαϊκές μάζες, αυτές δηλ. που ψηφίζουν παρά και ενάντια στα συμφέροντά τους, διαλέγουν συνήθως τον αυθεντικό εκφραστή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών δηλ. ψηφίζουν τα δεξιά ή τα κεντροδεξιά κόμματα. Οι άλλοι, όσοι δεν πείθονται με τα νεοφιλελεύθερα κλισέ, στρέφονται είτε προς τα ακροδεξιά και τα φασιστικά κόμματα είτε προς τα αριστερά κόμματα.
Αυτός είναι ο λόγος που το Εργατικό Κόμμα υπέστη ιστορική πανωλεθρία στη Σκοτία, εξέλιξη που οδήγησε και στην παραίτηση της ηγεσίας του κόμματος. Αυτός είναι ο λόγος που μια σειρά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα περνούν αντίστοιχη κρίση και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτός είναι ο λόγος που το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε από το 44% στο 4% μέσα σε έξι μόλις χρόνια.
Συνέδριο ΠΑΣΟΚ
Γι’ αυτό, στο πρόσφατο συνέδριό του, όσα μέλη έχουν απομείνει στο ΠΑΣΟΚ, εξέλεξαν με μεγάλο ποσοστό από τον α’ γύρο τη Φ. Γεννηματά, δηλ. στράφηκαν σε ένα πρόσωπο που είχε σχετικά «λιγότερη» εμπλοκή με τα μνημόνια και τη δημόσια υποστήριξή τους. Συγχρόνως αποδοκίμασαν εμφατικά τους δύο άλλους κραγμένους μνημονιακούς υποψήφιους αρχηγούς του κόμματος. Αυτή η εξέλιξη δεν σημαίνει κάποια αριστερή στροφή του ΠΑΣΟΚ: η μετάλλαξη είναι οριστική και αμετάκλητη. Η ίδια η Γεννηματά έδωσε αμέσως το μήνυμα της παραμονής του ΠΑΣΟΚ στη μνημονιακή γραμμή για ανάγκη όπως-όπως υπογραφής συμφωνίας με τους «εταίρους». Στην ανυπαρξία οποιουδήποτε άλλου ιδεολογικού στίγματος, η Γεννηματά ανέσυρε από το (γιωργο)παπανδρεϊκό μπαούλο της κενολογίας τον θολό όρο του «νέου πατριωτισμού». Στην δε παράδοση της βενιζελικής οργουελιανής αφαίρεσης της σημασίας των λέξεων, επέμεινε στον ισχυρισμό ότι τον συντηρητικό χώρο τον αποτελούν από κοινού η ΝΔ και… ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο μικρό εσωκομματικό προεκλογικό της κείμενο δεν βρήκε ούτε μια λέξη να πει για τον καπιταλισμό, την ανθρωπιστική κρίση, τη φτώχεια, την ανεργία, την κατάρρευση των εργασιακών δικαιωμάτων και φυσικά για το μνημόνιο. Κι όμως κατήγγειλε πολλάκις τα «συντεχνιακά και λαϊκιστικά αιτήματα», τις «θορυβώδεις οργανωμένες μειοψηφίες» και τις «συντεχνιακές αντιλήψεις», εκφράσεις με τις οποίες όλοι ξέρουμε ότι περιγράφεται το εργατικό κίνημα.
Το Ποτάμι
Η κατάρρευση της κλασικής σοσιαλδημοκρατίας και η ηθική της απαξία ενώπιον των λαϊκών μαζών (ακριβώς λόγο της διαφθοράς της), οδήγησε την άρχουσα τάξη στην αναζήτηση υποκατάστατων. Και καθώς το σχέδιο ΔΗΜΑΡ κάηκε γρήγορα, στήθηκε το Ποτάμι. Με μια εντελώς θολή πολιτική γραμμή, που κυμαίνεται από τη ρατσιστική ακροδεξιά μέχρι τις παρυφές της Αριστεράς, και με πολιτευτές των οποίων η προέλευση κυμαίνεται από τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό, την κυβερνητική ΔΗΜΑΡ, μέχρι το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ, αλλά χωρίς καμία (έστω και κληρονομημένη) κοινωνική βάση, κανονικά το κόμμα αυτό δεν θα είχε καμία ελπίδα εισόδου στη Βουλή. Και σίγουρα με τις σχεδόν ανύπαρκτες πολιτικές ικανότητες του Στ. Θεοδωράκη δεν θα αποτελούσε το πρώτο άλογο στο οποίο ποντάρει το σύστημα για να αναχαιτίσει ή να αντιπολιτευθεί τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο η χρηματοδότηση και η μιντιακή στήριξη υπήρξε τεράστια. Έτσι τώρα το Ποτάμι όχι μόνο κατάφερε τα παραπάνω, αλλά διεκδικεί να αποτελέσει αυτό (κι όχι το ΠΑΣΟΚ) τον πόλο γύρω από τον οποίο θα ανασυνταχθεί η σοσιαλδημοκρατία, ως «ακραίο Κέντρο» πλέον. Και αυτό είναι και επιδίωξη του συστήματος, καθώς κόμματα όπως το Ποτάμι δεν έχουν και δεν θέλουν να έχουν τα ιστορικά βαρίδια της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας, δηλ. την άτυπη λογοδοσία στο λαό, την αναφορά στα εργατικά συνδικάτα, την αποδοχή της αυταξίας του κοινωνικού κράτους, την έστω και μακρινή αναφορά στον σοσιαλισμό. Και δεν τους ενδιαφέρει και κανένα πρόσχημα, όπως η φαινομενική έστω ανεξαρτησία από ντόπιους και ξένους υποβολείς: ο Θεοδωράκης μετέφερε στον Α. Τσίπρα, εν είδει στυγνού εκπροσώπου των πιστωτών, τις απαιτήσεις που του είχε διατυπώσει τηλεφωνικά ο Σουλτς (παρεμπιπτόντως η συμπάθεια που δείχνει η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία προς το Ποτάμι αποδεικνύει και την πορεία που στοχεύει να ακολουθήσει και η ίδια στο άμεσο μέλλον).
Φύρα
Απέναντι σε αυτές τις εκδοχές της σοσιαλδημοκρατίας, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κανένα λόγο και κανένα περιθώριο συνεργασίας, παρότι κάτι τέτοιο αποτελεί ένθερμη επιθυμία του συστήματος. Οι μεγάλες μάζες, τα πολιτικά-κοινοβουλευτικά στελέχη, οι συνδικαλιστές, αλλά και τα απλά μέλη της σοσιαλδημοκρατίας που διαφωνούσαν με το μνημόνιο, δηλ. με την εμβληματική παράδοση στις επιταγές του ντόπιου και διεθνούς κεφαλαίου, έχουν προ πολλού αποχωρήσει όλοι από το ΠΑΣΟΚ, προσχωρώντας κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι υπόλοιποι συνιστούν ένα ακραιφνώς «ακραίο Κέντρο», δηλ. αποτελούν πολιτική φύρα για την Αριστερά.