Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΕ
Οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάνουν πως δεν κατάλαβαν το βροντερό ΟΧΙ του ελληνικού δημοψηφίσματος. Επιμένουν να αγνοούν τη μαζική εντολή για ρήξη με τη λιτότητα, την ασφυκτική δημοσιονομική πειθαρχία και τον αυταρχισμό των Βρυξελλών, παρά τις απειλές και τους εκβιασμούς των ευρωηγεσιών και των ντόπιων συμμάχων τους. Το ευρωπαϊκό διευθυντήριο όχι μόνο παραμένει αμετακίνητο στις θέσεις του, αλλά απειλεί και με οριστικό στραγγαλισμό έναν ολόκληρο λαό, ποδοπατώντας ακόμα και τα απειροελάχιστα ψήγματα δημοκρατίας που διατηρεί το αντιδραστικό οικοδόμημα της ΕΕ. Είναι προφανές ότι στην υπαρκτή ΕΕ-φυλακή λιτότητας, οι αξίες της ισότητας, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας (που παρά τις διακηρύξεις του «ευρωπαϊσμού», μόνο τις άρχουσες τάξεις των κρατών-μελών αφορούσαν και αφορούν), είναι κενό γράμμα. Τυφλωμένοι από τον νεοφιλελεύθερο δογματισμό τους, οι γκάνγκστερ του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, «κλείνουν τα μάτια» στη λαϊκή αγανάκτηση που συσσωρεύεται πανευρωπαϊκά, για τα αποτελέσματα της αντεργατικής πολιτικής της ΕΕ. Για αυτό και οι μεγάλες εκδηλώσεις συμπαράστασης προς τον ελληνικό λαό, για αυτό και οι δράσεις κατά της λιτότητας στην Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία κ.α. Κάθε ριζική κοινωνική αλλαγή με στόχο μια Ευρώπη των εργαζομένων και της πραγματικής αλληλεγγύης, προϋποθέτει τη συντριβή της Ευρώπης των καπιταλιστών, που εξαθλιώνει τους λαούς της.
ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ
Σφίγγει τη θηλιά στο τραπεζικό σύστημα η ΕΚΤ, εντείνοντας την πίεση για υποταγή της κυβέρνησης στις απαιτήσεις των δανειστών. Το κονκλάβιο του Ντράγκι και των υπολοίπων κεντρικών τραπεζιτών, αποφάσισε στις 6/7, να αυξήσει το «κούρεμα» στους τίτλους που κατατίθενται ως ενέχυρα (collaterals) για την παροχή έκτακτης ρευστότητας μέσω ELA, διατηρώντας όμως αμετάβλητο το όριο χρηματοδότησης. Οι άμεσες συνέπειες είναι διαχειρίσιμες, καθώς οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν επιπλέον ενέχυρα κοντά στα 20 δισ. ευρώ, που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να καλύψουν το κενό του «κουρέματος». Διαθέσιμα πάντως που δεν είναι ανεξάντλητα. Με αυτή τη «μέση λύση» οι τράπεζες παραμένουν στην εντατική, αλλά η απειλή της ξαφνικής πιστωτικής ασφυξίας λόγω έλλειψης ρευστότητας, που θα τις οδηγήσει σε «θάνατο», παραμένει ως ισχυρό μέσο εκβιασμού εκ μέρους των «θεσμών». Η μόνη αριστερή απάντηση, που μπορεί να ακυρώσει τον εκβιασμό και να προστατεύσει τις λαϊκές αποταμιεύσεις, είναι μία: το Δημόσιο να ορίσει διοικήσεις της δικής του επιλογής και εμπιστοσύνης και να θέσει υπό τον έλεγχό του το ΤΧΣ και την Τράπεζα της Ελλάδος. Με διαφορετικά λόγια, να εθνικοποιήσει το τραπεζικό σύστημα και να το θέσει υπό δημόσιο-κοινωνικό έλεγχο. Στα ακραία μέτρα οικονομικού πολέμου, μόνο με ανάλογες ριζοσπαστικές επιλογές, μπορείς να σταθείς όρθιος, μέχρι την επόμενη μάχη.
ΤΑ ΜΜΕ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
«Κλείστε τώρα όλα τα ΜΜΕ, πάρε την ενημέρωση στα χέρια σου λαέ», φώναζαν οι ενθουσιώδεις υποστηρικτές του ΟΧΙ στο Σύνταγμα, στη διάρκεια των πανηγυρισμών που ακολούθησαν τον πολιτικό σεισμό του 61%. Ήταν το ξέσπασμα του κόσμου, έπειτα από μια εβδομάδα απίστευτης μιντιακής υστερίας. Χωρίς αξιόπιστο πολιτικό προσωπικό που θα σήκωνε στις πλάτες του την εκστρατεία του ΝΑΙ (οι Μητσοτάκης, Καραμανλής, Σημίτης κ.λπ. που επιστρατεύτηκαν, εξόργισαν περισσότερο τους ψηφοφόρους), τα κανάλια, πολλά σάιτ και οι αστικές εφημερίδες, ξεπέρασαν κάθε φαντασία στον εκφοβισμό, στην τεχνητή πρόκληση πανικού, στην ουσιαστική προτροπή για bank run και έφοδο σε βενζινάδικα και σούπερ-μάρκετ. Τα τερατώδη ψέματα και η λυσσώδης στήριξη των «ΝΑΙ-ΝΑΙ-κων» όμως, γύρισαν μπούμερανγκ στα φερέφωνα της τρόικας και του εγχώριου μνημονιακού μπλοκ.
Έπειτα από όσα συνέβησαν τις μέρες του δημοψηφίσματος, η αποφασιστική σύγκρουση της κυβέρνησης με τους καπιταλιστές των κυρίαρχων μέσων, σε σημείο εξόντωσής τους (αυστηρότατα πρόστιμα για την παραβίαση των κανόνων δεοντολογίας, άμεση καταβολή παλαιών και νέων χρεών προς το Δημόσιο, όπως τα τέλη χρήσης συχνοτήτων), επείγει. Κυκλοφορεί ήδη ότι οι καναλάρχες, θα αγνοήσουν τον διαγωνισμό που δρομολογεί η κυβέρνηση για τις άδειες τηλεοπτικού περιεχομένου. «Χρυσή» ευκαιρία για να ικανοποιήσει η κυβέρνηση το λαϊκό αίσθημα τρομοκράτησης των τρομοκρατών.