Τους τελευταίους μήνες έχουν γίνει πάρα πολλά σχόλια γύρω από το μπρα ντε φερ μεταξύ της τρόικας και του ελληνικού λαού.
Κάποιοι οικονομολόγοι ταλαιπωρήθηκαν αρκετά, υπερβάλλοντας τις προσπάθειες, ξεφωνίζοντας καμιά φορά, προκειμένου να διαδώσουν τον καλό λόγο, τον επίσημο δηλαδή, σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Αυτοί οι απολογητές των πιστωτών της ΕΕ γέμισαν τις τηλεοπτικές μας οθόνες με οικονομικά δεδομένα, προκειμένου να μη μείνει καμιά αμφιβολία ότι τα πλάνα λιτότητας ήταν η μοναδική δυνατή επιλογή για να ανακάμψει η ελληνική οικονομία. Κατ’ αρχάς, με το περίλυπο ύφος όλων όσων θέλουν να ζητήσουν επιπλέον θυσίες από τις λαϊκές τάξεις, μας είπαν ότι αυτό το νέο σφίξιμο της θηλιάς ήταν τραγικά αναγκαίο. Ένα είδος κακού για το καλό μας. Στη συνέχεια, ενοχλημένοι από την επιμονή μας να δείχνουμε έλλειψη κατανόησης, δηλαδή από την ξεκάθαρα εχθρική μας στάση, έφτασαν στο σημείο να πουν ότι, σε κάποιες περιπτώσεις, η εξειδικευμένη γνώση έχει μεγαλύτερη σημασία από τη δημοκρατική διαβούλευση, ρητορεύοντας παράλληλα για την ανωριμότητα του ελληνικού λαού.
Πολιτική βούληση
Αυτοί οι λαγοί του νεοφιλελευθερισμού είναι βεβαίως οι πρώτοι που γνωρίζουν ότι το πραγματικό ελληνικό διακύβευμα δεν είναι τόσο οικονομικό όσο εξαιρετικά συμβολικό από πολιτική άποψη. Γιατί η σταθερή εφαρμογή του προγράμματος με το οποίο κέρδισε τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, για τους μισθούς, την απασχόληση, τις συντάξεις, ακόμη και τη μη αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, αν και είναι ενάντια στην κυρίαρχη τάση της εποχής, δεν θα ήταν και αδιανόητη για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο. Πρόκειται για μικρές παραχωρήσεις σε σχέση με την κολοσσιαία περιουσία των πιστωτών και, σε κάθε περίπτωση, βαραίνουν πολύ λίγο σε σχέση με τα κέρδη που συσσώρευσαν οι κερδοσκόποι του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, και ιδιαίτερα του γερμανικού και του γαλλικού, κέρδη που φούσκωσαν με έξι και επτά τοις εκατό τόκους, για τόσα χρόνια, στην πλάτη του ελληνικού δημόσιου ελλείμματος. Στο φως της πραγματικότητας των χρηματοπιστωτικών κυκλωμάτων, η διαγραφή του ελληνικού χρέους δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο πρόβλημα, αρκεί να θυμηθούμε ότι τον Ιανουάριο του 2015 η ΕΚΤ εμφάνισε εκ του μηδενός πάνω από 1000 δισεκατομμύρια για την εξαγορά δημόσιων και ιδιωτικών χρεών. Συνεπώς, τίποτε δεν εμποδίζει τη διαγραφή αυτού του χρέους, παρά μόνο η εντελώς πολιτική βούληση η εξαγορά αυτή να έχει ως αντάλλαγμα την ευθυγράμμιση της κυβερνητικής πορείας. Κάτι που τελικά παραχώρησε ο Τσίπρας παρά τη νομιμοποίηση του ΟΧΙ που εκφράστηκε μαζικά στο δημοψήφισμα του Ιουλίου, νομιμοποίηση που η Λαϊκή Ενότητα επιχειρεί να διατηρήσει ζωντανή στις επόμενες εκλογές.
Οι ειδικοί-λογιστές του μονόδρομου απευθύνθηκαν χαιρέκακα και ψευδεπίγραφα στα πορτοφόλια μας, επαναλαμβάνοντας μονότονα ένα ψέμα χιλιοειπωμένο και ύπουλο, ότι οι υπόλοιπες χώρες θα αναγκάζονταν να πληρώσουν τον ελληνικό λογαριασμό. Η επιδίωξη αυτή να στραφούν οι λαοί ο ένας εναντίον του άλλου είναι παλιά όσο κι ο κόσμος και αποσκοπεί στο να συγκαλύψει τα πραγματικά κίνητρα της μάχης που διεξάγεται. Αυτά συνοψίζονται στην έμπρακτη επίδειξη πολιτικής ισχύος με σκοπό να τσακιστεί έγκαιρα η αμφισβήτηση της λιτότητας που ανεβαίνει παντού. Για τους διευθύνοντες της ΕΕ, το θέμα δεν είναι να διαπραγματευθούν ως διαχειριστές τηλεχειριζόμενοι από τους λογιστές τους, αλλά να μετατρέψουν σε παράδειγμα έναν πολιτικό αντίπαλο ηττημένο.
Από τη συνθήκη της Ρώμης το 1957 μέχρι την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986, από τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992 μέχρι το Ευρωσύνταγμα το 2005, η οικονομική και πολιτική κάστα κινήθηκε τελικά πάντα με κίνητρο να κατασκευάσει μιαν απέραντη οικονομική αγορά προκειμένου να ικανοποιηθούν τα άμεσα συμφέροντα καπιταλιστικών και χρηματοπιστωτικών ομάδων συμφερόντων. Ανταγωνιζόταν έτσι τις ΗΠΑ και, αργότερα, την Ασία επίσης. Ήταν μια υπομονετική κατασκευή που ρυθμιζόταν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση από την αιώνια υπόσχεση ότι η Ευρώπη θα επαναθεμελιωθεί, ότι θα αλλάξει και θα γίνει πιο κοινωνική. Σήμερα, η Ευρώπη αυτή πεθαίνει μπροστά στα μάτια μας, καταρρέοντας εσωτερικά κάτω από το βάρος των αντιφάσεων της καπιταλιστικής κρίσης, μιας κρίσης υπερσυσσώρευσης και αποδοτικότητας του κεφαλαίου που επιδεινώνεται από τις πολιτικές λιτότητας που θρέφουν την οικονομική ύφεση. Πεθαίνει επίσης γιατί μέσα σε αυτό το οικονομικό συρματόπλεγμα και τον κοινωνικό μαρασμό, προκαλεί την αποκήρυξη από τους λαούς, που διαπιστώνουν με όλο και μεγαλύτερη απογοήτευση ότι τα κοινωνικά δικαιώματα και η δημοκρατία είναι οριστικά εξόριστα από την ΕΕ.
Η ελληνική περίπτωση έχει ως μοναδικό σκοπό να μας αποστείλει ένα καθαρά πολιτικό μήνυμα, υπογραμμίζοντας ότι καμιά εναλλακτική στη λιτότητα από μια κυβέρνηση δεν έχει θέση σε αυτή την Ευρώπη. Η κυβερνητική εναλλαγή οφείλει να περιοριστεί στα όρια της λιτότητας, στη σκληρή ή τη λιγότερο σκληρή εκδοχή της! Η διεκδίκηση κάτι διαφορετικού συνεπάγεται τον κίνδυνο απόλυσης. Το αποτέλεσμα προδιαγράφεται πλέον από την τρόικα: «Μνημόνιο» ή «Grexit». Στον εκβιασμό αυτόν απαντάμε: «Με την Ελλάδα» και «Austerexit» (Έξοδος από την ευρωλιτότητα). Είναι επείγον να συντονιστούν οι κοινωνικές και πολιτικές αντιστάσεις και τα κινήματα τα οποία, σε διαφορετικές χώρες, αγωνίζονται βήμα το βήμα για να εκδιώξουν τη λιτότητα από την καθημερινότητά μας.
Αυτή η μεγάλη ενωτική ευρωπαϊκή καμπάνια για ένα «Austerexit» θα πρέπει κατ’ αρχάς να ακολουθήσει τον άνεμο που έρχεται από τις δυνάμεις των αγωνιστών που αντιστέκονται εδώ και μήνες στην Ελλάδα και στην Ισπανία. Πρέπει να αντιληφθούμε το τέλος εποχής στο οποίο φτάνουμε αναπόφευκτα. Από το καλοκαίρι αυτό και μετά, τίποτε δεν είναι ίδιο για κανέναν από εμάς. Όποια κι αν είναι η ιδιαίτερη πολιτική μας καταγωγή ή εθνικότητα, δεν μπορούμε πια να αγνοήσουμε ότι και το ελάχιστο προοδευτικό μέτρο απαιτεί για την εφαρμογή του την άμεση σύγκρουση με την ισχύ των πιστωτών, δηλαδή του κεφαλαίου. Γνωρίζουμε πλέον σε ποιο σημείο η συμμετοχή στο νομισματικό σύστημα του ευρώ έρχεται, στην ελληνική περίπτωση, σε αντίθεση με μια χειραφετητική πολιτική. Για εμάς, το σημαντικότερο είναι να μπει τέρμα στις πολιτικές λιτότητας, είτε στο πλαίσιο του ευρώ, εάν αυτό είναι εφικτό, είτε έξω από το ευρώ, αν ο πληθυσμός δεν καταφέρνει να επιβάλει τις επιδιώξεις του. Χωρίς να συγχέουμε το μέσο με το σκοπό, δεν είμαστε υποστηρικτές του ενός ή του άλλου νομίσματος, γιατί το πραγματικό ερώτημα που τίθεται είναι να γνωρίζουμε ποιος ελέγχει αυτό το νομισματικό σύστημα.
Συμμαχία των λαών
Είτε το πιστωτικό σύστημα είναι σε εθνικό είτε σε ευρωπαϊκό νόμισμα, αυτό δεν αλλάζει και πολλά όσο παραμένει κάτω από τον έλεγχο των παραδοσιακών ομάδων χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας που επιβάλλουν το νόμο τους στο τραπεζικό σύστημα. Η απαλλοτρίωση των μετοχών αυτού του τομέα μέσα από την κοινωνικοποίηση των τραπεζών σε ένα δημόσιο μονοπώλιο, κάτω από τον έλεγχο των εργαζομένων και των εξυπηρετούμενων, αποτελεί βήμα άμεσα αναγκαίο στην Ελλάδα, αλλά αποτελεί και κοινό στόχο για όλους τους λαούς της Ευρώπης. Γιατί, από την πλευρά μας, αν και θεωρούμε αναγκαία τη ρήξη με αυτή την Ευρώπη, με αυτές τις συνθήκες και αυτό το τραπεζικό σύστημα, δεν εγκαταλείπουμε το διεθνισμό. Περισσότερο από ποτέ, η συμμαχία των λαών είναι αναγκαία αν θέλουμε κάποτε να σπάσουμε το δόγμα της λιτότητας.
Οι πατριωτικές και σοβινιστικές αναδιπλώσεις σε τελική ανάλυση διαφημίζουν την άκρα δεξιά. Η έξοδος από την Ευρώπη του κεφαλαίου δεν σημαίνει για εμάς ότι θα πρέπει να φανταστούμε τα σύνορα σαν μια ομπρέλα απέναντι στη λιτότητα. Είναι ένα σημείο όπου μπορούμε να στηριχτούμε για να οικοδομήσουμε μιαν άλλη Ευρώπη, τόσο πιστή στα συμφέροντα των λαών όσο πιστή είναι στα συμφέροντα των τραπεζιτών η σημερινή. Δεν επιλέγουμε ανάμεσα στην κυριαρχία της τρόικας και των εθνικών μας καστών. Προτείνουμε σε όλες και όλους όσους δεν επιθυμούν να μένουν πια σκυφτοί, να συζητήσουμε μαζί προκειμένου να επιδιώξουμε τη διοργάνωση μιας μεγάλης ευρωπαϊκής συνδιάσκεψης των κοινωνικών και πολιτικών αντιστάσεων, μέσα στις επόμενες εβδομάδες, όπου να πραγματευθούμε το νόημα που θα μπορούσαμε να δώσουμε σε αυτή την καμπάνια του «Austerexit».
Αντώνης Νταβανέλος, Λαϊκή Ενότητα, Ελλάδα
Μιγκέλ Ουρμπάν, ευρωβουλευτής του Podemos, Ισπανικό κράτος
Ολιβιέ Μπεζανσενό, NPA, Γαλλία