Είναι γνωστό ότι η Λατινική Αμερική έχει μπει σε «σημείο καμπής» τα τελευταία χρόνια. Η οικονομική κρίση χτυπά πλέον σκληρά τις οικονομίες της νοτιοαμερικανικής ηπείρου, βάζοντας τέλος στη «χρυσή δεκαετία» ανάπτυξης που επέτρεψε στις «ροζ κυβερνήσεις» να υιοθετήσουν λιγότερο ή περισσότερο ριζοσπαστικές πολιτικές αναδιανομής του πλούτου, δίχως να θίγουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Πολιτικά αυτό δημιούργησε το έδαφος για την αντεπίθεση της Δεξιάς. Οι αστικές τάξεις επιχειρούν να απαλλαγούν και από τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις, που ήταν πολύτιμες στο παρελθόν αλλά κρίνονται «αναξιόπιστες» στις σημερινές συνθήκες, και από τις πιο ριζοσπαστικές κυβερνήσεις που γίνονται πιο ευάλωτες πολιτικά εν μέσω σοβαρών οικονομικών προβλημάτων.
Η Δεξιά στην επίθεση
Είναι ενδεικτικό της κατάστασης ότι στο επίκεντρο βρίσκονται πλέον το «δεξί» και το «αριστερό» άκρο του «ροζ κύματος»: Η Βραζιλία και η Βενεζουέλα.
Στη Βραζιλία, η Ντίλμα Ρούσεφ αποπέμφθηκε από τη θέση της προέδρου και ο (δεξιός) μέχρι πρότινος αντιπρόεδρός της, Μισέλ Τεμέρ, όρκισε μια κυβέρνηση αποκαλυπτική των διαθέσεων του κεφαλαίου: Λευκοί, πλούσιοι άντρες, έμπιστοι των επιχειρήσεων. Θυμίζει την κυβέρνηση Μάκρι στην Αργεντινή, που ονομάζεται CEOκρατία (εξουσία των CEO, των γενικών διευθυντών των επιχειρήσεων). Η νέα κυβέρνηση στηρίζεται σε μια κοινοβουλευτική συμμαχία ακραιφνών νεοφιλελεύθερων, νοσταλγών της χούντας και φανατικών συντηρητικών χριστιανών.
Δεν χρειάζονται μαντικές ικανότητες για το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης. Από τη στιγμή που η βραζιλιάνικη άρχουσα τάξη αποφάσισε ότι ακόμα και η σοσιαλφιλελεύθερη Ντίλμα και το μεταλλαγμένο PT ήταν «βαρίδια», γίνεται σαφές ότι θέλει να υλοποιήσει μια άγρια κατά μέτωπο επίθεση στους «από κάτω» στους οποίους θα φορτώσει όλα τα βάρη της κρίσης με ταχύτατες διαδικασίες. Το «μπλίτζκριγκ» του Μάκρι στην Αργεντινή, που σε 1-2 μήνες επιχειρεί να ξηλώσει ό,τι κατακτήθηκε τα τελευταία 13 χρόνια, είναι ενδεικτικό. Ο Μισέλ Τεμέρ, αν κατέβαινε σε εκλογές, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα κέρδιζε… 2%. Αλλά αυτό όχι μόνο δεν τον πτοεί, το αντίθετο. Δήλωσε πως, επειδή δεν πρόκειται να διεκδικήσει επανεκλογή, η δημοφιλία τού είναι εντελώς αδιάφορη κι άρα μπορεί «ανεπηρέαστος να περάσει τα αναγκαία μέτρα».
Στη Βενεζουέλα, εν μέσω μιας σκληρής οικονομικής κρίσης που δοκιμάζει τις αντοχές του πληθυσμού, η Δεξιά επίσης ετοιμάζει όλα τα χαρτιά της. Έχει καταθέσει τις απαιτούμενες υπογραφές για να γίνει δημοψήφισμα ανάκλησης του Μαδούρο, οργανώνει διαδηλώσεις που απαιτούν την επίσπευση των διαδικασιών, κατεβάζει ξανά μετά από 2 χρόνια στους δρόμους τους φοιτητές των ελίτ πανεπιστημίων ως «μαχητικό απόσπασμα» στη μάχη των δρόμων, οξύνει (με διεθνή βοήθεια) τη μιντιακή προπαγάνδα. Το κοινοβούλιο (με δεξιά πλειοψηφία) ζήτησε την αποπομπή της ίδιας του της χώρας από τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών. Κυρίως, πυκνώνουν οι ανοιχτές ή καλυμμένες εκκλήσεις για παρέμβαση του στρατού. Από τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Καπρίλες που καλεί το στρατό «να διαλέξει στρατόπεδο», μέχρι τον πρόεδρο της Κολομβίας που ισχυρίζεται πως η αντιπολίτευση πρέπει να «προστατευτεί» είτε από τις ένοπλες δυνάμεις της Βενεζουέλας, είτε από κάποια διεθνή στρατιωτική επέμβαση.
Ευθύνες
Η πολιτική αυτοπεποίθηση μιας Δεξιάς που μετράει απανωτά χαστούκια εδώ και πολλά χρόνια έχει τις αιτίες της στις αδυναμίες του «ροζ κύματος».
Η διακυβέρνηση του PT ήταν για πάνω από μια δεκαετία παντοδύναμη. Εξυπηρετούσε τα σχέδια των καπιταλιστών, προσφέροντας στοιχειώδη προστασία στους φτωχότερους. Με το ξέσπασμα της κρίσης κατόρθωσε να γίνει «αχρείαστη»: Δεν επαρκούσε πια για τις επιδιώξεις των καπιταλιστών, ενώ δεν λειτουργούσε ούτε υπέρ των εργαζομένων. Και σαρώθηκε, όταν οι πρώτοι επέλεξαν «να τραβήξουν την πρίζα».
Στη Βενεζουέλα, πέρα από τα παραμύθια και τις υπερβολές της μιντιακής Δεξιάς, η οικονομική κρίση είναι πραγματική. Με την τιμή του πετρελαίου ψηλά, οι τσαβικές κυβερνήσεις μπορούσαν να υποστηρίζουν με οικονομικούς πόρους διάφορα μέτρα «κρατικού ελέγχου της οικονομίας» χωρίς να επιτίθενται αποφασιστικά στο κεφάλαιο και τα δυνατότητά του να επενδύει (ή να μην επενδύει), να παράγει (ή να μην παράγει), να εισάγει (ή να μην εισάγει). Με την κατάρρευση της τιμής του πετρελαίου όμως, χάθηκε αυτή η δυνατότητα και η «εξέγερση του κεφαλαίου» ενάντια στους κρατικούς περιορισμούς δημιουργεί πλέον μια ασφυκτική κατάσταση (μαύρη αγορά, «μαύρο» δολάριο, καλπασμός τιμών, ελλείψεις αγαθών κ.ά.) στην οποία η κυβέρνηση αδυνατεί να ανταπεξέλθει.
Αυτή η κατάσταση κρατά πάνω από ένα χρόνο τώρα και ο μεγαλύτερος εχθρός της κυβέρνησης Μαδούρο είναι, όπως παραδέχτηκε και ο «μπολιβαριανός» αγωνιστής, «η φυσική και πνευματική κόπωση που δημιουργείται, όταν περιμένεις στις ουρές και δεν εξασφαλίζεις ούτε τα απαραίτητα». Η κοινωνική βάση του τσαβισμού γνωρίζει τις ευθύνες του ιδιωτικού κεφαλαίου, αλλά βαραίνει στις διαθέσεις της η αδυναμία της κυβέρνησης να δώσει διέξοδο. Οι απειλές του Μαδούρο για απαλλοτρίωση των εργοστασίων θα ήταν καλοδεχούμενες, αλλά έχουν μείνει ανεκπλήρωτες τόσες φορές στο παρελθόν, που αρχίζουν να θυμίζουν τον βοσκό που φωνάζει «λύκοι» και κανείς δεν τον πιστεύει πια.
Αντίσταση
Παρ’ όλα αυτά η προοπτική μιας «ομαλής επιστροφής στον καθαρό νεοφιλελευθερισμό» είναι ευσεβής πόθος των αστών. Στη Βραζιλία, η κυβέρνηση Τεμέρ αντιμετωπίζει ένα πολύμορφο κίνημα αντίστασης (μαύροι, φεμινίστριες, συνδικαλιστικές ενώσεις κ.ά.) από την πρώτη μέρα και αναμένεται μια παρατεταμένη περίοδος κρίσης. Ο Τεμέρ μπορεί να αδιαφορεί εκλογικά για το «2% δημοφιλία», αλλά αν αυτή η απονομιμοποίηση εκφραστεί στο δρόμο θα έχει πολύ σοβαρά προβλήματα.
Στη Βενεζουέλα, η κυβέρνηση Μαδούρο επιχειρεί να αμυνθεί με «πολεμικά» μέτρα, κυρίως στο θεσμικό πεδίο (το κοινοβούλιο μπλοκάρει μέτρα της κυβέρνησης και η κυβέρνηση ακυρώνει νομοθετήματα του κοινοβουλίου, ο Μαδούρο επιχειρεί να τρενάρει το δημοψήφισμα ως το 2017, γιατί αν γίνει νωρίτερα αναλαμβάνει η Δεξιά, ενώ αν γίνει αργότερα αναλαμβάνει ο αντιπρόεδρός του). Αν αυτή η ελλειμματική τακτική αρκεί για να διατηρεί τμήμα του τσαβισμού σε θέσεις μάχης, μπορεί να φανταστεί κανείς πως σε μια σκλήρυνση της σύγκρουσης μπορεί η Βενεζουέλα να ξαναζήσει μέρες όπως αυτές του 2002-2003, όταν η λαϊκή αυτενέργεια τσάκισε τη Δεξιά…
Όπως και να έχει, στην άγρια περίοδο που έρχεται, η αντικαπιταλιστική Αριστερά έχει να παίξει σημαντικό ρόλο, για να βρεθεί ένα νέο πολιτικό σχέδιο που θα πηγαίνει πέρα από το «βάλτο» στον οποίο οδηγήθηκαν οι «ροζ κυβερνήσεις» μέχρι σήμερα…