Είναι μερικά γεγονότα που συμπυκνώνουν τη βαθύτερη δυναμική των εξελίξεων, που αλλάζουν τα δεδομένα και το πλαίσιο, που χαράσσουν μια κόκκινη γραμμή πέρα από την οποία τίποτε δεν είναι το ίδιο, που έρχονται ξαφνικά σαν μια μεγάλη έκπληξη για να διαταράξουν την «κανονικότητα» και να ξεκαθαρίσουν το «θολό» τοπίο, που υποχρεώνουν τα δρώντα συλλογικά υποκείμενα να πάρουν θέση χωρίς περιστροφές και να επαναπροσδιορίσουν τα σχέδιά τους. Το Brexit ανήκει αναμφίβολα σε αυτή την κατηγορία γεγονότων. Ύστερα απ’ αυτό, τίποτε δεν είναι ίδιο –για τις άρχουσες τάξεις και τον ιμπεριαλισμό, αλλά και για τα κινήματα αντίστασης και την Αριστερά.
Για να εκτιμήσουμε το γεγονός και τις συνέπειές του, πρέπει να ξεκινήσουμε από αυτό που το γέννησε: μια «αντάρτικη» ψήφος, στην πλειονότητά της εργατική και λαϊκή, που ανέτρεψε τα σχέδια των κυρίαρχων του συστήματος θέτοντάς τους μπροστά σε δυσεπίλυτα προβλήματα. Παρ' όλο που η ψήφος αυτή (όχι μόνο υπέρ του Leave αλλά και υπέρ του Remain) έχει αντιφατικά χαρακτηριστικά (βλ. σελίδα 12), αυτή την «εκτροπή» από την ιμπεριαλιστική «κανονικότητα» πρέπει καταρχήν να τη χαιρετίσουμε, όπως και τον πολύ δύσκολο αγώνα που έδωσαν οι δυνάμεις της Αριστεράς που συντάχθηκαν με την «αριστερή έξοδο».
Όμως, από δω και ύστερα δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιου είδους προδιαγεγραμμένες συνέπειες, αλλά με μια ανοιχτή στην έκβασή της διαδικασία. Τίποτε το φιλολαϊκό ή αριστερό δεν θα υπάρξει με αυτόματο και αυτονόητο τρόπο –όλα πρέπει να κερδηθούν στην πάλη, σε μια διαδικασία με «ανοιχτές» προοπτικές. Για την κατεύθυνση των πραγμάτων ύστερα από το Brexit θα αποφασίσει η ταξική πάλη, κι αυτό ισχύει για την ίδια τη Βρετανία αλλά και για την ΕΕ και όλες τις επιμέρους χώρες - περιλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Ίσως το μεγαλύτερο πλήγμα που έδωσε στην ευρωπαϊκή ιμπεριαλιστική συμμαχία η ψήφος υπέρ της Εξόδου είναι ότι «νομιμοποίησε» πανηγυρικά την «ιδέα» της εξόδου, ότι αυτή μπορεί να είναι όχι μόνο επιθυμητή αλλά και εφικτή. Ακριβώς για να ξορκίσουν αυτήν τη θανάσιμα διαλυτική ιδέα του «-exit», οι κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ προσπαθούν να δημιουργήσουν την εικόνα μιας «Ευρώπης» που παραμένει αρραγής και δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα «κυβερνησιμότητας».
Ωστόσο, παρά τους λεονταρισμούς και τις απειλές, «το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω». Το Brexit «επισημοποίησε» την είσοδο της ΕΕ στον κύκλο του «-exit».
Ποιο «-exit»;Δύο ανταγωνιστικές πολιτικές ατζέντες
Το Brexit προσφέρει μια μεγάλη υπηρεσία στην Αριστερά και για έναν άλλο, σημαντικό λόγο. Επειδή ξεκαθαρίζει οριστικά ένα καθοριστικής σημασίας ζήτημα: ότι το «-exit» δεν είναι ένα και αδιαίρετο, ούτε αυτονόητα θετικό. Η αντιφατικότητα της εργατικής και λαϊκής ψήφου στο βρετανικό δημοψήφισμα συνδυάστηκε με τον ηγετικό ρόλο της λαϊκής Δεξιάς και της ακροδεξιάς στην καμπάνια του Leave, η καμπάνια διχάστηκε εσωτερικά ανάμεσα στην «αριστερή έξοδο» και την καμπάνια υπό την ηγεσία ενός τμήματος της βρετανικής άρχουσας τάξης, η δεύτερη καμπάνια ήταν –δυστυχώς!– πολύ ισχυρότερη της πρώτης, η δε «επόμενη μέρα» στη Μ. Βρετανία ξημερώνει με μια βαθιά πολιτική κρίση και με τη γενικευμένη αίσθηση στους χώρους του κινήματος και της Αριστεράς ότι θα πρέπει να δοθούν σκληρές μάχες για να μην επιτραπεί στις κυρίαρχες δυνάμεις του συστήματος να επιβάλουν «πατριωτικές» λύσεις ακόμη σκληρότερης λιτότητας και ρατσισμού στο όνομα της διασφάλισης των «εθνικών» συμφερόντων ύστερα από το Brexit.
Όλα αυτά είναι εντελώς αναμενόμενα και δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν. Η ΕΕ, αυτή η σύγχρονη Ιερή Συμμαχία και «φυλακή των λαών», δεν είναι αντιδραστική επειδή είναι ένωση, αλλά επειδή είναι ένωση αστικών τάξεων υπό την μπαγκέτα των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών αστικών τάξεων. Αυτό σημαίνει ότι το να φύγεις από την «ένωση» δεν συνεπάγεται αυτονόητα ότι φεύγεις και από τον ιμπεριαλισμό, τον καπιταλισμό, το ζυγό των καπιταλιστικών αγορών και του χρηματιστικού κεφαλαίου, την εκμετάλλευση, τη λιτότητα και το ρατσισμό. Το αντίστροφο ισχύει: μόνο η σύγκρουση και η έξοδος από την Ευρωζώνη και την ΕΕ για να ξεδιπλωθεί μια πολιτική και μια δυναμική ανατροπής της λιτότητας και του ρατσισμού, για να μια νικηφόρα σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό, μόνο μια έξοδος που γίνεται γι’ αυτόν το σκοπό και δεν
είναι αυτοσκοπός, μπορεί να είναι αριστερή και φιλολαϊκή.
Τέσσερις θέσεις για το Lexit
Από αυτή την κεντρική ιδέα απορρέουν τα εξής βασικά συμπεράσματα:
1. Λιτότητα - ρατσισμός και «-exit»
Η πάλη ενάντια στη λιτότητα και το ρατσισμό, για την αναδιανομή πλούτου και δικαιωμάτων υπέρ των καταπιεσμένων (στους οποίους περιλαμβάνονται και οι μετανάστες-πρόσφυγες, καθώς και άλλες καταπιεσμένες κατηγορίες: άτομα διαφορετικής θρησκείας και σεξουαλικού προσανατολισμού), δηλαδή το ταξικό στοιχείο της πολιτικής της Αριστεράς, όχι μόνο δεν είναι ένας tres banal «οικονομισμός», αλλά ο «νόμιμος» λόγος, το κίνητρο, αλλά και η μέθοδος με την οποία η Αριστερά αγωνίζεται σε όλα τα μέτωπα –περιλαμβανομένης και της σύγκρουσης με την ιμπεριαλιστική Ευρωζώνη και ΕΕ και της εξόδου απ’ αυτές.
2. Αστικός πατριωτισμός και «-exit»
Στη συνέχεια του προηγούμενου σημείου: Αυτό το ταξικό στοιχείο της πολιτικής της Αριστεράς είναι ασύμβατο και ευθέως ανταγωνιστικό με τον θολό και γενικόλογο, δηλαδή με τον αστικό, πατριωτισμό. Μη μας ξεγελάει το γεγονός ότι η ελληνική αστική τάξη παίζει ακόμη, στο σύνολό της, το «χαρτί» της παραμονής του ελληνικού καπιταλισμού στην ιμπεριαλιστική Ευρωζώνη: αυτό μπορεί να αλλάξει σύντομα αν, στο πλαίσιο του κύκλου του «-exit» και των αναταράξεων που θα δημιουργήσει, σε συνδυασμό με τη βέβαιη υποτροπή της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού, το ιμπεριαλιστικό διευθυντήριο επιβάλει στην ελληνική αστική τάξη το Grexit, με τη μορφή μιας συμφωνημένης και ιμπεριαλιστικά κηδεμονευόμενης «προσωρινής» εξόδου έως ότου, με σκληρή λιτότητα και εξίσου σκληρό ρατσισμό, ο ελληνικός καπιταλισμός ολοκληρώσει την «κάθαρσή» του και επιστρέψει «κεκαθαρμένος» στην Ευρωζώνη. Τότε η ελληνική αστική τάξη, που τώρα αγωνίζεται στο σύνολό της απεγνωσμένα να παραμείνει εντός Ευρωζώνης, θα ρίξει όλες της τις δυνάμεις για να καθορίσει το πλαίσιο του Grexit, επιβάλλοντας ακόμη σκληρότερη λιτότητα και ακόμη επιθετικότερες μορφές ρατσισμού και κρατικού αυταρχισμού.
Είναι λοιπόν απόλυτη ανάγκη για την Αριστερά να κατανοήσει και να θυμηθεί ότι δεν διχάζεται μόνο το «-exit» ανάμεσα σε αριστερό και δεξιό-ακροδεξιό, αλλά και το έθνος σε «έθνος των εργαζομένων» και έθνος των αστών, και ότι αυτά τα δύο έθνη είναι επίσης ανταγωνιστικά μεταξύ τους. Πρέπει λοιπόν να παραμερίσουμε άμεσα και αμείλικτα αυτό τον θολό «πατριωτισμό», στο πλαίσιο του οποίου υποτίθεται ότι μπορούν να συνυπάρχουν οι αριστεροί και δεξιοί «πατριώτες» και να αγωνίζονται, με τις διαφορετικές τους ιδέες, από κοινού για την «απελευθέρωση της πατρίδας από τον ευρωενωσιακό ζυγό». Και αντίθετα, πρέπει να ανοίξουμε μέτωπο με το δεξιό και τον ακροδεξιό πατριωτισμό, αποκαλύπτοντάς τον και κατηγορώντας τον γι’ αυτό που πραγματικά είναι: ένας άλλος δρόμος για ακόμη μεγαλύτερη λιτότητα, ρατσισμό και κρατικό αυταρχισμό, στο όνομα της «ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας». «Λαέ, αγωνίσου για την εθνική ανεξαρτησία και την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας. Αυτός ο αγώνας έχει θυσίες (λιτότητα κ.λπ.) αλλά αυτές είναι καλοδεχούμενες, γιατί είναι θυσίες για την πατρίδα» λένε οι δεξιοί και ακροδεξιοί «πατριώτες», και δεν εννοούν τίποτε διαφορετικό από τον Μιχαλολιάκο όταν θυμάται βολικά την «ατάκα» του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη «την Ελλάδα θέλομεν και ας τρώγωμεν και πέτρες». Θέλουν να πουν «το κουμάντο της πατρίδας θέλομεν, και ας τρώγουν και πέτρες οι εργαζόμενοι –θα ανταμειφθούν με εθνική υπερηφάνεια ή στη μετά θάνατον ζωή».
3. Το ζήτημα της ηγεσίας στην καμπάνια του «-exit»
Το γεγονός ότι οι καμπάνιες του «-exit» είναι διχασμένες ανάμεσα σε δύο ανταγωνιστικά μεταξύ τους μέρη, ανάμεσα σε δύο ανταγωνιστικά πολιτικά κέντρα, σημαίνει ότι στο πλαίσιό τους δεν διεξάγεται μόνο η αντιπαράθεση για τα κοινωνικά, πολιτικά και ιδεολογικά προτάγματα του «-exit», αλλά επίσης και για την ηγεσία. Για να επιβάλει τα δικά της κοινωνικά, πολιτικά και ιδεολογικά προτάγματα, η Αριστερά πρέπει να αναδειχθεί σε ηγεσία του «-exit», σε θανάσιμο ανταγωνισμό με τη Δεξιά και την ακροδεξιά.
Δεν υπάρχει λοιπόν χώρος για επαναφορά της ιδέας πως θα μπορούσαμε «να αγωνιστούμε για την εθνική ανεξαρτησία» ακόμη και υπό αστική ηγεσία. Όποιος φαντάζεται μια ηγεσία της Αριστεράς που, μιμούμενη το πρώτο γράμμα του Ζαχαριάδη ύστερα από την ιταλική εισβολή, θα καλέσει σε εθνικό αγώνα ακόμη και υπό την ηγεσία κάποιου σύγχρονου «Μεταξά», δεν επαναλαμβάνει καν ένα ιστορικό λάθος (στο βαθμό που οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές), αλλά μετατρέπει ένα ιστορικό «προηγούμενο» σε ιστορική καρικατούρα εγκληματώντας κατά των εργαζόμενων τάξεων και της Αριστεράς!
Κι όμως, είδαν ήδη το φως της δημοσιότητας απόψεις ότι πρέπει να χαιρετίσουμε το Brexit παρότι επιτεύχθηκε υπό αστική ηγεσία, όπως ακριβώς χαιρετίσαμε τη νίκη κατά του Χίτλερ στη Μάχη της Αγγλίας υπό την ηγεσία του Τσόρτσιλ! Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε καν πόσο τεράστια απόσταση χωρίζει το να πεις ότι «χαιρετίζω το Brexit για τις περιπλοκές και την αστάθεια που προκαλεί στην ιμπεριαλιστική συμμαχία της ΕΕ, αλλά θεωρώ ότι η αστική ηγεσία στην καμπάνια ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα που πρέπει να εξαλειφθεί το συντομότερο» από το να πεις «χαιρετίζω το Brexit ως αγώνα για την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας ακόμη και αν έγινε υπό αστική ηγεσία». Όσοι σκέφτονται έτσι, ας φανταστούν τους εαυτούς τους να καλούν σε αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία υπό την ηγεσία κάποιου Καρατζαφέρη ή Μπαλτάκου (για να μην πούμε τίποτα χειρότερο) –ίσως μια τέτοια «άσκηση» τους επαναφέρει στα συγκαλά τους...
Κάποιες πρόσφατες τοποθετήσεις στελεχών της Αριστεράς αποδεικνύουν επίσης πως αν μπει κανείς στα χωράφια του «εθνικού αγώνα», αν επιτρέψει στον εαυτό του να καταληφθεί από πατριωτικό οίστρο, τότε ύστερα από την «εθνική ανεξαρτησία» έρχονται αναπόφευκτα η «εθνική κυριαρχία», η «διεύρυνση της κρατικής κυριαρχίας», τα «νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα», η υπεράσπιση της «εδαφικής ακεραιότητας». Και ότι, πέρα κι έξω από το «-exit», βάζουμε μια βαριά υποθήκη να στρατευτεί η Αριστερά στον «εθνικό αγώνα» γενικώς, ανεξαρτήτως αφορμής. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει κάποιοι στην Αριστερά που εμφορούνται από τέτοιες αντιλήψεις να κάνουν μια άλλη «άσκηση»: να φανταστούν το ενδεχόμενο να καλέσουν στον «εθνικό αγώνα» ακόμη και υπό την ηγεσία του Τσίπρα –θα αρκούσε ένα μόνο επεισόδιο σε μια ακατοίκητη βραχονησίδα για να πέσει η Αριστερά σε μια τέτοια παγίδα...
Αντί να δημιουργεί μόνη της τους όρους για να πατήσει τέτοιες πεπονόφλουδες, η Αριστερά οφείλει να μιλήσει για αποκατάσταση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας και για πάλη για ανατροπή της ιμπεριαλιστικής επιτροπείας –τα υπόλοιπα περί «εθνικής ανεξαρτησίας», κι ακόμη χειρότερα περί «εθνικής κυριαρχίας», «κρατικής κυριαρχίας», κυριαρχικών δικαιωμάτων» κ.λπ., είναι «δούρειοι ίπποι» για την αστική ηγεμονία και ηγεσία όχι μόνο σε καμπάνιες για το «-exit» αλλά και στην κοινωνία και την πολιτική γενικά.
4. Από το ζήτημα της ηγεσίας στο ζήτημα της εξουσίας: το μεταβατικό πρόγραμμα
Η πάλη για την ηγεσία δεν είναι παρά το προοίμιο της πάλης για την εξουσία. Η «αριστερή έξοδος», όπως ακριβώς και για τους ίδιους λόγους με την κατάργηση των μνημονίων και την ανατροπή της λιτότητας, δεν είναι παρά μια «στιγμή», ένα μεταβατικό βήμα, μια «θρυαλλίδα» που κλιμακώνει τη μάχη με το σύστημα –εγχώριο και διεθνές. Και δεν υπάρχει τρόπος να διεκδικήσουμε τη νίκη σε μια τέτοια μάχη χωρίς να δώσουμε και να κερδίσουμε τη μάχη για την εξουσία, για την εργατική και λαϊκή εξουσία. Η πικρή εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι είναι «εύκολο» να προκαλέσεις μια σύγκρουση με το σύστημα: θα αρκούσαν γι’ αυτό πολύ λιγότερα πράγματα από την κατάργηση του μνημονίου ή την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Θα ήταν όμως ο απόλυτος τυχοδιωκτισμός αν προκαλούσαμε μια μετωπική σύγκρουση με το σύστημα χωρίς να έχουμε σχέδιο πώς θα τη δώσουμε νικηφόρα. Στο σημείο αυτό, η ιστορική εμπειρία βοά και δεν επιτρέπει παρερμηνείες: ανεξάρτητα από τις αφορμές, τις αιχμές και τα «μέτωπα» που ανοίγουν την αυλαία μιας τέτοιας σύγκρουσης με το σύστημα (και η Αριστερά δεν πρέπει να αδιαφορήσει για οτιδήποτε είναι πραγματικά αντικείμενο της ταξικής πάλης), το νικηφόρο σχέδιο της Αριστεράς πρέπει να βασίζεται σε δύο θεμελιώδεις πυλώνες: α) ταξικός προσανατολισμός και ταξικό κριτήριο για όλα τα ζητήματα, με πλήρη συναίσθηση ότι δεν υπάρχουν ταξικά ουδέτερες λύσεις σε κανένα ζήτημα, και β) μάχη για την εξουσία, οικονομική και πολιτική, σε πλήρη αντιδιαστολή με την παλιά ρεφορμιστική αυταπάτη ότι ο καπιταλισμός μπορεί να αναθέσει την πολιτική διαχείριση των υποθέσεών του –και ειδικά σε περίοδο δομικής κρίσης και κρατικής χρεοκοπίας– στην Αριστερά, κι έτσι η τελευταία να αποκτήσει το δικαίωμα για «φιλολαϊκό μάνατζμεντ» του καπιταλισμού και μάλιστα με σχέδια μεσομακροπρόθεσμης απόδοσης.
Ο ταξικός προσανατολισμός και η μάχη για την εξουσία, που θα ξεσπάσει λυσσασμένα ύστερα από μια μείζονα ανατροπή από τα αριστερά, οδηγούν στην ανάγκη για ένα μεταβατικό σχέδιο και πρόγραμμα για το σοσιαλισμό: αντί για την αυταπάτη ότι θα είναι η Αριστερά που θα οδηγήσει τον καπιταλισμό σε έξοδο από την κρίση του, απαιτείται ο ωμός ρεαλισμός ενός σχεδίου εξόδου από τον καπιταλισμό σε κρίση.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το περιεχόμενο και η πραγματική δυναμική του αριστερού «-exit»: όχι μόνο από την Ευρωζώνη - ΕΕ, αλλά και από τον καπιταλισμό σε κρίση!