Μηχανισμός επιβολής νεοφιλελεύθερων πολιτικών
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διατυμπανίζει ότι η έκθεση του ΟΟΣΑ του 2011 ακυρώθηκε κατά τη διαπραγμάτευση του υπουργείου Παιδείας με τον διεθνή οργανισμό τον περασμένο Φεβρουάριο, προσπαθώντας να δείξει επιμονή στις θέσεις της. Παρ’ όλα αυτά η ακαμψία και η επιμονή της κυβέρνησης φτάνει μέχρι… την επόμενη ενδιάμεση έκθεση του ΟΟΣΑ που συμφώνησε το υπουργείο. Μια έκθεση η οποία «θα βασιστεί στην αντίστοιχη έκθεση αναθεώρησης που πραγματοποίησε ο ΟΟΣΑ το 2011», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην απόφαση για την ανάθεση του έργου, με τις απαραίτητες επικαιροποιήσεις όμως, όπως τονίζεται στη συνέχεια.
Η νέα έκθεση του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με τον Γαβρόγλου, θα εστιάζει στη διαμόρφωση του προϋπολογισμού για την παιδεία, στην αύξηση της αυτονομίας των σχολείων και των πανεπιστημίων, στην ανάπτυξη των ολοήμερων σχολείων και στη σύνδεση των χώρων εκπαίδευσης με επιστημονικούς φορείς.
Ωραία ακούγονται όλα τα παραπάνω, αν ο ΟΟΣΑ δεν ήταν ένας ιμπεριαλιστικός οργανισμός που παρεμβαίνει προκειμένου να επιβληθούν σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε μια σειρά από κράτη. Είναι προφανές ότι οι μνημονιακές δεσμεύσεις της Ελλάδας δεν αφήνουν περιθώρια για περεταίρω δαπάνες για την παιδεία, η ανάπτυξη των ολοήμερων σχολείων απαιτεί προσλήψεις (πράγμα σπάνιο στο ελληνικό μνημονιακό φόντο), εκτός αν αυξηθεί το ωράριο των καθηγητών, ενώ η σύνδεση της εκπαίδευσης με επιστημονικούς φορείς ενέχει τον κίνδυνο της προσαρμογής της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς. Οι «όμορφες» προτάσεις του ΟΟΣΑ, οι οποίες θα παρουσιαστούν αρχές Φεβρουαρίου, δεν πρόκειται να είναι τίποτε άλλο από την εμπέδωση των πολιτικών λιτότητας στον τομέα της εκπαίδευσης.
Το αξιοσημείωτο όμως στη νέα «αριστερή» έκθεση του ΟΟΣΑ είναι η αναφορά στην αύξηση της αυτονομίας των εκπαιδευτικών δομών. Η αυτονομία αυτή θα επιχειρηθεί να εφαρμοσθεί σε διάφορα επίπεδα. Αφενός σε παιδαγωγικό και διοικητικό, με την ενεργότερη συμμετοχή των εκπαιδευτικών ως δασκάλων-αυθεντιών και με την αποκέντρωση διοικητικών λειτουργιών, και αφετέρου σε οικονομικό, με τη δυνατότητα αναζήτησης εξωγενών πόρων για τη συντήρηση των σχολικών μονάδων, σε περίπτωση που η κρατική χρηματοδότηση δεν επαρκεί για τη λειτουργία τους. Με λίγα λόγια η αποδοχή της υποχρηματοδότησης της παιδείας από το κράτος γίνεται κανόνας και δίνεται το ελεύθερο στα σχολεία να αναζητήσουν οικονομική βοήθεια από ιδιώτες.
Όλα αυτά πρόκειται να εφαρμοστούν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που όσο βρισκόταν σε αντιπολιτευτικό ρόλο δήλωνε ότι η ενεργή ανάμειξη του ΟΟΣΑ στα ελληνικά εκπαιδευτικά πράγματα το 2011 αποτέλεσε το σημείο εκκίνησης της εφαρμογής των μνημονίων στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική. Όμως από τη στιγμή που η ίδια υπέγραψε το δικό της μνημόνιο, μάλλον βλέπει πλέον τα πράγματα τελείως διαφορετικά. Τόσο διαφορετικά, που αναλαμβάνει να συστήσει μόνιμη επιτροπή συνεργασίας με τον ΟΟΣΑ, προκειμένου «η Ελλάδα να τολμήσει τις μεταρρυθμίσεις που δεν τόλμησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις», όπως δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Δεν μένει παρά να καταστήσουμε σαφές ότι ο ΟΟΣΑ δεν είναι «σύμβουλος και συνεργάτης», όπως διαμηνύουν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά αντίθετα είναι μηχανισμός επιβολής νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Και δεν πρόκειται να υπακούσουμε σε καμία ευλογημένη από την κυβέρνηση πρότασή του, που θα υποβαθμίσει κι άλλο τη δημόσια εκπαίδευση. Οι αγώνες για την ανατροπή των προτάσεων κυβέρνησης-ΟΟΣΑ είναι μπροστά μας.