Οι δανειστές τα θέλουν όλα, αλλά δίνουν μόνο τις δόσεις της δεύτερης αξιολόγησης – η κυβέρνηση σε υπαρξιακό αδιέξοδο, οι πολιτικές εξελίξεις μπροστά στο σημείο καμπής.
Λέγεται –και ισχύει– ότι η ελληνική γλώσσα είναι πολύ πλούσια ώστε να δίνει τη δυνατότητα, με την κατάλληλη χρήση λέξεων και φραστικών σχημάτων, είτε να εκλεπτύνεις και ομορφύνεις το λόγο σου, είτε όμως και να παραπλανήσεις. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει με τη μνημονιακή αργκό, την οποία οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προήγαγαν πολύ πέρα από τις επιδόσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων, είναι πρωτοφανές. Κάποτε ήταν η περί τον Τσίπρα ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που έλεγε πως «πίσω από τους άψυχους αριθμούς βρίσκονται άνθρωποι», τώρα οι υπουργοί του, αναφερόμενοι στη μείωση του αφορολόγητου ορίου, μιλούν για «διεύρυνση της φορολογικής βάσης»…
Το παράδειγμα αυτό είναι αρκετά εύγλωττο για να μας δώσει ένα μέτρο τού τι συζητείται στο παρασκήνιο μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών. Γιατί η μείωση του αφορολόγητου είναι «διεύρυνση της φορολογικής βάσης»; Απλούστατα διότι για κάθε 1000 ευρώ μείωσης του αφορολογήτου, περνούν από τον «πάγκο» της Εφορίας περίπου 300.000 νέα θύματα, που με εισοδήματα 500 ή 600 ευρώ το μήνα προσπαθούσαν να αντέξουν όλα τα δεινά της ανεργίας και της φορολεηλασίας μέσω ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ κ.λπ. έχοντας έστω ασυλία ως προς το φόρο εισοδήματος. Το αφορολόγητο μειώθηκε με την προηγούμενη αξιολόγηση από 9545 ευρώ σε 8636 ευρώ και τώρα συζητείται η περαιτέρω μείωσή του μέχρι και τα 5000 ευρώ! Αν συμβεί αυτό, θα έχουν πράγματι μια «γενναία διεύρυνση της φορολογικής βάσης» με πάνω από 1.100.000 νέα θύματα.
Η συζήτηση ξεκίνησε από τη διαπίστωση του αξιότιμου κ. Τόμσεν ότι από τα 5,5 περίπου εκατομμύρια φυσικά πρόσωπα που δήλωσαν εισόδημα από μισθό ή σύνταξη, τα 3.000.000 ήταν κάτω από το αφορολόγητο. Και αντί απ’ αυτό να βγει το συμπέρασμα ότι η άγρια λιτότητα έχει οδηγήσει πάνω από το 50% όσων έχουν εισόδημα από μισθό ή σύνταξη στην έσχατη ανέχεια, οι φωστήρες του ΔΝΤ έβγαλαν το αντίθετο συμπέρασμα: ότι στην Ελλάδα υπάρχουν εκατομμύρια… φοροδιαφεύγοντες από τα φτωχά λαϊκά στρώματα!
Η κυβέρνηση κρατάει από αυτή την υπόθεση το «εκατομμύρια», διότι μέσα σε αυτά τα εκατομμύρια κρύβονται και οι δικές της ελπίδες να διασώσει ένα μέρος της εκλογικής της πελατείας και έτσι να αποφύγει την πολιτική κατάρρευση. Κατά τα άλλα, όμως, τόσο η κυβέρνηση όσο και το ΔΝΤ και γενικότερα οι δανειστές συζητούν πάνω στο θέμα «διεύρυνση της φορολογικής βάσης»!
Οι «Financial Times» δημοσίευσαν άρθρο με τίτλο «Πόσα να αντέξει μια χώρα;» βασισμένο σε οδοιπορικό συντακτών τους στην Ηλεία και στην καταγραφή της έκτασης της φτώχειας και της ανεργίας, αλλά η κυβέρνηση «δεν γνωρίζει» τι κρύβεται πίσω από τους αριθμούς που συζητεί με τους δανειστές...
Έτοιμοι να υπογράψουν, αλλά…
Ύστερα από τον ευθύ εκβιασμό Σόιμπλε στο Νταβός και τη διαφαινόμενη συμφωνία του με το ΔΝΤ, τα κυβερνητικά στελέχη έκαναν την αναμενόμενη υποχώρηση από τις… «κόκκινες» γραμμές: Δέχθηκαν όχι μόνο τον «υπερ-κόφτη», αλλά και την εξειδίκευσή του, παζαρεύοντας μόνο να μη νομοθετηθούν από τώρα τα συγκεκριμένα μέτρα για την περίοδο ύστερα από το 2018. Έχουν δεχθεί και τα βασικά «πακέτα» της συγκεκριμενοποίησης του «υπερ-κόφτη»: θα είναι η δραστική μείωση του αφορολογήτου, η μείωση των συντάξεων με την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από το 2019, τα εργασιακά και η αύξηση του ΦΠΑ (πιθανότατα του μεσαίου συντελεστή από 13% σε 14%). Πίσω από όλα αυτά, κρύβονται επίσης εκατομμύρια άνθρωποι με σάρκα και οστά, που η ζωή τους θα βυθιστεί ακόμη περισσότερο στην ανέχεια και την εξαθλίωση, αλλά η κυβέρνηση ενδιαφέρεται μόνο για το φύλλο συκής: να συγκεκριμενοποιηθούν τα «αντικείμενα» όπου θα δράσει ο «υπερ-κόφτης», αλλά να μη νομοθετηθούν από αυτή την κυβέρνηση!
Ούτε αυτό όμως φτάνει για να κρατηθεί η κυβέρνηση από τα ρέλια της εξουσίας. Χρειάζεται απεγνωσμένα και κάποια «ανταλλάγματα» που θα στηρίξουν κάποιου είδους success story. Ποια είναι τα «ανταλλάγματα»; Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και –στη βάση αυτή– η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ενώ τα εκατομμύρια των εργαζομένων και συνταξιούχων δυστυχούν και αναμένεται να δυστυχήσουν πολύ περισσότερο με τα μέτρα που πλέον συζητεί η κυβέρνηση, αναζητείται success story για τις τράπεζες, το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
Πλην όμως –φευ!– παρ’ όλη την επίδειξη προθυμίας να προσδιοριστούν τα αντικείμενα του «υπερ-κόφτη» ακριβώς εκεί που ζητεί το ΔΝΤ, τα «ανταλλάγματα» δεν έρχονται. Και δεν έρχονται ακόμη κι αν η κυβέρνηση τα υπογράψει όλα! Διότι οι δανειστές τα θέλουν όλα, αλλά το μόνο που δίνουν είναι η δεύτερη αξιολόγηση και η εκταμίευση των δανειακών δόσεων που αναλογούν. Δηλαδή το μόνο που δίνουν είναι τα χρήματα που θα τους επιστραφούν άμεσα για την πληρωμή των ελληνικών ομολόγων που λήγουν τον Απρίλιο και τον Ιούλιο, τα οποία κατέχουν η ΕΚΤ και άλλες κεντρικές τράπεζες!
Η κυβέρνηση το συνειδητοποίησε αυτό πολύ καλά, και γι’ αυτό η δεύτερη επιστολή Τσακαλώτου προς τους δανειστές δεν περιείχε συγκεκριμένες δεσμεύσεις! Διότι θα ήταν δεσμεύσεις άνευ οποιουδήποτε αντικρίσματος και βάση για να ζητήσουν οι δανειστές ακόμη περισσότερα…
«Μικρή» συμφωνία,
άδηλο μέλλον
Αναφερόμενη στους «ευρωπαϊκούς συσχετισμούς» και στην υποτιθέμενη στήριξη από κάποιους «φίλους» δικούς της αλλά όχι του ελληνικού λαού, η κυβέρνηση ξεχνά ότι η Γερμανία ελέγχει μόνη της τον ESM (έχει το 28% των δικαιωμάτων ψήφου, όταν απαιτείται πλειοψηφία 80% για να ισχύσει μια απόφαση) και ότι έχει δηλώσει πως τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος μετατίθενται για μετά το τέλος του προγράμματος. Σε κάθε περίπτωση, η Γερμανία δεν πρόκειται να δεχθεί να γίνει καν μνεία για μεσοπρόθεσμα μέτρα πριν από τις γερμανικές εκλογές του τέλους Σεπτεμβρίου. Επομένως, η Ελλάδα χάνει πιθανότατα οριστικά την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE.
Οι δανειστές, λοιπόν, δίνουν «μικρή» συμφωνία χωρίς ανταλλάγματα, συντηρώντας τη «μεγάλη εκκρεμότητα»: την καθήλωση του ελληνικού καπιταλισμού στην ουρά της αναμονής των «μεγάλων αποφάσεων» για το μέλλον της Ευρωζώνης και της ΕΕ.
Η προεδρία Τραμπ, το «σκληρό Brexit», η ευθεία επίθεση του νέου Αμερικανού προέδρου στην ΕΕ, ήδη εμπνέουν στα μεγάλα διεθνή μίντια μια αρθρογραφία που καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: η ΕΕ και η Ευρωζώνη είτε θα προχωρήσουν σε έναν νέο αντιδραστικό μετασχηματισμό με βάση τις δύο –ή και περισσότερες– ταχύτητες, είτε θα διαλυθούν! Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο γερμανικός ιμπεριαλισμός θα επιλέξει τη φόρμουλα της Ευρωζώνης των δύο «ταχυτήτων». Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να υπάρχει επίσης καμία αμφιβολία ότι η Ελλάδα, πριν και περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα-μέλος, προορίζεται γι’ αυτήν τη δεύτερη «ταχύτητα».
Μπορούμε να κάνουμε διάφορες εικασίες για το τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό, αλλά το άμεσα ενδιαφέρον είναι το εξής: η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βρίσκεται προ του σκληρού και υπαρξιακού διλήμματος είτε να δώσει και να υπογράψει τα πάντα για να πάρει κάτι «πολύ λίγο» που θα συντηρεί τη «μεγάλη εκκρεμότητα» και θα τη βάλει σε τροχιά διαλυτικού πολιτικού εκφυλισμού, είτε να συρθεί η διαπραγμάτευση μέχρι το πρώιμο καλοκαίρι στα όρια του πιστωτικού γεγονότος, είτε να πάει σε εκλογές –ή δημοψήφισμα.
Ό,τι κι αν επιλέξει, θα πάμε σε διαφορετικές εκδοχές πολιτικής κρίσης και αστάθειας: στην πρώτη περίπτωση πιο αργόσυρτης, στη δεύτερη και την τρίτη περίπτωση αμεσότερης και οξύτερης.
Στο ξεκίνημά του, το 2017 υπόσχεται ότι δεν θα μας αφήσει να πλήξουμε, καθώς οι διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις, σε πλήρη «συντονισμό», προοιωνίζονται «μεγάλη αναταραχή». Σε τέτοιες συνθήκες, η Αριστερά πρέπει να θυμάται ότι για να γίνει η «μεγάλη αναταραχή» και «θαυμάσια κατάσταση», απαιτείται η δική της πρωταγωνιστική παρέμβαση –στο κίνημα και στις κεντρικές πολιτικές μάχες. Η οποία με τη σειρά της προϋποθέτει τη μετωπική συνεργασία των δυνάμεων της αντιμνημονιακής-ριζοσπαστικής Αριστεράς και τον πρωταγωνιστικό ρόλο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.