Η Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ με την ανακοίνωσή της για την απεργία-αποχή επιχειρεί να αναδείξει τους μύθους για τη διαφορετικότητα της «αριστερής» αξιολόγησης και να αξιοποιήσει τη θετική εμπειρία του αγώνα ενάντια «αξιολόγηση» του Μητσοτάκη καθώς ο νόμος εκείνος ακυρώθηκε στην πράξη, γιατί συνάντησε τη δυναμική αντίδραση των εργαζομένων και με τη μαζική ανυπακοή και την άρνηση της συμμετοχής σε όλα τα βήματα της «αξιολόγησης».
Οι συνδικαλιστικές παρατάξεις της Αριστεράς, προκειμένου να αποδομήσουν την απόλυτη ιδεολογική κυριαρχία του φιλελευθερισμού, οφείλουν να αναδείξουν τον ειδικό ρόλο της προτεινόμενης αξιολόγησης ως μόνιμου μηχανισμού απολύσεων, ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Η βαθιά αντιεπιστημονική προσέγγιση περί «φυσικής» αναγκαιότητας της αξιολόγησης εισάγει, με ανεπαίσθητο τρόπο, τη φιλελεύθερη λογική της απόλυτης αξίας του ανταγωνισμού ως στοιχείου προόδου στην κοινωνία, η οποία στην πραγματικότητα αντιμετωπίζεται ως φυσική και όχι ως ιστορική πραγματικότητα.
Ένα σύνολο φοβισμένων εργαζομένων, που κάθε χρόνο θα πασχίζει να αποφύγει να οριστεί από τους προϊσταμένους ή από τη διόρθωση της Διεύθυνσης Παρακολούθησης και Στατιστικής Ανάλυσης των Βαθμολογιών Αξιολόγησης ως ανεπαρκές και να βρεθεί αντιμέτωπο με τη μείωση του μισθού, τη δυσμενή μετάθεση ή και την απόλυσή του, δεν μπορεί να κινητοποιήσει τις ικανότητες, τις γνώσεις του και να αναβαθμίσει το έργο που παρέχεται στους πολίτες. Αντίθετα οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο θα δεχθούν τεράστια πίεση, ειδικά σε συνθήκες γενικευμένης ανεργίας, ώστε να επιδοθούν σε έναν αδυσώπητο αγώνα επιβίωσης με ατομικές στρατηγικές που όλο και συχνότερα θα περιλαμβάνουν χρήση αθέμιτων όπλων και θα γενικεύουν την ανθρωποφαγία.
Πέρα από την ιδεολογική αποδόμηση της αξιολόγησης, το συνδικαλιστικό κίνημα στον δημόσιο τομέα, τόσο τον στενό όσο και τον ευρύτερο (δημόσιες ή πρώην δημόσιες επιχειρήσεις όπως ΔΕΗ), βρίσκεται μπροστά σε μια υπαρξιακού τύπου πρόκληση.
Έχει την ευκαιρία να πετύχει μια σημαντική νίκη, ακυρώνοντας στην πράξη την αξιολόγηση και αποδεικνύοντας ότι έχει ρόλο στα ουσιαστικά θέματα που απασχολούν τους εργαζόμενους.
Η συλλογική δράση έχει την ευκαιρία να αναδειχθεί ως ο τρόπος αποτελεσματικής αντιμετώπισης της επίθεσης, κυρίως αν κινητοποιηθούν και πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους οι εργαζόμενοι, υλοποιώντας τις αποφάσεις πολλών ΓΣ και ΔΣ σε διάφορους χώρους δουλειάς (περιφέρειες, νοσοκομεία, υπουργεία) και παραδίδοντας τα έντυπα αξιολόγησης ασυμπλήρωτα στα πρωτοβάθμια σωματεία.
Η αντικατάσταση των τελετουργικού τύπου 24ωρων ή 48ωρων απεργιών από την απεργία-αποχή από τις διαδικασίες αξιολόγησης και φυσικά ο εμπλουτισμός της με μορφές πάλης που εξειδικεύονται σε κάθε χώρο μπορούν να αυξήσουν την πίστη των εργαζομένων στα συνδικάτα και να οδηγήσουν σε ποσοτική και ποιοτική αναβάθμισή τους ώστε να παίξουν το ρόλο τους στη συγκρότηση ενιαίου μετώπου των εργαζομένων.
Το μέτωπο αυτό, περνώντας από την άμυνα στην επίθεση, θα ήταν χρήσιμο, προχωρώντας σε αξιολόγηση κοινωνικών επιπτώσεων που έχει σαφή ταξικό πρόσημο, με στοιχεία να αποδείξει τις συνέπειες που είχε για τις υποτελείς κοινωνικές τάξεις η ήδη συντελεσμένη ιδιωτικοποίηση στο Δημόσιο, ξεκινώντας από τους ιδιαίτερα ευαίσθητους τομείς υγείας, παιδείας, πρόνοιας ή παροχής αγαθών όπως ρεύμα, νερό.
Με τον τρόπο αυτόν θα ανοίξει ο δρόμος και στην πολιτική λύση-απάντηση στην καπιταλιστική κρίση, ώστε να γίνουν πραγματικότητα βαθιές αλλαγές και ανατροπές που είναι αναγκαίες για τους εργαζόμενους δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.