«Όλα τα δάχτυλα ίσα δεν είναι,
κι όλοι να τρώνε δίκιο δεν είναι,
έτσι το βρήκαμε κι έτσι το πάμε,
κι ως να πεθάνουμε εδώ δεν το κουνάμε»
Ο ι πιο πάνω στίχοι του Γιάννη Νεγρεπόντη περιγράφουν με σκωπτική διάθεση το ίδιο συμπέρασμα που επανέλαβε πρόσφατα δημοσίως και με κάθε σοβαρότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης: «Είναι ενάντια στη φύση του ανθρώπου η κοινωνική ισότητα»!
Ο ηγέτης της Δεξιάς και εκφραστής της αστικής τάξης και της πιο αυθεντικής ιδεολογίας της, του φιλελευθερισμού, απαρνείται όλη την κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης και επιστρέφει στα δόγματα της αριστοκρατίας που οι ίδιοι οι αστοί είχαν ανατρέψει. Και όλα αυτά τα καταφέρνει ο αρχηγός της ΝΔ μέσα σε μία μόνο φράση του. Απλή και ατόφια αβελτηρία ή κάτι έχει αλλάξει στο ιδεολογικό οπλοστάσιο της Δεξιάς;
Το αίτημα για κοινωνική ισότητα είναι πράγματι γνήσιο τέκνο της Γαλλικής Επανάστασης, του πιο μαζικού λαϊκού ξεσηκωμού στη μέχρι τότε Ιστορία. Η φτωχολογιά του Παρισιού συγκεντρώθηκε κάτω από το λάβαρο της «ελευθερίας, ισότητας, αδελφότητας» ξεκινώντας από την εναντίωση στη διαφθορά της μοναρχίας. Όμως σε λίγο οι sans culottes, οι «ξεβράκωτοι», βρέθηκαν σε πόλεμο με κάθε εξουσία: των αριστοκρατών, των παπάδων, αλλά και των πλούσιων αστών. Πολύ σύντομα ξεχώρισαν δύο στρατόπεδα μέσα στους εξεγερμένους: Το ένα θεωρούσε «άδειο τσόφλι την ελευθερία και την ισότητα, όταν μια τάξη ανθρώπων επιτρέπεται να καταδικάζει την άλλη στην πείνα». Το στρατόπεδο αυτό απαιτούσε μια κοινωνία ίσων για να αποκτήσει νόημα η ελευθερία και η αδελφότητα. Το αντίπαλο στρατόπεδο ήθελε να περιοριστεί η «αυθαιρεσία», δηλαδή η δράση των λαϊκών μαζών.
Τα δύο αυτά στρατόπεδα συγκρούστηκαν ιστορικά στην ψηφοφορία στην Εθνοσυνέλευση για το αν πρέπει ή όχι να εκτελεστεί ο βασιλιάς Λουδοβίκος. Το στρατόπεδο της κοινωνικής ισότητας πήγε αριστερά στην αίθουσα καταμέτρησης, απαιτώντας την εκτέλεση του μονάρχη, ενώ το «μετριοπαθές» στρατόπεδο πήγε δεξιά. Η Αριστερά και η Δεξιά γεννήθηκαν ως έννοιες εκείνη την ημέρα.
Όμως πολιτική δεν είναι μόνο η Ιστορία. Πολιτική, για το δεξιό στρατόπεδο ιδίως, είναι η καθημερινή διαχείριση των πραγμάτων. «Υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται στην πολιτική, όπως υπάρχουν πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται» συνόψιζε σοφά για το αντίπαλο ταξικό στρατόπεδο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο πρεσβύτερος. Ποια είναι τα πράγματα που δεν γίνονται; Πρώτα από όλα οι προεκλογικές υποσχέσεις των κομμάτων εξουσίας.
Και τα πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται; Αυτά είναι τα αξιώματα της κυρίαρχης ιδεολογίας, που ακριβώς επειδή είναι αξιώματα πρέπει να στέκουν μακριά από κάθε έλεγχο και κριτικό βλέμμα.
Υπάρχουν ιδέες που θεωρούνται γενικές αρχές και αξιώματα αδιαμφισβήτητα στα μυαλά των πιο πολλών ανθρώπων. Πολλές από αυτές έχουν αναφορά στην «ανθρώπινη φύση» και όλες τους καταλήγουν να δικαιολογούν απόλυτα την ύπαρξη του καπιταλιστικού συστήματος.
Έτσι «οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους εγωιστές» και άρα χρειάζεται μια ανώτερη αρχή, με την αστυνομία, τα δικαστήρια και το στρατό σε συνεπικουρία, για να «μη φάμε ο ένας τον άλλο», δηλαδή να αναπαράγεται απρόσκοπτα το κεφάλαιο χωρίς την απειλή του «εγωισμού» των εργαζομένων που υπερασπίζουν τα δικαιώματά τους.
Ή ακόμη «οι άνδρες είναι από τη φύση τους επιθετικοί, ενώ οι γυναίκες πιο τρυφερές και πιο παθητικές», αξίωμα απαραίτητο για να αναπαράγονται όλες οι σεξιστικές ανοησίες που καταλήγουν στην καταπίεση των γυναικών και των ομοφυλόφιλων.
Και βεβαίως το περίφημο αξίωμα του Κυριάκου Μητσοτάκη για την κοινωνική ισότητα που πάει κόντρα στην ανθρώπινη φύση.
Αυτές οι γενικές αρχές αντλούν το κύρος τους από το γεγονός πως είναι ανομολόγητες, πως δεν διατυπώνονται εύκολα δημόσια. Ακριβώς επειδή είναι «ιερές» για την αστική κοινωνία και για τους περισσότερους ανθρώπους, μοιάζουν με το όνομα του Ιεχωβά: απαγορεύεται διά ροπάλου να το επικαλεστείς, αν δεν υπάρχει εξαιρετικά σοβαρή αιτία.
Κι όπως «τα έργα της νύχτας» που «τα βλέπει η μέρα και γελά», έτσι και τα ανομολόγητα αξιώματα γίνονται εύκολα σκόνη αν διατυπωθούν ανοιχτά στο φως. Είναι αδύνατο να διατυπώσεις δημόσια το ότι «η φύση των γυναικών τις κατευθύνει στη μητρότητα και στην κουζίνα, ενώ αυτή των αντρών στον δημόσιο βίο», παρόλο που το πιστεύουν βαθιά οι υποστηρικτές της Δεξιάς αλλά, σε έναν βαθμό, και πάρα πολύς συγχυσμένος κόσμος στην Αριστερά. Αν μιλήσει κανείς ανοιχτά με αυτό τον τρόπο είναι σαν να προκαλεί την τύχη του: «ο βασιλιάς είναι άνθρωπος όπως κι εγώ και οι βιολέτες ίδια μας μυρίζουν» είναι η μόνη απάντηση.
Το ίδιο και με το ζήτημα της κοινωνικής ισότητας. Ως τώρα η Δεξιά υποστήριζε τον ίδιο συλλογισμό εγείροντας το θέμα της «Αριστείας». Οι «καλύτεροι» δικαιούνται καλύτερες σπουδές, δουλειές, κοινωνικό στάτους κ.λπ. Οι υπόλοιποι και υπόλοιπες πρέπει να πληρωνόμαστε με ψίχουλα, να συμβιβαζόμαστε με νοσοκομεία που καταρρέουν και σχολεία με χίλιες ελλείψεις.
Αλλά όλη η συζήτηση φαίνεται να τραβά στον τοίχο με την ανοιχτή διατύπωση της «φυσικότητας» της κοινωνικής ανισότητας. Αν εσείς μας λέτε ανοιχτά πως γεννηθήκαμε για να σας υπηρετούμε, τότε κι εμείς θα απαντήσουμε με το στίχο του Σαίξπηρ:
«Σ’ αυτό τον κόσμο ήρθαμε για να πατήσουμε πάνω στα κεφάλια των βασιλιάδων»…