Κρίση στη Δημοκρατία της Μακεδονίας
Τ ο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΔτΜ) ανέδειξε με εκκωφαντικό τρόπο μια σειρά από πράγματα. Ειδικά στην Ελλάδα, διαβάζοντας κανείς τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών αναλυτών (ακόμη και τμημάτων της Αριστεράς) νομίζει ότι ζει σε άλλον κόσμο.
Στην Ελλάδα πολλοί αναφέρονται αποκλειστικά σε ένα τμήμα της απόρριψης της πρότασης του Ζ. Ζάεφ προς τον λαό της χώρας του: στην απόρριψη της Συμφωνίας των Πρεσπών γύρω από το όνομα. Ωστόσο το ερώτημα στο δημοψήφισμα, όπως όλοι γνωρίζουν, ήταν: «Υποστηρίζετε την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αποδεχόμενοι τη συμφωνία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας με την Ελληνική Δημοκρατία;». Η μαζική αποχή οδήγησε σε νομική ακυρότητα του αποτελέσματος και επέφερε ένα πολιτικό πλήγμα στα σχέδια του δυτικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή. Το έμμεσο «όχι» αφορούσε συνεπώς και την ένταξη στους ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς, κυρίως στο ΝΑΤΟ. Αυτό το «όχι» στο ΝΑΤΟ το κατάλαβε όλος ο πλανήτης αλλά στην Ελλάδα η πολιτική φιλολογία μένει στο «όχι» στο όνομα λες και δεν υπήρχε τίποτε άλλο στο ερώτημα.
Στην περίπτωση του δημοψηφίσματος στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, τίποτε δεν φαίνεται να ταράζει τις εθνικιστικές ελληνικές αναλύσεις. Ασφαλώς η «τρομερά επιζήμια για τα εθνικά συμφέροντα» συμφωνία του Τσίπρα με τον Ζάεφ, αποδείχθηκε παντελώς λεόντειος σε βάρος της άλλης πλευράς. Η απόρριψη της κατάργησης του δικαιώματος στον αυτοπροσδιορισμό από τον γειτονικό λαό, απέδειξε –κι αυτή από την πλευρά της– τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της επιβολής αλλαγής ονόματος και Συντάγματος εκ μέρους της Ελλάδας. Πόσο μάλλον όταν στοιχισμένη με την Ελλάδα ήταν όλη η ηγεσία του δυτικού ιμπεριαλισμού. Τραμπ, Μέρκελ, Μακρόν, Στόλτενμπεργκ, ακόμη και Μπους ο νεότερος, εξέπεμψαν απειλές και παραινέσεις στους πολίτες της ΔτΜ.
Αλλαγή
Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αποτέλεσε άλλη μια ένδειξη ότι έχει αρχίσει να κλείνει ο κύκλος της δυτικολαγνείας, ευρωλαγνείας, ΝΑΤΟλαγνείας που υποτίθεται ότι διακατείχε τους πληθυσμούς της Αν. Ευρώπης από το 1990 και μετά. Παρότι δεν υπήρξε καμία σοβαρή πολιτική δύναμη που να αντισταθεί στις περικοπές, στις ιδιωτικοποιήσεις, στην ολοσχερή καταστροφή των εργασιακών δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των γυναικών (Πολωνία), στην εξύμνηση του ατομισμού και του νεοπλουτισμού (ο οποίος όμως στην πράξη αφορούσε μια ελάχιστη μειονότητα), η εμπειρία των λαών και ειδικά της εργατικής τάξης έχει συσσωρευτεί και παράγει πολιτικά αποτελέσματα: η δυσπιστία προς τη Δύση (επειδή αυτή συμβολίζει το νεοφιλελευθερισμό) παίρνει πιο έντονα χαρακτηριστικά, από την ίδια τη Ρωσία έως τις χώρες-μέλη της ΕΕ.
Ασφαλώς η εργατική τάξη στις χώρες της πρώην Α. Ευρώπης είναι αντίστοιχα δύσπιστη και προς τον αντίπαλο ιμπεριαλισμό που «παίζει μπάλα» στην περιοχή. Ειδικά στην περίπτωση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας η Ρωσία παρεμβαίνει στηρίζοντας τις πιο αντιδραστικές και εθνικιστικές δυνάμεις (το διεφθαρμένο δεξιό εθνικιστικό VMRO). Το ίδιο συμβαίνει σε μια σειρά χώρες της ανατολικής αλλά και της δυτικής Ευρώπης. Οι πολιτικοί σύμμαχοι του Κρεμλίνου στην Ευρώπη δεν είναι όσοι αντιμάχονται τη λιτότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ., αλλά φιγούρες και οργανώσεις όπως η Λεπέν και ο Όρμπαν, για να μην αναφέρουμε ανοιχτά φασιστικές συμμορίες. Ασφαλώς ο Πούτιν και η ρωσική άρχουσα τάξη δεν έχουν κανένα λόγο να πριονίσουν την δική τους καπιταλιστική εξουσία, στηρίζοντας αντικαπιταλιστικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Εξάλλου, την ώρα που συγκρούονται γεωπολιτικά με τη Δύση, ταυτόχρονα συνεργάζονται σε μεγάλα πρότζεκτ όπως η ενέργεια κ.λπ. Όσοι, συνεπώς, περιμένουν στήριξη για την εργατική τάξη και την Αριστερά από τη Μόσχα, πλανώνται πολύ οικτράν πλάνην.
Προοπτικές
Ο πρωθυπουργός της ΔτΜ, Ζόραν Ζάεφ, μετά το στραπάτσο στο δημοψήφισμα, θα έχει σοβαρό πρόβλημα να περάσει τις συνταγματικές αλλαγές (αυτά δηλ. που επιβάλλει η Ελλάδα με τη Συμφωνία των Πρεσπών).
Είναι σαφές πλέον ότι για να προχωρήσει η συμφωνία θα χρειαστεί… εξαγορά βουλευτών. Ας σημειωθεί ότι αρκετοί πρώην υπουργοί και βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης (VMRO) είναι υπόδικοι, ενώ κάποιοι απ’ αυτούς έχουν ήδη καταδικαστεί. Ειδικά σ’ αυτούς τους «αδύναμους κρίκους» δίνονται υποσχέσεις ότι θα απαλλαγούν εάν υπερψηφίσουν τη συνταγματική αναθεώρηση. Μιλάμε για τέτοιο επίπεδο δημοκρατίας και διαφάνειας!
Ο Ζάεφ έχει δηλώσει ότι θα προκηρύξει εκλογές, σε περίπτωση που δεν περάσουν από το κοινοβούλιο οι συνταγματικές αλλαγές. Ωστόσο σε μια τέτοια περίπτωση το χρονικό περιθώριο που έχει θέσει η Ελλάδα με τη Συμφωνία των Πρεσπών (τέλος του 2018) θα παραβιαστεί. Και για να μη χρειαστεί να μιλήσει επ’ αυτού η ελληνική κυβέρνηση, παρενέβη ήδη ο Αυστριακός επίτροπος Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γιοχάνες Χαν, ο οποίος δήλωσε στις 9/10: «Αμφιβάλλω εάν, με ουσιαστικές καθυστερήσεις, η ελληνική κυβέρνηση θα ήταν ακόμη σε θέση να περάσει στην Βουλή την Συμφωνία για το όνομα».
Την ίδια σκοτούρα για τη λαϊκή θέληση έχουν και οι ΗΠΑ. Ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Ρον Τζόνσον, ο οποίος είναι μέλος της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και πρόεδρος της υποεπιτροπής για την Ευρώπη, ανέφερε ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να στηρίζουν τη συμφωνία των Πρεσπών. Σε συνέντευξή του στη «Φωνή της Αμερικής», τόνισε ότι η στάση των ΗΠΑ στη συμφωνία για το όνομα δεν έχει αλλάξει εξαιτίας της μικρής συμμετοχής των ψηφοφόρων. «Το κλειδί για της συμφωνία Αθήνας-Σκοπίων βρίσκεται τώρα στα χέρια του Ζόραν Ζάεφ και του Αλέξη Τσίπρα και οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν την εφαρμογή της μη δημοφιλούς συμφωνίας» δήλωσε με τον πλέον κυνικό τρόπο ο Τζόνσον.
Λέβιτσα
Όπως έχουμε ξαναγράψει η μοναδική ανοιχτή εκστρατεία ενάντια στη συμμετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ οργανώθηκε από μία μόνον οργάνωση, δηλ. το αριστερό κόμμα Λέβιτσα, το οποίο σε αντίθεση με τους πακτωλούς χρημάτων που διατέθηκαν υπέρ της συμμετοχής στο δημοψήφισμα και υπέρ του «ναι», ξόδεψε μόλις 1.500 ευρώ που συλλέχθηκαν από συνδρομές και ενισχύσεις. Στην ανακοίνωσή του το Λέβιτσα μετά το δημοψήφισμα, αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Φοβόμαστε ότι οι πιέσεις των ΗΠΑ με κάθε κόστος θα προωθήσουν τη “συμφωνία”, αγνοώντας την αποτυχία του δημοψηφίσματος. Αυτό θα ανοίξει το δρόμο για το χτίσιμο μιας αυταρχικής και καταπιεστικής κοινωνίας, γεμάτης ωστόσο από αυξανόμενη και όλο και πιο οργανωμένη μαζική αντίσταση ενάντια σε μια τέτοια τυραννία. Σε μια τέτοια κοινωνία όπου οι νόμοι δεν ισχύουν για αυτούς που έχουν την εξουσία, η κυβέρνηση μπορεί να κάνει ό,τι θέλει: να χτίζει αγωγούς υδρογονανθράκων μέσα σε προστατευόμενες οικολογικές ζώνες, να ανοίγει ορυχεία θανάτου σε αγροτικές περιοχές, να ακυρώνει τα έγκυρα αποτελέσματα δημοψηφισμάτων, να δίνει αμνηστία σε εγκληματίες, να λογοκρίνει τους ανθρώπους της τέχνης, να συνεργάζεται με την μαφία των κατασκευών για το δικό τους συμφέρον, να δίνει υποσχέσεις για εκλογές τις οποίες διαρκώς θα αθετεί, να διαιρεί τον λαό σε γλωσσική, εθνική, θρησκευτική ή σε οποιαδήποτε άλλη βάση, καθώς και να εξαγοράζει τον λαό μέσω της πελατοκρατίας».
Παλεύοντας με ιδιαίτερη έμφαση ενάντια στον εθνικισμό το Λέβιτσα τονίζει επίσης:
«Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε επίσης ότι οι αδελφοί μας Αλβανοί, όπως επίσης και μέλη άλλων εθνοτικών κοινοτήτων [στη χώρα], έχοντας εκφράσει ξεκάθαρα την αλληλεγγύη τους προς τους Μακεδόνες, απέδειξαν ότι είναι αφοσιωμένοι σε μια ζωή στη Δημοκρατία της Μακεδονίας και δεν υπέκυψαν στις πιέσεις όλων των εθνικιστικών τους κομμάτων. Απέδειξαν ότι είναι ένας παράγοντας σταθερότητας και δημοκρατίας. Ωστόσο αυτό υποχρεώνει τους [εθνοτικά] Μακεδόνες πολίτες αντί για τον μακεδονικό εθνικό ρομαντισμό, να διεκδικήσουν ένα μέλλον με προοδευτική οικονομική οργάνωση για όλους, για ξεκαθάρισμα με το έγκλημα και την καταστροφή, για [μια κοινωνία όπου] η υγεία και η παιδεία θα είναι προσβάσιμη σε όλους».
Αυτή είναι η μοναδική βιώσιμη και δίκαιη προοπτική, τελικά, για όλα τα Βαλκάνια.