Εγγυήσεις στην εργοδοσία, επίθεση στους αιτούντες άσυλο, τους μετανάστες/τριες και στους εργάτες/τριες που αγωνίζονται
Σ τις 27 Νοεμβρίου τέθηκε σε ισχύ το νομοθετικό διάταγμα Σαλβίνι, με τίτλο «Ασφάλεια και Μετανάστευση». Ο τίτλος είναι παραπλανητικός, καταρχάς επειδή δεν αφορά μόνο τους μετανάστες/τριες. Αυτό προκύπτει σαφώς από τις διατάξεις του, που μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
1. Καταργεί την άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Η άδεια αυτή, που μπορούσε να έχει διάρκεια από 6 μήνες έως 2 χρόνια, προστάτευε τα άτομα που διέφυγαν από χώρες που συνταράσσονται από πολέμους, φυσικές καταστροφές, ή από πολιτικές διώξεις. Η απόφαση της κατάργησης πλήττει κυρίως ανελέητα τις γυναίκες μετανάστριες και τους αιτούντες ασύλου, που, για να φθάσουν σήμερα στην Ιταλία, υφίστανται συχνά αφόρητη βία. Στη θέση αυτής της άδειας για ανθρωπιστικούς λόγους εισάγεται η άδεια για «ειδικές περιπτώσεις», τόσο «εξαιρετικές» ώστε να μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Παραδείγματος χάριν, η έγκριση μπορεί να χορηγηθεί στα θύματα «σοβαρής εκμετάλλευσης στην εργασία». Αλλά σε μία χώρα όπως η Ιταλία, όπου η υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων μεταναστών και μεταναστριών αποτελεί τον κανόνα, ποιός θα μπορεί να την αποκτήσει;
2. Παρατείνει και σκληραίνει τα μέτρα περιορισμού που αφορούν τους αιτούντες ασύλου και τους μετανάστες/τριες. Οι αιτούντες ασύλου και οι μετανάστες/τριες σε αναμονής απέλασης, μπορούν πλέον να κρατούνται σε κέντρα απέλασης (CPR) επί 180 μέρες αντί για 90. Θα είναι ακόμα πιο εύκολη απ’ ότι σήμερα η άρνηση να τους χορηγηθεί η ιδιότητα του πρόσφυγα και η ανάκληση της διεθνούς προστασίας. Απαγορεύεται στους αιτούντες ασύλου η εγγραφή στα Ληξιαρχεία των κοινοτήτων (ή στους δήμους), καθώς και η αίτηση άδειας παραμονής, προκειμένου να διατηρούνται σε κατάσταση ακραίων εκβιασμών. Η εφημερίδα La Repubblica της 1ης Δεκεμβρίου 2018 ανέφερε ότι περίπου 40.000 πρόσφυγες μπορούν να πεταχτούν στο δρόμο σε περίπτωση εφαρμογής αυτού του νομοθετικού διατάγματος.
3. Εκκενώνει τις μοναδικές δομές του ιταλικού «συστήματος υποδοχής» που κάνουν μερικές φορές κάτι για την επαγγελματική ένταξη των αιτούντων ασύλου (τις Sprar: Sistema di protezione per richiedenti asilo e rifugiati). Ενισχύει τα κέντρα διοικητικής κράτησης(CPR, Cas, Hotspot), δηλαδή ακριβώς τους χώρους όπου οι καταχρήσεις εξουσίας σε βάρος των μεταναστών από τους υπεύθυνους, την αστυνομία και τους καραμπινιέρους (σώματα ανάλογα με τη χωροφυλακή ή τα CRS στη Γαλλία) είναι πιο συχνές και όπου καταπατούνται τα πιο θεμελιώδη δικαιώματά τους.
4. Εισάγει την ανάκληση της ιταλικής υπηκοότητας από έναν πρώην αλλοδαπό που καταδικάστηκε για αδικήματα «ανατροπής της συνταγματικής τάξης» ή «τρομοκρατίας» (ένα μέτρο που πολλοί νομικοί θεωρούν αντισυνταγματικό). Διπλασιάζει τον χρόνο αναμονής απάντησης στην αίτηση υπηκοότητας από 2 σε 4 χρόνια. Επιπλέον, αντίθετα με την προϊσχύουσα νομοθεσία, προβλέπει τη δυνατότητα άρνησης πρόσβασης στην υπηκοότητα σε άτομα που έχουν συνάψει γάμο με ιταλό ή ιταλίδα υπήκοο.
5. Επανεισάγει το αδίκημα των οδοφραγμάτων, που είχε αποποινικοποιηθεί, προβλέποντας ποινές από 2 έως 12 χρόνια (η μέγιστη ποινή αφορά τους διοργανωτές). Αυξάνει τις ποινές για όσους και όσες καταλαμβάνουν σπίτια, επιβάλλοντας ποινές φυλάκισης έως τεσσάρων ετών και πρόστιμα που μπορούν να υπερβούν τα 2000 ευρώ, διπλασιάζοντας έτσι συγκριτικά τα όρια των ποινών που προέβλεπε ο φασιστικός κώδικας Rocco. Επιτρέπει τον εξοπλισμό των αστυνομικών που υπηρετούν σε δήμους άνω των 100.000 κατοίκων με όπλα Taser, όπλα «μη φονικά», τα οποία όμως σκοτώνουν. Επεκτείνει το αστικό Daspo (την απαγόρευση πρόσβασης σε μία διαδήλωση, ή μία πόλη κλπ).
6. Εισάγει το αδίκημα της παρενόχλησης διαμέσου επαιτείας, για το οποίο προβλέπει την κράτηση από 3 έως 6 μήνες και πρόστιμο από 3000 έως 6000 ευρώ.
7. Απελευθερώνει την πώληση περιουσιακών στοιχείων που είχαν κατασχεθεί από μαφιόζους. Μέχρι τώρα, μόνο οι δημόσιοι οργανισμοί, τα τραπεζικά ιδρύματα και οι οργανώσεις κατά της μαφίας είχαν δικαίωμα αγοράς τους. Στο εξής, κάθε ιδιώτης θα έχει δικαίωμα αγοράς (ανάλογα με τον πλειοδότη), αρκεί να μην συνδέεται άμεσα με τους μαφιόζους πρώην ιδιοκτήτες. Σε μία χώρα όπου τα μέλη της μαφίας είναι τόσο ισχυρά ώστε ακόμα και οι πρόεδροι του Συμβουλίου είναι ύποπτοι διασυνδέσεων με εγκληματικές οργανώσεις, δεν θα έχουν πλέον κανένα πρόβλημα φαλκίδευσης των στοιχείων τους για να ανακτήσουν τα κατασχεμένα τους.
Παροχή ενός αυξημένου αποθέματος εργατικής δύναμης, χωρίς προστασία
Αυτός ο νόμος αποτελεί δώρο για τις επιχειρήσεις, νόμιμες ή μαφιόζικες, καθώς ρίχνει στα νύχια τους δεκάδες χιλιάδες άτομα, στερούμενα απολύτως προστασίας.
Εδώ και μία δεκαετία περίπου, είναι πρακτικά αδύνατο να μπει κάποιος νόμιμα στην Ιταλία, αφού καταργήθηκαν τα «μαζικά διατάγματα» με τα οποία οι μετανάστες/τριες που εισέρχονταν στη χώρα για επαγγελματικούς λόγους, αλλά χωρίς άδεια εργασίας, νομιμοποιούνταν εκ των υστέρων με την συμπλήρωση ενός χρόνου. Πλέον, η πρόσβαση των αιτούντων ασύλου περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατό. Το προβλεπόμενο αποτέλεσμα είναι το εξής: να παραχθεί μία νέα μάζα «παράτυπων» μεταναστών. Σύμφωνα με το ιταλικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, μέχρι το 2020 ο αριθμός των σημερινών 500.000 έως 600.000 «παράτυπων» ατόμων θα έχει αυξηθεί κατά 130.000. Αυτό θα επιτρέψει την αύξηση του αποθέματος του χειρονακτικού εργατικού δυναμικού για τις πιο βαριές δουλειές, τις πιο επικίνδυνες και τις πιο υπαμειβόμενες.
Η κυβέρνηση βάζει αυτό το «ανθρώπινο κρέας» στη διάθεση των κάθε είδους ιδιοκτητών και των συνεταιρισμών, λευκών, κόκκινων και κίτρινων, καθώς η εκμετάλλευση του αποτελεί για την ιταλική καπιταλιστική οικονομία ένα πολύ σημαντικό εργαλείο ώστε να παραμείνει ισχυρή στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Τον περασμένο Ιούνιο, ο Nereo Marcucci, πρόεδρος της Confetra – Ιταλική Γενική Συνομοσπονδία Μεταφορών και Συσκευασίας – τόνισε ότι «στο εξής, είναι πλέον αδύνατο να αποδεχθούμε την εργαλειοποίηση των ξένων εργατών για τη δημιουργία οδοφραγμάτων και απεργιακών πικέτων που υποκινούνται από ψευδο-συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες, συχνά με τη βοήθεια των αλλοδαπών, επιβάλλουν τη θέλησή τους στους υπόλοιπους εργαζόμενους, ακόμα και με τη βία».
Το αίτημα της Confetra ικανοποιήθηκε άμεσα: με μία σειρά δρακόντειων μέτρων που αποβλέπουν στην καταστολή των αγώνων των μεταφορέων, που αποτελούνται κυρίως από πρόσφυγες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ήδη δεκάδες δίκες.
Ταυτόχρονα, ο νέος νόμος διπλασιάζει τις ποινές για όσους (και σε αυτούς περιλαμβάνονται και πολλοί αυτόχθονες φτωχοί προλετάριοι ) εξαναγκάζονται σε κατάληψη κενών ιδιοκτησιών (που στην Ιταλία ανέρχονται σε 7 εκατομμύρια). Ο νόμος παραβιάζει το «δικαίωμα στη ζωή» με το οποίο συνδέεται άμεσα μια τέτοια «κατάληψη».
Εν συντομία, ο νόμος Σαλβίνι – Πεντάστερων (πρέπει να ονομάζεται έτσι επειδή το Κίνημα των Πέντε Αστέρων πρόσφερε αποφασιστική στήριξη στην ψηφοφορία για την έγκριση του νομοθετικού διατάγματος στο Κοινοβούλιο) παρέχει «μεγαλύτερη ασφάλεια» μόνο στην εργοδοσία, στους ιδιοκτήτες των κέντρων συσκευασίας, στους έχοντες την κυριότητα άδειων ακινήτων και στους αρχηγούς της μαφίας.
Οι ισχυρισμοί για «μεγαλύτερη ασφάλεια» για το σύνολο του πληθυσμού, ιδίως στις πιο υποβαθμισμένες αστικές ζώνες, δεν είναι παρά άθλια δημαγωγία. Εξίσου γελοία είναι η κοινοβουλευτική «αντιπολίτευση» στο νόμο από το PD (Δημοκρατικό Κόμμα) που, με τις πολιτικές του, άνοιγε επί χρόνια τον δρόμο για τέτοιου είδους αποφάσεις.
Η υστερία στο όνομα της ασφάλειας που η κυβέρνηση Λίγκας-Πέντε Αστέρων δημιούργησε επιδέξια κατά των αιτούντων ασύλου και των μεταναστών/τριων, συνέβαλε επίσης στο ταυτόχρονο χτύπημα των εργαζομένων που αγωνίζονται, του δικαιώματος στην απεργία και στην ελευθερία της έκφρασης, του κινήματος για το δικαίωμα στην κατοικία, των αυτοδιαχειριζόμενων κοινωνικών χώρων που έχουν απομείνει. Όλα αυτά με μία προσέγγιση εσωτερικής και εξωτερικής καταστολής (πχ στα σύνορα και στη Λιβύη), που προβλέπει την ενίσχυση του προσωπικού της αστυνομίας, τη στρατιωτικοποίηση και την υπεργολαβία των συνόρων, στρατιωτικές αποστολές στο εξωτερικό. Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι η τύχη των μεταναστών εργατών και των αυτοχθόνων εργαζομένων είναι αξεχώριστη.
Αυτός ο πόλεμος κατά των μεταναστών/τριών δεν μπορεί να σταματήσει παρά με έναν ισχυρό και ενωτικό αγώνα των ιταλών προλετάριων και των μεταναστών κατά της κυβέρνησης για την μη εφαρμογή του νόμου, την κατάργηση και την ακύρωση άλλων απεχθών μέτρων όπως ο ειδικός φόρος επί των μεταφορών των χρημάτων των μεταναστών (για να βοηθήσουν τις οικογένειες τους), για την άμεση και χωρίς όρους νομιμοποίηση όλων των μεταναστών/τριων στο εθνικό και το ευρωπαϊκό έδαφος, για την ισότιμη μεταχείριση μεταναστών/τριων και αυτοχθόνων, το κλείσιμο των κέντρων διοικητικής κράτησης, κλπ.
Υπάρχουν ήδη πολλές ενδείξεις κινητοποίησης προς αυτήν την κατεύθυνση, από τις οποίες η πιο σημαντική σε μαζικότητα διοργανώθηκε από την SI Cobas στη Ρώμη, στις 27 Οκτωβρίου. Αλλά πριν και μετά από αυτήν, υπήρξαν και άλλες σημαντικές κινητοποιήσεις. Το διάταγμα Salvini-Cinquestelle έχει ισχύ νόμου, αλλά η παρτίδα δεν τελείωσε.
* Ο Πιέτρο Μπάσο είναι μέλος της σύνταξης του Cuneo rosso, στη Marghera. Είναι συγγραφές του συγγράμματος «Ο ευρωπαϊκός ρατσισμός. Κριτική του θεσμικού εξορθολογισμού της καταπίεσης», εκδ. Syllepse, 2016