Πολύτιμος οδηγός για το έργο του Γκράμσι
Πάνω στο έργο του Αντόνιο Γκράµσι έχει συσσωρευτεί ένας όγκος παρερµηνείας, διαστρέβλωσης, σύγχυσης, ασύγκριτα µεγαλύτερος απ’ ό,τι πάνω στο έργο όποιου άλλου µαρξιστή. Παρόλα αυτά, ένα µεγάλο τµήµα της σύγχρονης ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς επέµενε, για καλούς λόγους, να εντάσσει το µεγάλο Σαρδηνό στις κεντρικές ιδεολογικές αναφορές της: Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν-Τρότσκι-Ρόζα-Γκράµσι…
Γιατί τόση σύγχυση;
Ο όγκος της διαστρέβλωσης και της σύγχυσης είναι εξηγήσιµος:
• Πρώτον, µεγάλο τµήµα του έργου του Γκράµσι γράφτηκε στη φυλακή, κάτω από το άγρυπνο µάτι της φασιστικής λογοκρισίας. Πέρα από την αναγκαστική αλληγορική γλώσσα, πέρα από το γεγονός ότι ο Γκράµσι δεν είχε πρόσβαση σε βιβλία και κείµενα, δεν είχε αναλυτική και έγκαιρη ενηµέρωση για γεγονότα και απόψεις, τα Τετράδια της Φυλακής είναι ακριβώς αυτό που λέει ο τίτλος τους: Σηµειώσεις του Γκράµσι πάνω στα κεντρικά ερωτήµατα της µεγάλης συζήτησης για τη στρατηγικής της επανάστασης. Σηµειώσεις που ποτέ δεν «γράφτηκαν», τουλάχιστον από τον ίδιο, σε ένα ενιαίο, συγκροτηµένο «βιβλίο», που θα αποτύπωνε µε ακρίβεια τη σκέψη του.
• Δεύτερον, τα γραπτά του Γκράµσι έµειναν για µεγάλο διάστηµα στην αποκλειστική διάθεση του Τολιάτι. Δηµοσιεύτηκαν σταδιακά, µε µεγάλη καθυστέρηση, κάτω από τις πιέσεις των επιζώντων της «παλιάς φρουράς» του PCI, αλλά και πάντα «υπό το φως» της πολιτικής του κόµµατος που, µετά τον 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο, είχε πρωτοστραφεί προς τις ιδέες της ειρηνικής συνύπαρξης και του κοινοβουλευτικού δρόµου. (….)
• Τρίτον ο Γκράµσι γράφει το µεγαλύτερο τµήµα του έργου του µέσα σε µια ιδιαίτερα δύσκολη, σε µια σκοτεινή εποχή για το κοµµουνιστικό κίνηµα. Σε µια εποχή νίκης του φασισµού στην Ιταλία και επέλασης προς τη νίκη του ναζισµού στη Γερµανία. Σε µια εποχή κατεδάφισης των ιδεών του 3ου και 4ου συνεδρίου µέσα στην Κοµιντέρν, συστηµατικής δίωξης των ηγεσιών που είχαν αναδειχθεί στα ΚΚ µε βάση αυτές τις ιδέες, εγκατάλειψης της πολιτικής του Ενιαίου Μετώπου και στροφής προς την αυτοκτονική πολιτική της «Τρίτης Περιόδου» και του «σοσιαλφασισµού». Σε µια εποχή που στους κοµµουνιστές της Δύσης φτάνουν οι πρώτες πληροφορίες για τις διαστάσεις των συγκρούσεων και των εσωτερικών ανατροπών στην ΕΣΣΔ. Σε αυτές τις συνθήκες η επιµονή στη στρατηγική συζήτηση για το µέλλον της επανάστασης, ήταν απολύτως φυσιολογικό να έχει αντιφάσεις, αµφιλεγόµενα σηµεία, σκοτεινές περιοχές.
Ο κάθε αναγνώστης-στρια, για να µην χάσει το νήµα της σκέψης του Γκράµσι, οφείλει να προσπαθήσει να αντιµετωπίσει το έργο του ως σύνολο.
Επαναστατική στρατηγική
Ο Γκράµσι διαµορφώνεται µέσα στο κύµα της επαναστατικής ανόδου που ακολούθησε το 1917. Έχοντας την εµπειρία των εργατικών συµβουλίων, στο Τορίνο του 1919-20, εντάσσεται σταθερά και µόνιµα στο ρεύµα µαρξιστικής σκέψης που «βλέπει» την απελευθέρωση της εργατικής τάξης ως έργο της ίδιας της εργατικής τάξης. Οι επεξεργασίες του για τη σηµασία των εργατικών συµβουλίων κατηγορήθηκαν ως «αυθορµητίστικες», όµως φτάνουν στον Λένιν που δηλώνει ότι η οµάδα γύρω από την Ordine Nuovo εκφράζει πιστότερα από κάθε άλλον στην Ιταλία τις απόψεις της Διεθνούς, παρά τη µεγαλύτερη δύναµη των «Μαξιµαλιστών», της αριστερής πτέρυγας µέσα στο ενιαίο ακόµα Σοσιαλιστικό Κόµµα Ιταλίας ή τη δύναµη της πιο συµπαγούς «δογµατικής» οµάδας γύρω από τον Αµαντέο Μπορντίγκα, που έδινε την έµφαση στη συγκρότηση του επαναστατικού κόµµατος.
Μετά την ήττα των συµβουλίων ο Γκράµσι στρέφεται στη θεµατολογία της συγκρότησης του επαναστατικού κόµµατος, της αναγκαίας ρήξης µε το σοσιαλδηµοκρατικό ρεφορµισµό. Παρότι στη σκέψη του υπάρχουν ήδη οι κατακτήσεις απόρριψης µιας «µηχανιστικής» αντίληψης για τη σχέση ανάµεσα στο κόµµα και την τάξη, συµµαχεί µε τον Μπορντίγκα (υπό τις οδηγίες των εκπροσώπων της Διεθνούς) σε µια αιφνίδια ρήξη µε τους «Μαξιµαλιστές» που αφήνει έξω από τις γραµµές της Κοµιντέρν ένα µεγάλο τµήµα αυθεντικών αγωνιστικών στοιχείων της τάξης. Είναι µια εµπειρία που σπρώχνει τον Γκράµσι προς την ανάγκη να επεξεργαστεί µε βαθύτερους όρους τις σχέσεις µεταξύ της επαναστατικής πρωτοπορίας, των ρεφορµιστικών αυταπατών και των ενδιάµεσων «κεντριστικών» τµηµάτων, σχέσεις στις οποίες επανέρχεται ξανά και ξανά στο µέλλον.
(…)
Η εµπειρία του φασισµού και η επεξεργασία των ζητηµάτων της πάλης για την ανατροπή του, είναι καθοριστικό σηµείο για την εξέλιξη του Γκράµσι. Στα 1924-26 έρχεται σε ρήξη µε το δογµατικό, µηχανιστικό µαρξισµό του Μπορντίγκα που, έχοντας πολλές αρετές ενός πραγµατικού επαναστάτη, δεν ήταν καθόλου εύκολος εσωκοµµατικός αντίπαλος. Με τις Θέσεις της Λυόν (1926) ο Γκράµσι παρουσιάζει την άποψή του για το κόµµα και για τις σχέσεις του κόµµατος µε την τάξη.
Δεν υπάρχει καµιά αµφιβολία ότι το κόµµα για το οποίο πάλεψε ο Γκράµσι µέχρι τη σύλληψή του ήταν ενταγµένο στη λενινιστική αντίληψη. Προσπαθούσε να συνδυάζει τη βαθιά θεωρητική και πολιτική δουλειά, την οργανωτική πειθαρχία και την αναγκαία τακτική ευελιξία. Η επιστροφή του Γκράµσι στη στρατηγική του Ενιαίου Μετώπου έγινε το σηµείο της ρήξης του µε τον Μπορντίγκα.
Πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στη φυλακή. Με τα Τετράδια ανέλαβε µια τιτάνια προσπάθεια για να υπερασπίσει αυτό το τελευταίο «κληροδότηµα» της γενιάς του ’17 προς το παγκόσµιο κοµµουνιστικό κίνηµα.
Κάποιοι βιογράφοι του Γκράµσι δίνουν έµφαση στη χρονική διαδοχή: ο «πρώιµος» Γκράµσι εµφανίζεται στο προσκήνιο της διεθνούς µαρξιστικής συζήτησης την ώρα που αποχωρεί ο «όψιµος» Λένιν και καταδιώκεται ο Τρότσκι. Άλλοι δίνουν έµφαση στην αλληλουχία των κεντρικών εννοιών: Ηγεµονία – Πόλεµος Θέσεων – Ενιαίο Μέτωπο.
Δεν υπάρχει όµως αµφιβολία ότι ο Γκράµσι συνεχίζει σε όλη την υπόλοιπη ζωή του την εργασία που άρχισε το 3ο και το 4ο Συνέδριο της Κοµιντέρν, την εκπόνηση µιας επαναστατικής στρατηγικής µέσα στις συνθήκες του αναπτυγµένου καπιταλισµού. Και όπως πάντα, συνέχεια σηµαίνει βάθεµα, σηµαίνει διερεύνηση σκοτεινών πεδίων, σηµαίνει ρίσκα.
(…)
Ηγεμονία και Ενιαίο Μέτωπο
Η αξία της αντίληψης του Γκράµσι για τον «Πόλεµο Θέσεων» είναι ότι στρέφει την προσοχή στα πραγµατικά προβλήµατα για την επανάσταση στη «Δύση», ξεπερνώντας είτε τους αριστερίστικους βερµπαλισµούς, είτε µια αιώνια υποµονή «για να ωριµάσουν οι συνθήκες» από µόνες τους. Και αυτά συνδέονται µε την κοµβική έννοια της «ηγεµονίας», που γίνεται µια πιο πλατιά και πλούσια εκδοχή της παραδοσιακής συζήτησης για την «ηγεσία». Η έννοια κινείται σε πολλά επίπεδα: Η διεκδίκηση της ηγεµονίας των κοµµουνιστών στο εσωτερικό της εργατικής τάξης. Η διεκδίκηση της ηγεµονίας της εργατικής τάξης στο εσωτερικό της συµµαχίας των «υποτελών τάξεων». Η σηµασία της συναίνεσης και των συµβιβασµών για τη διατήρηση της ηγεµονίας στο εσωτερικό της συµµαχίας των «υποτελών τάξεων», σε διάκριση µε τα µέτρα σύγκρουσης/καταναγκασµού απέναντι στην αντίπαλη τάξη ή συνασπισµό τάξεων. Η ανάλυση των όρων διαµόρφωσης της ηγεµονίας της αστικής τάξης µέσα στους αναπτυγµένους καπιταλιστικούς σχηµατισµούς. Η προειδοποίηση ότι κατά τη µετάβαση από τον καπιταλισµό στο σοσιαλισµό, η εργατική τάξη θα οφείλει να ασκεί ηγεµονία και όχι κυρίως καταναγκασµό στη σχέση της µε τις άλλες εργαζόµενες µάζες (εδώ θα µπορούσε να «ακούσει» κανείς µια διαµαρτυρία του Γκράµσι για τις εξελίξεις στη Ρωσία στα τέλη της δεκαετίας του ’20) κ.ο.κ.
Αν εξαιρέσουµε την ανάλυση της ηγεµονίας της αστικής τάξης και περιοριστούµε στο έδαφος του επαναστατικού κινήµατος, η διεκδίκηση της ηγεµονίας από την πλευρά των κοµµουνιστών, µέσα στον παρατεταµένο «Πόλεµο Θέσεων» του Γκράµσι, γίνεται µε τη µέθοδο του Ενιαίου Μετώπου. Που γι’ αυτό, παύει να είναι µια τακτική επιλογή και γίνεται στρατηγική συνιστώσα της συλλογιστικής του. Ο παλιός «αυθορµητιστής» της Κόκκινης Διετίας στο Τορίνο, γνωρίζει καλά ότι οι εργατικές µάζες, µέσα από την ίδια τους την πείρα, µπορούν να αλλάξουν τον εαυτό τους και ότι αυτό είναι το απαραίτητο θεµέλιο για να αλλάξουν τον κόσµο. Στη δύσκολη καµπή της ζωής του επιστρέφει σε αυτόν τον παράγοντα: το Ενιαίο Μέτωπο είναι η στρατηγική για να διεκδικήσουµε την ηγεµονία στο εσωτερικό της εργατικής τάξης, για να συγκροτήσουµε γύρω της το «µπλοκ» των συµµάχων της, για να µπορέσουµε να διεξάγουµε τον βασανιστικό –µε κινδύνους και απώλειες- Πόλεµο Θέσεων, µε στόχο την ανατροπή του καπιταλισµού.
Ο Γκράµσι καταλήγει σε αυτές τις θέσεις την ώρα που γύρω του το σύµπαν της 3ης Διεθνούς, όπως διαµορφώθηκε στον καιρό του Λένιν, καταρρέει. Το 5ο και το 6ο Συνέδριο αφιερώνονται στην κατεδάφιση της παράδοσης του Ενιαίου Μετώπου, µε την τρέλα του τριτοπεριοδισµού, και τις διώξεις κατά του «τροτσκισµού» και του «λουξεµπουργκισµού». Για να ανοίξει έτσι ο δρόµος για τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου, που υιοθετεί τα Λαϊκά Μέτωπα και τη στρατηγική συνεργασία µε τις αστικές δηµοκρατικές δυνάµεις µε στόχο να ανακοπεί ο φασισµός και ο ναζισµός (που στο µεταξύ είχε αφεθεί να καταλάβει ανενόχλητα την εξουσία στη Γερµανία).
Το βέλος των θέσεων του Γκράµσι κινείται στην αντίστροφη κατεύθυνση από αυτήν που υποδεικνύουν αρχικά ο Ζινόβιεφ, µετά ο Στάλιν και ο Δηµητρόφ και µαζί τους, πάντα, ο Τολιάτι. Όχι µόνο συνεχίζει να υπερασπίζει το Ενιαίο Μέτωπο, αλλά το αναβαθµίζει σε στρατηγική επιλογή, δηλώνοντας ότι η άµεσα συνδεδεµένη µε αυτό αντίληψη για τη µεταβατική πολιτική είναι η µοναδική δυνατότητα διεκδίκησης της σοσιαλιστικής ανατροπής στη «Δύση».
Η εργασία του Γκράµσι είναι καταδικαστική για κάθε «στενή» ανάγνωση του Ενιαίου Μετώπου που φτάνει να επιβιώνει και στις µέρες µας. Είτε µε τη µορφή υποβάθµισής του σε τακτική κατάλληλη µόνο για µικροζητήµατα, είτε –χειρότερα!– µε τη µορφή κατανόησής του ως απάτης, µε στόχο να «κλέψουµε» έναν αριθµό µελών από τους ρεφορµιστές.
Σε αυτήν τη διαδροµή ο Γκράµσι δεν επικοινώνησε ουσιαστικά ποτέ µε τον Τρότσκι. Παρότι και οι δύο βρέθηκαν σε συνθήκες διωγµού, ο ένας στο φασιστικό κάτεργο κι ο άλλος στην εξορία, κατέληξαν σε πολύ κοντινές αναλύσεις για κάποια κοµβικά ζητήµατα της εποχής τους: για το φασισµό, για την «3η περίοδο», για το Ενιαίο Μέτωπο. Η µεγαλύτερη ελευθερία του Τρότσκι του έδινε τη δυνατότητα να εκφραστεί πιο απερίφραστα και συγκεκριµένα, αλλά και να «απλώσει» τις αναλύσεις του σχετικά µε τις εξελίξεις στη Γερµανία, στη Γαλλία, στην Ισπανία. Η ιδιόµορφη παρέµβαση του Γκράµσι µέσα από τη φασιστική φυλακή, σε τίποτα δεν µειώνει την αξία της συµµετοχής του σε αυτήν τη τελευταία µεγάλη στρατηγική συζήτηση της γενιάς που έβγαλε το ’17.
(…)
Σύγχρονες σχολές
διαστρέβλωσης
Σήµερα αναπτύσσονται άλλες, πιο σύγχρονες σχολές διαστρέβλωσης. Το ρεύµα του «αριστερού λαϊκισµού», στη λατινοαµερικάνικη ή στην ευρωπαϊκή εκδοχή του, χρησιµοποιεί τις αναφορές στην «Ηγεµονία» και στον «Πόλεµο Θέσεων», για να καταλήξει στο συµπέρασµα ότι αυτό που χρειαζόµαστε είναι ένας αποτελεσµατικός εκλογικός µηχανισµός, γύρω από έναν χαρισµατικό ηγέτη και πέρα από τις «παλιοµοδίτικες» συνήθειες της ιδεολογικοποιηµένης πολιτικής, της σαφούς ταξικής αναφοράς, της οργανωµένης σχέσης µε τα κινήµατα κ.ο.κ.
Στον ακαδηµαϊκό χώρο, ένα µεγάλο τµήµα (η «βιοµηχανία Γκράµσι» όπως λέει δηκτικά ο Πέρι Άντερσον) αυτοπεριορίζεται στην «ιδεολογική κριτική», θεωρώντας την υποκατάστατο της συµµετοχής στην ταξική πάλη…
Πολλές από αυτές τις διαστρεβλώσεις οφείλονται στον αναγκαστικά ελλειπτικό και αποσπασµατικό χαρακτήρα των Τετραδίων που δεν µπορούµε να ξεχνάµε ότι γράφτηκαν στη φυλακή και κάτω από καθεστώς φασιστικής λογοκρισίας. Για παράδειγµα ο Γκράµσι υποχρεώνεται να πει πολλά για τις εργατικές επαναστάσεις µέσα από µια συγκριτική παροµοίωσή τους µε τις αστικές επαναστάσεις. Μένει έτσι έκθετος στην κριτική ή στη διαστρέβλωση, για υποτίµηση του ζητήµατος της ανατροπής της κρατικής εξουσίας, που είναι υποχρεωτικό/καθοριστικό στην πρώτη περίπτωση, ενώ είναι µόνο σχετικό και ανάλογο µε την ιστορική εξέλιξη στη δεύτερη. Έτσι, κάποιες αναφορές του Γκράµσι ότι µια τάξη µπορεί να γίνει ηγεµονική πριν γίνει και κυρίαρχη (αναφορές δικαιολογηµένες στην ιστορική διαδροµή της αστικής τάξης) είναι αστήρικτες στην περίπτωση της εργατικής τάξης, που δεν µπορεί να θεµελιώσει οικονοµική και ιδεολογική ηγεµονία πριν ή χωρίς να διεκδικήσει την πολιτική εξουσία. Μια παρατεταµένη και σχετικά συναινετική µορφή «δυαδικής εξουσίας» που παρατηρήθηκε στην περίοδο της δύσης του απολυταρχισµού, ως συµβιβασµός των φεουδαρχών µε την ήδη ηγεµονική οικονοµικά και ιδεολογικά αστική τάξη, δεν µπορεί να επαναληφθεί µεταξύ καπιταλιστών και εργατική τάξης. Η αστάθεια και η προσωρινότητα αυτής της «δυαδικής εξουσίας», µεταξύ δύο βαθύτατα ανταγωνιστικών τάξεων, εκδηλώθηκε στη Ρωσία και στη Γερµανία κι επιβεβαιώθηκε σε όλες τις πιο σύγχρονες επαναστατικές εµπειρίες. Όλα τα γραπτά του Γκράµσι πριν τη σύλληψή του διακρίνονται από καθαρότητα πάνω στο ζήτηµα αυτό.
(…)
Δυναμικός μαρξισμός
Στις σηµερινές συνθήκες µια δογµατική «ανάγνωση» του µαρξισµού οδηγεί σε παθητικότητες κατώτερες των περιστάσεων. Ο δυναµικός µαρξισµός του Γκράµσι έχει πλευρές που µπορούν να λειτουργήσουν ως κεντρί για δράση και για σκέψη σε ανώτερο επίπεδο.
Στην αναζήτηση αυτής της ουσίας θεωρούµε ότι µπορεί να είναι πολύτιµο το κριτικό δοκίµιο του Πέρι Άντερσον, «Οι Αντινοµίες του Αντόνιο Γκράµσι». Γιατί προσπαθεί να συστηµατοποιήσει και να οµαδοποιήσει τις ασάφειες και τις αντιφάσεις που οφείλονται στον αποσπασµατικό χαρακτήρα των Τετραδίων, γιατί επιχειρεί να παρουσιάσει κριτικά τις «αντινοµίες» στο έργο του Γκράµσι, αλλά µε σεβασµό και βαθιά γνώση για το σύνολο της δουλειάς και της άποψης του µεγάλου Σαρδηνού. Είναι έτσι ένας πολύτιµος οδηγός για την πλεύση µέσα στη θάλασσα των Τετραδίων, ένα πολύτιµο βοήθηµα για κάθε νέο αγωνιστή-στρια που θα αποφασίσει να διαβάσει Γκράµσι. Δεν είναι τυχαίο ότι το δοκίµιο αυτό άντεξε στο χρόνο και αποτελεί σηµείο συχνότατης αναφοράς σε όλες τις συζητήσεις για τον Γκράµσι. (…)