Το σφιχταγγάλιασμα με τις ΗΠΑ συνεχίζεται

Φωτογραφία

Η ΝΔ επιταχύνει και διευρύνει την πολιτική που εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Αντώνης Νταβανέλος

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αξιοποιώντας τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Τσίπρα, οδηγεί σε ραγδαία επιτάχυνση τη σύσφιξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. 
Κατά την πρόσφατη συνάντηση του Ν. Δένδια με τον αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο υπουργός του Τραμπ επανέλαβε τη θέση ότι η συνεργασία με την Ελλάδα έχει πλέον για τις ΗΠΑ «στρατηγικό» χαρακτήρα και τόνισε την εκτίμηση ότι η Ελλάδα είναι βασικός «πόλος σταθερότητας» στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. 
Η Συμφωνία MDCA
Κατά τον Δένδια προωθήθηκε ο «Στρατηγικός Διάλογος Ελλάδας-ΗΠΑ» και κατά την επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Αθήνα μέσα στο ερχόμενο φθινόπωρο, θα τεθεί το θέμα μιας επικαιροποιημένης υπογραφής της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA).
Η τρέχουσα MDCA υπογράφηκε από τον Αντ. Σαμαρά το 1990, είχε 8ετή διάρκεια και στον Τύπο ονομάστηκε ως «συμφωνία για τις βάσεις». Πράγματι, έδινε στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να γιγαντώσουν τη βάση της Σούδας και να τη χρησιμοποιήσουν απολύτως ανεξέλεγκτα στις πολεμικές εξορμήσεις της τότε εποχής. Όμως η συμφωνία περιλάμβανε κι άλλες πτυχές, όπως μια προνομιακή σχέση στους εξοπλισμούς και μια δέσμευση για «προστατευτική» παρέμβαση των ΗΠΑ σε ενδεχόμενη αντιπαράθεσης της Ελλάδας με «υπέρτερη» στρατιωτικά δύναμη (δέσμευση που πιθανότατα ενεργοποιήθηκε κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης Σημίτη το βράδυ των Ιμίων…). 
Ακριβώς επειδή η MDCA περιλάμβανε τέτοιες πιο «εμπιστευτικές» πτυχές, οι δύο κυβερνήσεις επέλεξαν μετά τη λήξη ισχύος της, το 1998, μια πιο σιωπηλή τακτική ετήσιας παράτασής της. 
Η κλιμάκωση που σηματοδοτεί η δημόσια υπογραφή μιας νέας MDCA –που θα πρέπει να εγκριθεί από τα κοινοβούλια και στις δύο χώρες…– προέκυψε μέσα από τη σκανδαλωδώς φιλοαμερικανική πολιτική της κυβέρνησης Τσίπρα.
Επί των ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, οι ΗΠΑ μετέτρεψαν τη Σούδα σε πρωταρχική αεροναυτική βάση τους στη Μεσόγειο. Ταυτόχρονα ενίσχυσαν την παρουσία τους στη Λάρισα, στο Στεφανοβίκη Μαγνησίας και στο Άκτιο, ενώ δήλωσαν ότι επιθυμούν να εντάξουν το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης στον πολεμικό σχεδιασμό τους. 
Στα πλαίσια της επιδείνωσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, ο Γουές Μίτσελ, υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, πρώτος είχε αναφέρει την Ελλάδα (μαζί με την Πολωνία και το Ισραήλ) ως frontier states, ως «συνοριακά κράτη» που αποτελούν τα «στρατηγικά στηρίγματα» των ΗΠΑ σε αυτό το κρίσιμο γεωγραφικό τόξο μέσα στην αναθέρμανση της αντιπαράθεσης των ΗΠΑ με τη Ρωσία και το Ιράν. 
Αυτή την εξαιρετικά επικίνδυνη πολιτική η κυβέρνηση Τσίπρα έτρεξε όχι απλώς να αποδεχθεί, αλλά και να πανηγυρίσει, επιδιώκοντας να εμφανίσει κάποιες «εθνικές επιτυχίες» σε βάρος της Τουρκίας. Κανείς δεν δικαιούται να ξεχνά ότι ο Π. Καμμένος δήλωνε ότι, αν τελικά κλείσει για τις ΗΠΑ η βάση του Ιντσιρλίκ, υπάρχει πάντα η Κάρπαθος ή κάποιο άλλο ελληνικό νησί. 
Σε αυτά τα δεδομένα αναφέρεται ο Τζέφρι Πάιατ, ο εξαιρετικά «δραστήριος» πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, όταν δηλώνει ότι κατά τη διακυβέρνηση Τσίπρα σημειώθηκε μια ιστορική υποχώρηση του αντιαμερικανισμού/αντιιμπεριαλισμού στην Ελλάδα.
Στα ίδια δεδομένα στηρίζεται το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη που προβλέπει ότι θα υπάρξει ευρύτερη συναίνεση για μια συμφωνία που θα επισημοποιεί τις ιδέες του Γ. Μίτσελ για την Ελλάδα ως «συνοριακό κράτος». Η πρόβλεψη σε ό,τι αφορά τη Βουλή είναι σωστή, όμως καθόλου σίγουρη σε ό,τι αφορά τον κόσμο. 
Η προοπτική αυτή δεν περιορίζεται ασφαλώς στον στρατιωτικό τομέα και στο ζήτημα των βάσεων. Η μίνι-κρίση με το ιρανικό τάνκερ ήταν ενδεικτική. Η αμερικανική κυβέρνηση έδωσε ωμά διαταγή, προειδοποιώντας ότι κάθε υποστήριξη στο περιφερόμενο δεξαμενόπλοιο θα επέφερε αυτόματα κυρώσεις. Και οι υπουργοί της ΝΔ έσπευσαν να δηλώσουν ότι δεν είχαν καμιά τέτοια πρόθεση, ακόμα κι αν ένα μεγάλο τάνκερ μείνει ακυβέρνητο και μετατραπεί σε απειλή για μια πρωτοφανούς μεγέθους ρύπανση στη Μεσόγειο. Βλέπετε οι «φύλακες συνόρων» οφείλουν να είναι πειθαρχημένοι…
Οι περιορισμοί θα είναι ευρύτεροι. Η αναφορά των Αμερικανών στη στρατιωτική χρήση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης αλλάζει άρδην τις «νόρμες» για την προοπτική ιδιωτικοποίησής του, αποκλείοντας το ρωσικό «ενδιαφέρον» που έχει ήδη εκδηλωθεί, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Και κανείς δεν πρέπει να υποτιμήσει τους πονοκεφάλους που μπορεί να προκαλέσει στην κυβέρνηση η δήλωση αμερικανών αξιωματούχων ότι πρέπει να «ελεγχθεί» η ρωσική και κινεζική οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα. 
Εξοπλισμοί
Η προοπτική της σύσφιξης των ελληνοαμερικανικών σχέσεων αφορά ασφαλώς κεντρικά τους εξοπλισμούς. Αρχίζοντας με τις προμήθειες επιθετικών ελικοπτέρων από το πολεμικό ναυτικό, τα σχέδια γρήγορου εκσυγχρονισμού των F16 της πολεμικής αεροπορίας και φτάνοντας στο φιλόδοξο σχέδιο της προμήθειας πανάκριβων και υπερσύγχρονων F35 από το ελληνικό κράτος. Αυτή η υπέρμετρη στήριξη στα αμερικανικά όπλα δεν βρίσκεται σε αντίφαση με την ελληνική ένταξη στην ΕΕ: την ώρα που ο Δένδιας επισημοποιούσε την προοπτική υπογραφής μιας νέας MDCA, ο Μητσοτάκης συζητούσε με τον Μακρόν και μεταξύ άλλων διαπραγματευόταν την αγορά γαλλικών φρεγατών, ενώ η γερμανική κυβέρνηση έσπευσε να διαμηνύσει ότι οι γερμανοί «προμηθευτές» είναι ασυναγώνιστοι σε ό,τι αφορά τα υποβρύχια. Άλλωστε το πρότζεκτ της «αξιοποίησης» των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου και ο αγωγός East Med είναι ένα κοινό αμερικανο-ευρωπαϊκό σχέδιο που θα αφορά την κοινή δράση της Exxon Mobil, της Total και της Eni στην περιοχή. Αυτό άλλωστε υπογράμμισε ο Μακρόν κατά τη συνάντησή του με τον Μητσοτάκη, όταν δήλωνε ότι η ΕΕ «δεν θα δείξει την παραμικρή αδυναμία έναντι της Τουρκίας» και ότι θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις αλληλεγγύης της απέναντι στην Κύπρο (όπου ήδη η γαλλική κυβέρνηση έχει αποφασίσει να εγκαταστήσει μόνιμη ναυτική βάση…).
Η κυβέρνηση της ΝΔ θα χειριστεί αυτές τις προοπτικές που έχτισε η πολιτική και η διπλωματία του Τσίπρα, με πιο αδίστακτο τρόπο, με λιγότερες ιδεολογικές και πολιτικές αντιφάσεις. Γι’ αυτό θα είναι ακόμα πιο επικίνδυνη. Γιατί αν το φυσικό αέριο, οι αγωγοί και οι εξοπλισμοί αφορούν τα κέρδη και το κύρος των καπιταλιστών και των μιλιταριστών, ο κίνδυνος του πολέμου αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων ανθρώπων. 

Κατηγορία