Αντιμετωπίζουμε μεγάλες προκλήσεις. Η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ κατευθύνεται ολοφάνερα προς μια σημαντική επιτάχυνση των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων.
Η περίοδος προετοιμασίας, ο μετεκλογικός «μήνας του μέλιτος» τελειώνει. Ο Μητσοτάκης περνάει στην εφαρμοσμένη πολιτική, που θα προσπαθεί σταδιακά να υλοποιεί τις αντιδραστικές ιδεολογικές κατευθύνσεις της κυβέρνησής του, σε βάρος των συμφερόντων της εργαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Η προσέλκυση των ξένων επενδύσεων έχει ως προϋπόθεση την ακόμα μεγαλύτερη διάβρωση των εργατικών κατακτήσεων και των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Αυτή η «ταξική μονομέρεια» της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει ως εσωτερική αναγκαιότητα την ενίσχυση του αυταρχισμού. Οι πολιτικές ενίσχυσης και αποθράσυνσης των μηχανισμών καταστολής και οι πολιτικές ενίσχυσης του κρατικού-θεσμικού ρατσισμού απέναντι στους πρόσφυγες και στους μετανάστες δεν είναι «δεξιά λάθη», δεν είναι «παραφυάδες» στην πολιτική του Μητσοτάκη. Είναι αναπόσπαστα στοιχεία της.
Γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ, έχοντας ως «εσωτερική» γνώση την κυβερνητική εμπειρία της Δεξιάς επί δεκαετίες, γνωρίζει ότι αργά ή γρήγορα θα συναντήσει την πραγματική, την επικίνδυνη «αντιπολίτευση»: τη δράση του κόσμου από τα κάτω. Και προετοιμάζεται γι’ αυτή τη «συνάντηση». Μεγεθύνοντας συνειδητά το ρατσιστικό δηλητήριο που λειτουργεί παραλυτικά για τις μάζες και αυξάνοντας το «ετοιμοπόλεμο» των μηχανισμών καταστολής, που είναι ήδη προσανατολισμένοι ενάντια στον «εσωτερικό εχθρό».
Αυτά, όμως, που όπως αποδεικνύεται είναι καθαρά για τα στελέχη της Δεξιάς, δεν είναι εξίσου καθαρά για έναν κόσμο του κινήματος. Η ήττα του 2015, η «κωλοτούμπα» του Τσίπρα και τα πεπραγμένα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, έχουν λειτουργήσει αρνητικά, αυξάνοντας την απογοήτευση μαζικών τμημάτων των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων. Ενισχύοντας τον καθεστωτικό ισχυρισμό ότι οι μεγάλοι κοινωνικοί αγώνες της προηγούμενης περιόδου ήταν μια ανευθυνότητα, μια «τρέλα», που πλέον έχει απωθηθεί στα αρχεία της ιστορίας.
Αυτή τη στιγμή αρχίζουμε να δεχόμαστε ένα πολύτιμο πολιτικό μάθημα. Στο Εκουαδόρ και στη Χιλή, στην Αλγερία και στο Λίβανο, «επιστρέφουν» οι μαζικοί αγώνες μεγάλης κλίμακας. Έχει ενδιαφέρον η παρατήρηση ότι αυτή η «επιστροφή» εκδηλώνεται στις περιοχές που σημαδεύτηκαν προηγούμενα από μεγάλες ήττες (Λατινική Αμερική, αραβικές εξεγέρσεις).
Ο καπιταλισμός διεθνώς τρέχει προς μια νέα μεγάλη ύφεση. Ο νεοφιλελευθερισμός παντού προκαλεί συστηματικά τις πλατιές μάζες με νέα χτυπήματα. Οι κυρίαρχες τάξεις αδυνατούν να υποσχεθούν μια στοιχειώδη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων.
Σε αυτές τις συνθήκες, το ερώτημα της γενίκευσης των μαζικών αγώνων δεν αφορά το εάν θα συμβεί, αλλά το πότε θα συμβεί.
Στην Ελλάδα έχουμε περάσει ξανά και ξανά από αυτή την κατάσταση. Στις παραμονές της εξέγερσης του Νοέμβρη του ’73 η χούντα έμοιαζε ανίκητη, το καθεστώς αισθανόταν κατά πολύ πιο σταθερό απ’ ό,τι σήμερα. Η πεποίθηση ότι μια γενίκευση των μαζικών αγώνων ήταν εφικτή, ότι η χούντα μπορούσε να σαρωθεί και να ανοίξει ο δρόμος για μεγάλες εργατικές και λαϊκές κατακτήσεις, χαρακτήριζε μόνο μια μικρή αγωνιστική μειοψηφία.
Με εκείνη την εποχή υπάρχουν σημαντικές διαφορές, αλλά και σημαντικές αναλογίες. Η κατάσταση που αντιμετωπίζει ο κόσμος μας μπορεί να βελτιωθεί μόνο μέσα από μια γενικευμένη άνοδο των αγώνων. Η «προγραμματική» αντιπολίτευση του Τσίπρα στη Βουλή δεν αποτελεί εμπόδιο στην πολιτική του Μητσοτάκη. Η απάντηση στις προκλήσεις της Δεξιάς μπορεί να χτιστεί μόνο από τα κάτω και από αριστερά.
Αυτή η προσπάθεια θα έχει αρκετά «κεφάλαια». Όμως στις φετινές διαδηλώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου θα πρέπει να γράψουμε μια καλή «εισαγωγή». Παίρνοντας ξανά τη σκυτάλη από τους αγώνες του παρελθόντος, αλλά και από τους αγώνες των αδελφών μας που συγκλονίζουν σήμερα άλλες γωνιές του πλανήτη.