Αναδημοσιεύουμε από την ιστοσελίδα Socialist Alternative, άρθρο του John Mullen, μέλους του NPA στο Παρίσι, για τις γαλλικές εκλογές. Έχει γραφτεί στην αρχή της προεκλογικής περιόδου, οπότε κάποια πράγματα έχουν αλλάξει, αλλά παραμένει μια ολοκληρωμένη και ακριβής εικόνα της προεκλογικής Γαλλίας. Πέρα από συμφωνίες ή διαφωνίες, οι πολιτικές του εκτιμήσεις έχουν ενδιαφέρον, καθώς ζει την κατάσταση «από μέσα» και επιχειρεί, με ειλικρίνεια, να την εξηγήσει και να παρέμβει στο διάλογο που έχει ανοίξει στα «αριστερά της αριστεράς».
Σαρκοζί: Το τέλος του «προέδρου των πλουσίων»;
Η κούρσα για την προεδρία ξεκίνησε στη Γαλλία καθώς έχουν ανακηρυχτεί και επίσημα όλοι οι υποψήφιοι. Από τον πρώτο γύρο στις 22 Απρίλη θα προκύψουν οι 2 υποψήφιοι για τον επαναληπτικό γύρο που θα γίνει δύο εβδομάδες μετά. Ο παρών πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί, ο νέος, έξυπνος, υπερδραστήριος άνθρωπος της Δεξιάς, δείχνει πως βρίσκεται κάτω από ασφυκτική πίεση. Μπόρεσε να εκσυγχρονίσει την εικόνα των Γάλλων ηγετών της συντηρητικής παράταξης, που παραδοσιακά χαρακτηρίζονταν από την αργή ομιλία και το αριστοκρατικό ύφος. Αν και σόκαρε πολλούς με τα παιδιάστικα ξεσπάσματά του (χαρακτηριστικά, σε μια επίσκεψη σε εργοστάσιο, είχε απαντήσει «βούλωσέ το και εξαφανίσου παλιοσκατό» σε κάποιον που τον διέκοψε διαμαρτυρόμενος), κατάφερε για ένα διάστημα να συσπειρώσει πίσω του το συντηρητικό τμήμα της κοινής γνώμης.
Επίσης πέτυχε αρκετές σημαντικές νίκες για την τάξη των εργοδοτών. Προώθησε μια μεγάλη συνταξιοδοτική «μεταρρύθμιση» (παρά τα εκατομμύρια που συμμετείχαν στις 24ωρες απεργίες), η οποία σήμαινε πως όλοι θα δουλεύουμε περισσότερα χρόνια για μικρότερη σύνταξη. Μείωσε τη φορολογία για τους πλούσιους, έκοψε θέσεις εργασίας στις δημόσιες υπηρεσίες, ενθάρρυνε τον ρατσισμό της αστυνομίας και εξαπέλυσε κηνυγητό στους πρόσφυγες και τους άλλους μετανάστες. Μπόρεσε επίσης να «μεταρρυθμίσει» τα πανεπιστήμια, κάνοντας τα πρώτα βήματα προς τη δημιουργία αυτόνομων σχολών, με τη χρηματοδότηση και τη διδασκαλία να δένονται πιο στενά με τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων.
Οι αγωνιστές της Αριστεράς, αρκετά σωστά, εστιάζουν στην εικόνα αυτών των τελευταίων επιθέσεων της κυβέρνησης και των εργοδοτών ενάντια στο βιοτικό επίπεδο και τις δημόσιες υπηρεσίες των απλών ανθρώπων. Αλλά αν το δει κανείς πιο αποστασιοποιημένα και συνολικά, είναι καθαρό ότι η ανθεκτικότητα της εργατικής αντίστασης έχει ως αποτέλεσμα η άρχουσα τάξη στη Γαλλία να μην έχει κατορθώσει να προχωρήσει τις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις της ούτε κατά προσέγγιση στο βαθμό που τα έχει καταφέρει σε πολλές άλλες χώρες στην Ευρώπη. Μερικά μόνο ενδεικτικά παραδείγματα: Η φτώχεια στα άτομα της τρίτης ηλικίας βρίσκεται στα διπλάσια επίπεδα στην Αγγλία από ότι στη Γαλλία. Οι γαλλικοί σιδηρόδρομοι παραμένουν κρατικοποιημένοι. Τα δίδακτρα των πανεπιστημίων, πάνω από 7.000 λίρες στην Αγγλία, είναι γύρω στα 200 ευρώ στη Γαλλία. Σε μια σειρά τομείς, η Γαλλία είναι στην κατάσταση που βρισκόταν η Βρετανία προτού δεχτεί την χειρότερη από όλες τις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις. Ο μέσος εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης εργάζεται 3 ώρες λιγότερο την εβδομάδα από ότι στην Αγγλία. Τα σχολεία στις φτωχότερες περιοχές της χώρας εξακολουθούν να οργανώνονται σε πιο ολιγάριθμες τάξεις και να παίρνουν λίγο πιο αυξημένη χρηματοδότηση.
Μετά από 4 χρόνια διαρκούς καταγραφής ιστορικών ρεκόρ αντιδημοφιλίας, και με ένα επιπλέον εκατομμύριο ανέργους από τη μέρα που εξελέγη, ο Σαρκοζί θα δυσκολευτεί πάρα πολύ να νικήσει. Προς το παρόν, προσπαθεί απεγνωσμένα, μέρα πάρα μέρα, να βγάζει μια «νέα ιδέα» από το καπέλο. Είναι εμφανές ότι έχει αποφασίσει να παίξει το χαρτί του ρατσισμού, και συγκεκριμένα να στοχοποιήσει τους μουσουλμάνους ως κίνδυνο για τον γαλλικό πολιτισμό. Αυτό μπορεί και το κάνει 100 φορές πιο εύκολα από ότι θα μπορούσε αν η Αριστερά ή έστω μόνο η ριζοσπαστική Αριστερά (σ.τ.μ. στην Γαλλία ο όρος «Αριστερά» περιλαμβάνει και το Σοσιαλιστικό Κόμμα και με αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιείται σε όλο το κείμενο) είχαν πάρει στα σοβαρά τη μάχη ενάντια στην ισλαμοφοβία.
Έτσι, ο Γκεάν, υπουργός Εσωτερικών, δήλωσε πως «δεν είναι όλοι οι πολιτισμοί ισάξιοι» και ισχυρίστηκε πως αν οι μετανάστες αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου στις τοπικές εκλογές «θα κάνουν το χαλάλ (σ.τ.μ. όρος που περιγράφει τρόφιμα που συνάδουν με τις ισλαμικές παραδόσεις και διατροφικές συνήθειες) κρέας υποχρεωτικό στις σχολικές καντίνες». Συνέχισε κατηγορώντας τους μετανάστες για έναν δυσανάλογο όγκο εγκλημάτων. Ο Σαρκοζί τον υποστήριξε, δηλώνοντας πως «το ζήτημα του χαλάλ κρέατος είναι η βασική έγνοια των Γάλλων σήμερα». Επίσης προτείνει να μπουν εμπόδια στην πρόσβαση των μη Γάλλων πολιτών στην κοινωνική πρόνοια.
Ολάντ: το «σοσιαλιστικό Καλό Παιδί»
Το φαβορί για την προεδρία είναι ο υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος Φρανσουά Ολάντ –που περιστασιακά κριτικάρεται από τα μανιακά με την «εικόνα» μίντια πως είναι πολύ βαρετός και γκρίζος. Αντιπροσωπεύει έναν συμβιβασμό ανάμεσα στις διαφορετικές πτέρυγες του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Μετά την αποχώρηση του Ντομινίκ Στρος Καν από τις προκριματικές των Σοσιαλιστών, ο Ολάντ επικράτησε της Μαρτίν Ομπρί, μιας πιο αριστερής αντιπάλου, για να γίνει υποψήφιος. Επιχειρεί να ισορροπήσει τις απαιτήσεις των μεγάλων επιχειρήσεων με την μαχητικότητα των εργατών, και προσπαθεί να συγκρατήσει με το μέρος του την αριστερή πτέρυγα του κόμματος.
Ο Ολάντ προτείνει υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους (ως και 75% για τους υπερ-πλούσιους) και τις μεγάλες επιχειρήσεις, περισσότερη στήριξη στις μικρές επιχειρήσεις και ισχυρίζεται ότι θα δημιουργήσει 60.000 θέσεις εργασίας στην εκπαίδευση. Λέει πως θα αυξήσει τις αποζημιώσεις για τους εργάτες που απολύονται από κερδοφόρες επιχειρήσεις και θα βάλει φρένο στην εκτεταμένη χρησιμοποίηση άμισθων εκπαιδευόμενων. Λέει ακόμα ότι θα εφαρμόσει μια λιγότερο δρακόντεια πολιτική απέναντι στους μετανάστες χωρίς χαρτιά (η προηγούμενη κυβέρνηση της Αριστεράς το 1997 έδωσε χαρτιά σε 70.000 μετανάστες –στους μισούς περίπου από όσους ζήτησαν). Υπόσχεται επίσης ότι θα μειώσει σταδιακά το ποσοστό του πυρηνικά παραγώμενου ηλεκτρισμού.
Αλλά τονίζει πως το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στην προεδρία του. Και μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως όταν έρθουν οι κρίσιμες, αποφασιστικές στιγμές, γι’ αυτόν τα κέρδη των τραπεζών θα μετρήσουν περισσότερο από τις ανάγκες των ανθρώπων.
Περηφανεύτηκε μάλιστα, «Η Αριστερά κυβέρνησε για 15 χρόνια στη διάρκεια των οποίων φιλελευθεροποιήσαμε την οικονομία και ανοίξαμε τις αγορές στο χρηματιστικό κεφάλαιο και τις ιδιωτικοποιήσεις. Δεν υπάρχει λόγος να φοβάστε». «Θα μπορούσατε να πείτε ότι ο Ομπάμα και εγώ έχουμε τους ίδιους συμβούλους» πρόσθεσε. Δεν το λες εγγύηση ριζοσπαστισμού! Άλλωστε, σοσιαλιστικές κυβερνήσεις επιβάλουν την σκληρή και βάρβαρη λιτότητα στην Ελλάδα. Και ο Ολάντ δε σχεδιάζει να ανατρέψει μια σειρά σημαντικών αλλαγών που εγκαινίασε ο Σαρκοζί –για παράδειγμα την πλήρη ένταξη της Γαλλίας στην κορυφή της διοίκησης του ΝΑΤΟ και τη διαρκή μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Η υπόσχεσή του να δώσει δικαίωμα ψήφου στις τοπικές εκλογές στους μη Ευρωπαίους μετανάστες προκαλεί έναν φυσιολογικό σκεπτικισμό, αν σκεφτεί κανείς ότι είναι μια προεκλογική υπόσχεση του Σοσιαλιστικού Κόμματος από το... 1981!
Μελανσόν: μια εντυπωσιακή δυναμική στα αριστερά της αριστεράς
Πιο αριστερά, υπάρχουν τρεις υποψήφιοι που απασχολούν τους αντικαπιταλιστές. Είναι ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν από το Αριστερό Μέτωπο, η Ναταλί Αρτό, υποψήφια της τροτσκιστικής Lutte Ouvriere(Εργατική Πάλη) και ο Φιλίπ Πουτού, υποψήφιος του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (NPA) ο οποίος πήρε τη σκυτάλη από τον δημοφιλή και διάσημο στα ΜΜΕ, Ολιβιέ Μπεζανσενό.
Η υποψήφια της Lutte Ouvrière έχει το λιγότερο ενδιαφέρον. Πρόκειται για μια οικονομίστικη και «αποκομμένη» οργάνωση. Είναι σίγουρα πολύτιμο να έχεις έναν αγωνιστή της Lutte Ouvrière στο χώρο δουλειάς σου αν θες να τα βάλεις με τα αφεντικά, αλλά δεν θα τους πετύχεις ποτέ στους αγώνες ενάντια στο ρατσισμό, την πυρηνική ενέργεια ή τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων («τα εργοστάσια είναι αυτά που μετράνε»).
Η πιο πετυχημένη καμπάνια της προεκλογικής περιόδου είναι η αριστερή ρεφορμιστική (σ.τ.μ. εδώ ο όρος «left reformism» περιγράφει μια πολιτική που είναι ρεφορμιστική, αλλά κινείται σε πιο αριστερή, ριζοσπαστική βάση) παρουσία του Ζαν-Λυκ Μελανσόν. Πάνω από 8.000 ανθρώποι σε κάποιες μαζικές συναντήσεις και πάνω από 10% σε κάποιες δημοσκοπήσεις. Στις 18 Μάρτη, με τα συνθήματα «Καταλάβετε την εξουσία» και «Καταλάβετε τη Βαστίλλη» συγκέντρωσε πάνω από 70.000 ανθρώπους σε μια συγκέντρωση στο Παρίσι, με απεργούς εργάτες να βρίσκονται στην κεφαλή της πορείας. Έδωσε έμφαση στην ιδέα πως οι εκλογές είναι μόνο η αρχή και πως αυτό που χρειάζεται είναι μαζική ριζοσπαστική δράση.
Ένας πρώην υπουργός, ο Μελανσόν αποχώρησε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα το 2008 για να δημιουργήσει το Αριστερό Κόμμα, το οποίο καλεί σε μια «επανάσταση των πολιτών» ή «επανάσταση μέσα από την κάλπη». Το Αριστερό Κόμμα έχει 8.000 μέλη (αν και μια μειοψηφία μόνο είναι ενεργή). Ο Μελανσόν συμμάχησε με το Κομουνιστικό Κόμμα Γαλλίας και μερικές μικρές ακροαριστερές ομάδες για να δημιουργήσουν το «Αριστερό Μέτωπο». Το Κομουνιστικό Κόμμα δεν έχει πια τη μαζική υποστήριξη που είχε στο παρελθόν και έχει ελάχιστους νεαρούς ενεργούς αγωνιστές. Αλλά εξακολουθεί να έχει 13 βουλευτές, αρκετές χιλιάδες δημοτικούς και νομαρχιακούς συμβούλους σε όλη τη χώρα και μια αξιόλογη επιρροή στα συνδικάτα. Η δυναμική του Αριστερού Μετώπου επαναδραστηριοποίησε έναν σημαντικό αριθμό πρώην μελών του ΚΚ.
Τα αιτήματα του Αριστερού Μετώπου περιλαμβάνουν καλύτερες συντάξεις, αύξηση στον κατώτατο μισθό, πάγωμα του επιπέδου των ενοικίων και επιβολή ανώτατου επιτρεπτού εισοδήματος. Το πρόγραμμά του προβλέπει αυστηρούς περιορισμούς στην χρήση συμβάσεων προσωρινής εργασίας, οικοδόμηση κοινωνικών κατοικιών, άνοιγμα νέων νοσοκομείων αντί να κλείσουν και τα υπάρχοντα, υψηλή φορολογία στους πλουσίους, τη δημιουργία Υπουργείου Γυναικείων Δικαιωμάτων, πολιτική καλωσορίσματος στους μετανάστες και μια βαθιά μεταρρύθμιση του κοινοβουλίου και της προεδρίας. Στην εξωτερική πολιτική, το Αριστερό Μέτωπο απαιτεί την επαναδιαπραγμάτευση των ευρωπαϊκών οικονομικών συνθηκών στην κατεύθυνση της υπεράσπισης των δημόσιων υπηρεσιών, την απόσυρση των Γάλλων στρατιωτών από το Αφγανιστάν και την αποχώρηση της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ. Υπάρχουν λοιπόν σοβαροί λόγοι που το Μέτωπο προκαλεί κύμα ενθουσιασμού. Θετικές είναι επίσης οι ιδέες ότι η ταξική πάλη είναι σημαντική και πως είναι αναγκαία η οργάνωση μιας μαζικής αντεπίθεσης.
Αλλά το μίγμα του Μελανσόν περιλαμβάνει ιδέες που είναι κάθε άλλο παρά επαναστατικές. Πολύ πρόσφατα, εξέφρασε την ικανοποίησή του που ο Ινδικός στρατός επέλεξε τη Γαλλία για να αγοράσει δεκάδες μαχητικά αεροσκάφη. Ισχυρίζεται πως η Γαλλική Δημοκρατία δεν είναι ιμπεριαλιστική, αλλά μια δύναμη για την οποία οι Γάλλοι να είναι περήφανοι. Η υπερ-μαχητική εκδοχή της κοσμικότητάς του, κάνει πολύ δύσκολη την πάλη ενάντια στην ισλαμοφοβία. Στις συγκεντρώσεις του τραγουδιούνται και η Διεθνής και η Μασσαλιώτιδα (σ.τ.μ. γαλλικός εθνικός ύμνος), ενώ υπάρχει ελάχιστη σαφήνεια για το πώς ακριβώς θα επιβληθούν τα ριζοσπαστικά του αιτήματα.
Το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα σε σταυροδρόμι
Ο πιο σημαντικός υποψήφιος στην επαναστατική Αριστερά είναι ο Φιλίπ Πουτού του NPA (του οποίου είμαι μέλος). Το NPA σε γενικές γραμμές απαρτίζεται από αγωνιστές που καταλαβαίνουν τη σημασία της πάλης ενάντια στο γαλλικό ιμπεριαλισμό και που γνωρίζουν ότι ο αντικαπιταλισμός για να είναι αποτελεσματικός θα χρειαστεί κάποια στιγμή να οδηγηθεί σε μετωπική επίθεση στις δυνάμεις του κέρδους –σε μια επανάσταση δηλαδή. Στη διατήρηση τοπικών δικτύων αγωνιστών που κάνουν όλη τη δουλειά όταν χρειάζεται μια ενωτική καμπάνια ενάντια στο ρατσισμό ή την πυρηνική ενέργεια, μια μάχη για την προστασία θέσεων εργασίας ή για αξιοπρεπείς κατοικίες, το NPA παραμένει η πιο ισχυρή δύναμη.
Αναμφίβολα όμως έχει χάσει το ένα τρίτο των μελών του τα περασμένα δύο χρόνια και είναι ένα πολύ διαιρεμένο κόμμα. Στο τελευταίο συνέδριο, καμιά στρατηγική δεν κατέκτησε την πλειοψηφία και οι συμμαχίες μέσα από διαπραγματεύσεις κυριαρχούν στην ηγεσία. Η προεκλογική καμπάνια του NPA, γύρω από τον Φιλίπ Πουτού, υπήρξε πολύ αδύναμη, για μια σειρά λόγους.
Πρώτον, έχει γίνει υπερβολική η εστίαση στο γεγονός ότι «ο υποψήφιός μας είναι βιομηχανικός εργάτης, όχι επαγγελματίας πολιτικός».
Δεύτερον, η τάση (κληρονομημένη από την LCR) να γράφουμε μακριές λίστες ριζοσπαστικών αιτημάτων, είτε αυτά συνδέονται είτε όχι με αυτά που οι εργάτες θεωρούν πως μπορούν να διεκδικήσουν και να κερδίσουν («να απαγορευτούν δια νόμου οι απολύσεις», «Εθνικοποίηση όλων των τραπεζών και συγκεντροποίησή τους κάτω από τον έλεγχο των εργατών και των πολιτών» κλπ), μπορεί να δυσκολέψει την κινητοποίηση του κόσμου. Όπως συνήθιζε να λέει ένας παλιός μαρξιστής για τις ομάδες που είχαν λεπτομερή και υπερ-ριζοσπαστικά προγράμματα: «Είναι καλύτερο να έχεις ένα μεγάλο ρόπαλο παρά το σχέδιο ενός αυτόματου όπλου».
Τρίτο, και πολύ πιο σημαντικό, είναι ο σεχταρισμός μιας σημαντικής μερίδας του NPA (με την έννοια πως βάζουν στο επίκεντρο της ανάλυσης το κόμμα μας και όχι την εργατική τάξη). Οπότε, η αντίδραση της πλειοψηφίας της ηγεσίας στην επιτυχία του Μελανσόν περιορίστηκε στο να γράφει και να σχολιάζει τις πολιτικές του αδυναμίες και τα λάθη του. Συχνά η εφημερίδα του NPA έχει ένα ύφος «είμαστε η μονάδικη πραγματική Αριστερά» και κάποιοι σύντροφοι έχουν φτάσει να πιστεύουν ότι ο ρεφορμισμός δεν μπορεί να υπάρξει στην εποχή μας. Ο Μελανσόν παρουσιάζεται σαν κάποιος που αναπόφευκτα θα προδώσει και θα επιστρέψει στους σοσιαλ-φιλελεύθερους από τους οποίους έφυγε.
Ο κίνδυνος είναι το NPA να μην έχει τίποτα να πει στις δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που παρακολουθούν τις συγκεντρώσεις του Μελανσόν. Πράγματι στις 18 Μάρτη, στην μεγαλύτερη εκλογική συγκέντρωση της Αριστεράς εδώ και αρκετές δεκαετίες, δεν υπήρχαν μέλη του NPA να διακινούν το υλικό του, με την εξαίρεση καναδυο προσωπικών πρωτοβουλιών! Αντί να ξεκινάμε από τα σημεία συμφωνίας και να ανοίγουμε τη συζήτηση για τη στρατηγική, η τελετουργική καταγγελία έχει γίνει ο κανόνας.
Θα μπορούσαν να είναι καλύτερα τα πράγματα, κατά την άποψή μου, αν το NPA είχε προσπαθήσει να δημιουργήσει μια εκλογική συμμαχία με το Αριστερό Μέτωπο, στηριγμένη σε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα, χωρίς να αποσιωπούμε τις επαναστατικές μας ιδέες. Αυτό μπορεί και να μην γινόταν δεκτό (υπάρχουν σεχταριστές και στα άλλα κόμματα), αλλά μέσα σε αυτή τη διαδικασία οι επαναστατικές ιδέες και στρατηγικές θα μπορούσαν να συζητηθούν με δεκάδες χιλιάδες αγωνιστών. Αντίθετα, προς το παρόν, το NPA είναι καταδικασμένο να επαναλαμβάνει τις ευγενείς αλήθειες του σε μικρές συγκεντρώσεις έμπιστων συντρόφων. Είναι μια δραματικά χαμένη ευκαιρία, καθώς στους καθημερινούς αγώνες, το NPA γενικά δεν είναι σεχταριστικό και είναι η πιο δραστήρια δύναμη σε όλη τη χώρα στο κτίσιμο ενωτικών αγώνων.
Βραχυπρόθεσμα, το κυρίαρχο πρόβλημα για τους επαναστάτες είναι το πώς θα αποκτήσουν σχέσεις με τους εργάτες που έλκονται από τον Μελανσόν, πώς θα γίνει η συζήτηση για τα αιτήματα, τους κοινούς αγώνες και τις αυταπάτες, και πώς θα κερδίσουμε νέους επαναστάτες αγωνιστές. Αυτή η συζήτηση έχει διχάσει βαθιά το NPA. Στο ένα άκρο βρίσκεται η ταξιαρχία «ο Μελανσόν μου έφαγε το χάμστερ μου» που δεν μπορεί να διανοηθεί ότι υπάρχει οτιδήποτε θετικό στην επιτυχία του Μελανσόν και πλημμυρίζει τις λίστες επικοινωνίας με αξιολύπητα ανέκδοτα και σχόλια που περιγράφουν πόσο κακός είναι. Στο άλλο άκρο, μια σημαντική μερίδα συντρόφων σκέφτεται να φύγει σύντομα από το NPA, για να δημιουργήσει μια λιγότερο σεχταριστική ομάδα.
Ένα από τα πιο προβληματικά στοιχεία των απεργιών του 2010 στις οποίες συμμετείχαν εκατομμύρια εργάτες, ήταν πως κανένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν στρατολόγησε μεγάλο αριθμό αγωνιστών από αυτές. Πράγματι, το NPA δεν είχε δώσει καμία έμφαση στην σημασία των στρατολογιών. Είναι πιθανό το Αριστερό Κόμμα και το Αριστερό Μέτωπο να έχουν τώρα τη δυνατότητα να χτίσουν μια δυναμική ριζοσπαστική συσπείρωση αγωνιστών, και οι επαναστάτες θα πρέπει να είναι σε ετοιμότητα για το πώς θα μπορέσουν να συνδεθούν με αυτή.
Ρατσισμός
Ο άλλος ελέφαντας στο δωμάτιο είναι η ισλαμοφοβία. Ακόμα και πριν τις τρομακτικές δολοφονίες αυτής της βδομάδας, η εκλογική περίοδος πήγαινε να γίνει η πιο ρατσιστική από όσες θυμόμαστε. Το φασιστικό Εθνικό Μέτωπο καταγράφει 15% στις δημοσκοπήσεις, από όταν η Μαρίν Λε Πεν (η προβεβλημένη από τα μίντια κόρη του Ζαν-Μαρί Λεπέν) ανέλαβε το κόμμα, κινούμενη σε μια αντι-μουσουλμανική και εντι-ΕΕ γραμμή. Έχει ένα πιο αποδεκτό προφίλ από τον πατέρα της και πολλοί έχουν πειστεί ότι το Εθνικό Μέτωπο έχει αλλάξει και δεν είναι πια «πραγματικοί» φασίστες. Ελπίζει να κερδίσει από τους φόνους στην Τουλούζ και έχει σπεύσει ήδη να πει πως ο δολοφόνος «ένιωθε πιο μουσουλμάνος από ότι Γάλλος» και να καλέσει σε δημοψήφισμα για να θεσπιστεί η θανατική ποινή.
Οι μουσουλμάνοι είναι ο αγαπημένος στόχος των ρατσιστών, γιατί η Δεξιά μπορεί να είναι βέβαια πως η Αριστερά δεν θα ενωθεί για να τους υπερασπιστεί, καθώς και η ίδια είναι άσχημα μολυσμένη από την ισλαμοφοβία, που γεννήθηκε από τα αποικιοκρατικά κατάλοιπα και έναν μανιακό και επιλεκτικό κοσμικισμό. Πράγματι, πριν λίγους μήνες, ένα νομοσχέδιο που στόχευε να περιορίσει το δικαίωμα των μουσουλμάνων γυναικών που φοράνε μαντίλα να εργάζονται ως παιδοκόμοι, ακόμα και μέσα στα σπίτια τους, προωθήθηκε στη Γερουσία από το Σοσιαλιστικό Κόμμα! Μπορεί να μην έγινε νόμος, αφού οι Σοσιαλιστές είναι διχασμένοι, αλλά το νομοσχέδιο δείχνει πόσο διάχυτη είναι η ισλαμοφοβία.
Πιο αριστερά, υπήρξε κάποια πρόοδος στο να εναντιωθούν κάποιες δυνάμεις στην ισλαμοφοβία, ή τουλάχιστον δεν ισχύει πια ότι καμιά αριστερή οργάνωση δεν θα κουνήσει το μικρό της δαχτυλάκι για αυτό το ζήτημα. Μια πρόσφατη δημόσια συγκέντρωση για την υπεράσπιση του δικαιώματος των μουσουλμάνων μανάδων που φοράνε χιτζάμπ να συνοδεύουν σχολικές εκδρομές όπως και όλοι οι άλλοι γονείς, υποστηρίχθηκε ενεργά από το NPA και το Πράσινο Κόμμα, όπως και από κάποιους διανοούμενους. Το Αριστερό Κόμμα και η Lutte Ouvrière είναι πολύ πιο σκληρά καρύδια. Το Αριστερό Κόμμα κινείται με ένα είδος αριστερής-ρεπουμπλικάνικης ιδεολογίας, που είναι ακραία επιφυλακτική απέναντι στους πιστούς, είτε μουσουλμάνους είτε άλλους. Σε ένα γενικό πλαίσιο στο οποίο οι μουσουλμάνοι στοχοποιούνται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι, αυτή η στάση ρίχνει νερό στο μύλο των ρατσιστών. Ένας αγωνιστής του Αριστερού Κόμματος μου είπε πρόσφατα πως δεν είχε πρόβλημα να υποστηρίξει μια καμπάνια για ίση μεταχείριση των μουσουλμάνων μανάδων στα σχολεία της γειτονιάς μας, μόνο αν η τοπική επιτροπή που θα στήναμε θα έκανε καμπάνια και για τα δικαιώματα των γυναικών στις διάφορες μουσουλμανικές χώρες!
Το μέλλον
Η γενική κατάσταση για τους Γάλλους εργάτες χαρακτηρίζεται από μια πραγματική μαχητικότητα –συχνά μαζικά απεργιακά κινήματα μέσα στην τελευταία δεκαετία. Μερικές φορές πετυχαίνουμε νίκες, όπως το κίνημα του 2006 που τσάκισε το «Σύμφωνο Πρώτης Απασχόλησης» μερικές βδομάδες αφότου ο νόμος είχε ψηφιστεί. Κάποιες φορές αποτύχαμε, όπως το απεργιακό κίνημα εκατομμυρίων εργατών ενάντια στο συνταξιοδοτικό του Σαρκοζί το 2010. Άλλες συγκρούσεις, όπως η απεργία των πανεπιστημιακών το 2008 έληξαν ως μερικές νίκες, με την κυβέρνηση να υποχρεώνεται να βάλει στο ράφι τα μισά από τα νεοφιλελεύθερα σχέδιά της. Η πιο πρόσφατη ήττα του εργατικού κινήματος, στη μάχη των συντάξεων, οδήγησε εκατομμυρία στο να πιστέψουν ότι προς το παρόν η κάλπη αποτελεί πιο χρήσιμο εργαλείο από τις απεργίες. Αν διωχτεί ο Σαρκοζί, θα είναι μια εξαιρετική εκκίνηση για την επόμενη μέρα. Αλλά η ανασύσταση μιας αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που παίρνει στα σοβαρά όλους τους αγώνες ενάντια στην καταπίεση θα απαιτήσει καθαρότητα στο ζήτημα των συμμαχιών και στο ζήτημα της εκτίμησης της δύναμης του ρεφορμισμού.