Για το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ

Φωτογραφία

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη δημοσιοποίηση του προγράμματός του, δεσμεύτηκε οριστικά στην τακτική της μονομερούς ακύρωσης του μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων. Η σημασία της δέσμευσης αυτής δεν μπορεί να υποτιμηθεί: η ακύρωση του μνημονίου από μια κυβέρνηση της Αριστεράς δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα για το «κάτω» τμήμα της κοινωνίας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να αντιστραφεί η επίθεση της ντόπιας κυρίαρχης τάξης και των διεθνών συμμάχων της. Και μόνο για την υλοποίηση αυτού του στόχου αξίζει τον κόπο η κινητοποίηση των λαϊκών δυνάμεων ενόψει της 17ης Ιούνη

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Αντώνης Νταβανέλλος

Δέσμευση για κατάργηση του μνημονίου και υλοποίηση των αιτημάτων του κόσμου μας

 

Μετά τις εκλογές στις 6 Μάη, ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε ένα κρίσιμο τεστ ειλικρίνειας: Βρήκε τις δυνάμεις για να απορρίψει τις τεράστιες πιέσεις –από ντόπιους και διεθνείς «παράγοντες»– για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας ή Σωτηρίας. Απέδειξε έτσι μια σταθερότητα και αντοχή πάνω στις δεσμεύσεις της ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής που –όχι μόνο δεν «τρόμαξε» τον κόσμο, αλλά– τροφοδότησε ένα ακόμα μαζικότερο ρεύμα υποστήριξης ενόψει των εκλογών της 17ης Ιούνη.

Δεσμεύσεις

Ακολούθησε η τεράστια πίεση για να εγκαταλείψει ο ΣΥΡΙΖΑ (και ιδίως ο ΣΥΝ και ο Αλέξης Τσίπρας) τη δέσμευση για μονομερή ακύρωση, ή ανατροπή, του μνημονίου, να αποδεχτεί το «ρεαλισμό» της τακτικής της επαναδιαπραγμάτευσης, της τακτικής που υποστηρίζουν πλέον οι Σαμαράς-Βενιζέλος-Κουβέλης. Η πίεση αυτή ενισχύθηκε από τις δημόσιες υπαναχωρήσεις στελεχών του ΣΥΝ. Στην Αθηναΐδα απαντήθηκε και η πρόκληση αυτή.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, δια του Αλ. Τσίπρα, δεσμεύτηκε οριστικά στην τακτική της μονομερούς ακύρωσης του μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων. Η σημασία της δέσμευσης αυτής δεν μπορεί να υποτιμηθεί: η ακύρωση του μνημονίου από μια κυβέρνηση της Αριστεράς δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα για το «κάτω» τμήμα της κοινωνίας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να αντιστραφεί η επίθεση της ντόπιας κυρίαρχης τάξης και των διεθνών συμμάχων της. Και μόνο για την υλοποίηση αυτού του στόχου αξίζει τον κόπο η κινητοποίηση των λαϊκών δυνάμεων ενόψει της 17ης Ιούνη.

Για τη συνέχεια, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει κάποιες επίσης σημαντικές δεσμεύσεις: Την εθνικοποίηση των τραπεζών, στην προοπτική του δημόσιου-δημοκρατικού-εργατικού ελέγχου. Την επαναφορά σε δημόσιο έλεγχο των μεγάλων επιχειρήσεων και οργανισμών (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΟΣΕ, ΕΛΤΑ, ΕΥΔΑΠ, Μέσα Μεταφοράς) που έχουν ιδιωτικοποιηθεί ή βρίσκονται υπό την απειλή των ιδιωτικοποιήσεων. Την ακύρωση των νέων μέτρων λιτότητας, την ανατροπή κάποιων παλιότερων (αποκατάσταση ΣΣΕ και κατώτατων μισθών και συντάξεων), όπως και τη δέσμευση για προσπάθεια σταδιακής επαναφοράς όλων των μισθών και συντάξεων στα προ κρίσης επίπεδα.

Στον κρίσιμο τομέα των κοινωνικών δαπανών, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει τη δέσμευση για τη βιωσιμότητα των δημόσιων νοσοκομείων και σχολείων, όπως και την υπόσχεση για «σταδιακή» βελτίωση της κατάστασης που έχει φτάσει σε απαράδεκτα επίπεδα. Στο ερώτημα των πόρων για τη χρηματοδότηση αυτών των κοινωνικών αναγκών, ο ΣΥΡΙΖΑ απαντά με τα μέτρα βαρύτερης φορολόγησης των κερδών, των πλουσίων, της εκκλησίας, όπως και με τη μείωση των εξοπλισμών.

Είναι φανερό ότι η εξέλιξη αυτού του προγράμματος θα κριθεί από τις δυνατότητες κινητοποίησης, δράσης, παρέμβασης του εργατικού-λαϊκού παράγοντα. Ο Σταύρος Ψυχάρης, από τις στήλες του «Βήματος» και των «Νέων», επιχειρεί να καθησυχάσει την τάξη του ενόψει της διαφαινόμενης νίκης της Αριστεράς, υπογραμμίζοντας ότι η ελληνική κοινωνία δεν βρίσκεται σε επαναστατική ή σε προεπαναστατική κατάσταση.

Αντίστοιχα, οι σ. του ΝΑΡ, από τις στήλες του «Πριν» (3/6, σελ.8), μας δηλώνουν: «το κρίσιμο θέμα, αν φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα, που είναι αρκετά πιθανό, είναι το πώς διαχειρίζεται κανείς μια πλειοψηφική ψήφο στην Αριστερά, σε μη ανατρεπτικές κοινωνικές συνθήκες –ας το πούμε έτσι– αν και το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα υπέρ της Αριστεράς, από μια ορισμένη άποψη, εμπεριέχει από μόνο του το στοιχείο των ανατροπών. Ίδωμεν…». Οι διαπιστώσεις αυτές υποδεικνύουν το δρόμο για τη σωστή διαχείριση του ζητήματος του προγράμματος: Οι δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι στη –γενικά– σωστή κατεύθυνση, αλλά το τελικό αποτέλεσμα θα κριθεί από τη δράση του κόσμου και τη γενικότερη αλλαγή των συνθηκών, πέρα από το αποτέλεσμα της κάλπης.

«Καμένη γη»

Μια άλλη πλευρά της πραγματικότητας είναι η κυριολεκτικά «καμένη γη» και τα άδεια κρατικά ταμεία που αφήνουν πίσω τους οι κυβερνήσεις ΓΑΠ και Παπαδήμου, όπως και οι δημόσιες απειλές αξιωματούχων της ΕΕ για οικονομικό στραγγαλισμό μιας κυβέρνησης της Αριστεράς στην Ελλάδα. Αυτή η αίσθηση απελπιστικά δύσκολων συνθηκών στην οικονομία οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια συντηρητικότερη αντιμετώπιση του χρέους (επαναδιαπραγμάτευση, λογιστικός έλεγχος, διαγραφή μεγάλου μέρους, μορατόριουμ πληρωμών του υπόλοιπου με ρήτρα ανάπτυξης) που αφήνει τη στάση πληρωμών προς τους τοκογλύφους ως τελική καταφυγή, αν οι δανειστές επιλέξουν την άκαμπτη στάση… Πρόκειται για έναν «συμβιβασμό» που θα κριθεί από τις κολοσσιαίες εξελίξεις στην Ευρώπη (π.χ. κατάρρευση της Ισπανίας), αλλά επίσης από το λαϊκό παράγοντα. Για παράδειγμα, μια έκρηξη αγώνων για τα δημόσια νοσοκομεία μπορεί να «απαγορεύσει» σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς να συνεχίζει να διαθέτει πολύτιμους κοινωνικούς πόρους για την πληρωμή τόκων στα αρπακτικά της αγοράς.

Από την πλευρά του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναπτύσσεται μια κριτική προς τον ΣΥΡΙΖΑ με άξονα το επιχείρημα ότι το πρόγραμμά του δεν προβλέπει μια άμεση έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ, με πρωτοβουλία της Αριστεράς. Η κριτική αυτή παίρνει απαντήσεις από την ίδια την πολιτική συζήτηση σε μεγάλη κλίμακα. Για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αλλά και για το Σαμαρά και το Βενιζέλο, η πολιτική δύναμη που βάζει σε δοκιμασία «την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας» δεν είναι ούτε το ΚΚΕ ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλ. Τσίπρας παρουσιάστηκε στον ευρωπαϊκό Τύπο ως «δραχμαγεδών» (από τις λέξεις δραχμή και αρμαγεδών…). Οι σ. τόσο του ΚΚΕ όσο και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα έπρεπε, ίσως, να προβληματιστούν λίγο περισσότερο πάνω σε αυτά τα δεδομένα.

«Αριστερός ρεφορμισμός»

Συνολικά, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα πρόγραμμα «αριστερού ρεφορμισμού». Μην ξεχνάμε όμως ότι τα τελευταία χρόνια ο κόσμος μας παλεύει λυσσαλέα, διεκδικώντας κάποιες –συνήθως στοιχειώδεις– «αριστερές-εργατικές μεταρρυθμίσεις» μέσα στη λαίλαπα της καπιταλιστικής επιθετικότητας.

Για παράδειγμα, το αίτημα για ισχυρές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας θα μπορούσε στη δεκαετία του 1970 να θεωρηθεί σοσιαλδημοκρατική μεταρρύθμιση, ενώ σήμερα έχει ολοφάνερα σκληρό αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο. Έτσι, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, στις συγκεκριμένες συνθήκες, έχει χαρακτήρα «τομής». Μπορεί να υλοποιηθεί μόνο αν ένα ευρύ εργατικό-λαϊκό κίνημα αναλάβει –στο πλευρό της κυβέρνησης της Αριστεράς– να επιβάλει αυτές τις κατακτήσεις στους ντόπιους καπιταλιστές και στους διεθνείς συμμάχους τους. Και αν μια τέτοια κοινωνική δυναμική εκδηλωθεί, δεν υπάρχει τίποτα που θα μπορεί να την περιορίσει. Ένα πρόγραμμα που ξεκινά με το στόχο να σταματήσει το νεοφιλελεύθερο κατήφορο, να επιβάλει κάποιες αμυντικές εξασφαλίσεις για τους εργαζόμενους, μπορεί να μετεξελιχθεί σε ένα πρόγραμμα πολύ πιο προωθημένων και επιθετικών εργατικών-λαϊκών απαιτήσεων.

Αυτή η τοποθέτηση δεν σημαίνει την αυταπάτη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ξεφύγει από τους κινδύνους προσαρμογής στη ρεαλιστική διαχείριση. Την επομένη των εκλογών, το αίτημα της κυρίαρχης τάξης για κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας θα επανέλθει πιεστικά. Τη μεθεπομένη των εκλογών τα σκληρά οικονομικά διλλήματα θα δώσουν νέες αφορμές για να επανέλθει η τακτική της «επαναδιαπραγμάτευσης», τόσο με τους ντόπιους καπιταλιστές όσο και με τους ευρωπαίους επικυρίαρχους. Σε έναν κόσμο όπου η κρίση αλλάζει δραματικά όλα τα δεδομένα, ακόμα και τις ισχυρότερες μέχρι σήμερα βεβαιότητες, η Αριστερά, αλλά και ο κόσμος του κινήματος, θα πρέπει να βρουν τη δύναμη να επιμείνουν στη συγκεκριμένη πολιτική ανατροπής της υπάρχουσας κατάστασης των πραγμάτων.

Οι μήνες που έρχονται θα είναι εξαιρετικά κρίσιμοι για όλους…

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία