Η κόκκινη Ρόζα χάθηκε κι αυτή, κανείς δεν ξέρει πού το κορμί της παραχώσαν. Έλεγε την αλήθεια στους φτωχούς. Γι’ αυτό κι οι πλούσιοι τη σκοτώσαν.
Μπέρτλοντ Μπρεχτ
Στις 15 Γενάρη του 1919, στρατιωτικά και παραστρατιωτικά ακροδεξιά αποσπάσματα (Freikorps), κατ’ εντολή της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Γερμανίας που είχε επικηρύξει το κεφάλι της με 100.000 μάρκα, συνέλαβαν και δολοφόνησαν τη Ρόζα Λούξεμπουργκ μαζί με τον Καρλ Λίμπνεχτ και άλλους συντρόφους της.
Ο θάνατος της Λούξεμπουργκ και του Λίμπνεχτ, όπως και χιλιάδων επαναστατημένων εργατών του Βερολίνου, σηματοδότησε το τέλος της (άγνωστης σε πολλούς) γερμανικής επανάστασης του 1918-19 και σταθεροποίησε την προσωρινή καπιταλιστική εξουσία, όχι πια με το αυτοκρατορικό καθεστώς του Κάιζερ, που είχε γκρεμιστεί από τις μάζες το 1918, αλλά με τη μορφή της κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» (η λεγόμενη «δημοκρατία της Βαϊμάρης»).
Οι συνέπειες από την ήττα της γερμανικής επανάστασης ήταν τεράστιας ιστορικής σημασίας. Το γερμανικό νεαρό Κομουνιστικό Κόμμα, άπειρο και αποκεφαλισμένο, χωρίς τους ιστορικούς ηγέτες του, απέτυχε να αρπάξει και την τελευταία επαναστατική ευκαιρία το 1923. H «δημοκρατία» δεν «στέριωσε» και δεν «άνθησε», όπως υπόσχονταν οι «νομιμόφρονες» σοσιαλδημοκράτες. Αντίθετα, η ήττα και η υποχώρηση του γερμανικού προλεταριάτου άνοιξε το δρόμο στους ναζί του Χίτλερ.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε προειδοποιήσει ότι, μπροστά στην παρακμή του καπιταλισμού, το πραγματικό δίλημμα της ανθρωπότητας είναι σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Το ότι θα επικρατούσε η βαρβαρότητα δεν ήταν μοιραίο. Η Ρόζα δεν ήταν μοιρολάτρης, πίστευε ακράδαντα ότι αυτό το δίλημμα θα απαντηθεί από τη δράση των ανθρώπων.
Πρώτη από όλους τους μεγάλους επαναστάτες των αρχών του 20ού αιώνα, η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε ριχτεί στη μάχη για να ξεκαθαρίσει ποιος είναι ο πραγματικά ρεαλιστικός δρόμος για να αλλάξει ο κόσμος και να καταπολεμηθούν οι αυταπάτες που οδηγούσαν στην ήττα.
Η μάχη αυτή ήταν ο αγώνας ενάντια στο ρεφορμισμό και στον αναθεωρητισμό των βασικών αρχών του μαρξισμού, η μάχη δηλαδή ενάντια στην αυταπάτη ότι μπορούμε να μεταρρυθμίσουμε βαθμιαία τον καπιταλιστικό λύκο σε σοσιαλιστικό αρνάκι και ότι η επανάσταση είναι τάχα περιττή.
Μεταρρύθμιση ή επανάσταση
Το πιο γνωστό της έργο σε αυτή τη μάχη είναι το βιβλίο της «Κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση» που εκδόθηκε το 1900, όμως υπάρχουν αναρίθμητα άλλα άρθρα και βιβλία της που καταπιάνονται με τη συγκεκριμένη διαμάχη.
Το πρώτο πράγμα που ξεκαθάρισε η Ρόζα σε αυτή την αντιπαράθεση είναι το ζήτημα του ρεαλισμού, το ζήτημα ποιος είναι ο πραγματικά εφικτός τρόπος για να αλλάξουμε τον κόσμο. Με άλλα λόγια ξεκαθάρισε ότι η πάλη για μεταρρυθμίσεις προετοιμάζει, αλλά δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πάλη για την επανάσταση:
«Η νομοθετική μεταρρύθμιση και η επανάσταση δεν είναι δύο διαφορετικές μέθοδοι της ιστορικής προόδου, τις όποιες μπορεί να διαλέξει κανείς μέσα στον μπουφέ της ιστορίας, όπως θα διάλεγε τα κρύα και τα ζεστά λουκάνικα, αλλά διαφορετικές στιγμές στην εξέλιξη της ταξικής κοινωνία…
…Γι’ αυτό όποιος κηρύσσεται υπέρ της κοινωνικής μεταρρύθμισης σε αντικατάσταση και σε αντίθεση με την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και της κοινωνικής επανάστασης, δεν διαλέγει στην πραγματικότητα έναν πιο ήρεμο, πιο ασφαλή και πιο βραδύ δρόμο προς τον ίδιο σκοπό, αλλά έναν διαφορετικό σκοπό...»
Όλη η εκστρατεία για την ανάγκη εγκατάλειψης του επαναστατικού χαρακτήρα του μαρξισμού –στην οποία πρωτοστατούσε ο γνωστός σοσιαλιστής της εποχής Έντουαρντ Μπερνστάιν– στηριζόταν σε μια φωτογραφία της στιγμής για το καπιταλιστικό σύστημα.
Την εποχή εκείνη η οικονομία ανέβαινε, οι μεγάλες κρίσεις φάνταζαν παρελθόν, τα καρτέλ και το τραπεζικό σύστημα έδειχναν ότι περιόριζαν την αναρχία και την αστάθεια του συστήματος, τα συνδικάτα κέρδιζαν κατακτήσεις πρωτοφανείς στην ιστορία, τα εργατικά κόμματα αύξαναν την εκλογική και κοινοβουλευτική τους δύναμη, η «πρόοδος» της εργατικής τάξης μαζί με την «πρόοδο» και τον εξανθρωπισμό του καπιταλισμού φαίνονταν ότι ήταν το μέλλον.
Η Ρόζα απάντησε με ένα ανηλεές θεωρητικό σφυροκόπημα, ένα προς ένα, σε όλα αυτά τα επιχειρήματα των μεταρρυθμιστών για την τάχα αέναη πρόοδο του συστήματος και τη δυνατότητα μεταρρύθμισής του σε σοσιαλισμό.
Η επίπλαστη και προσωρινή «ομαλότητα», προειδοποιούσε η Ρόζα, προετοιμάζει μόνο βαθύτερες κρίσεις και πολέμους και η δυναμική του συστήματος δεν είναι η πρόοδος, αλλά η παρακμή του. Όχι μόνο ο στόχος της επανάστασης δεν είχε ξεπεραστεί, αλλά η εποχή που θα γινόταν η άμεση αναγκαιότητα για τους καταπιεσμένους πλησίαζε ολοταχώς.
Αυθόρμητο και συνειδητό
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ συγκλονίστηκε από την επανάσταση του 1905 στη Ρωσία. Στην εξέγερση των εργατών έβλεπε το μέλλον για το οποίο έπρεπε να προετοιμάζεται και το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (το οποίο ήταν τότε ενιαίο, καθώς ρεφορμιστές και επαναστάτες συνυπήρχαν).
Αντίθετα οι περισσότεροι ηγέτες του κόμματος θεώρησαν την επανάσταση στη Ρωσία τοπική ιδιορρυθμία, αδιανόητη σε ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς όπως η Γερμανία.
Η Ρόζα ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, όταν επιτέθηκε σφοδρά σε αυτόν τον συντηρητισμό των ηγετών:
«Μέσα στις επαναστατικές καταστάσεις, δεν είναι στις μάζες πού πρέπει να βάλουμε χαλινό, αλλά στους κοινοβουλευτικούς δικηγόρους τους για να μην προδώσουν τις μάζες και την επανάσταση».
Αυτό δεν οδηγούσε τη Ρόζα σε μια αναρχοφιλελεύθερη «θεωρία του αυθόρμητου», όπως πολλοί –εχθροί και «φίλοι»– ισχυρίστηκαν μετά το θάνατό της. Ήταν σε όλη της τη ζωή οργανωμένη σε κόμματα και κατανοούσε απόλυτα την ανάγκη της ηγεσίας στην επαναστατική πάλη:
«…Βέβαια, οι αρχηγοί που φρενάρουν το κίνημα, θα πεταχτούν τελικά στην άκρη από την ορμή των μαζών. Αλλά να καθόμαστε και να περιμένουμε με την ησυχία μας αυτό το ευτυχές γεγονός, αυτό το βέβαιο σήμα ότι ο καιρός είναι πλέον «ώριμος», αυτό μπορεί να αρμόζει μόνο με τη φιλοσοφία ενός ερημίτη.
…Δεν υπάρχει τίποτα πιο ευμετάβλητο από την ανθρώπινη ψυχολογία. Ακόμα περισσότερο η ψυχή των μαζών κρύβει μέσα της, όπως η ατελεύτητη θάλασσα, όλες τις λανθάνουσες δυνατότητες: τη νεκρική ηρεμία και την καταιγίδα που βροντάει, την πιο ποταπή δειλία και τον πιο άγριο ηρωισμό. Οι μάζες είναι πάντα εκείνο που πρέπει να είναι κατά τις περιστάσεις και είναι πάντα έτοιμες να γίνουν κάτι το εντελώς διαφορετικό από εκείνο που φαινόταν ότι είναι. Θα ήταν ένας γελοίος καπετάνιος εκείνος που θα καθόριζε την πορεία του από τη στιγμιαία θέα της επιφάνειας του νερού και δεν θα έπαιρνε τα μάτια του για τις καταιγίδες που ο ουρανός τον προειδοποιούσε ότι έρχονται…»
Το μόνο λάθος της –το μεγαλύτερο στη ζωή της– ήταν η πεποίθηση ότι η «ορμή των μαζών» θα ήταν αρκετός παράγοντας για να λύσει και το ζήτημα της ηγεσίας, όταν θα έφτανε η ώρα. Η στάση των ηγετών του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος απέναντι στη γερμανική επανάσταση, με τη δολοφονία της Λούξεμπουργκ και τη σφαγή των εξεγερμένων εργατών, ανέδειξε με τραγικό τρόπο αυτό το λάθος της μεγάλης επαναστάτριας.
Η μάχη που έδωσε η Λούξεμπουργκ ενάντια στο ρεφορμισμό ήταν λαμπρή και ανειρήνευτη. Όμως περιορίστηκε μόνο στο επίπεδο των ιδεών, δεν ολοκλήρωσε τον αγώνα της στο αναγκαίο συμπλήρωμα της οργάνωσης. Την επιρροή που κέρδιζε με τις ιδέες της, δεν επιχείρησε ποτέ να την μετατρέψει σε μια οργανωμένη επαναστατική πτέρυγα μέσα στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, μια πτέρυγα που θα αναδείκνυε τους δικούς της επαναστάτες αρχηγούς και τη δική της οργανωμένη βάση, μια οργανωμένη δύναμη ικανή να αντικαταστήσει τους ρεφορμιστές ηγέτες την κρίσιμη στιγμή και να τεθεί επικεφαλής των επαναστατημένων εργατών για την οριστική ανατροπή του καπιταλισμού.
Όμως η συνεισφορά της Ρόζας στο μαρξισμό είναι αναντικατάστατη και πολύτιμη. Η σημερινή κρίση του συστήματος φέρνει ξανά μπροστά μας το δίλημμα σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Αν θέλουμε αυτή τη φορά να καταφέρουμε να το απαντήσουμε νικηφόρα, οφείλουμε να διδαχτούμε πάρα πολλά από τη Λούξεμπουργκ, αυτού του «αετού», όπως την αποκαλούσε ο Λένιν, τόσο από τα ύψη που έφτασε με το έργο της, όσο και από τα λάθη της, όταν πετούσε χαμηλά.