Η τρίτη επέτειος της αιγυπτιακής επανάστασης της 25ης Γενάρη 2011 συμπύκνωσε τη δύσκολη και σύνθετη κατάσταση στην Αίγυπτο. Η πλατεία Ταχρίρ φέτος παραδόθηκε από το καθεστώς στους υποστηρικτές του στρατηγού Σίσι, που συγκεντρώθηκαν στην εμβληματική πλατεία για να διαδηλώσουν την υποστήριξή τους στον «ηγέτη του έθνους».
Φωτογραφία
Ημερ.Δημοσίευσης
Σε διάφορες γειτονιές του Καΐρου έγιναν δεκάδες τοπικές κινητοποιήσεις των μελών των Αδελφών Μουσουλμάνων που σε κάποιες περιπτώσεις συγκρούστηκαν με ασφαλίτες και μπράβους του καθεστώτος. Τη σκληρότερη καταστολή δέχτηκαν οι υποστηρικτές του Μετώπου «Δρόμος της Επανάστασης» που ξεκίνησαν από δύο προσυγκεντρώσεις (με ελπιδοφόρα σημαντική συμμετοχή) και αποπειράθηκαν να προσεγγίσουν την πλατεία Ταχρίρ.
Καταστολή
Τα τεθωρακισμένα βγήκαν στους δρόμους για να φυλάνε τους «καλούς διαδηλωτές» της Ταχρίρ. Διαδοχικές προσπάθειες ανασυγκρότησης των μπλοκ των επαναστατών δέχτηκαν επιθέσεις με πυρά και δακρυγόνα από την αστυνομία, οδηγώντας το Μέτωπο κάποια στιγμή να ζητήσει από τα μέλη και τους υποστηρικτές του να αποσυρθούν από τους δρόμους, γιατί «η καταστολή είναι πολύ επικίνδυνη και αυτή τη στιγμή προέχει η επιβίωση των αγωνιστών που αντιστέκονται στο καθεστώς».
Ήταν ένα ακόμα σοβαρό επεισόδιο στο κατασταλτικό κύμα που ξεκίνησε ενάντια στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και πλέον στοχοποιεί κάθε φωνή αντιπολίτευσης στο στρατό. Με νομικό όπλο έναν νέο νόμο περιορισμού των διαδηλώσεων και με πολιτικό όπλο μια πραγματική ιδεολογική αντεπανάσταση που εξελίσσεται στα ΜΜΕ («οι διοργανωτές της 25ης Γενάρης 2011 ήταν ξένοι πράκτορες», «όποιος ασκεί κριτική στο στρατό είναι το πολιτικό σκέλος της ισλαμικής τρομοκρατίας» κλπ), έχουν στοχοποιηθεί οι πιο αφοσιωμένοι στην επανάσταση αγωνιστές, όπως η ηγεσία του Κινήματος 6ης Απρίλη, διακεκριμένοι ακτιβιστές του δημοκρατικού κινήματος, μέλη του «Επαναστατικού Μετώπου», ανάμεσά τους και μέλη της αριστερής επαναστατικής οργάνωσης «Επαναστάτες Σοσιαλιστές».
Μια βιομηχανία διώξεων ανακινεί ακόμα και παλιές υποθέσεις οι οποίες, όταν έγιναν, θεωρούνταν «επαναστατικά νομιμοποιημένες» (π.χ. η εισβολή στο κτίριο της λαομίσητης Κρατικής Ασφάλειας, το Μάρτη του 2011), με αποτέλεσμα ασφαλίτες και αστυνομικοί να εισβάλλουν σε σπίτια ακτιβιστών, να προσαγάγουν νεαρούς για οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα (π.χ. αφισοκόλληση υπέρ του «όχι» στο νέο σύνταγμα), να καταστέλλουν εργατικές απεργίες (οι οποίες βαφτίζονται συχνά «υποκινούμενες πολιτικά από ισλαμιστές»).
Οι πολιτικοί κρατούμενοι υπολογίζονται σε χιλιάδες. Και τα όργανα του μουμπαρακικού κράτους έχουν ανακτήσει την αυτοπεποίθησή τους και δρουν «όπως πριν», με βασανιστήρια, ξυλοδαρμούς, σεξουαλικές επιθέσεις, απαγωγές. Στην ουσία το κράτος επιχειρεί να ξαναχτίσει το «τείχος του φόβου» το οποίο είχε γκρεμίσει η Επανάσταση της 25ης Γενάρη 2011.
Παράλληλα με την καταστολή, ο Σίσι επιδιώκει να δημιουργήσει και να συντηρήσει ένα λαϊκό ρεύμα υποστήριξης προς το στρατό, αξιοποιώντας την υστερία που καλλιεργούν τα ΜΜΕ.
Η 25η Γενάρη 2014 έδειξε πως ο στρατηγός Σίσι εξακολουθεί να απολαμβάνει σημαντική στήριξη, αλλά έδειξε επίσης πως ο δρόμος του δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Τα όσα έγιναν δεν έδωσαν την εικόνα ενός έθνους «ενωμένου πίσω από την ηγεσία του».
Δημοψήφισμα
Αντίστοιχη ήταν η εικόνα που βγήκε από το πρόσφατο δημοψήφισμα για το νέο σύνταγμα. Είναι κοινό μυστικό στην Αίγυπτο ότι ελάχιστοι το διάβασαν και ελάχιστοι ψήφισαν για το περιεχόμενό του. Το μεγάλο πολιτικό στοίχημα ήταν η συμμετοχή στην κάλπη, που είχε πάρει χαρακτήρα δημοψηφίσματος εμπιστοσύνης στον ίδιο το στρατηγό Σίσι και «νομιμοποίησης» των πολιτικών της στρατιωτικής ηγεσίας.
Το «ναι» πήρε 98% των ψήφων, αλλά αυτό δεν ήταν έκπληξη. Ήταν δεδομένο ότι η δυσφορία προς το στρατό δεν θα εκφραζόταν με το «όχι». Το αποτέλεσμα πρόκυψε είτε από συνειδητή επιλογή αρκετών πολιτικών δυνάμεων που προτίμησαν το μποϊκοτάζ, είτε λόγω της κατάστασης του κοινωνικού κινήματος, που για να πάει στην κάλπη να δώσει τη μάχη του «όχι» θα έπρεπε να έχει έστω το «διάγραμμα» μιας εναλλακτικής λύσης στον οδικό χάρτη του στρατού.
Η συμμετοχή έφτασε το 37%, ένας αριθμός 5 μονάδες ψηλότερος από τη συμμετοχή στο συνταγματικό δημοψήφισμα του 2013 (για το σύνταγμα του Μόρσι), αλλά αρκετά χαμηλότερος από τα ποσοστά συμμετοχής στις κοινοβουλευτικές και τις προεδρικές εκλογές του 2011 και του 2012 (πάνω από 50%).
Η αποτυχία γίνεται πιο έντονη, αν αναλογιστεί κανείς την υστερική εκστρατεία υπέρ της συμμετοχής. Κρατικά και ιδιωτικά ΜΜΕ συντονίστηκαν, οι επιχειρηματίες και το κράτος ξόδεψαν εκατομμύρια στην καμπάνια, τόσο η χριστιανική εκκλησία όσο και τα ισλαμικά τζαμιά παραίνεσαν τους πιστούς να «κάνουν το καθήκον τους», λεωφορεία μετέφεραν ψηφοφόρους, οι δρόμοι στολίστηκαν, τα περισσότερα κόμματα έκαναν εκστρατεία υπέρ της συμμετοχής και του «ναι».
Μετά απ’ όλα αυτά, το 37% απέχει πολύ από την «καθαρή λαϊκή εντολή» που προσδοκούσε ο Σίσι. Προφανώς ο αιγυπτιακός λαός δεν είναι εναντίον του, αλλά η μαζική αποχή έδειξε πως δεν έχει «στοιχιστεί πίσω του».
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο ήταν ότι στους νέους από 18 ως 30 ετών η συμμετοχή περιορίστηκε στο απίστευτα χαμηλό 16%. Αυτό το κρίσιμο στοιχείο έκανε το διάσημο αντικαθεστωτικό δημοσιογράφο Χάνι Σουκράλα να καταλήξει σε τελείως διαφορετικό συμπέρασμα από τους διθυράμβους των ΜΜΕ, γράφοντας «Αντίο Βοναπάρτη». Ο Σουκράλα πιθανά υπερβάλει. Ωστόσο υπάρχουν τα σημάδια που δείχνουν πως δεν μιλάμε για «ταφόπλακα» στην επανάσταση.
Ο Σίσι στηρίζεται στην αντι-ισλαμική, «αντι-τρομοκρατική» παράνοια, το προφίλ του «νέου Νάσερ» (καθώς η ροή χρημάτων από τη Σαουδική Αραβία του δίνει τη δυνατότητα να διαχειρίζεται τα οικονομικά προβλήματα και να κάνει παραχωρήσεις) και την προσμονή εκατομμυρίων Αιγυπτίων να «δικαιώσει την επανάσταση». Βραχυπρόθεσμα αυτά λειτουργούν προς όφελός του, αλλά ταυτόχρονα αποτελούν ένα πολύ σαθρό έδαφος για να βαδίσει.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τους «από πάνω» είναι πάντα η οικονομία. Η υπόσχεση ότι θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ, καθώς πυροδότησε ένα μπαράζ επιθετικών εργατικών κινητοποιήσεων στις αρχές Γενάρη. Κυρίως, όπως παραδέχτηκε μέλος της επιχειρηματικής ελίτ της Αιγύπτου, ακόμα κι αν συνεχίσει να ρέει σαουδαραβικό χρήμα (που κι αυτό έχει όρια), «χρειάζονται επώδυνες μεταρρυθμίσεις για να ορθοποδήσει η οικονομία», οι οποίες «θα προκαλέσουν κοινωνική αναταραχή».
Επιστροφή στην ομαλότητα;
Σε κάθε ανάλογη στιγμή των επαναστατικών διαδικασιών στον αραβικό κόσμο, τα αστικά ΜΜΕ πάντοτε βιάζονται να διαφημίσουν «την επιθυμία του λαού να επιστρέψει στην ομαλότητα». Αυτή η επιθυμία εμφανίζεται κατά καιρούς (καθώς η επανάσταση έχει προκαλέσει «αποδιοργάνωση», αλλά αδυνατεί να παράξει τη δικιά της «οργάνωση» της κοινωνίας) και πράγματι είναι από τους βασικούς τροφοδότες της αντεπαναστατικής απειλής. Αλλά τα αστικά ΜΜΕ «ξεχνούν» μια άλλη παράμετρο: ότι η «ομαλότητα», που πράγματι επιθυμούν οι Αιγύπτιοι, περιλαμβάνει και «ψωμί, ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη».
Και όσον αφορά την πρόθεση και τη δυνατότητά του να ικανοποιήσει αυτά τα αιτήματα, θα αποδειχθεί αργά ή γρήγορα ότι ο βασιλιάς Σίσι είναι γυμνός…