Τ ο πανελλαδικό 9% της Χρυσής Αυγής στις ευρωεκλογές (από το 7% των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου 2012) ήταν η συνέχεια του περιφερειακού 8% της πρώτης Κυριακής και της εκλογικής επιτυχίας του 16% του Κασιδιάρη στον δήμο της Αθήνας. Τα κανάλια και ο Κεδίκογλου έπεσαν από τα σύννεφα, ανακαλύπτοντας μέχρι και ανίερες συμμαχίες μεταξύ Αριστεράς και νεοναζί.
Η πραγματικότητα είναι εντελώς αντίστροφη. Ο βασικός λόγος που οι φασίστες στην Ελλάδα, τη μαύρη τρύπα της διεθνούς κρίσης, δεν κατάφεραν να μιμηθούν τις επιτυχίες της Λε Πεν στη Γαλλία και του Φάρατζ στη Βρετανία είναι η ύπαρξη ισχυρής Αριστεράς και αντιφασιστικού κινήματος. Όλα τα υπόλοιπα συνηγορούσαν στην αλλαγή πίστας από τη Χρυσή Αυγή, πράγμα που ευτυχώς δεν επιβεβαιώθηκε, παρά την υπέρβαση του μισού εκατομμυρίου ψήφων που κατέγραψαν οι Έλληνες νεοναζί.
Η σαμαρική γραμμή «Μπαλτάκου» έδωσε στη Χρυσή Αυγή τη δυνατότητα να επιβεβαιώνει το κάλπικο «αντισυστημικό» της προφίλ σε πιο διευρυμένα ακροατήρια της Δεξιάς, ενώ ο κυβερνιτικός ρατσισμός τούς προσέφερε το έδαφος της επιβεβαίωσης πως μπορούν να επιβάλλουν την ατζέντα.
Πριμοδότηση
Ιδιαίτερα στην Αθήνα, η ρατσιστική επιλογή του Σπηλιωτόπουλου της ΝΔ, που ανήγαγε το τζαμί του Βοτανικού, το παραεμπόριο και την εγκληματικότητα των «λαθρο»μεταναστών σε μείζονα ζητήματα της αντιπαράθεσης, πριμοδότησε αφάνταστα τον Κασιδιάρη και περιόρισε τον ίδιο στο 16,7%, θέτοντάς τον εκτός δεύτερου γύρου.
Στο διάστημα μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής, ο Κεδίκογλου έκανε το παν για να αναβαθμίσει τους φασίστες σε ρυθμιστές του αποτελέσματος του δεύτερου γύρου, κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ για συμφιλιωτισμό με τους ψηφοφόρους των νεοναζί, καθώς στελέχη της Αριστεράς «τόλμησαν» να διεκδικήσουν τμήμα των ψηφοφόρων των φασιστών.
Παρά το γεγονός πως η επιχειρηματολογία κάποιων από τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην ήταν η καλύτερη δυνατή, οι κατηγορίες των κυβερνητικών επιτελείων κατά της Αριστεράς ήταν γελοίες. Απέδειξαν ότι το διαβόητο συνταγματικό τόξο μόνο ενιαία μάχη με τους φασίστες δεν μπορεί να δώσει. Στην πραγματικότητα αναπαρήγαγαν για πρώτη φορά μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα τις θεωρίες των δύο άκρων παραμονές των ευρωεκλογών, δίνοντας πόντους στους φασίστες, θολώνοντας το ταξικό, αντιμνημονιακό και αντικυβερνητικό διακύβευμα των εκλογών.
Η Χρυσή Αυγή έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια μαγιά οργανωμένης «κοινωνικής» περιφέρειας πέρα από τον σκληρό πυρήνα των συρρικνωμένων ταγμάτων εφόδου της σε ορισμένες περιοχές (π.χ. Άγιος Παντελεήμονας και Κολωνός στην Αθήνα). Αυτό φάνηκε για παράδειγμα με την εμφάνιση εκατοντάδων εκλογικών αντιπροσώπων της Χρυσής Αυγής σε εκλογικά τμήματα της Αθήνας στις 18 και 25 Μάη. Παρά το 50ευρο που έδιναν στους αντιπροσώπους, το γεγονός δεν πρέπει να υποτιμηθεί.
Ευτυχώς, η οργανωτικότητά τους βρίσκεται μακριά από τη στρατολόγηση έστω ενός σημαντικού τμήματος των ψηφοφόρων της νεοναζιστικής συμμορίας, πράγμα που φάνηκε π.χ. με την απόπειρα οργάνωσης της κεντρικής προεκλογικής συγκέντρωσής τους στην Αθήνα, στην πλατεία Πέτρουλα στον Κολωνό, που δεν ξεπέρασε τα 500-600 άτομα.
Παρόλο που η ισομεγέθης άμεση απάντηση των αντιφασιστών, στο σταθμό μετρό Σεπολίων, κρατήθηκε από τα ΜΑΤ του «αντιφασίστα» Δένδια μακριά από τη συγκέντρωση των νεοναζί, το χάσμα ανάμεσα σε υποστηρικτές και οργανωμένα μέλη της συμμορίας φάνηκε για άλλη μια φορά.
Μετεκλογική τακτική
Μετά τις 25 Μάη, απομένει να δούμε τη μετεκλογική τακτική των φασιστών. Θα επιχειρήσουν να ξαναεμφανίσουν τα τάγματα εφόδου στους δρόμους και την επάνοδο στην προ δολοφονίας Φύσσα περίοδο, ή θα συνεχίσουν στη γραμμή του «νόμιμου πολιτικού κόμματος» που ακολούθησαν εν πολλοίς προεκλογικά;
Ό,τι και να επιλέξουν οι χρυσαυγίτες, κανείς δεν δικαιούται να σφυρίζει αδιάφορα αγνοώντας την ενίσχυση της φασιστικής απειλής. Από τη μεριά μεγάλων τμημάτων του κινήματος και της Αριστεράς, η υπεκφυγή από τα αντιφασιστικά καθήκοντα επιβάλλεται να ανατραπεί άμεσα, τόσο στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο και στον δρόμο.
Όπως όλοι έχουμε καταλάβει, η γραμμή Δένδια-Σπηλιωτόπουλου με τα τζαμιά και το παραεμπόριο δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον Κασιδιάρη. Ούτε άλλωστε και δήμαρχοι σαν τον Καμίνη που τους άφησαν να αλωνίζουν επί τέσσερα χρόνια στην Αθήνα. Αν δεν το κάνουμε εμείς, δεν πρόκειται να το κάνει κανείς. Το δρόμο δείχνουν οι Σκουριές, όπου –εκτός από την επικράτηση του Μίχου ενάντια στον Πάχτα στο Δήμο Αριστοτέλη– έδιωξαν τους φασίστες κακήν κακώς στην απόπειρα προεκλογικής τους εισβολής στα αγωνιζόμενα χωριά της περιοχής.
Εκ μέρους της Αριστεράς, είναι επίσης ελλιπής η τοποθέτηση πως «αν δεν ανατραπεί η εξαθλίωση δεν θα αντιμετωπιστεί ο φασισμός, διότι τρέφεται από αυτήν». Είναι γενικά σωστό, αλλά μόνο σε τελική ανάλυση. Παραπέμπει την αντιμετώπιση των νεοναζί στα γενικότερα και δεν απαντά στην άμεση ανάγκη περιθωριοποίησής τους. Δίνει συγχωροχάρτι στο ρατσισμό της κυβέρνησης και της ΕΕ, στην προφανή σχέση της ΧΑ με στρατό και σώματα ασφαλείας, δεν απαντά στις θεωρίες περί «λαϊκισμού» των άκρων, δεν φέρνει στο προσκήνιο τον αντιαριστερό και φιλοσυστημικό προσανατολισμό της συμμορίας.
Σκυλιά του συστήματος
Σήμερα περισσότερο από ποτέ, μαζί με το μαζικό αντιφασιστικό κίνημα επιβάλλεται η απάντηση από τα αριστερά στη ρατσιστική προπαγάνδα κυβέρνησης–νεοναζί στη γραμμή «φταίει ο τραπεζίτης και όχι ο μετανάστης». Απαραίτητο επίσης είναι να ξεσκεπαστούν οι φασίστες ως πιστά σκυλιά του συστήματος που μαχαιρώνουν φουκαράδες, υποστηρίζουν εφοπλιστές και τραπεζίτες και ανοίγουν τα κεφάλια εργαζομένων και νέων που αγωνίζονται κατά της μνημονιακής εξαθλίωσης.
Άλλωστε οι σχέσεις των φασιστών με τους πιο αντιδραστικούς κρατικούς μηχανισμούς, όπως έδειξε η παρουσία απόστρατων αξιωματικών του στρατού και εν ενεργεία αξιωματικών των σωμάτων ασφαλείας, δεν επιχειρείται πλέον καν να κρυφτούν, εκθέτοντας τον ίδιο τον Δένδια που ισχυριζόταν πως απέταξε 10 φιλοχρυσαυγίτες αστυνομικούς και «καθάρισε» το σώμα!