Ενώ η «Ε.Α.» όδευε προς το τυπογραφείο, διεξαγόταν η συνάντηση-ασπιρίνη του Σαμαρά με τη Μέρκελ.
Η γερμανική πλευρά είχε σπεύσει μέσω δημοσιευμάτων να υποβαθμίσει τη συνάντηση και να αφήσει να διαρρεύσει ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν θα πάρει κάποιο σοβαρό προεκλογικό δώρο, όπως π.χ. μια σημαντική ελάφρυνση του χρέους. Φυσικά ούτε συζήτηση να γίνεται για μείωση φόρων (π.χ. ΕΝΦΙΑ), ασφαλιστικό ή απολύσεις. Σε αυτά έτσι κι αλλιώς συμφωνεί ασμένως και η ελληνική άρχουσα τάξη. Ο Σαμαράς το μόνο που επιθυμούσε από τη συνάντηση ήταν ένα επικοινωνιακό δώρο.
Ο στόχος
Το 2014 λήγει η δανειοδότηση από την ΕΕ και την ΕΚΤ και συνεχίζει μόνον το ΔΝΤ μέχρι το 2016. Ο στόχος του Σαμαρά ήταν να πείσει τη Μέρκελ ότι ούτε χρειάζεται να συνεχίσει να δανείζει την Ελλάδα το ΔΝΤ (μένει να δώσει ακόμη 16 δισ. ευρώ) αλλά και ούτε απαιτείται νέο δάνειο και νέο μνημόνιο. Η κυβέρνηση θέλει να πείσει ότι τα 15 δισ. ευρώ που, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, αποτελούν το λεγόμενο «χρηματοδοτικό κενό» για το 2015 (διάφοροι διεθνείς οίκοι το υπολογίζουν στα 24-26 δισ. σε περίπτωση που σταματήσει ο δανεισμός από την τρόικα) μπορούν να βρεθούν από τις αγορές και από το απόθεμα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Εκείνο δηλαδή που θέλει να πετύχει ο Σαμαράς είναι να αποσπάσει από την τρόικα και τη Μέρκελ μια διακήρυξη περί τυπικού τέλους του υπάρχοντος μνημονίου, ώστε να έχει μια επιτυχία να επιδείξει στο λαό στην πορεία προς τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές. Όλοι βέβαια ξέρουν ότι, ακόμη κι αν το σχέδιο στεφθεί από επιτυχία, το νέο μνημόνιο θα συναφθεί: οι δανειστές δεν πιστεύουν στα σοβαρά ότι ο Σαμαράς θα βρει από τις αγορές τα λεφτά που λείπουν και ότι θα υπάρξει οικονομική ανάκαμψη που είναι προϋπόθεση για να «έρθουν» λεφτά –όλα αυτά είναι μόνο φιλολογία που πείθει τα εντός συνόρων παπαγαλάκια που την αναπαράγουν. Ο ίδιος ο Χαρδούβελης σε πολύ πρόσφατες δηλώσεις του στο Bloomberg έδειξε ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει ενσωματώσει στο DNA της ότι δεν υπάρχει περίπτωση «κουρέματος», λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η διαγραφή χρέους δεν αποτελεί επιλογή» και τονίζοντας ότι το καλύτερο που μπορεί να πάρει η Αθήνα είναι η επιμήκυνση και η μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά.
Η Μέρκελ
Μάλιστα προϊδέασε για το νέο μνημόνιο λέγοντας ότι το 2015 δεν γίνεται να συνεχίσει να μας δανείζει μόνο του το ΔΝΤ (χρειάστηκε να του τραβήξουν το αφτί ώστε μέσω του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων να κάνει διορθωτική δήλωση, ενόψει της συνάντησης Μέρκελ-Σαμαρά, και να πει ότι τα μνημόνια τελειώνουν στην Ελλάδα).
Αν τα επιχειρήματα περί δυνατότητας να μπει τέλος στο μνημόνιο δεν μπορεί να τα πιστέψει οικεία βουλήσει ο Χαρδούβελης, πολύ περισσότερο δεν είναι διατεθειμένοι να τα αποδεχτούν οι διεθνείς παράγοντες: Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλ. Ρέγκλινγκ, τόνισε ότι το ΔΝΤ δεν πρόκειται να φύγει από την Ελλάδα μέχρι το 2016 που λήγει το πρόγραμμά του. Επισήμανε μάλιστα προς την ελληνική κυβέρνηση ότι, ακόμα και αν «αγοράσει» το χρέος της Ελλάδας προς το ΔΝΤ με νέα δάνεια από τις αγορές (εκφράζοντας έντονες αμφιβολίες για το πόσο ρεαλιστικό είναι κάτι τέτοιο), θα συνεχίσουν να γίνονται έλεγχοι κάθε έξι μήνες (!) «καθώς πρέπει να υπάρχει η διαβεβαίωση ότι η χώρα που είναι σε πρόγραμμα θα εκπληρώσει τις δανειακές υποχρεώσεις της».
Αυτές είναι προφανώς οι απόψεις και της Μέρκελ και του Σόιμπλε, όχι από ιδιαίτερο ανθελληνικό μένος, αλλά γιατί βλέπουν ότι οποιοδήποτε «στραβοπάτημα» της ελληνικής κυβέρνησης μπορεί να φέρει επικίνδυνες εξελίξεις για το σύστημα (παύση δανεισμού από τις αγορές και εκ νέου εναγώνια αναζήτηση λύσης για το «ελληνικό πρόβλημα» από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις). Ταυτόχρονα δεν θέλουν να ενισχύσουν την εκλογική επιρροή του γερμανικού ευρωσκεπτικιστικού κόμματος –που δυνάμωσε εντυπωσιακά στις πρόσφατες τοπικές εκλογές– δίνοντας την εντύπωση ότι «υποκύπτουν» στα αιτήματα των «τεμπέληδων» Ελλήνων. Γι’ αυτό η Μέρκελ θα παραπέμψει τις όποιες αποφάσεις στο μέλλον (μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, δήλωσε ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Σ. Ζάιμπερτ) και πάντοτε σε επίπεδο «Ευρωπαίων εταίρων».
Το νέο μνημόνιο
Γι’ αυτό, ο γνωστός οικονομολόγος Γ. Βαρουφάκης μάλιστα πρόβλεψε ότι το (νέο) τρίτο μνημόνιο, που μπορεί η κυβέρνηση και οι δανειστές να βαφτίσουν ακόμη και «συμφωνία τερματισμού των μνημονίων», δεν θα βασίζεται σε δανεικά από χώρες, αλλά σε δανεικά από ιδιώτες (τις «χρηματαγορές»). Θα τελεί υπό την κηδεμονία της ΕΚΤ και δεν θα εποπτεύεται από τρόικα αλλά από διμερή επιτροπή –από ΕΕ και ΕΚΤ. Κανένα κούρεμα δεν θα γίνει και η Ελλάδα θα παραμείνει δεσμευμένη στο τρίγωνο Βερολίνου, Φρανκφούρτης και Βρυξελλών για τα επόμενα 50-70 χρόνια! Οι τράπεζες όπως και το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας θα παραμείνουν σε πτώχευση αλλά επισήμως δεν θα χρησιμοποιείται αυτή η λέξη.
Βέβαια, όπως και στις προηγούμενες συναντήσεις κορυφής, η ελληνική πλευρά έχει μια απαραβίαστη κόκκινη γραμμή: τη μη φορολόγηση των πλουσίων. Η αποκάλυψη Λαγκάρντ ότι κάθε φορά που μιλούσε για την υποφορολόγηση των Ελλήνων πλουσίων δεχόταν απειλές είναι αποκαλυπτική της δύναμης που έχει η ελληνική άρχουσα τάξη, ακόμη και σε συνθήκες μνημονίου. Γι’ αυτό και ο Σαμαράς δεν θα ανεχτεί καμία πίεση από τη Μέρκελ στο θέμα αυτό.
Δημοσκοπήσεις
Οποιοδήποτε κι αν είναι το αποτέλεσμα της συνάντησης του Βερολίνου, η καταβύθιση του κυβερνητικού πλοίου έχει ξεκινήσει. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αύξηση της διαφοράς ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ και πολλές από αυτές δίνουν πρωτιά Τσίπρα στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, πράγμα πολύ σπάνιο για μη πρωθυπουργό. Το πιο σημαντικό είναι ότι κάποιες δημοσκοπήσεις, όπως αυτή του Σκάι, δείχνουν ότι για πρώτη φορά η πλειοψηφία του κόσμου (54%) θέλει εκλογές. Αλλά για να γίνουν αυτές οι εκλογές θα πρέπει να επιβληθούν από τα κάτω. Οι διακυβεύσεις για την άρχουσα τάξη είναι κολοσσιαίες. Και, όπως έχει αποδείξει πολλές φορές, θα κάνει κυριολεκτικά τα πάντα για να προστατέψει τα προκλητικά αυξανόμενα κέρδη και προνόμιά της.