Εμφανίζεται έτσι η πραγματική προοπτική που δημιούργησε η συμφωνία του Φλεβάρη: Χρεοκοπία ή υπογραφή νέου μνημονίου
Η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν ξεκάθαρο εκβιασμό. Οι δανειστές, ενισχυμένοι από τις υποχωρήσεις που κατοχύρωσε η συμφωνία του Φλεβάρη, απαιτούν πλέον τη δέσμευση πάνω σε μνημονιακές αντιμεταρρυθμίσεις προκειμένου να χαλαρώσουν τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης (κυρίως) των τραπεζών αλλά και του ελληνικού Δημοσίου.
Με την αποδοχή του Γ. Βαρουφάκη ότι οι «υποχρεώσεις» προς τους δανειστές θα πληρωθούν «στο ακέραιο και εγκαίρως», η κυβέρνηση έχει πλέον το καθήκον να τετραγωνίσει τον κύκλο: να πληρώνει τακτικά τις δόσεις του χρέους, να πληρώνει μισθούς και συντάξεις εγκαίρως και να μην παίρνει (τουλάχιστον φανερά ή όχι ακόμα...) πρόσθετα μέτρα λιτότητας. Και η δουλειά αυτή γίνεται ακόμα πιο δύσκολη με το «τζαρτζάρισμα» του Σόιμπλε και του Ντράγκι, που όχι μόνο δεν συναινούν σε εξωτερικό δανεισμό, αλλά ουσιαστικά δεν επιτρέπουν πρόσθετο εσωτερικό δανεισμό. Και αν ο Μάρτης πάει να βγει όπως όπως (με το «σάρωμα» όλων των διαθεσίμων στα δημόσια ταμεία για να πληρωθούν οι δόσεις προς το ΔΝΤ), ο Απρίλης έρχεται ως Γολγοθάς, αφού έχει μεγαλύτερες υποχρεώσεις πληρωμών και τα αποθέματα θα έχουν μειωθεί επικινδύνως.
Δίλημμα
Εμφανίζεται έτσι η πραγματική προοπτική που δημιούργησε η συμφωνία του Φλεβάρη: αργά ή γρηγορότερα η κυβέρνηση «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» θα βρεθεί προ του διλήμματος: χρεοκοπία ή υπογραφή νέου μνημονίου.
Η σκληρότητα των επιλογών που ενδεχομένως έρχονται περιγράφηκε από μια δήλωση που «ξέφυγε» (;) από την κ. Παναρίτη. Η πρώην σύμβουλος της νεοφιλελεύθερης δικτατορίας του Φουτζιμόρι στο Περού, που σήμερα «συμβουλεύει» τον κ. Βαρουφάκη, ανακοίνωσε στους δημοσιογράφους ότι οι δανειστές ανέφεραν, ως μια από τις πιθανές αντιμετωπίσεις στο πρόβλημα της ρευστότητας, το ενδεχόμενο να μην πληρωθούν από το Δημόσιο οι μισθοί και οι συντάξεις για κάποιους μήνες. Η δήλωση αυτή «μαζεύτηκε» αμέσως από τα επιτελεία της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό το αποτρόπαιο (και πολιτικά συντριπτικό) ενδεχόμενο είχε ήδη ανέβει στο τραπέζι της δημόσιας συζήτησης...
Είναι φανερό ότι το βασικό όπλο του εκβιασμού των δανειστών είναι η απειλή στις τράπεζες. Όπου όμως, παρά την πολιτική ανατροπή που προκάλεσαν οι εκλογές του Γενάρη, παραμένουν κυρίαρχοι οι υπέρμαχοι του νεοφιλελευθερισμού από την εποχή Σημίτη, οι «εκσυγχρονιστές» της ιδιωτικοποίησης, που πέρασαν ως μπλοκ στην υπηρεσία της μνημονιακής πολιτικής ακόμα και κατά την περίοδο της πρωθυπουργίας Σαμαρά. Η δήλωση του Στουρνάρα ότι σήμερα «απειλούνται τα αποτελέσματα των θυσιών του ελληνικού λαού» είναι ενδεικτική για το σε ποια πλευρά των διλημμάτων θα ταχθούν οι τραπεζίτες. Και η στάση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει με τακτική εξευμενισμού ή, ακόμα χειρότερα, προσεταιρισμού, όπως αυτή που (κατά το «Βήμα») αποδίδεται στον Γ. Δραγασάκη, που φέρεται να «διαβεβαιώνει ότι οι όποιες κινήσεις στον τραπεζικό τομέα θα γίνουν σε συνεννόηση και συνεργασία με τους μετόχους των ιδρυμάτων».
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι μια διέξοδος από τη δαγκάνα του εκβιασμού είναι το «χαρτί» της γεωπολιτικής θέσης της χώρας. Είναι σαν να θέλεις να σβήσεις μια φωτιά ρίχνοντάς της... λάδι. Τα «γεωπολιτικά» σημαίνουν ανταγωνισμούς και οι ανταγωνισμοί απαιτούν... δαπάνες για εξοπλισμούς. Οι θιασώτες μιας κάποιας στροφής προς τις ΗΠΑ ως αντίδοτο στη Μέρκελ και τον Σόιμπλε πήραν μιαν απάντηση από τη σύμβουλο ασφαλείας του Ομπάμα, Κάρολαϊν Άτκινσον, που διαμήνυσε ότι «οποιοδήποτε άλλο σενάριο από το συμβιβασμό θα ήταν καταστροφικό». Άλλωστε το (φιλοαμερικανικό) ΔΝΤ είναι αυτό που σφίγγει, για την ώρα, τη θηλιά των δόσεων στο λαιμό της κυβέρνησης.
Συμβιβασμός;
Όμως, τι περίπου σημαίνει ένας «συμβιβασμός» με τους δανειστές; Σημαίνει να δεσμευτεί η κυβέρνηση: α) Να «παγώσει» επ’ αόριστον τις προεκλογικές δεσμεύσεις και το πρόγραμμα της ΔΕΘ (όπως φέρεται να έχει ήδη υποσχεθεί ο Γ. Βαρουφάκης). β) Να δεχθεί να υλοποιήσει κάποιες βασικές μνημονιακές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. γ) Να φτάσει στον Ιούνη, οπότε θα συζητηθεί η ρύθμιση για το χρέος, έχοντας εξασθενίσει το κύμα ελπίδων των εργατικών και λαϊκών μαζών, έχοντας δηλαδή προετοιμάσει το έδαφος για την ανατροπή της ή για την εμφάνιση των σεναρίων μετεξέλιξής της σε ευρεία κυβέρνησης εθνικής ενότητας...
Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει τώρα, με τις αντίστροφες κινήσεις. Με τη γρήγορη και μονομερή εφαρμογή του ελάχιστου προγράμματος αντιλιτότητας που εξαγγέλθηκε στη ΔΕΘ. Με τη διακήρυξη άρνησης πληρωμής των τοκοχρεολυσίων και των δόσεων του χρέους. Με την υποστήριξη του προγράμματος της αντιλιτότητας με κάθε αναγκαίο μέσο: είτε σχετικά με τις τράπεζες, είτε σχετικά με τις «ελευθερίες» διακίνησης κεφαλαίων, είτε σχετικά με το νόμισμα και την Ευρωζώνη. Μια τέτοια πολιτική, που θα σταθεροποιεί τις σχέσεις με τα εργατικά και λαϊκά στρώματα στο εσωτερικό, δικαιούται να περιμένει αλληλεγγύη και υποστήριξη από τα κινήματα διεθνώς και κατά συνέπεια συγκέντρωση δύναμης απέναντι στους εκβιασμούς των δανειστών. Οι άλλες τακτικές οδηγούν, σχεδόν αναπόφευκτα, στην υποχώρηση μπροστά στις πιέσεις του Σόιμπλε και του κόσμου που αυτός εκπροσωπεί.