Είναι διεθνής πατέντα του συστήματος να καταφέρεται κατά των δημοσίων υπαλλήλων με κλισέ εκφράσεις: βολεμένοι, υψηλόμισθοι, υπεράριθμοι. Ασφαλώς πρόκειται για ψεύδη που εντάσσονται στην προσπάθεια συνολικής συκοφάντησης του δημόσιου τομέα, προκειμένου να μεταφερθούν όλο και περισσότερες λειτουργίες, και συνακόλουθα να παραχθούν όλο και περισσότερα κέρδη, στον ιδιωτικό τομέα.
Στην πραγματικότητα βέβαια ολόκληρα κράτη δεν θα υπήρχαν καν χωρίς τον δημόσιο τομέα. Χωρίς, π.χ., τις μυθικές δαπάνες που έκανε το ελληνικό Δημόσιο για τη ΔΕΗ και για τον εξηλεκτρισμό ολόκληρης της χώρας –δαπάνες που δεν θα έκανε ποτέ κανένας ιδιώτης διότι η απόδοση μπορεί να απαιτεί 100 ή 200 χρόνια–, η Ελλάδα δεν θα υπήρχε όπως την ξέρουμε σήμερα. Το ίδιο ισχύει για τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, τα σχολεία, τα νοσοκομεία κ.λπ.
Ανάλογη είναι και η αξία των δημοσίων υπαλλήλων, που στο μεγαλύτερο ποσοστό τους εργάζονται για να προσφέρουν υπηρεσίες και αγαθά σε όλον τον πληθυσμό, συνήθως ανεξαρτήτως του πλούτου του καθενός. Σε αντιδιαστολή, στην Αγγλία ακόμη και το 19ο αιώνα, η πυροσβεστική ήταν ιδιωτική και όποιος δεν πλήρωνε αυτή την «προστασία» έβλεπε συχνά το σπίτι του να καίγεται την ίδια στιγμή που οι αντλίες δούλευαν για τη διάσωση των πλουσιόσπιτων. Σήμερα κανένας ιδιώτης δεν θα ενδιαφερόταν να προσλάβει πυροσβέστες, σχολικούς φύλακες, αστυφύλακες, στρατιωτικούς κ.ο.κ. στο βαθμό που δεν θα κέρδιζε κάτι άμεσα από αυτές τις προσλήψεις. Όσον αφορά το «υπεράριθμο» των δημόσιων υπαλλήλων, στην Ελλάδα η σχετική προπαγάνδα δεν στηριζόταν ποτέ σε νούμερα. Όταν τα αληθινά νούμερα βγήκαν στη δημοσιότητα αποδείχθηκε ότι ακόμη και πριν από τη λαίλαπα του μνημονίου, το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων ήταν κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν συχνά ισχυρότερο συνδικαλισμό, διαθέτουν πανελλαδική δικτύωση, ενώ παίζουν και καταλυτικό ρόλο στην αναπαραγωγή του συστήματος (βλ. δημόσιες συγκοινωνίες, εκπαίδευση κ.λπ.). Γι’ αυτούς τους λόγους έχουν σε όλες τις χώρες του κόσμου συγκριτικά περισσότερες κατακτήσεις από τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα (βλ., π.χ., την πρόσφατη επαναπρόσληψη των «διαθεσίμων», των καθαριστριών του ΥΠΟΙΚ, των εργαζομένων στην ΕΡΤ κ.λπ.). Το συνηθισμένο κλισέ των πολιτικών και των δημοσιογράφων της άρχουσας τάξης σε αυτή την περίπτωση είναι ότι «κανείς δεν σκέφτεται τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και τους ανέργους». Ο στόχος είναι να διασπαστεί η ταξική ενότητα των εργαζομένων στους δύο τομείς με το εξής… αβίαστο συμπέρασμα: Πρέπει να εξαφανιστούν τα δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων, οι μισθοί τους πρέπει να καταπέσουν στο επίπεδο του ιδιωτικού τομέα, και πρέπει να απολυθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι διότι όλα αυτά «τα πληρώνουν από τον τσέπη τους, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι».
Η πραγματικότητα είναι τελείως ανάποδη: Είναι ακριβώς οι καλύτερες συνθήκες εργασίας, τα περισσότερα δικαιώματα και οι υψηλότεροι μισθοί του δημόσιου τομέα, αυτά που εμποδίζουν τη χειροτέρευση συνθηκών, δικαιωμάτων και μισθών στην εργασιακή ζούγκλα του ιδιωτικού τομέα. Οι δύο τομείς δεν μπορούν να αποκλίνουν περισσότερο από ένα δεδομένο ποσοστό, γιατί αλλιώς κανείς δεν θα εργαζόταν στον ιδιωτικό τομέα. Το ότι θεωρείται κατακριτέα π.χ. η απόλυση εγκύου γυναίκας από τον ιδιωτικό τομέα, έχει να κάνει με τις κατακτήσεις και με την τήρηση της νομιμότητας στον δημόσιο τομέα. Χωρίς αυτό, κάθε εργοδοτική αυθαιρεσία στον ιδιωτικό τομέα θα αποτελούσε μια απολύτως ανεκτή κατάσταση.
Η ίδια σχέση αποδεικνύεται και με την αρνητική της πλευρά: για να χτυπηθούν, π.χ., τα δικαιώματα και οι αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων στην περίοδο του μνημονίου απαιτήθηκε χρόνος αλλά και η αγαστή συνεργασία κυβέρνησης, δανειστών, ΕΕ, ελληνικών και διεθνών ΜΜΕ. Όταν η επίθεση ξεπέρασε το ταξικό ανάχωμα του δημόσιου τομέα, τα ίδια και χειρότερα πράγματα μπορούσε πλέον να τα υλοποιήσει πολύ εύκολα ο καθένας ιδιώτης εργοδότης.
Τέλος, είναι προφανές ότι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δεν «είναι ριγμένοι»: Με ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, τους περισσότερους φόρους τους πληρώνουν οι πλούσιοι, δηλ. τα αφεντικά. Αυτοί είναι που (πρέπει να) επιβαρύνονται ουσιαστικά με τη μισθοδοσία των δημόσιων υπαλλήλων. Αν το φορολογικό σύστημα δεν είναι δίκαιο, το λογικό συμπέρασμα δεν είναι να απολυθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά να βελτιωθεί η δικαιοσύνη του συστήματος.
Αλλά ακόμη και σε ένα άδικο φορολογικό σύστημα, όπως το ελληνικό, αν έκλειναν δομές του Δημοσίου κι αν απολύονταν υπάλληλοι (π.χ. σχολικοί φύλακες, νοσηλευτές, βρεφονηπιοκόμοι) επειδή δήθεν βαραίνουν την τσέπη του ιδιωτικού υπαλλήλου, ο τελευταίος θα διαπίστωνε ξαφνικά ότι , ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν πια αυτές οι δομές, θα αναγκαζόταν να ξοδέψει πολύ περισσότερα λεφτά (αφού πλέον, σε αντίθεση με τους φόρους, αυτή η δαπάνη θα είναι ανεξάρτητη του εισοδήματός του) προκειμένου να καταφύγει σε ιδιώτες για να έχει αυτές τις υπηρεσίες.